Η ΔΕΥΤΕΡΑ ξημέρωσε εκλογική και οι εκλογές αυτές προέκυψαν από έναν λάθος υπολογισμό. Δύο λάθη, για την ακρίβεια.

Το κυβερνητικό δίδυμο υπολόγιζε ότι στο τέλος, ό,τι κι αν λένε, οι Ευρωπαίοι έντρομοι προ του κινδύνου μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ θα συμβιβάζονταν και θα διευκόλυναν. Ένας ανεκτός συμβιβασμός θα επέτρεπε στον Αντώνη Σαμαρά να φθάσει στην προεδρική εκλογή (και τις ενδεχόμενες εκλογές) ως ήρωας του αντιμνημονιακού αγώνα. Ως «ο Πρωθυπουργός που έσχισε σελίδα σελίδα το Μνημόνιο και έδιωξε την τρόικα».

Με βάση αυτόν τον υπολογισμό, η κυβέρνηση χάραξε μια άμυνα κατενάτσιο. Διέκοψε την εφαρμογή των μνημονιακών υποχρεώσεων, τρέναρε τις διαπραγματεύσεις, έκλεινε ραντεβού στα τυφλά στο Παρίσι και προανήγγειλε, μονομερώς, το τέλος του Μνημονίου και την έξωση του ΔΝΤ. Όταν βεβαιώθηκε ότι ο υπολογισμός ήταν λάθος και το σχέδιο αποτύγχανε, υποχρεώθηκε να αυτοσχεδιάσει ένα «σχέδιο β’»: έφερε το εκλογικό ραντεβού πριν από το τέλος των διαπραγματεύσεων με την τρόικα. Και, με μια κίνηση υψηλού ρίσκου, προσπαθεί να στρέψει εναντίον των ψηφοφόρων το εκφοβιστικό επιχείρημα με το οποίο απέτυχε να κάμψει την τρόικα. Ώστε οι εκλογές που έρχονται να μοιάζουν με ριμέικ του Ιουνίου 2012. Εκλογές, στη σκιά του μεγάλου φόβου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη πλευρά, υπολόγιζε ότι στο τέλος, ό,τι κι αν λένε, κυβέρνηση και τρόικα θα κατέληγαν σε έναν συμβιβασμό. Μια νέα συμφωνία, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ προκαταβολικά απέρριπτε ως «νέο μνημόνιο», θα ερχόταν στη Βουλή και θα προκαλούσε νέα τραύματα στο κυβερνητικό μπλοκ, το οποίο θα έφθανε στην προεδρική εκλογή καταρρακωμένο. Οι εκλογές θα ήταν αναπόφευκτες, σε ένα περιβάλλον σχετικής ασφάλειας, ευνοϊκό για την αντιπολίτευση.

Με βάση αυτόν τον υπολογισμό, ο ΣΥΡΙΖΑ χάραξε μια διπλή γραμμή προσγείωσης στον ρεαλισμό και ταυτόχρονα ακραίας πόλωσης και αφόρητης πίεσης επί των βουλευτών, με τους «κουμπαράδες», τα «εκατομμύρια» και τις «αποστασίες», ώστε να αποτραπεί κάθε ενδεχόμενο προεδρικής πλειοψηφίας. Και όταν ο υπολογισμός αποδείχθηκε λαθεμένος, όταν η κυβέρνηση έστριψε στο δικό της «σχέδιο β’», ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε υποχρεωμένος να την ακολουθήσει στο εκλογικό ραντεβού, σ’ ένα λιγότερο ευνοϊκό γι’ αυτόν περιβάλλον. Προεκλογικής ανασφάλειας και μετεκλογικής διαπραγματευτικής ασφυξίας.

Θα μπορούσε να έχει αποτραπεί αυτή η εξέλιξη; Θα μπορούσε να έχει καταστεί εφικτός ένας συμβιβασμός, στη γραμμή που μήνες πριν είχε προταθεί: εκλογή Προέδρου συναινετικά, κλείσιμο της διαπραγμάτευσης με την τρόικα και εκλογές πριν από το καλοκαίρι, ώστε μια νέα κυβέρνηση με ανανεωμένη εντολή να διαχειριστεί τη «μεταμνημονιακή» προοπτική και τη διαπραγμάτευση για το χρέος.

Θεωρητικά, ναι. Θα μπορούσε. Αλλά ο συμβιβασμός είχε στην πράξη αποκλειστεί από τη στιγμή που κυβέρνηση και αντιπολίτευση είχαν επιλέξει να συμπέσουν στην ίδια τακτική, στο ίδιο, αρχαϊκό πολιτικό στρατήγημα. Όπου ο αντίπαλος δαιμονοποιείται. Όπου όλες οι γέφυρες είναι κομμένες και κάθε επαφή, κάθε συζήτηση ή απόπειρα συνεννόησης ισοδυναμεί με προδοσία. Όπου ο ένας παρουσιάζει τον άλλον ως «κίνδυνο» προς αποτροπή του οποίου κάθε μέσο είναι θεμιτό. Ακόμη και η ασυγχώρητη χρήση, από την υπεύθυνη κυβέρνηση, της ανεύθυνης κινδυνολογίας του ΑΤΜ. Ακόμη και η σοκαριστική υιοθέτηση από ένα κόμμα της Αριστεράς των μεθόδων του ψεκασμένου κόσμου της συνωμοσιολογικής λαϊκής Δεξιάς.

Δύο λάθη υπολογισμού, λοιπόν, και μια σύμπτωση πολιτικής στρατηγικής έκαναν τις εκλογές αναπόφευκτες. Και τις αναγγέλλουν ως μια στιγμή ακραίου παροξυσμού της πόλωσης, ως μια τυφλή σύγκρουση, μια μάχη του φωτός με το σκότος, όπου ο καθένας από τους δύο θα διεκδικεί τον ρόλο του Φοίβου για τον εαυτό του. Το βλέπουμε ήδη: Οι εκλογές εμφανίζονται ως «εθνική περιπέτεια» από τον Σαμαρά. Η ματαίωσή τους, ως «κοινωνική καταστροφή» από τον Τσίπρα. Μπορούμε εύκολα να φανταστούμε τη μεταγραφή αυτών των θέσεων σε εκλογικά συνθήματα, από Δευτέρα.
Ας ελπίσουμε ότι το εκλογικό σώμα έχει επαρκή αντισώματα πια στον τέτανο αυτής της πόλωσης. Και ότι η περίφημη, αν και αμφισβητούμενη «σοφία του πλήθους», θα δώσει εν τέλει τη λύση. Ως εάν στο δράμα, οι θεατές οι ίδιοι γίνονταν ο από μηχανής θεός.