Την περασμένη εβδομάδα αναφέρθηκα στις εκλογές του Νοεμβρίου 1910, στις οποίες η παράταξη του Ελευθέριου Βενιζέλου πήρε 307 από τις 362 έδρες. Εδώ πρέπει να γίνει η διευκρίνιση ότι στις εκλογές εκείνες δεν πήραν μέρος τα παλαιά μεγάλα κόμματα, και ως εκ τούτου τις έδρες τις μοιράστηκε η παράταξη του Βενιζέλου με κάποια μικρά κόμματα, όπως ήταν η ομάδα των Κοινωνιολόγων του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, και διάφορους ανεξάρτητους πολιτικούς.
Επιπλέον, ο μεγάλος αριθμός των εδρών εξηγείται από το γεγονός ότι οι εκλογές του 1910 έγιναν για αναθεώρηση του Συντάγματος. Σύμφωνα με τις τότε επικρατούσες συνταγματικές διατάξεις, ο αριθμός των εδρών σε εκλογές για Αναθεωρητική Βουλή ήταν διπλάσιες από τις έδρες για την ανάδειξη μιας κανονικής Βουλής, οι οποίες ήταν 181.

Εκτός από τις σημαντικές εκπαιδευτικές, οικονομικές, εργασιακές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις της νέας κυβέρνησης, κύριο μέλημα του Βενιζέλου ήταν η αναδιοργάνωση και η ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, για να καταστεί δυνατή η επίτευξη της Μεγάλης Ιδέας, δηλαδή της σταδιακής απελευθέρωσης περιοχών που ακόμη βρίσκονταν κάτω από το ζυγό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Έχοντας περατώσει το έργο της η Αναθεωρητική Βουλή, τον Μάρτιο του 1912 έγιναν νέες εκλογές, στις οποίες πήραν μέρος και τα παλαιά κόμματα. Το κόμμα των Φιλελευθέρων, που δημιούργησε ο Βενιζέλος, εξασφάλισε συντριπτική πλειοψηφία, με 146 βουλευτές από τους 181 της Βουλής.
Έχοντας εξασφαλίσει την λαϊκή ετυμηγορία, ο Βενιζέλος ρίχτηκε ακάθεκτος στην πραγματοποίηση των οραμάτων του για το ελληνικό έθνος.
Τον Φεβρουάριο του 1912 η Σερβία και η Βουλγαρία, παρά τις μεταξύ τους εδαφικές διαφορές, υπέγραψαν συμφωνία για κοινό μέτωπο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και την μελλοντική διανομή των ευρωπαϊκών εδαφών της.

Ο Βενιζέλος, με την οξύνοια και τη διορατικότητα που τον διέκρινε, διαπίστωσε πως αν η Ελλάδα δεν συμμετείχε σε αυτό το μέτωπο, δεν θα ήταν σε θέση να διεκδικήσει τις κατεχόμενες ελληνικές περιοχές σε περίπτωση απελευθέρωσής τους από τη σύμπραξη της Σερβίας και της Βουλγαρίας.
Με την αποφασιστικότητα που τον χαρακτήριζε για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων, όταν οι περιστάσεις το καλούσαν, και με την διπλωματική δεινότητα που διέθετε, ο Βενιζέλος ενήργησε αστραπιαία, και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα πέτυχε το σχηματισμό της Βαλκανικής Συμμαχίας μεταξύ της Ελλάδας, της Σερβίας, της Βουλγαρίας και του Μαυροβουνίου.

Οι εχθροπραξίες εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ξεκίνησαν από το Μαυροβούνιο στα τέλη του Σεπτεμβρίου 1912, και στη συνέχεια από τις αρχές Οκτωβρίου από την Ελλάδα, τη Σερβία και τη Βουλγαρία.

Μέσα σε λίγους μήνες η Ελλάδα επανέκτησε την Ήπειρο, τις νότιες περιοχές της Μακεδονίας, και τα νησιά Θάσο, Χίο, Λήμνο, Σάμο και Μυτιλήνη
Παρ’ όλο που τα ελληνικά στρατεύματα είχαν καταλάβει και την Βόρεια Ήπειρο, με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου που αναγνωρίστηκε η ίδρυση ανεξάρτητου αλβανικού κράτους και στη συνέχεια με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας τον Δεκέμβριο του 1913, στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος επιδικάστηκε η Βόρεια Ήπειρος, παρά την ελληνικότητά της με τις 120.000 των Ελλήνων κατοίκων της.

