Την έκδοση του κλασικού έργου του Μάρκου Αυρηλίου «Εις Εαυτόν» (Marcus Aurelius Meditations, επιμ. Mark Forstater, εκδ. Hodder,) επιλέξαμε ως το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς -ανάμεσα σε πολλά άλλα- που διαβάσαμε φέτος. Πρόκειται για μια θαυμάσια έκδοση, προσεγμένη κι εύχρηστη, αφού το Α’ Μέρος (περίπου το μισό του βιβλίου) αποτελείται από μια άκρως κατατοπιστική αναλυτική εισαγωγή, ενώ το Β’ Μέρος από το πρωτότυπο κείμενο. Πρόκειται για ένα έργο αποκάλυψη, ένα βιβλίο θησαυρό, ένα βιβλίο που σε σημαδεύει βαθιά και ανεξίτηλα δια βίου. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Γιατί το εν λόγω έργο θεωρείται απ’ τα σπουδαιότερα της ύστατης αρχαιότητας, κι ένα απ’ τα κορυφαία των τελευταίων 2.000 ετών;

Το «Εις Εαυτόν» είναι το μοναδικό γραπτό κείμενο που άφησε πίσω του ο Ρωμαίος αυτοκράτορας και σπουδαίος στωικός φιλόσοφος Μάρκος Αυρήλιος (121-180 μ.Χ.). Αν και γράφτηκε στην Κοινή Ελληνική, το έργο, τα τελευταία 400 χρόνια, είναι γνωστότερο διεθνώς ως «Meditations» («Στοχασμοί» ή «Διαλογισμοί»). Πρόκειται για μια σειρά χαλαρώς οργανωμένων σκέψεων, παραινέσεων, αφορισμών, ή «πνευματικών ασκήσεων» που σχετίζονται άμεσα με τη στωική φιλοσοφία. Η τελευταία δεν ήταν μια ξερή θεωρητική υπόθεση για σκέψη, ανάλυση και συζήτηση, αλλά κυρίως πρακτική, που έπρεπε να την ενστερνισθείς κι εφαρμόσεις βιώνοντάς την με το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα. Ο στωικισμός πρέσβευε ότι η απλή ζωή και η ευχαρίστηση πάνε μαζί – έστω κι αν αυτό ενδέχεται να οδηγήσει στον ησυχασμό. Έτσι, το συμπέρασμα της στωικής φιλοσοφίας, για το τι συνιστά καλή και σωστή ζωή, δεν είναι η υγεία ή ο πλούτος – καθώς αμφότερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κακούς σκοπούς – αλλά οι γνωστές αρετές των Ελληνορωμαϊκών αξιών: σοφία, δικαιοσύνη, θάρρος και μετριοπάθεια. 

