Ο «Νέος Κόσμος» κυκλοφορεί πάλι σήμερα με ένα πρωτότυπο εξώφυλλο. Με σύνθημα: «Δύο Languages are better than one».
Κάνουμε ένα λογοπαίγνιο με προφανή στόχο. Να προβληματίσουμε, να ερεθίσουμε και να προκαλέσουμε συζητήσεις για τη σπουδαιότητα της ελληνικής γλώσσας.
Από πέρυσι πήραμε την απόφαση κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, με την ευκαιρία της έναρξης του φεστιβάλ «Αντίποδες» να κάνουμε μια ξεχωριστή «δήλωση» με ένα πρωτότυπο εξώφυλλο.

Πέρυσι με σύνθημα «I Believe in Greece», αφιερώσαμε το εξώφυλλό μας στην Ελλάδα. Ο στόχος πέτυχε: Οι κορυφαίοι Αυστραλοί πολιτικοί φωτογραφήθηκαν, κρατώντας την πρώτη μας σελίδα και το θέμα «παίχτηκε» στα μέσα ενημέρωσης.

Ακόμα και πρόσφατα, σε φωτογράφισή της, η εφημερίδα «The Australian» εστίασε την προσοχή της στο περυσινό πρωτοσέλιδο του «Νέου Κόσμου».
Φέτος το σύνθημά μας είναι η ελληνική γλώσσα που, δυστυχώς, φθίνει στην Αυστραλία.

Στο «Νέο Κόσμο» έχουμε μια δημοσιογράφο, τη Μάγια, που γεννήθηκε στο Μαυροβούνιο και μέσα σε τέσσερα χρόνια έμαθε άπταιστα ελληνικά και γράφει για ελληνόφωνη εφημερίδα. Πρόσφατα, φιλοξενήσαμε μια Πολωνέζα στη Μελβούρνη, μουσικολόγο που ήρθε εδώ να κάνει έρευνα για την πορεία της ελληνικής μουσικής στην Αυστραλία και μιλούσε τέλεια ελληνικά. Στη Νέα Νότια Ουαλία μια Αβορίγινα μαθήτρια πρώτευσε στο μάθημα των Ελληνικών. Πολλά τα παραδείγματα.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, δικαιολογία όταν ξένοι μαθαίνουν τόσο καλά τη γλώσσα μας να μην μπορούν να τη μάθουν τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας γιατί την βρίσκουν «δύσκολη».

Δεν είναι δυνατόν η μουσική ή τα σπορ εκτοπίζουν την γλώσσα μας. Ούτε να χρησιμοποιούμε τα ελληνικά σχολεία ως παιδικούς σταθμούς. Γιατί και αυτό συμβαίνει.
Και γιατί να μάθουν τα παιδιά μας ελληνικά;
Απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα έδωσε ο καθηγητής Γλωσσολογίας, Γιώργος Μπαμπινιώτης, όταν στο πρόσφατο πέρασμά του από τη Μελβούρνη υπογράμμισε και τα ακόλουθα:
«Είναι επικίνδυνο να πιστεύουμε ότι η γλώσσα είναι απλά ένα εργαλείο επικοινωνίας, ωστόσο είναι ανάγκη να τονίσω ότι, πάνω από όλα, η γλώσσα είναι αξία, και είναι αξία γιατί σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο εμείς οι Έλληνες σκεπτόμαστε, έχει σχέση με τη νοημοσύνη μας διότι μέσα από τις λέξεις βασικά βιώνουμε τις έννοιες, έχει σχέση η γλώσσα με την παράδοσή μας, και τον πολιτισμό μας, πάνω από όλα, όμως, συνδέεται με την ταυτότητά μας. Επομένως, η ελληνική γλώσσα είναι μία δέσμη από ποιότητες, μία ομάδα από εσωτερικές οντότητες πέρα και πάνω από ένα απλό επικοινωνιακό εργαλείο.

»Ο κάθε μετανάστης έχει διπλή ταυτότητα: την ταυτότητα της χώρας στην οποία ζει και την ταυτότητα της χώρας από την οποία προέρχεται. Και είναι η δεύτερη αυτή ταυτότητα που σε κάνει να νιώθεις Ελληνοαυστραλός. Θα ήθελα να τονίσω, ωστόσο, ότι η διπλή αυτή ταυτότητα είναι προϊόν σύνθεσης και όχι σύγχυσης. Η αυστραλιανή ταυτότητα είναι επίσημη και τυπική ταυτότητα και αφορά τα πολιτικά δικαιώματα. Η Ελληνική ταυτότητα είναι διαχρονική και ιστορική ταυτότητα, είναι ανεπίσημη, περισσότερο συναισθηματική και έχει να κάνει περισσότερα με τα ψυχολογικά δικαιώματα και όχι με τα πολιτικά.

