Βίοι αντίθετοι για τις διοργανώτριες πόλεις των Ολυμπιακών Αγώνων, του 2000 και του 2004, Σίδνεϊ και Αθήνα. Την ώρα που στην Αυστραλία μιλάνε με υπερηφάνεια για την κληρονομιά που άφησε η διοργάνωση, η Αθήνα μοιάζει με… απόκληρη κόρη. Ολυμπιακές εγκαταστάσεις έμειναν αναξιοποίητες, οι χώροι πρασίνου ήταν μόνο για λίγες ημέρες, ο τουρισμός δεν αυξήθηκε και ο αθλητισμός οδεύει προς διάλυση. Στα θετικά των Αγώνων μπορούμε να αναφέρουμε τα καλύτερα οδικά δίκτυα και τη βελτίωση των μεταφορών.

Η εφημερίδα «Τhe Australian» πραγματοποίησε έρευνα για τις συνέπειες των Ολυμπιακών Αγώνων στην οικονομία, την εικόνα της χώρας και την καθημερινή ζωή των πολιτών. Το μόνο κοινό που έχει το Σίδνεϊ με την Ελλάδα είναι ο τομέας του τουρισμού. Στην Αυστραλία, τα σπίτια του Ολυμπιακού Χωριού πουλήθηκαν και η περιοχή αναπτύχθηκε. Στην Αθήνα, οι κατοικίες διατέθηκαν με δημόσια κλήρωση σε δικαιούχους του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και το πρότυπο χωριό κινδυνεύει να μεταμορφωθεί σε… πρότυπο γκέτο. Τα δέντρα και τα λουλούδια έχουν, προ καιρού, ξεραθεί, οι δρόμοι έγιναν πίστες για κόντρες και για επιδείξεις «φτιαγμένων» αυτοκινήτων, οι τοίχοι μετατράπηκαν σε πίνακες έκφρασης οπαδικών μηνυμάτων και βωμολοχιών, ενώ οι παιδικές χαρές έχουν σχεδόν καταστραφεί. Οι δικαιούχοι του ΟΕΚ βρήκαν πολλές κακοτεχνίες, ενώ αρκετά καταστήματα είναι κλειστά εξαιτίας των υψηλών ενοικίων.

Στο Σίδνεϊ, ιδιαίτερα επιτυχημένη θεωρείται η αξιοποίηση του Ολυμπιακού Πάρκου. Η περιοχή εξελίσσεται σε χώρο επιχειρηματικής δραστηριότητας και παρέχει δυνατότητες αθλητισμού, αναψυχής και κατοικίας. Καθημερινά δέχεται επισκέψεις από, περίπου, 10.000 άτομα, ενώ στους χώρους του έχουν γραφεία πάνω από 120 διαφορετικοί οργανισμοί και επιχειρήσεις. Τα έσοδα διατίθενται για τη συντήρηση των χώρων πρασίνου.

Το πάρκο του Ολυμπιακού Σταδίου, με τις εντυπωσιακές κατασκευές του Καλατράβα, επιλέγεται από αρκετούς ανθρώπους για μια βόλτα αλλά έως τη δύση του ηλίου διότι μετά ελλοχεύουν κίνδυνοι. Ένας χώρος υψηλής αισθητικής για τον οποίο δαπανήθηκαν εκατομμύρια ευρώ και θα μπορούσε να αξιοποιηθεί τουριστικά και εμπορικά, ρημάζει. Τα δέντρα και τα παρτέρια χρειάζονται περισσότερη κηπουρική φροντίδα, όταν βρέχει σε πολλά σημεία δημιουργούνται λιμνούλες και τα ποδοσφαιρικά συνθήματα δεν λείπουν από τους τοίχους.

