Όπως είδαμε την περασμένη εβδομάδα, η Συνθήκη των Σεβρών επικυρώθηκε στις 10 Αυγούστου 1920. Με τη Συνθήκη αυτή στο χαρτοφύλακά του, ο Βενιζέλος επέστρεψε στην Ελλάδα με τη βεβαιότητα πως ο ελληνικός λαός θα τον υποδεχόταν με ενθουσιασμό, και θα τον συγχωρούσε για τις ταλαιπωρίες που είχε υποστεί κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, τα δύο τελευταία χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1916-1918), και πιο πρόσφατα με την Μικρασιατική Εκστρατεία, που άρχισε με την απόβαση στρατεύματος στη Σμύρνη στις 15 Μαΐου 1919.

Ως εκ τούτου, βέβαιος για την λαϊκή αναγνώριση των διπλωματικών του επιτεύξεων, ο Βενιζέλος ανακοίνωσε ότι θα καλούσε τον ελληνικό λαό στις κάλπες στις 25 Οκτωβρίου 1920.

Έτσι είχαν τα πράγματα, όταν στις 12 Οκτωβρίου 1920 ο βασιλιάς Αλέξανδρος, ο οποίος βρισκόταν στο θρόνο κατά τη διάρκεια της εξορίας του πατέρα του Κωνσταντίνου, πέθανε από σηψαιμία, ως αποτέλεσμα του δαγκώματος από μια μαϊμού, που είχαν στο παλάτι του Τατοΐου.
Εν όψει αυτού του γεγονότος, ο Βενιζέλος ανέβαλε τις εκλογές για μια εβδομάδα ως την 1η Νοεμβρίου, για να του δοθεί χρόνος να τακτοποιήσει το συνταγματικό θέμα που προέκυψε από το θάνατο του Αλέξανδρου.

Επειδή ο έκπτωτος βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν ανεπιθύμητος στους Συμμάχους, λόγω της φιλογερμανικής του στάσης κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και ο πρωτότοκος γιος του Γεώργιος δεν έχαιρε της εμπιστοσύνης των στελεχών του Φιλελεύθερου Κόμματος, ο Βενιζέλος αποφάσισε να καλέσει τον πρίγκιπα Παύλο, τον μικρότερο γιο του Κωνσταντίνου, για να αναλάβει το θρόνο.

Ο Παύλος δεν αποδέχθηκε την πρόταση, με τη δικαιολογία ότι πρώτα ο πατέρας του, και στη συνέχεια ο μεγαλύτερος αδελφός του, δεν είχαν παραιτηθεί από τα δικαιώματά τους στο θρόνο.

ΟΙ ΜΟΙΡΑΙΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ 1ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1920

Μη θέλοντας να δυσαρεστήσει τους Άγγλους, ανακηρύσσοντας αβασίλευτη δημοκρατία, ο Βενιζέλος αποφάσισε να κατέλθει στις εκλογές με την υπόσχεση ότι θα τακτοποιούσε το θέμα του θρόνου στο άμεσο μέλλον.

Η αντιπολίτευση εκμεταλλεύτηκε αυτήν την κατάσταση, και χρησιμοποίησε στην προεκλογική της εκστρατεία το σύνθημα: «Βενιζέλος ή Κωνσταντίνος». Παράλληλα, κατηγόρησε τον Βενιζέλο ότι δεν φρόντισε να αποσπάσει από τους Συμμάχους εγγυήσεις για την οικονομική και στρατιωτική τους βοήθεια, αν οι εξελίξεις στην Μικρασιατική Εκστρατεία το απαιτούσαν. Επίσης, η αντιπολίτευση εσκεμμένα δημιούργησε την εντύπωση στο εκλογικό σώμα ότι σύντομα θα έθετε τέρμα στον Μικρασιατικό πόλεμο.

Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 το κόμμα του Βενιζέλου υπέστη ταπεινωτική ήττα, παίρνοντας 118 από τις 362 έδρες, παρά το γεγονός ότι πήρε το 50% των ψήφων. Ούτε ο ίδιος ο Βενιζέλος επανεξελέγη, ο οποίος, μόλις έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα της ήττας του, αναχώρησε για το Παρίσι.

Πρώτο μέλημα της νέας κυβέρνησης ήταν η διενέργεια δημοψηφίσματος για την επιστροφή του εξόριστου Κωνσταντίνου. Το δημοψήφισμα έγινε για πολιτικούς λόγους, για να είναι σε θέση η νέα κυβέρνηση να πει στους Συμμάχους πως η επιστροφή του Κωνσταντίνου οφειλόταν στην επιθυμία του ελληνικού λαού.

