Όταν ένα πλοίο πιαστεί σε θαλασσοταραχή, και κινδυνεύει να βουλιάξει, το πρώτο πράγμα που κάνει ο καπετάνιος είναι να πετάξει στη θάλασσα πράγματα που κρίνει ότι δεν είναι απολύτως απαραίτητα, και που πιστεύει πως μπορεί να τα αντικαταστήσει σε πιο ήρεμους καιρούς.

Παρόμοια είναι και τα μέτρα που άρχισε να παίρνει η Τζούλια Γκίλαρντ, μόλις πήρε στα χέρια της το τιμόνι της θαλασσοδαρμένης Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, εκτοπίζοντας τον Κέβιν Ραντ από την καμπίνα του, όπου είχε κλειστεί τις τελευταίες εβδομάδες, μελετώντας τους ναυτικούς χάρτες.

Βαρύ φορτίο είχε αποδειχθεί ο φόρος του 40% που ο καπετάν Κέβιν είχε επιβάλει στους κροίσους του ορυκτού πλούτου της Αυστραλίας, οι οποίοι φυσώντας και ξεφυσώντας σαν σύγχρονοι Αίολοι ξεσήκωσαν τέτοια κύματα, που λίγο έλειψε να στείλουν το έρμο κυβερνητικό σκάφος στον πάτο της θάλασσας.
Εύκολη η λύση για την πολύτροπη Τζούλια, πέταξε το 10% στη θάλασσα, ξαλάφρωσε το πλοίο, και ω! του θαύματος, οι κροίσοι χαμογέλασαν, σταμάτησαν το φύσημα, ξανάναψαν τα πούρα τους, το φουγάρο του πλοίου ξανάβγαλε καπνό, και συνέχισε να αρμενίζει στα ήρεμα νερά της θάλασσας. Λες και το υπόλοιπο 30% του φόρου έχασε, ως διά μαγείας, το βάρος του.

Ξανάσανε με ανακούφιση η Τζούλια, κι έβαλε τα κιάλια στα μάτια να δει πόσο κοντά είναι το πολυπόθητο λιμάνι, όπου την περιμένει ανυπόμονα ο λαός να πάρει την πολύτιμη πραμάτεια, και για αντάλλαγμα να της δώσει την εντολή να παραμείνει στο τιμόνι για το επόμενο τρίχρονο ταξίδι.
 Συνοφρυώθηκε η καπετάνισσα μ’ αυτό που είδε στο βάθος του ορίζοντα. Αμυδρά διέκρινε τα κατάρτια κάποιων καραβιών. Πρόσφυγες θα είναι, σκέφτηκε, και αναλογίστηκε τι θα γίνει αν φτάσουν στο λιμάνι πριν από αυτήν, και τρομάξουν το λαό που με τόση ανυπομονησία την περιμένει. Κι αν ο λαός, σκιαγμένος καθώς θα είναι από τον επικείμενο κίνδυνο, σκεφτεί να παραδώσει το τιμόνι του κρατικού σκάφους στα στιβαρά χέρια του άσπονδου εχθρού της, που από καιρό προμηνούσε πως κινδυνεύουν τα σύνορα της χώρας, τότε τι κάνει; Και η συνωμοσία κατά του πρώην καπετάνιου άδικα έγινε;
Τέτοιες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό της καπετάνισσας Τζούλια, όταν ξαφνικά έλαβε την απόφαση πως η κατάσταση απαιτούσε τη λήψη δραστικών μέτρων, για να δείξει στο λαό πως αν και γυναίκα, παίρνει αντρίκειες αποφάσεις. Όχι, δεν πρέπει να δώσει στον αντίπαλό της το δικαίωμα να την διαβάλει στο λαό ως αναποφάσιστη και δειλή.

Κατέβασε τα κιάλια, έδειξε με το χέρι προς την κατεύθυνση των εχθρικών καραβιών, που τώρα φαίνονταν πιο ευδιάκριτα, κι έδωσε τη διαταγή με όσο πιο σταθερή φωνή γινόταν: Ανοίξατε πυρ!

Βρόντησαν τα κανόνια, και το πλοίο σκεπάστηκε από καπνό. Η Τζούλια γνωρίζει πως τα εχθρικά καράβια είναι εκτός βολής, ελπίζει όμως πως η ομοβροντία θα κάνει τους πρόσφυγες να αλλάξουν πορεία.

