«Όσοι έκαναν τον γύρο του κόσμου έχουν τη δυνατότητα να μιλάνε ένα τέταρτο της ώρας περισσότερο». Ζυλ Ρενάρ.

Αν όντως «η ποίηση (δυστυχώς) είναι υπόθεση των τόπων και όχι των ανθρώπων», όπως ισχυρίσθηκε ο μεγάλος αμερικανός ποιητής Ουάλας Στίβενς, τότε ο δάσκαλος του γιουκαλίλι από τον Καναδά Τζέιμς Χιλ, ο οποίος κλήθηκε εδώ λίγες βδομάδες πριν, για να δείξει, αλλά και να διδάξει ένα μέρος της τέχνης του σε ειδικά σεμινάρια, τα οποία οργανώθηκαν γι΄ αυτόν ακριβώς το σκοπό, απευθυνόμενα και στο ευρύτερο κοινό, εξυπηρετεί κατ΄ αρχήν την ποιητική που αναδεικνύει με το δικό του τρόπο το ίδιο το σιγκαπουριανό καταπίστευμα στο σύνολό του και όχι τόσο τους επίδοξους ασιάτες μαθητές του.

Ανάλογα ισχύουν και για τους μουσικούς Τζέϊσον Μραζ και Κόλμπι Κέϊλατ, οι οποίοι υποστηρίζουν με το παράδειγμά τους την κίνηση πολιτών της Σιγκαπούρης «Ας πάρουμε στα σοβαρά την τέχνη του γιουκαλίλι». Πιστεύω ότι η βαθύτερη έλξη, την οποία ασκεί διαρκώς το συγκεκριμένο τοπίο, αρκεί για να ενεργοποιήσει το ένα μετά το άλλο τα ποικίλα αντανακλαστικά τρίτων, στους οποίους βεβαίως συγκαταλέγονται και οι ανά την υφήλιο υποστηρικτές της μουσικής αυτού του τετράχορδου με την τόσο ιδιαίτερη, λυρική, ελαφρώς μπαρόκ, αλλά πάντως όχι γλυκανάλατη λαλιά.

Το ερώτημα θα μπορούσε ασφαλώς να διατυπωθεί με τον τρόπο που θα επιθυμούσε πάνω κάτω ο Νίκος Εγγονόπουλος, προκειμένου να τονιστεί το θετικά εκκωφαντικό στοιχείο, το οποίο συνέχει τις υφολογικές αναμείξεις που παρατηρούνται εδώ, σε κάθε μεριά του πολιτιστικού μαγειρίου: Τι θέλει λοιπόν το γιουκαλίλι του Τζέιμς Χιλ στη Σιγκαπούρη των τροπικών μελωδιών; Φτάνει έως αυτές τις παραλίες, σ΄αυτά τα αλσύλια, ένας αέρας μουσικής από κάπου πολύ μακριά. Από τα βόρεια δυτικά των αγγλοσαξώνων αοιδών. Ή από τα βόρεια ανατολικά του Ειρηνικού Ωκεανού. Από τα Νησιά Σάντουιτς, τη Χαβάη, για παράδειγμα, όπου το γιουκαλίλι γνώρισε και γνωρίζει ημέρες μεγάλης δόξας.

Κι ο αέρας αυτός πνέει, αναπαράγει, καλλιεργεί μουσική. Βεβαίως μας έχει καταδείξει προ πολλού ο Ιμάνουελ  Καντ ότι η νόησή μας δεν αντλεί τους νόμους της από τη φύση, αλλά αντιθέτως ξέρει πώς να τους επιβάλλει στον περιρρέοντα διάκοσμο. Το παιχνίδι των ορισμών, των μεταφορών και των συνειρμών καθίσταται σταδιακά η περιώνυμη τάξη του υποκειμένου. Το σπιτάκι του εγώ. Είναι ο χώρος που κινείται με άνεση η αυθεντική αισθητική πράξη.

Κι από την άλλη πλευρά, το τοπίο επιβάλλεται διακριτικά, νομοτελειακά, ολοκληρωτικά. Σαν την παρτιτούρα που διαβάζει με ασκημένη προσοχή ένα γιουκαλίλι. Η Σιγκαπούρη συμφιλιώνεται με την καντιανή μεθοδολογία: μουσική και χώρος είναι εν τέλει όψεις συνάλληλες, αδελφικές, υπάρχουν η μια για την άλλη έως τη συντέλεια του κόσμου. Γιατί να διεκδικούνται πρωτεία; Γιατί η Σιγκαπούρη να μην περιδιαβάζεται, μεταξύ των άλλων, ως να ήταν η Όπερα του Γιουκαλίλι;