Τον Ιούνιο του 1913 η Βουλγαρία στράφηκε εναντίον της Σερβίας και Ελλάδας, και θέλησε να επεκτείνει τις κατακτήσεις της εις βάρος των πρώην συμμάχων της. Η σύμπραξη Ελλάδας και Σερβίας είχε ως αποτέλεσμα την ήττα της Βουλγαρίας, και την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας.
Με τους νικηφόρους Βαλκανικούς Πολέμους η έκταση του ελληνικού κράτους αυξήθηκε από 64.786 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε 108.606, και ο πληθυσμός της διπλασιάστηκε από 2.666.000 στα 4.363.000.
Κατά την άποψή μου αυτό υπήρξε το μεγαλύτερο επίτευγμα του Βενιζέλου. Δεν νομίζω πως άλλος πρωθυπουργός θα είχε την ενόραση, τις διπλωματικές δεξιότητες, την εκτίμηση των Ευρωπαίων και την υποστήριξη του ελληνικού λαού, για να αξιοποιήσει στο βαθμό που κατόρθωσε ο Βενιζέλος τις ιστορικές συγκυρίες προς όφελος της Ελλάδας.

Με την απελευθέρωση της Βορείου Ελλάδας, η μέχρι τότε μικρή χώρα της Βαλκανικής Χερσονήσου είχε εξελιχθεί σε υπολογίσιμο παράγοντα στην Νοτιοανατολική Ευρώπη, που έμελλε να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στα δύο τελευταία χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΠΡΟΣΤΡΙΒΕΣ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΜΕ ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΑ

Στις 5 Μαρτίου 1913 ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ δολοφονήθηκε ενώ βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη, μετά την απελευθέρωσή της, και στο θρόνο τον διαδέχθηκε ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος Α΄.

Εδώ αξίζει να μεταφέρω τα προφητικά λόγια του Συνταγματάρχη Νικόλαου Ζορμπά, ο οποίος ήταν αρχηγός του Στρατιωτικού Συνδέσμου, που είχε καλέσει τον Βενιζέλο στην Αθήνα να βοηθήσει στην αντιπαράθεση του Συνδέσμου με την ελληνική κυβέρνηση και τα Ανάκτορα.
Όταν ο Βενιζέλος έκανε γνωστή την απόφασή του να επαναφέρει τα μέλη της βασιλικής οικογένειας στη διοίκηση του στρατεύματος, ο Νικόλαος Ζορμπάς του είπε τα ακόλουθα:
{…} Σας εξορκίζω, κύριε Πρόεδρε να μη επιμένητε εις το ζήτημα των πριγκίπων και του Επιτελείου. Εάν τους επαναφέρετε θερμαίνετε εις τους κόλπους σας έχιδνας. Μόλις αναζωογονηθούν θα δαγκάσουν πρώτον υμάς, τον ζωοδότην και ευεργέτην των
Εύχομαι να διαψευσθώ ίνα μη ευρίσκωμαι εν ζωή διά να ίδω τα θλιβερά αποτελέσματα, τα οποία η μακρά πείρα μου με κάνει να προβλέπω. Μην παραγνωρίζετε, κύριε Πρόεδρε, την μακράν πείραν 50 ετών την οποίαν αποκτήσαμεν, συζώντες με τους ανθρώπους αυτούς εν Ελλάδι.
Φοβούμαι μήπως μιαν ημέραν δαγκάσουν όχι μόνον υμάς, αλλά και τα ζωτικότερα συμφέροντα της χώρας αυτής. Εύχομαι ο Θεός να μας οδηγήση εις λύσιν προς το συμφέρον της Ελλάδος*.