Ακόμη και αν δεν αλλάξουν πορεία, φαίνεται να σκέπτεται η Τζούλια, αρκεί που ο λαός της που την περιμένει στο λιμάνι θα πεισθεί πως έχει την αποφασιστικότητα και τη σκληράδα, απαραίτητα προσόντα για έναν καπετάνιο, που δεν είχε ο προκάτοχός της, αλλά έχει σε υπέρτατο βαθμό ο αντίπαλός της.

Η ΓΚΙΛΑΡΝΤ ΝΕΡΩΝΕΙ ΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΗΣ

Αλλά ας αφήσουμε την αλληγορία και τις παραβολές, και ας προσεγγίσουμε το θέμα των πολιτικών προσφύγων στο πλαίσιο των δηλώσεων της Πρωθυπουργού Τζούλια Γκίλαρντ την περασμένη Τρίτη, 6/7/2010, και στη συνέχεια ας το δούμε στις σωστές του διαστάσεις, για να κρίνουμε αν είναι πρόβλημα για την Αυστραλία ή όχι.

Η δήλωση της Γκίλαρντ μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «κεραυνός εν αιθρία», γιατί αποτελεί ξαφνική, και ριζική αλλαγή στην πολιτική του Εργατικού Κόμματος, όπως αυτή είχε διατυπωθεί όταν ήταν στην Αντιπολίτευση, και ίσχυε μέχρι προχθές.

Η θέση της Εργατικής Κυβέρνησης στο επίμαχο αυτό θέμα ήταν ξεκάθαρη: απέρριπτε κατηγορηματικά την «Λύση του Ειρηνικού Ωκεανού», όπως την είχε προσδιορίσει ο πρώην Πρωθυπουργός Τζον Χάουαρντ το 2001, μετά την περιβόητη δήλωσή του «Εμείς θα κρίνουμε ποιοι έρχονται σε αυτήν τη χώρα, και κάτω από ποιες συνθήκες».

Η ξενοφοβία που δημιούργησαν οι δηλώσεις του Χάουαρντ του εξασφάλισε την εκλογική νίκη, παρά το γεγονός ότι λίγο νωρίτερα το Εργατικό Κόμμα προηγείτο στις δημοσκοπήσεις.

Τότε το Εργατικό Κόμμα τον κατέκρινε δριμύτατα, και χαρακτήρισε ως άσπλαχνη την απόφαση για τη δημιουργία Κέντρου Κράτησης Προσφύγων στη Ναρού, νησάκι του Ειρηνικού Ωκεανού.

Μια από τις πρώτες αποφάσεις της Εργατικής Κυβέρνησης του Κέβιν Ραντ ήταν να κλείσει το Κέντρο της νήσου Ναρού, και να μεταφέρει τους κρατούμενους πρόσφυγες στο νησί των Χριστουγέννων, που αποτελεί περιφέρεια του αυστραλιανού κράτους.

Όταν ο Τόνυ Άμποτ ανέλαβε την ηγεσία του Κόμματος των Φιλελευθέρων στα τέλη του 2009, επανέφερε την πολιτική του Τζον Χάουαρντ. Επί πλέον, δεδομένου ότι τα τελευταία δύο χρόνια παρατηρήθηκε μια μικρή αύξηση στον αριθμό των προσφύγων που έμπαιναν στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας, ο κ. Άμποτ δεν έχανε ευκαιρία να τονίζει πως η Εργατική Κυβέρνηση δεν έχει συγκεκριμένη πολιτική για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Οι αρνητικές για την Εργατική Κυβέρνηση δημοσκοπήσεις των τελευταίων εβδομάδων έπεισαν την Τζούλια Γκίλαρντ πως η επίλυση δύο σημαντικών προβλημάτων ήταν επιτακτική, για την επανεκλογή του Εργατικού Κόμματος στις επερχόμενες εκλογές.

Με τις παραχωρήσεις που έκανε στις μεγάλες εταιρείες του τομέα φυσικών πόρων, μειώνοντας τον προτεινόμενο φόρο επί των κερδών από 40% στο 30%, εξασφάλισε τη συνεργασία τους και τη λήξη της πολεμικής τους εναντίον της Κυβέρνησης.