Το «Εις Εαυτόν» δεν γράφτηκε για να δημοσιευθεί ή για λόγους υστεροφημίας, αλλά για την καθοδήγηση και πνευματική ανάπτυξη του ίδιου του συγγραφέα. Ήταν δηλαδή ένας προσωπικός οδηγός πλοήγησης, διακυβέρνησης και αυτοβελτίωσης, το πρώτο βιβλίο αυτοβοήθειας (self-help book) που εμφανίσθηκε εδώ και 2.000 χρόνια περίπου. Το χειρόγραφο πιθανότατα διασώθηκε από κάποιον φίλο του συγγραφέα μετά το θάνατό του, οπότε και κυκλοφόρησε ευρύτερα ανάμεσα στους πολλούς θαυμαστές του. Από τον θάνατο του Μάρκου Αυρηλίου έως την ανακάλυψη της τυπογραφίας και την εκτύπωση τού «Εις Εαυτόν» (πρωτοτυπώθηκε το 1558 με τίτλο «Οι Στοχασμοί του Μάρκου Αυρηλίου»), τα κείμενα αυτά κρατήθηκαν ζωντανά και διαδόθηκαν από φιλοσόφους, χριστιανούς θεολόγους και λογίους του μεσαίωνα, κι έκτοτε παραμένουν ευρέως σε διαρκή χρήση. Το ότι το εν λόγω έργο βρήκε απήχηση αλλά και διαδόθηκε και από χριστιανούς θεολόγους, έχει την αυτονόητη σημασία του. Διότι, παρόλο που ο Μάρκος Αυρήλιος υπήρξε διώκτης του αυξανόμενου χριστιανικού πληθυσμού (επειδή τον θεωρούσε απειλή για τον πολυθεϊσμό και τον ρωμαϊκό τρόπο ζωής), τα ηθικά διδάγματα και μηνύματα των «Στοχασμών» του, αν και φιλοσοφικών καταβολών, είχαν ουσιαστικά θρησκευτικές διαστάσεις. Ένα παράδειγμα: «Εάν, λοιπόν, όλα τ’ άλλα είναι κοινά εις τα αναφερθέντα όντα, ιδιάζον εις τον καλό άνθρωπο είναι ν’ αγαπά και να δέχεται με ευχαρίστηση όσα συμβαίνουν και του λαχαίνουν και ν’ αφήνει άσπιλο τον δαίμονα (πνεύμα) τον εγκατεστημένο εις το στήθος του και να μην τον ενοχλεί με άτακτη σωρό παραστάσεων, αλλά να τον διατηρεί σε γαλήνη, εφόσον ακολουθεί τιμίως τα του Θεού και δεν λέγει τίποτα που ν’ αντιβαίνει στην αλήθεια και δεν πράττει τίποτα που ν’ αντιβαίνει στο δίκαιο».

Σύμφωνα με τους μελετητές, το «Εις Εαυτόν» γράφτηκε κατά την περίοδο των οκτώ χειμερινών εκστρατειών στη διάρκεια των Παρθικών Πολέμων, ενώ ο Μάρκος Αυρήλιος βρισκόταν στο πεδίο της μάχης, έχοντας στρατοπεδεύσει δίπλα στον ποταμό Δούναβη. Από εκεί, μέσα από ένα αντίσκηνο, κυρίως τις σκοτεινές νύχτες, έγραφε τους στοχασμούς του – και όχι από την άνεση κάποιου πολυτελούς γραφείου στο παλάτι – ενώ παράλληλα κυβερνούσε την αυτοκρατορία του, παρακολουθώντας τον θάνατο και τη φρίκη του πολέμου, τον οποίο θεωρούσε όνειδος και συμφορά της ανθρώπινης φύσης. Δεν είναι ακριβώς γνωστό πώς γράφτηκε το «Εις Εαυτόν». Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι ο αυτοκράτορας-φιλόσοφος δεν έγραφε τις σκέψεις του συστηματικά και προσχεδιασμένα αλλά ευκαιριακά, όταν ένιωθε την ανάγκη. 

