«Η μάνα μου μας έλεγε: Θέλετε αγαπήστε, θέλετε καθίστε. Εγώ μια φορά με προξενιό θα σας παντρέψω.»
«Δεν μετάνιωσα που ήρθα στην Αυστραλία, γιατί δεν πέρασα με τον άντρα μου άσχημη ζωή.»
«Στην αρχή, όταν μου το είπανε, το πήρα για αστείο. Άκουγα Αυστραλία και έλεγα, «Ποιος ξέρει τι να είναι;»
«Εγώ, μαζί με τη φωτογραφία του έστειλα και γράμμα και o Φίλιππας μου απάντησε, «Είσαι δεκτή. Βλέπω τη φωτογραφία σου και τα γραφόμενά σου. Είσαι η κοπέλα που θέλω».
«Ένας θείος, αδερφός της μάνας μου μου είπε, «Κοίταξε, εκεί που θα πας στην Αυστραλία, μην περιμένεις να βρεις πολλές ομορφιές. Το παιδί δεν είναι όμορφο, αλλά είναι τίμιο και καλό παιδί, για σπίτι».
«Ο πεθερός μου με ρώτησε: «Τι λες κορίτσι μου, πηγαίνεις στην Αυστραλία;» Του λέω κι εγώ: «Πηγαίνω, αλλα πρώτα να ιδώ το παιδί. Έχετε καμιά φωτογραφία;» Όταν μου την έδειξαν, έβαλα τα γέλια.» «Ύστερα ο Γιώργος επέμενε να του στείλω μία που να είμαι όρθια και όχι καθιστή….»
«Μόλις με είδε ο άντρας μου μου λέει «Εσύ είσαι;», «Εγώ είμαι» του λέω, «Δεν σου αρέσω;»
«Για να πάει καλά αυτός ο γάμος έπρεπε εγώ να είμαι κάτι σαν ζώο, χωρίς δική μου προσωπικότητα και να δέχομαι ό,τι μου έλεγε, άσπρο –άσπρο, μαύρο – μαύρο.»
«Να βούλιαζε το καράβι και να πνιγόμουν μόνο εγώ». «… από το πρώτο βράδυ η κουμπάρα μου με είχε στρώσει στο δικό της κρεβάτι για να κοιμηθώ με τον αρραβωνιαστικό μου. Μου έχει μείνει μια μαυρίλα, ένα βάρος, ήταν σα να με βίαζε.» «Έτσι τι να σας πω, μέχρι και τώρα που πέθανε, δεν τον αγάπησα ποτέ.»
«Οι περισσότερες κοπέλες μέσα στο καράβι ήταν νύφες… Μάλιστα μία ερχόταν εδώ αρραβωνιασμένη, όπως και εγώ, και τα έμπλεξε με κάποιον και τους πάντρεψε ο καπετάνιος μέσα στο καράβι.»
«Ο Θοδωρής ήταν εντάξει άνθρωπος, αλλά ήταν ότι βρέθηκα σε ξένο περιβάλλον, δεν είχα κανένα δικό μου άνθρωπο εδώ και αυτό με στοίχισε πολύ. Άλλαξε όλη η ζωή μου μετά.»
«Μόνη μου ντύθηκα νύφη μπροστά στον καθρέφτη και έκλαιγα με μαύρο δάκρυ»
«Ο άντρας μου με είχε ερωτευτεί και μ’ αγάπησε πολύ. Και εγώ τον αγάπησα, αλλά δεν τον ερωτεύτηκα. Τον αγάπησα από το Θεό.»
“Πονούσα για την Ελλάδα και έκλαιγα συνεχώς. Ο άντρας μου μου έλεγε, «Μην κλαις και με στεναχωράς. Θα μείνουμε πέντε χρόνια και θα φύγουμε». Αλλά τα πέντε έγιναν πενήντα ένα.’’
Και ένας γαμπρός «…εγώ έγραψα στους δικούς μου: «Μην μάθω και πάτε να ζητήσετε προίκα, θα τη στείλω πίσω και την προίκα και την κοπέλα».
«Δεν μετάνιωσα ποτέ που παντρεύτηκα έτσι, με προξενιό και φωτογραφία.»
«Ο γάμος με προξενιό είναι νομίζω πιο πετυχημένος.»
‘Για μένα, προξενιό σήμερα είναι «Έχω μια κόρη και εσύ έχεις ένα γιο, λέμε να γνωριστούνε και, αν τα βρούνε…» Δεν είναι με το ζόρι.’
‘Και της κόρης μου της είπα, βασισμένη στη δική μου εμπειρία, «Σε παρακαλώ πολύ, αν η καρδιά σου δε χτυπήσει, δεν θέλω να παντρευτείς. Δεν με νοιάζει ποιον θα πάρεις, αρκεί να τον αγαπήσεις’’.