Το δεύτερο επίμαχο θέμα, στο οποίο η Αντιπολίτευση είχε πάρει την πρωτοπορία, ήταν οι πολιτικοί πρόσφυγες. Με την ανακοίνωση ότι η Κυβέρνηση μελετά τη σύσταση Κέντρου Συγκέντρωσης Προσφύγων στο Ανατολικό Τιμόρ, η Τζούλια Γκίλαρντ πιστεύει πως εξουδετερώνει ένα πλεονέκτημα του Τόνυ Άμποτ, αφού ουσιαστικά η πολιτική της Κυβέρνησης δεν διαφέρει από την πολιτική της Αντιπολίτευσης.

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΘΥΣΙΑΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΒΩΜΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Οι αποφάσεις της Τζούλια Γκίλαρντ στις παραπάνω δύο περιπτώσεις αποτελούν, κατά την κρίση μου, ένδειξη εξουσιομανίας, και τάσης για καταφυγή σε λαϊκιστικά μέτρα, τα οποία έρχονται σε αντίφαση με προηγούμενες θέσεις αρχής του Κόμματός της.
Ιδιαίτερα κατακριτέα βρίσκω την πρόσφατη απόφασή της αναφορικά με το θέμα των προσφύγων, γιατί κατά την άποψή μου δεν αποτελεί πρόβλημα τέτοιων διαστάσεων, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ξαφνική αλλαγή στις προηγούμενες πεποιθήσεις της.
Ας αρχίσουμε με τους αριθμούς. Κατά τη διάρκεια του 2009, οι Αυστραλία δέχθηκε 508.000 μόνιμους μετανάστες, και άτομα που είχαν έρθει με συμβόλαια εργασίας για καθορισμένο χρονικό διάστημα.

Κατά την ίδια περίοδο, 2726 πολιτικοί πρόσφυγες έφτασαν στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας με σαπιοκάραβα, εις αναζήτηση ασύλου. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί με 0,5% του συνόλου των μεταναστών και εποχιακών ξένων εργατών που δέχθηκε η Αυστραλία το 2009.
Με άλλα λόγια, μιλάμε για ασήμαντο αριθμό προσφύγων, για μια ολόκληρη ήπειρο, με πληθυσμό είκοσι εκατομμύρια.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Βιβλιοθήκης του Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου, από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Αυστραλία δέχθηκε 700.000 πρόσφυγες από διάφορες χώρες. Κατά μέσο όρο, ο αριθμός των προσφύγων ανέρχεται σε 11.000 το χρόνο.

Τα τελευταία δέκα χρόνια ο αριθμός των προσφύγων που δέχεται ετησίως η Αυστραλία κυμαίνεται γύρω στις 13.000, από τις οποίες οι 10.000 γίνονται δεκτοί μετά από νόμιμες διαδικασίες, και περίπου 3.000 φτάνουν στα χωρικά ύδατα της Αυστραλίας ως «παράνομοι» πρόσφυγες με καράβια.
Βάζω τη λέξη παράνομοι σε εισαγωγικά, γιατί όπως γράφει ο νομικός, και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Julian Burnside (1), σύμφωνα με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (2), ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια «αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο».

Ομολογώ πως με λυπεί το γεγονός ότι, πρώτα ο αρχηγός της Αντιπολίτευσης, και στη συνέχεια η Πρωθυπουργός, φαίνονται πρόθυμοι να θυσιάσουν βασικές ανθρωπιστικές αρχές, όπως αυτές διατυπώνονται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μόνο και μόνο για την εξασφάλιση της εξουσίας.
Το πολιτικό άσυλο (3) που αναγνωρίζεται διεθνώς, στην σημερινή Αυστραλία έχει χάσει κάθε έννοια.
Πού είστε Μάλκολμ Φρέησαρ και Πέτρο Γεωργίου; Οι ανθρωπιστικές αξίες βουλιάζουν…

Σημείωση
1. Εφημερίδα The Age, 6 Ιουλίου 2010.
2. Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προκηρύχθηκε σε ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στις 10 Δεκεμβρίου 1948.
3. Πολιτικό άσυλο. Το δικαίωμα αλλοδαπού να γίνει δεκτός υπό ειδικούς όρους στη χώρα όπου ζητεί καταφύγιο, επειδή διώκεται ή αδυνατεί να ζήσει στη δική του χώρα λόγω πολιτικών συνθηκών.
Διόρθωση
Στην προτελευταία παράγραφο του άρθρου της περασμένης εβδομάδας, η αναφορά στο έτος 2001 έπρεπε να είναι 1901.