Λίγες ημέρες πριν από το δημοψήφισμα, οι Σύμμαχοι – Αγγλία, Γαλλία και Ιταλία – έκαναν γνωστό στην ελληνική κυβέρνηση πως θα θεωρούσαν την επιστροφή του Κωνσταντίνου στο θρόνο ως «μη φιλική ενέργεια», γεγονός που θα συνεπαγόταν την αποδέσμευσή τους από τη Συνθήκη των Σεβρών.

Στις 21 Νοεμβρίου 1920, παραμονές του δημοψηφίσματος, οι πρεσβευτές της Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας εξουσιοδοτήθηκαν από τις κυβερνήσεις τους να γνωστοποιήσουν στην ελληνική κυβέρνηση ότι οι Σύμμαχοι θα διέκοπταν κάθε οικονομική υποστήριξη προς την Ελλάδα, αν ξαναγύριζε ο Κωνσταντίνος.
Η ελληνική κυβέρνηση παρέμεινε αμετάπειστη, και προχώρησε στη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Σύμφωνα με τα κρατικά στοιχεία, 99% του λαού ψήφισε υπέρ της επιστροφής του Κωνσταντίνου! Το ποσοστό αυτό είναι ενδεικτικό της έκτασης της νοθείας στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Τον Δεκέμβριο του 1920 ο Κωνσταντίνος έφτασε στην Αθήνα και ανέλαβε τα βασιλικά του καθήκοντα. Από την ημερομηνία εκείνη αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΤΟΥ, ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Σε άρθρο του στην αθηναϊκή εφημερίδα Ελευθεροτυπία με τίτλο «Μεγάλη Ιδέα, Μεγάλη Υποκρισία, Μεγάλη Καταστροφή», ο Θάνος Κακουριώτης (1), γράφει μεταξύ άλλων:
«Το 1920 ο Βενιζέλος χάνει τις εκλογές και ο βασιλόφρονας Γούναρης που τις κερδίζει επαναφέρει τον Κωνσταντίνο, που ωσάν Δον Κιχώτης-Αρχιστράτηγος, ύστερα από τη μία νίκη των Ελλήνων στο Αφιόν Καραχισάρ, κραδαίνει τη σπάθη του έφιππος κραυγάζοντας : «Στην Άγκυρα!» Οι εμπειροπόλεμοι βενιζελικοί αξιωματικοί αντικαθίστανται από άπειρους και άπραγους φιλομοναρχικούς, ο ψυχολογικά προβληματικός στρατηγός Χατζηανέστης αντικαθιστά τον σώφρονα Παπούλα. Το χειρότερο, οι σύμμαχοι προσχηματικά και υποκριτικά αρνούνται κάθε βοήθεια στον ελληνικό στρατό, εφόσον κάθεται στον θρόνο γερμανόφιλος βασιλιάς. Οι Ελληνες μένουν εντελώς αβοήθητοι, ενώ οι Τούρκοι ενισχύονται από Γάλλους (κρυφά), Ιταλούς (φανερά) αλλά προπάντων τους Μπολσεβίκους…».

Την επομένη των εκλογών ο Βενιζέλος προέβλεψε τη συμφορά. Η Πηνελόπη Δέλτα κατέγραψε τις προβλέψεις του ως ακολούθως:
«Θα φέρουν πίσω τούτοι τον Κωνσταντίνο. Και ο Κωνσταντίνος δεν θα έχει την φιλοπατρία ν’ αρνηθεί. Η Συνθήκη των Σεβρών δεν θα μας σώσει. Η Ιταλία με το ζόρι υπέγραψε. Η Γαλλία δεν θα μας υποστηρίξει, αν φέρουν τον Κωνσταντίνο. Μόνη η Αγγλία δεν θα επιμείνει ή θα βάλει όρους. Εγώ δεν υπολόγισα ποτέ στις δυνάμεις του στρατού μας για να κρατήσουμε τα σύνορά μας, αλλά στις συμμαχίες και στα γενικά ευρωπαϊκά συμφέροντα. Η επιστροφή του Κωνσταντίνου θα διαλύσει τις συμμαχίες», (2).

