Η αυστραλιανή κυβέρνηση μελετά τρόπους για να υιοθετηθεί μια εθνική πολιτική θηλασμού των παιδιών, με στόχο οι μητέρες να τα θηλάζουν τουλάχιστον κατά τους πρώτους έξι μήνες από τη γέννησή τους.

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, σήμερα, μόνο το 14% των μητέρων θηλάζουν τα παιδιά τους επί ένα εξάμηνο, ενώ το 25% των Αυστραλών θεωρούν το δημόσιο θηλασμό “προσβλητικό”.

Η ειδική σε θέματα θηλασμού, Τζένιφερ Τζέϊμς, από το πανεπιστήμιο RMIT της Μελβούρνης, δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να διεξάγει δημόσια ενημερωτική εκστρατεία για να γίνει ο θηλασμός κοινωνικά αποδεκτός.

“Είναι ανησυχητικό που πολλές γυναίκες ηλικίας 18-25 ετών είναι εναντίον του θηλασμού”, δήλωσε η δρ Τζέϊμς.
Η ίδια συμφώνησε με τις προθέσεις της κυβέρνησης και πρόσθεσε: “Ο μητρικός θηλασμός είναι δικαίωμα του παιδιού, βοηθά ανεπανάληπτα την υγεία του και είναι ευεργετικός και για τη μητέρα”.

“Πρέπει”, συνέχισε “οι νέες μητέρες να μάθουν για το νόημα και τη σημασία του μητρικού θηλασμού” τονίζοντας πως ο δημόσιος θηλασμός ” δεν είναι ντροπή, δεν είναι άσεμνο είναι τελείως φυσιολογικό”.

Κατά τη δρα Τζέϊμς, το μητρικό γάλα εφοπλίζει το αμυντικό σύστημα του παιδιού με αντισώματα και με ειδικές ουσίες, τις γλυκάνες, κάνoντας τον οργανισμό ανθεκτικό στα μικρόβια. Γι’ αυτό και τα παιδιά που θηλάζουν προσβάλλονται από πολύ λιγότερες λοιμώξεις του αναπνευστικού και του πεπτικού, εμφανίζουν λιγότερες αλλεργίες και μικρότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν διαβήτη και παχυσαρκία, ενώ χαρακτήρισε αβάσιμους τους ισχυρισμούς ότι ο θηλασμός χαλάει το γυναικείο σώμα.
Όπως είπε, με τον θηλασμό, η ίδια η μητέρα προστατεύεται από την παχυσαρκία, τον διαβήτη και, μέσω ορμονικού μηχανισμού, από τρεις σημαντικές μορφές καρκίνου, του μαστού, του ενδομητρίου και του θυρεοειδούς.