Το «Εις Εαυτόν» γράφτηκε για να εξασκήσει το μυαλό και τις πνευματικές δυνάμεις του αυτοκράτορα-φιλοσόφου. (Διότι όπως οι Έλληνες εκτιμούσαν τη σωματική άσκηση σαν ένα τρόπο τελειοποίησης του σώματος διατηρώντας το υγιές, εξίσου θεωρούσαν και την πνευματική εξάσκηση ως έναν τρόπο εξαγνισμού της ψυχής και τελειοποίησης του χαρακτήρα). Μ’ αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να βάλει σε τάξη και να ξεκαθαρίσει στο μυαλό του όλα όσα του συνέβαιναν καθημερινά, θέτοντας τα γεγονότα και τις συγκινήσεις που απέρρεαν απ’ αυτά υπό έλεγχο. Δηλαδή εντός ενός πλαισίου που του επέτρεπε να βλέπει τον κόσμο από μια συγκεκριμένη προοπτική και να δρα καταλλήλως. Σύμφωνα πάντα με τη φιλοσοφία που είχε διδαχθεί κι ενστερνισθεί ως προσηλυτισμένος στωικός, και η οποία του πρόσφερε ικανοποίηση και χαρά. Εξού και χρησιμοποιούσε τον στωικισμό και βασιζόταν σ’ αυτόν προκειμένου να πειθαρχήσει τον εαυτό του (επειδή ήταν ευέξαπτος, αρκετοί αφορισμοί του σχετίζονται με ασκήσεις για το πώς να ελέγχει το θυμό, καθώς – ήταν βέβαιος – πως θα έβλαπτε περισσότερο τον ίδιο, παρά αυτόν στον οποίο θα ξεσπούσε. Το ξέσπασμα του θυμού, όσο και η κατάπνιξή του ήξερε ότι ήταν εξίσου καταστροφικά για την ψυχή). Με τις παραπάνω ασκήσεις ήθελε επίσης να αντλήσει δύναμη και κουράγιο για ν’ αντιμετωπίσει τις πολυάριθμες προκλήσεις της ζωής σωστά, χωρίς να λιγοψυχήσει και/ή καταρρεύσει από το βάρος, τον πόνο και την απόγνωση («τίποτε δεν μπορεί να σου συμβεί που δεν μπορείς να το αντέξεις»). Παράλληλα, συμβούλευε τον εαυτό του για το πώς να ζει, να ενεργεί και να προετοιμάζεται καταλλήλως για τον θάνατο («Πόσο φευγαλέοι και ασήμαντοι είναι οι άνθρωποι – χθες ένα μωρό, αύριο μια μούμια ή στάχτες. Γι’ αυτό, στον ελάχιστο χρόνο σου, ζήσε λογικά και αποχαιρέτησε τη ζωή σου χαμογελαστός, όπως η ώριμη ελιά πέφτει στο χώμα, εγκώμιο στην εποχή που έζησε και στο δέντρο που την ωρίμασε»). 

Αξιοσημείωτο είναι ότι το περιεχόμενο των στοχασμών του δεν σχετίζεται με τις καθημερινές έγνοιες του ως αυτοκράτορα. Αντιθέτως, οι στοχασμοί του εστιάζονται στο πώς να μετασχηματίσουν δραστικά τον τρόπο ζωής του (αυτό άλλωστε σήμαινε να είσαι φιλόσοφος) έτσι ώστε να οδηγηθεί τελικά σε μια απλούστερη, γνησιότερη, πιο ενάρετη, και ευτυχισμένη ύπαρξη («Να θυμάσαι πάντα τούτο: πως δεν χρειάζονται πολλά πράγματα για να κάνουν τη ζωή ευτυχισμένη» / «Μην φέρεσαι σαν να επρόκειτο να ζήσεις μύρια χρόνια. Όσο ζεις κι όσο μπορείς, να ‘σαι καλός και τίμιος»). Κι ακόμη, να επιφέρει μια αρμονική ισορροπία στην καθημερινή ζωή του, συμβουλεύοντας και καθοδηγώντας τον εαυτό του πάνω σε καίρια και σημαντικά ζητήματα όπως την ελπίδα, την αυτάρκεια, την αρμονία, την αλλαγή, την επιμονή, την πλεονεξία, την πειθαρχία, την εμπιστοσύνη, τη λογική, το θάρρος, τη φύση του καλού και του κακού, τη φιλοδοξία, την ευγένεια και τη θέση του ανθρώπου στο σύμπαν.