Αυτά είναι μερικά από τα λόγια των νυφών, αλλά και γαμπρών που ήρθαν να παντρευτούν με προξενιό στην Αυστραλία όπως τα κατέγραψε η δρ. Παναγιώτα Νάζου στο βιβλίο της ‘νύφες με προξενιό’ ‘Βιώματα και μαρτυρίες Ελληνίδων στην Αυστραλία (1950 – 1975) με την οποία είχαμε την τύχη να μιλήσουμε για αυτή της την έρευνα.

Αν και έχουν γίνει πολλά δημοσιεύματα και έρευνες για τις νύφες με προξενιό στην Αυστραλία ομολογουμένως η δίκη σας είναι η πλέον συστηματική και μεθοδική έρευνα. Τι ήταν αυτό που σας ευαισθητοποίησε;

H αλήθεια είναι ότι έχουν δημοσιευτεί κάποια σύντομα ή και εκτενέστερα κείμενα, κυρίως σε εφημερίδες, για το θέμα των νυφών με προξενιό στην Αυστραλία. Το κοινωνικοπολιτισμικό όμως αυτό φαινόμενο δεν είχε μέχρι σήμερα διερευνηθεί μέσα από μια συστηματική, επιστημονική μελέτη. Αυτό ισχύει όχι μόνο για την ελληνική περίπτωση, αλλά και για όλες τις υπόλοιπες πολιτισμικές μειονότητες της Αυστραλίας.

Η ενασχόλησή μου με την έρευνα αυτού του θέματος ξεκίνησε σχεδόν συμπτωματικά, καθώς δηλαδή ετοίμαζα μία ομιλία για τη θέση της Ελληνίδας στην Αυστραλία, όταν το 2004 με κάλεσαν να συμετάσχω σε ένα συμπόσιο για τον Ελληνισμό της Αυστραλίας, στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών. Όπως εξηγώ και στον πρόλογο του βιβλίου, η ομολογία μιας ‘νύφης’ ότι δεν θα παντρευόταν τον άντρα που την περίμενε στην αποβάθρα του λιμανιού, όταν έφτασε στην Αυστραλία, αν δεν την είχε καλωσορίσει με ένα φιλί, αποτέλεσε το έναυσμα. Μετά το πρώτο ξάφνιασμα, γεννήθηκαν μέσα μου μια πληθώρα ερωτημάτων που ζητούσαν κάποια απάντηση.

Αυτά αφορούσαν στο συντηρητισμό της ελληνικής κουλτούρας στις δεκαετίες του ΄50 και του ’60 αλλά και αργότερα, και στο βαθμό που αυτός ο συντηρητισμός επηρέαζε τη ζωή της Ελληνίδας, ώστε να οδηγείται σε αποφάσεις ρηξικέλευθες στη ζωή της, όπως είναι ο γάμος με ένα άγνωστο άτομο, που μάλιστα ζούσε στο άλλο άκρο της γης. Στη μεταναστευτική πολιτική της Ελλάδας εκείνης της εποχής, που φρόντιζε να διώχνει τα παιδιά της παντοιοτρόπως, για να λύνει εσωτερικά της προβλήματα, αλλά και στη ρατσιστική μεταναστευτική πολιτική της Αυστραλίας εκείνης της εποχής, που απέβλεπε κυρίως σε οικονομικά οφέλη, και που όμως δημιουργούσε πλείστα άλλα κοινωνικά προβλήματα. Συνακόλουθα, εμφανίστηκαν και ερωτήματα θεωρητικής υφής που αφορούσαν στην αξία των αυτοαφηγήσεων γυναικών και στη συμβολή της προφορικής ιστορίας για την ‘καταγραφή’ και διάσωσή τους, κ.λπ.