»Η διπλή αυτή ταυτότητα είναι προνόμιο διότι σου επιτρέπει να δεις δύο υποδομές του κόσμου, της ζωής και των ανθρώπων. Βέβαια, αυτό προϋποθέτει περισσότερες υποχρεώσεις, αφού πρέπει να μάθεις δεύτερη γλώσσα, αφού η γλώσσα είναι ο μόνος ασφαλής και αποτελεσματικός τρόπος να εκφράσεις μια δεύτερη ταυτότητα. Κάθε μετανάστης έχει δύο γλώσσες, τη μητρική και τη δεύτερη. Η μητρική έχει σχέση με τη γλώσσα όπου ο μετανάστης ζει. Είναι η γλώσσα που έχει σχέση με τη ζωή του, το επάγγελμά του, τη καριέρα του και το περιβάλλον του. Η μητρική γλώσσα του Ελληνο-αυστραλού είναι η Αγγλική. Η δεύτερη γλώσσα του είναι η γλώσσα της προέλευσής του, η γλώσσα που τον συνδέει με τους γονείς τους, τους συγγενείς του, η γλώσσα της παροικίας του, των συμπατριωτών του, η γλώσσα της πίστης του. Είναι μία προσωπική γλώσσα, με υψηλά φορτισμένο συναισθηματικό χαρακτήρα. Για τους Έλληνες της Αυστραλίας η Ελληνική είναι η δεύτερή τους γλώσσα που σχετίζεται με την ταυτότητά τους. Η ξένη γλώσσα είναι η γλώσσα του εμπορίου και της επικοινωνίας με πολίτες ξένων χωρών. Αυτή η γλώσσα επιλέγεται από τον μετανάστη για επικοινωνία και δεν έχει σχέση με την ταυτότητα, μπορεί να είναι η Κινεζική, η Ρωσική, η Ιταλική, η Γαλλική, η Γερμανική.

»Η μητρική γλώσσα αποκτάται από τους ιθαγενείς χρήστες, Η ξένη γλώσσα είναι αποτέλεσμα γνώσης, επομένως την ξένη γλώσσα την εκμαθαίνουμε, την μητρική γλώσσα την αποκτούμε….

»Προκειμένου να κατακτήσεις μια «δεύτερη ταυτότητα» δεν είναι ζήτημα να είσαι περισσότερο ή λιγότερο πληροφορημένος με τη χώρα της προέλευσής σου, στην προκειμένη περίπτωση με την Ελλάδα. Βεβαίως και είναι σημαντικό να γνωρίζεις για το χωριό ή την πόλη ή το νησί από το οποίο κατάγεσαι. Βεβαίως και είναι καλό να γνωρίζεις χορό, πώς να τραγουδάς τα ελληνικά τραγούδια, πώς να μαγειρεύεις ελληνικά. Βεβαίως και είναι σπουδαιότατο να συμμετέχεις σε εκφάνσεις της Χριστιανικής Ορθόδοξης λατρείας, αν παίρνεις μέρος σε ελληνικούς πολιτιστικούς αγώνες, σε εθνικές εορτές. Αλλά, για να είμαστε ειλικρινείς, ο συντομότερος, ο αμεσότερος, ο πλέον αποτελεσματικός και πλέον ουσιώδης τρόπος που θα σε οδηγήσει στην ελληνική ταυτότητα είναι η γνώση της Ελληνικής. Επαναλαμβάνω, η γλώσσα δεν είναι απλά ένα εργαλείο, είναι αξία. Είναι η γλώσσα που σε συνδέει με τον πολιτισμό σου, με την ιστορία σου, με τη νοημοσύνη, με τα ιδεώδη, με τη χώρα καταγωγής σου…
»Γιατί, όμως, να μαθαίνουν οι Ελληνοαυστραλοί Ελληνικά; Ένας λόγος είναι να επικοινωνούν με τους συμπατριώτες τους, με τα μέλη της κοινότητάς τους, με την οικογένειά τους, να τραγουδούν ελληνικά τραγούδια, να επικοινωνούν με τους Ελλαδικούς στην Ελλάδα, να κατανοούν τον διάλογο σε μια ελληνική ταινία, πάνω από όλα όμως για να βιώνουν τη δεύτερη ταυτότητά τους…

»Ωστόσο, επιτρέψτε μου, ως γλωσσολόγος, να υποστηρίξω τέσσερα κύρια χαρακτηριστικά που κάνουν την ελληνική ιδιαίτερα εξαιρετική γλώσσα…