Ο λόγος που το «Εις Εαυτόν» παραμένει διαχρονικό και ασκεί επιρροή μετά από 2.000 χρόνια, οφείλεται στην απλότητα, τη σαφήνεια, το βάθος και την ποιότητα, μα προπάντων στην αμεσότητα, χρησιμότητα και χρηστικότητά του στη ζωή των ανθρώπων. Διότι το «Εις Εαυτόν» δεν είναι προϊόν εργαστηρίου ενός πανίσχυρου αυτοκράτορα ή ενός επαγγελματία και από καθέδρας στοχαστή/φιλοσόφου, αλλά το αποτέλεσμα ενός ατόμου που γράφει ως απλός άνθρωπος. Γράφει γιατί διακατέχεται από σκέψεις, προβληματισμούς, συγκινήσεις, συναισθήματα και παλεύει με διλήμματα και φόβους που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη γενικότερα, ασχέτως αξιώματος ή πνευματικού επιπέδου («Ένας βασιλιάς μπορεί να περιορίσει τη ζωή του στα όρια της ζωής κι ενός απλού πολίτη, χωρίς μ’ αυτό να έχει μικρότερο μεγαλείο και δύναμη, όταν πρόκειται να χειρίζεται τις κρατικές υποθέσεις»). Ενός ανθρώπου που δεν ενδιαφέρεται να διδάξει κανέναν πέραν του εαυτού του. Γι’ αυτό και γράφει μέσα από την καρδιά του για την απελπισία που νιώθει από τις πράξεις των συνανθρώπων του, και για το συναίσθημα του εφήμερου της ζωής («Όλα είναι εφήμερα, και η φήμη και ο φημισμένος» / «Σύντομα θα τα έχεις ξεχάσει όλα και σύντομα θα σε έχουν ξεχάσει όλοι»). Ουσιαστικά γράφει μήπως καθοδηγηθεί σωστά στα υπαρξιακά και πρακτικά του αδιέξοδα. Γράφει για να ηρεμήσει την καρδιά και να γαληνέψει την ψυχή του, προκειμένου να μπορέσει να δει καθαρά και να αντιμετωπίσει σοφά τα πράγματα. Όπως πραγματικά είναι και όχι επηρεασμένος από συναισθήματα, αντιδράσεις, προκαταλείψεις, ή υποκειμενικές κρίσεις που ενδέχεται να τον παραπλανήσουν («Πρόσεχε την ουσία του πράγματος παρά τις ενέργειες ή τις πεποιθήσεις ή τις ερμηνείες»).

Τα μηνύματα τού «Εις Εαυτόν» έφτασαν έως εμάς σήμερα, αναλλοίωτα από το χρόνο, λόγω της αυθεντικότητας, σαφήνειας και ειλικρίνειάς τους, και των ζωντανών αληθειών που κομίζουν κι ευαγγελίζονται. Το σημαντικότερο: Οι σοφές πρακτικές συμβουλές που δονούν το νου, την ψυχή και την καρδιά μας δεν είναι απλώς και μόνο θεωρητικής υφής. Απεναντίας, μας προσφέρουν τη δυνατότητα να τις εφαρμόσουμε κι εμείς έμπρακτα στον καθημερινό μας βίο: στο σπίτι, στην εργασία, στις προσωπικές, διαπροσωπικές και κοινωνικές μας σχέσεις (με φίλους, συγγενείς, ξένους). Διότι το «Εις εαυτόν» μπορεί να διαβάζεται διαφορετικά, από άτομα ανόμοιων καταβολών (ηλικίας, φύλου, εθνικότητας, θρησκεύματος, κοινωνικο-οικονομικού ή μορφωτικού επιπέδου, κτλ), χωρίς να χάνει τίποτα απ’ την ουσία και την αλήθεια του, οδηγώντας σε μια καλύτερη και πληρέστερη ζωή. 