 Ξέρουμε περίπου πόσες Ελληνίδες ήρθαν ως νύφες με προξενιό από το 1950 έως το 1975;

Είναι σχεδόν αδύνατο να μπορέσει κανείς να εξακριβώσει τον ακριβή αριθμό των Ελληνίδων που ήρθαν ως νύφες με προξενιό στην Αυστραλία, και τούτο διότι ο τρόπος άφιξής τους ποικίλει. Ενώ αρκετές ήρθαν με πρόσκληση των αρραβωνιαστικών τους, πολλές επέλεξαν να έρθουν με τη ΔΕΜΕ για να αποφύγουν το κόστος του εισιτηρίου τους. Επιπλέον, είναι αδύνατον να εξακριβώσει κανείς ποιες από τις κοπέλες που ήλθαν με πρόσκληση του αρραβωνιαστικού τους, ήταν ‘νύφες με προξενιό’ της κατηγορίας που μας ενδιαφέρει. Σίγουρα όμως ο αριθμός αυτός ανέρχεται σε κάποιες χιλιάδες, ποτέ όμως δεν θα προσδιοριστεί επακριβώς.

Εσείς πώς εντοπίσατε κάποιες από αυτές τις νύφες και πώς επελέξατε ποιες να παρουσιάσατε στο βιβλίο σας;

Στο βιβλίο μου χαρακτηρίζω τους γάμους με προξενιό ως θέμα ταμπού ακόμη και σήμερα, για να συζητείται χωρίς κάποιες επιφυλάξεις, στην ελληνική παροικία της Αυστραλίας. Δεν ήταν εύκολο να εντοπισθούν αυτές οι περιπτώσεις γυναικών και πολύ περισσότερο να δεχτούν να μιλήσουν για αυτή την προσωπική τους εμπειρία. Εξάλλου είναι γνωστό σε όλους μας πως η ελληνική κουλτούρα δεν ενθαρρύνει να δημοσιοποιούμε «τα του οίκου». Επιπλέον, υπήρξαν γυναίκες που θέλανε να μιλήσουν, έστω και ανώνυμα, για αυτή τους την προσωπική εμπειρία, αλλά δεν το έκαναν είτε από φόβο να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητά τους, είτε γιατί τους το απαγόρευσαν άτομα της οικογένειάς τους, π.χ. ο σύζυγος ή και τα παιδιά τους. Μετά τη δημοσίευση όμως του βιβλίου, υπήρξαν ‘νύφες’ που επικοινώνησαν μαζί μου για να συμπεριλάβω την ιστορία τους σε μια μελλοντική επανέκδοση.

Τις γυναίκες που τελικά πήραν μέρος στην έρευνα τις εντόπισα κυρίως με τη «μέθοδο της χιονοστιβάδας», δηλαδή η μία παρακινούσε την άλλη, και όχι από τις ανακοινώσεις μου για συμμετοχή, που δημοσιεύτηκαν στο ραδιόφωνο ή και στις παροικιακές εφημερίδες. Όπως και να έχει το θέμα, το ευχάριστο είναι ότι το δείγμα, αν και περιορισμένο, είναι ποικίλο. Η κάθε προσωπική ‘ιστορία’ είναι ξεχωριστή, προσθέτει στη διαφώτιση το θέματος από διαφορετική πλευρά, και είναι πολύ ενδιαφέρουσα.