Όπως θα δούμε από τη συνέχεια αυτής της σειράς, οι φόβοι του Ν. Ζορμπά επαληθεύτηκαν, και στις δύο διαστάσεις τους, στην προσωπική και στην εθνική.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ επανειλημμένα υποχρέωσε τον Βενιζέλο να παραιτηθεί από τη θέση του Πρωθυπουργού, οδηγώντας τη χώρα στον Εθνικό Διχασμό, και μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του 1920, ήταν συνυπεύθυνος, με τους εκάστοτε πρωθυπουργούς που διόριζε, για την Μικρασιατική Καταστροφή.
Πολύ συνοπτικά θα αναφερθώ στις αντιπαραθέσεις μεταξύ του Κωνσταντίνου και του Βενιζέλου από το 1915 μέχρι το 1917, πριν επικεντρωθώ στην αποστολή, από τον Βενιζέλο, ελληνικού στρατεύματος στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919, και στις μετέπειτα εξελίξεις που οδήγησαν στην Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, και τον ξεριζωμό του Ελληνισμού από την Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη.

Κατά τη διάρκεια του 1913-1914 οι Νεότουρκοι, με τη συμπαράσταση και καθοδήγηση του Γερμανού στρατηγού Liman von Sanders, ξεκίνησαν ένα πρόγραμμα πιέσεων και εκτοπισμού των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης και των μικρασιατικών παραλίων του Αιγαίου και του Εύξεινου Πόντου, με αποτέλεσμα χιλιάδες Ελληνες να ζητούν τη σωτηρία τους καταφεύγοντας στην Ελλάδα ως πρόσφυγες.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΒΡΕΘΗΚΕ ΜΕ ΔΥΟ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ

Μόλις ένα χρόνο μετά τη λήξη της δεύτερης φάσης του Βαλκανικού Πολέμου ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, μεταξύ των Κεντρικών Δυνάμεων (Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας) από τη μια, και της Αντάντ ή Τριπλής Συνεννόησης (Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας) από την άλλη.
Δεδομένου ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Βουλγαρία, δύο γειτονικές και εχθρικά διακείμενες προς την Ελλάδα χώρες, μπήκαν στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων, η Ελλάδα βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση ως προς τη στάση που έπρεπε να κρατήσει.
 Η κατάσταση επιδεινώθηκε ακόμη περισσότερο, λόγω των διαμετρικά αντίθετων αντιλήψεων μεταξύ του βασιλιά Κωνσταντίνου και του Πρωθυπουργού Βενιζέλου, ως προς ποια από τις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις είχε τις περισσότερες προοπτικές νίκης και εξυπηρέτησης των ελληνικών συμφερόντων.
Όταν τον Σεπτέμβριο του 1915 ο Βενιζέλος κήρυξε επιστράτευση, γιατί η Βουλγαρία ήταν έτοιμη να επιτεθεί εναντίον της Σερβίας, με την οποία η Ελλάδα συνδεόταν με αμυντική συμφωνία, ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε να υπογράψει το σχετικό διάταγμα, αναγκάζοντας έτσι τον Πρωθυπουργό να παραιτηθεί.
Τον Οκτώβριο του 1915 οι Αγγλογάλλοι αποβίβασαν στράτευμα στη Θεσσαλονίκη, αφενός για να υποχρεώσουν την Ελλάδα να ενταχθεί στο πλευρό τους, και αφετέρου να εμποδίσουν τις βουλγαρικές και γερμανικές δυνάμεις να εισβάλουν στο ελληνικό έδαφος.

Τον Σεπτέμβριο του 1916 ο Βενιζέλος, σε συνεργασία με το Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη και τον Στρατηγό Παναγιώτη Δαγκλή, σχημάτισε δεύτερη κυβέρνηση, με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Η κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης σχημάτισε σώματα ενόπλων δυνάμεων, τα οποία πήραν μέρος στις συμμαχικές επιχειρήσεις μέχρι τη λήξη του πολέμου.
Ο Εθνικός Διχασμός, απόρροια των φιλογερμανικών αισθημάτων του βασιλιά Κωνσταντίνου – η σύζυγός του Σοφία ήταν αδελφή του Κάιζερ της Γερμανίας Γουλιέλμου – διαίρεσε την Ελλάδα στους μοναρχικούς και στους βενιζελικούς, με καταστροφικές επιπτώσεις για τη χώρα κατά τα επόμενα χρόνια, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Σημειώσεις
* Ιστορία Νεότερη και Σύγχρονη, τεύχος Γ΄, Γ΄ Λυκείου, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1994.

Πηγές
Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος «Νέα Ελληνική Ιστορία, 1204 – 1985», Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1997.
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, Τόμος ΙΕ΄, Αθήνα 1978.