Τόσο η διοργάνωση του Σίδνεϊ όσο και της Αθήνας θεωρήθηκαν ιδιαίτερα επιτυχημένες. Σύμφωνα με την εφημερίδα «The Australian», οι Αγώνες του 2000 άνοιξαν τον δρόμο για να διεκδικήσει η πόλη και άλλες σπουδαίες διοργανώσεις. Αντίθετα, η Αθήνα φιλοξένησε πολλές και μεγάλες διοργανώσεις πριν από το 2004 (παγκόσμια πρωταθλήματα στίβου, άρσης βαρών, πάλης κ.λπ.). Σήμερα ο αθλητισμός έχει φτάσει σε τέλμα. Η οικονομική κρίση συντέλεσε σε μείωση των προϋπολογισμών ενώ καμιά ομοσπονδία δεν διεκδικεί διοργανώσεις καθώς δεν υπάρχουν χρήματα για τη διεξαγωγή τους.

Ευκαιρία για να «ζωντανέψουν» κάποιες από τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις θα αποτελέσουν οι Παγκόσμιοι Αγώνες Special Olympics, που θα διεξαχθούν, στην Αθήνα, το καλοκαίρι του 2011. Εκεί όμως που η χώρα μας αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν είναι στην αξιοποίηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Από τις 17, ελάχιστες έχουν αθλητική δραστηριότητα. Σίγουρα, μια πόλη όπως η Αθήνα δεν μπορεί να υποστηρίξει τόσες αθλητικές εγκαταστάσεις, οι οποίες αντί για προσωρινές έγιναν μόνιμες, επιβαρύνοντας τον αρχικό προϋπολογισμό. Πολλές παραχωρήσεις δυσκολεύτηκαν να προχωρήσουν λόγω προσφυγών στο ΣτΕ, ενώ το παραθαλάσσιο μέτωπο που, σύμφωνα με όσα έλεγαν προολυμπιακά, θα ήταν ένας μικρός παράδεισος, έχει μετατραπεί σε σκουπιδότοπο. Το ολυμπιακό κωπηλατοδρόμιο του Σχοινιά μόλις φέτος το καλοκαίρι άνοιξε για τους πολίτες. Επιτυχημένες θεωρούνται οι παραχωρήσεις του γηπέδου μπάντμιντον, στο Γουδί, και του Διεθνούς Κέντρου Ραδιοτηλεόρασης, στο Μαρούσι. Κέρδη υπάρχουν και από τα γήπεδα ξιφασκίας και σόφτμπολ, όπου γίνονται εκδηλώσεις. Κάποιες από τις εγκαταστάσεις, όπως το «Σπίτι της Άρσης Βαρών», το Κέντρο Τύπου και το σκοπευτήριο του Μαρκόπουλου, παραχωρήθηκαν σε φορείς του Δημοσίου, αλλά αυτό που πληγώνει είναι η υποβάθμιση της παραλιακής ζώνης.

Η έκταση από το Στάδιο «Ειρήνης και Φιλίας» μέχρι το γήπεδο μπιτς βόλεϊ παραμένει στην πριν από το 2004 εποχή. Η μαρίνα Φαλήρου παραχωρήθηκε στον Δήμο Καλλιθέας ενώ η Ελληνική Ομοσπονδία Ιστιοπλοΐας έχει 70 θέσεις για να δένουν τα σκάφη τους οι αθλητές. Τα δέντρα ξεράθηκαν, οικολογικό πάρκο και αθλητικές εγκαταστάσεις δεν έγιναν, ενώ το γήπεδο μπιτς βόλεϊ παραμένει κλειστό. Έξι χρόνια έχουν περάσει και ο χώρος δεν μετετράπη σε «Λυκαβηττό της παραλίας», όπως διαφημιζόταν. Μουσικές συναυλίες δεν πραγματοποιήθηκαν ούτε αυτό το καλοκαίρι και άγνωστο μένει εάν θα γίνουν και το επόμενο.

Η ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 αποτέλεσε ευκαιρία για να γίνουν όνειρα για μια Αθήνα γεμάτη πράσινο, με ωραίες αθλητικές εγκαταστάσεις, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, όπως και σε άλλες διοργανώτριες πόλεις, τόσο από τους αθλητές όσο και από τους κατοίκους. Έξι χρόνια μετά, τα όνειρα αποδείχθηκαν… θερινής νυκτός.