Πράγματι, μέσα σε λίγες ημέρες οι διάδοχοι του Βενιζέλου είχαν καταστρέψει τις διασυνδέσεις και συμμαχίες, που επί χρόνια και με την διπλωματική του δεινότητα είχε καλλιεργήσει ο Βενιζέλος με τις Μεγάλες Δυνάμεις της περιόδου εκείνης.

Το μεγάλο λάθος των φιλομοναρχικών κυβερνήσεων ήταν ότι συνέχισαν τον πόλεμο και μετά τη διάλυση της συμμαχίας με τις Μεγάλες Δυνάμεις, αλλά και παρά το γεγονός ότι γνώριζαν πως ο Μουσταφά Κεμάλ δεχόταν μεγάλη οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από την Ιταλία, τη Γαλλία και την Σοβιετική Ρωσία.
Ακόμη μεγαλύτερο λάθος ήταν η απόρριψη από την ελληνική κυβέρνηση της πρότασης των Συμμάχων τον Ιούνιο του 1921 για μεσολάβηση μεταξύ της Ελλάδας και Τουρκίας για διευθέτηση των μεταξύ τους διαφορών.

Στη φάση εκείνη της Μικρασιατικής Εκστρατείας η διαπραγματευτική δύναμη της Ελλάδας ήταν ισχυρή, καθότι το ελληνικό στράτευμα ήταν κατά πολύ ισχυρότερο από τις δυνάμεις του Κεμάλ, και η Αγγλία είχε πείσει τη Γαλλία να υποστηρίξει τις ελληνικές θέσεις.

Επιπλέον, ο Κεμάλ, αβέβαιος καθώς ήταν για την τελική έκβαση του πολέμου, είχε αφήσει να εννοηθεί πως ήταν διατεθειμένος να αναγνωρίσει την αυτονομία της Σμύρνης, στο πλαίσιο του τουρκικού κράτους, και να συμφωνήσει στην προσάρτηση της Ανατολικής Θράκης, πλην της Κωνσταντινούπολης, στο ελληνικό κράτος.
Ως και ο Βενιζέλος από το Παρίσι έστειλε μήνυμα στην ελληνική κυβέρνηση συμβουλεύοντάς την να δεχθεί την προσφορά των Συμμάχων.
Η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε την πρόταση των Συμμάχων, και αγνόησε τη συμβουλή του Βενιζέλου, και στις αρχές του Ιουλίου 1921 διέταξε το ελληνικό στράτευμα να συνεχίσει την προέλαση προς την Άγκυρα.

Οι αποφασιστικές μάχες δόθηκαν στις όχθες του ποταμού Σαγγάριου.
Το σχέδιο του Κεμάλ, να παρασύρει το ελληνικό στράτευμα στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, μακριά από τις βάσεις ανεφοδιασμού, πέτυχε απόλυτα. Σε 20.000 στρατιώτες ανήλθαν τα θύματα στις μάχες του Σαγγάριου, με αποτέλεσμα όχι μόνο η προέλαση του ελληνικού στρατού να αναχαιτισθεί, αλλά και την ανάληψη της πρωτοβουλίας των κινήσεων από τον Κεμάλ.

Από τη μια το πεσμένο ηθικό των Ελλήνων στρατιωτών, η δυσκολία ανεφοδιασμού του στρατεύματος, και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα, και από την άλλη η αναδιοργάνωση του τουρκικού στρατού από την στρατιωτική βοήθεια από την Ιταλία και Γαλλία, και την οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία, είχαν ως αποτέλεσμα την πρωτοβουλία των κινήσεων να την αναλάβει ο Μουσταφά Κεμάλ.

Μετά από αποτελμάτωση ενός χρόνου, που ευνόησε την τουρκική πλευρά, άρχισαν οι τουρκικές επιθέσεις στις 26 Αυγούστου 1922, όταν ο Κεμάλ έκρινε πως βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση, με αποτέλεσμα την υποχώρηση στην αρχή, και στη συνέχεια την άτακτη φυγή, του ελληνικού στρατεύματος προς τη Σμύρνη και άλλες πόλεις στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας.

Η Μικρασιατική Εκστρατεία, που μετατράπηκε σε νεοελληνική τραγωδία, έκλεισε, όπως θα δούμε την ερχόμενη εβδομάδα, με την πυρπόληση της ελληνικότατης Σμύρνης.

Σημειώσεις
1. Ο Θάνος Κακουριώτης είναι ομότιμος Καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
2. Αθηναϊκή εφημερίδα Ελευθεροτυπία, 8/12/09.