1. Η ελληνική γλώσσα έχει συνέχεια 40 αιώνων
2. Είναι η γλώσσα με το ελληνικό αλφάβητο, ενός οικονομικού συστήματος γραφής που σημάδευσε την εξέλιξη και τη γέννηση όλων των γλωσσών του λεγόμενου Δυτικού πολιτισμού.
3. Η τεράστια παρουσία της ελληνικής σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες με τη μορφή των Ελληνικών λεξικών μεταφορών
4. Είναι η περισσότερο σημαντική από την άποψη του πολιτιστικού γοήτρου γλώσσα, αφού ο ελληνικός πολιτισμός αποτέλεσε τη βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
»Αν και υπάρχουν και άλλες παλιές γλώσσες στον κόσμο (η αιγυπτιακή, η βαβυλωνιακή, η κινέζικη κ.λπ.) καμία άλλη γλώσσα στον κόσμο δεν έχει τη διαχρονική συνέχεια της Ελληνικής. Πρόκειται για μια ενιαία γλώσσα που ομιλούν στην Ελλάδα εδώ και 40 και γράφουν εδώ και 30 αιώνες. …Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν επήλθαν αλλαγές στη γλώσσα, στη φωνολογία της, στη γραμματική και στο συντακτικό της και, όπως λέει και ο ποιητής μας Ελύτης, «ας μην ξεχνάμε ότι για 25 αιώνες δεν πέρασε ούτε ένας αιώνας, επαναλαμβάνω, ούτε ένας αιώνας που δεν γράφτηκε ποίηση στην ελληνική γλώσσα, ούτε ένας αιώνας…»

»Σημαντικότατο γεγονός στην ιστορία της Ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού ήταν η δημιουργία του Ελληνικού Αλφαβήτου. Διαμέσου αυτού του αλφαβήτου προωθήθηκαν οι επιστήμες, η φιλοσοφία, οι θεσμοί, η ιστορία, οι ιδέες. Ας σκεφτούμε για μια μόνον στιγμή τι θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η Ελληνική γραφή, εάν τη γραφή δεν τη γνώριζαν οι Έλληνες, δεν θα γνωρίζαμε τίποτε για τον Όμηρο, τον Θουκιδίδη, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Ιπποκράτη, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Μέγα Αλέξανδρο,…ο ελληνικός πολιτισμός είναι γεγραμμένος πολιτισμός.

»Η εκτενής παρουσία των ελληνικών λέξεων σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες έδωσε στην Ελληνική παγκόσμιο χαρακτήρα. Μέσα από τους Ρωμαίους, την πολιτιστική κίνηση που ονομάστηκε Αναγέννηση, την Χριστιανική Θρησκεία η Ελληνική διαδόθηκε σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό κόσμο και πέρα από αυτόν».
Στη συνέχεια ο κ. Μπαμπινιώτης αναφέρθηκε στην εννοιολογική δύναμη της Ελληνικής, επεξήγησε ετυμολογικά τις λέξεις «ομογενείς, μετανάστες, απόδημοι, διασπορά» αναφέρθηκε στη δύναμη της ελληνικής Γραμματικής με τους 284 ρηματικούς τύπους έναντι τεσσάρων μόνων της Αγγλικής για να καταλήξει σε συμβουλές που οδηγούν στην κατάκτηση της Ελληνικής γλώσσας.

«Η Ελληνική γλώσσα δεν είναι εξαιρετικά δύσκολη γλώσσα για να κατακτηθεί. Χρειάζεται να υπάρξουν κίνητρα που θα ενθαρρύνουν την εκμάθηση της Ελληνικής και χρειάζεται οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί, οι φίλοι, τα μέλη της κοινότητας να εξάρουν τη σπουδαιότητα της κατάκτησης της Ελληνικής. Πρέπει να υπάρξει πρέπουσα μέθοδος διδασκαλίας που να κάνει το μάθημα ευχάριστο και απλό στους μαθητές, να ξεκινήσει η εκμάθηση της Ελληνικής από τη προσχολική ηλικία και να υπάρξουν πραγματικά δίγλωσσα σχολεία με επαρκές πρόγραμμα διδασκαλίας στην Ελληνική. Το πεντάωρο δεν επαρκεί. Θα ήταν θετικό, αν κάποια μαθήματα, όπως η Γεωγραφία διδασκόταν στα Ελληνικά… Θα ήταν επίσης απόλυτα σημαντικό, αν θα μπορούσαν οι εκπαιδευτικοί που θα διδάξουν την Ελληνική να κάνουν τουλάχιστον το τελευταίο έτος των πανεπιστημιακών τους σπουδών στην Ελλάδα…»