Τα συμπεράσματα από την έρευνά σας;

Τα συμπεράσματα της έρευνας είναι πολλά και ποικίλα και ξεπερνούν κατά πολύ τις προθέσεις των ερωτήσεων που έθεσα αρχικά και που επιζητούσαν κάποια απάντηση. Για παράδειγμα, πέρα από τους παράγοντες ‘προίκα’, οικονομική ανέχεια, ανεργεία, έλλειψη πιθανότητας βελτίωσης της κοινωνικής τους ζωής, φαίνεται πως οι ψυχολογικοί παράγοντες που ωθούσαν αυτές τις γυναίκες σε τόσο δραστικές αποφάσεις ήταν πολύ μεγαλύτερης βαρύτητας και σημασίας. Αισθήματα κατωτερότητος, υποταγής, αγανάκτησης, ενοχής γιατί γεννήθηκαν θηλυκού γένους και κατέληγαν να αποτελούν ‘βάρος’ στην υπόλοιπη οικογένεια, αλλά και εσωτερίκευσης των συντηρητικών αξιών της ελληνικής κουλτούρας σε βαθμό που να καθιστούν κάποιες από αυτές εύκολα θύματα του πατριαρχικού συστήματος, εκφράστηκαν άμεσα ή και αναδύθηκαν υποσυνείδητα μέσα από τις αφηγήσεις τους.

Εξίσου σημαντικά ήταν τα συμπεράσματα που αφορούσαν στις ερωτήσεις τις σχετικές με τη λειτουργία του ενδιάμεσου ταξιδιού στον ψυχισμό της καθεμιάς από αυτές, στην πρώτη συνάντηση με τον ‘άντρα’ της ζωής τους, την ‘πραγματικότητα’ που αντιμετώπισαν πολλές από αυτές και που απείχε κατά πολύ από αυτή που είχαν ονειρευτεί ή που τους είχαν υποσχεθεί.

Ενδιαφέροντα τέλος ήταν τα συμπεράσματα στην ερώτηση για τη σημερινή τους άποψη για το θέμα του προξενιού τότε και σήμερα, και με ποιον τρόπο θα επιθυμούσαν να παντρευτούν ή έχουν παντρευτεί τα δικά τους παιδιά. Όσο και αν ηχεί παράξενο, οι περισσότερες από αυτές υποστήριξαν ότι ένας γάμος με προξενιό οδηγεί σε πιο «στέρεες» οικόγενειες, εφόσον όμως το προξενιό αυτό γίνεται μέσα σε κλειστές κοινωνίες, όπου ο ένας γνωρίζει τον άλλο. Όπως όμως πάλι διευκρίνισαν οι ίδιες, κοινωνίες αυτής της μορφής είναι δύσκολο να υπάρξουν σήμερα, και αυτό, κατά τη γνώμη τους, δικαιολογεί και τον μεγάλο αριθμό διαζυγίων σήμερα.
Τα συμπεράσματα βέβαια είναι πολύ περισσότερα, σημαντικά και διαφωτιστικά, αλλά είναι αδύνατο να τα εκθέσουμε όλα εδώ.

Μπορούμε να μιλήσουμε για ένα κεφάλαιο που στέφθηκε από επιτυχία; Για αξεπέραστα έως τώρα ψυχολογικά προβλήματα που προκάλεσαν οι εμπειρίες εκείνης της εποχής; Για λίγο από όλα. Εσάς τι ήταν αυτό που σας προκάλεσε την μεγαλύτερη εντύπωση;

Προσωπικά δεν θα αναφερόμουνα σε αυτή την ‘εμπειρία’ ως ένα κεφάλαιο επιτυχίας ή αποτυχίας ζωής. Είναι ένα κεφάλαιο της ιστορίας της ελληνικής μετανάστευσης πολύ σοβαρό, με τις κοινωικοπολιτικές και πολιτισμικές του παραμέτρους, που αξίζει να μελετηθεί και να γνωστοποιηθεί ευρύτερα. Σήμερα ακόμη, καθημερινά τελούνται ‘γάμοι με προξενιό’ ποικίλης μορφής, και αφορούν κυρίως σε μειονότητες της Αυστραλίας που προέρχονται από υποανάπτυκτες χώρες, της Ασίας, της Αφρικής, της Νότιας Αφρικής και χωρών του πρώην Ανατολικού Μπλοκ, με δραματικά αποτελέσματα. Σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις οι γυναίκες είναι κυρίως τα μεγάλα θύματα, και οι μεγάλοι υπεύθυνοι οι κυβερνήσεις των χωρών που το επιτρέπουν. Ας μην ξεχνούμε βέβαια και τη σημερινή ελληνική εκδοχή του φαινομένου, αποτέλεσμα της οικονομικής, πολιτικής και κοινωνικής κρίσης που περνάει η χώρα μας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι γάμοι με προξενιό αποτελούν καταναγκαστικές λύσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε οποιαδήποτε αποτέλεσμα, που με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ‘επιτυχία ή αποτυχία’ ζωής.

Και για να απαντήσω στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, εκείνο που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι η μεγάλη αξία της προφορικής ιστορίας, που οδηγεί στον ‘εκδημοκρατισμό’ και ‘εξανθρωπισμό’ της Ιστορίας, που μέχρι σήμερα είχαν το δικαίωμα να την καταγράφουν μόνο οι ‘ειδικοί’, εκ των άνω. Επίσης, μεγάλη εντύπωση μου έκανε και η σπουδαιότητα των αυτοαφηγήσεων αυτής της μορφής, που μπορούν να παίξουν ρόλο διαφωτιστικό για εμάς τους υπόλοιπους και τις μελλοντικές γενιές, αλλά πολλές φορές και ρόλο απελευθερωτικής διαδικασίας ή και ψυχοθεραπείας για τις ίδιες τις γυναίκες που βρίσκουν το θάρρος να μας τις αφηγηθούν.

Το βιβλίο σας έχει κυκλοφορήσει. Το διάβασαν κάποιες από τις πρωταγωνίστριες σας. Το διάβασαν και άλλοι. Ποιες είναι οι αντιδράσεις που εσείς εισπράτετε;

Μέχρι στιγμής έχουν παρατηρηθεί μόνο θετικές αντιδράσεις και έχουν δημοσιευτεί μόνο σοβαρές, θετικές κριτικές εδώ και στην Ελλάδα. Έχει χαρακτηριστεί ως μια σημαντική, σοβαρή και πρωτοπόρα μελέτη του φαινομένου των ‘γάμων με προξενιό’, όχι μόνο για την ελληνική εκδοχή αλλά γενικότερα.
Όσο για τις ίδιες τις ‘νύφες’ που πήραν μέρος στην έρευνα, χαίρομαι ιδιαίτερα που τη δημοσίευση της ιστορίας τους τη θεωρούν ως μια δικαίωση της δικής τους προσωπικής εμπειρίας και της δικής τους ζωής.

Θα κυκλοφορήσει και στην αγγλική γλώσσα;

Ναι, η έκδοση του βιβλίου και στην αγγλική γλώσσα είναι καθ’ οδόν. Αυτή τη στιγμή γίνεται η επεξεργασία των κειμένων στην αγγλική και οι διορθώσεις τους. Απ’ ό,τι φαίνεται, τουλάχιστον εδώ στην Αυστραλία υπάρχει πολύ μεγάλη ζήτηση της αγγλικής εκδοχής του βιβλίου, από τη δεύτερη και τρίτη γενιά Ελλήνων αλλά και από αναγνώστες του γενικότερου αγγλόφωνου κοινού. Για τώρα όμως, εκείνοι που επιθυμούν να αγοράσουν το βιβλίο στην ελληνική του εκδοχή, μπορούν να το προμηθευτούν από το Greek Bilingual Bookshop στο Σύδνεϋ, και σύντομα ελπίζω να διατίθεται και σε βιβλιοπωλεία της Μελβούρνης και των άλλων μεγαλουπόλεων της Αυστραλίας. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν επίσης να επικοινωνήσουν μαζί μου.

Θα συνεχίσετε την συγγραφή βιβλίων; Με το κεφάλαιο μετανάστευση στην Αυστραλία;

Μέρος των επαγγελματικών μου καθηκόντων ως πανεπιστημιακού δασκάλου είναι και η συνεχής έρευνα. Αυτή τη στιγμή ασχολούμαι με την προσωπικότητα και το έργο της Μελίνας Μερκούρη και ευελπιστώ σε έναν νέο τόμο που θα δημοσιευτεί κάποια στιγμή στο ‘εγγύς ή και μακρύτερο’ μέλλον. Το κεφάλαιο της μετανάστευσης πάντα απασχολεί και αφορά όλους εμάς που διακονούμε στο χώρο των Ελληνικών Σπουδών εκτός Ελλάδας.