Κατά τον Μάρκο Αυρήλιο η ευτυχία δεν είναι ανέφικτη, αφού εξαρτάται από το αν και πώς χρησιμοποιούμε το μυαλό και τη σκέψη μας, καθώς «η ζωή μας είναι ό,τι η σκέψη μας την κάνει να είναι […] το πνεύμα μας διαμορφώνεται με τις σκέψεις μας, γιατί η ψυχή χρωματίζεται απ’ αυτές». Εξού και το «ένδον σκάπτε» («σκάβε μέσα σου») αποτελεί τη μέγιστη διδαχή του («σκάβε μέσα σου, μέσα σου είναι η πηγή του καλού και θα αναβλύζει πάντα αν πάντα την αναζητείς»). Πράγμα που συμπυκνώνει και συνδυάζει ιδανικά βασικές αρχές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και των ανατολικών φιλοσοφιών (βουδισμού, ινδουισμού, ταοϊσμού κτλ), αφού η προοπτική, η προσοχή, η συνειδητότητα εστιάζονται στο παρόν, το αιώνιο τώρα, μακριά από την άσκοπη προσκόλληση στο παρελθόν και τα άγχη για το μέλλον («να πορεύεσαι σαν κάθε πράξη σου να είναι η τελευταία της ζωής σου»). Αυτή η κοσμική αντίληψη και συμπαντική συνείδηση τού να βλέπεις τον κόσμο σαν μια μεγάλη ενότητα, σαν όλον («εν το παν») αμβλύνει την αντίδρασή μας στα τετριμμένα ανθρώπινα ζητήματα. Θέση που εκφράζει την πρακτική του διαλογισμού – με τεράστια ωφέλη για την ψυχο-πνευματική και σωματική υγεία:

«Οι άνθρωποι ζητούν κάποιο μέρος για ν’ αποσυρθούν: εξοχές, παραλίες, όρη. Κι εσύ συνήθισες να λαχταράς τα παρόμοια. Εν τούτοις, όμως, όλα αυτά είναι ανόητα πράγματα, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα ν’ αποσυρθείς στον εαυτό σου όποια ώρα θελήσεις. Διότι πουθενά δεν μπορεί ο άνθρωπος, άμα αποσυρθεί, να βρει περισσότερη ηρεμία και αταραξία, παρά εις την ψυχή του, μάλιστα δε όταν έχει εντός αυτού τέτοια στοιχεία στα οποία άμα βυθιστεί θα βρει αμέσως γαλήνη. Και όταν λέω γαλήνη, εννοώ αρμονία. Συνεχώς, λοιπόν, να δίνεις στον εαυτό σου αυτό το καταφύγιο και ν’ ανανεώνεσαι. Αλλά σύντομα και βιαστικά πρέπει να είναι όσα θα σου έλθουν στο νου, αποκλείοντας και διώχνοντας όλα τα δυσάρεστα, ώστε να μην αγανακτείς για εκείνα στα οποία επανέρχεσαι».

Στη φιλοσοφία του Μάρκου Αυρηλίου αντανακλώνται και οι δικές μας αγωνίες και προσπάθειες να αντιμετωπίσουμε και υπερβούμε τα προβλήματα/αδιέξοδα της ανθρώπινης ύπαρξης (που είναι διαχρονικά) με πίστη, θάρρος και αγωνιστικότητα, χωρίς να λυγίσουμε και υποκύψουμε σ’ αυτά («Πρέπει να είσαι όρθιος, όχι να κρατιέσαι όρθιος [από άλλους]»). Ούτε και να αγανακτούμε ή να είμαστε εκδικητικοί («Αλλά γιατί ν’ αγανακτείς; Θα αντιμετωπίσεις την κακία των ανθρώπων με κακία; Όταν αναλογιστείς τη ρήση ότι τα λογικά όντα έγιναν το ένα για το άλλο, και ότι το ν’ ανεχθείς τις κακίες αποτελεί μέρος της δικαιοσύνης και ότι όλοι σφάλλουν ακουσίως και ότι αφού είχαν έχθρες μεταξύ τους, υποπτεύθηκαν, μίσησαν, χτυπήθηκαν με όπλα, στο τέλος ξαπλώθηκαν για τελευταία φορά και έγιναν στάχτη, πάψε επιτέλους να αγανακτείς!»). 

Υ.Γ.: Σ’ έναν κόσμο επιστημονικά και τεχνολογικά προηγμένο, αλλά πνευματικά ενδεή, αξιακά ξεπεσμένο, και ηθικά χρεοκοπημένο, το «Εις Εαυτόν» αποτελεί φάρο ζωντανό, φωτεινό, και αναντικατάστατο.

*Ο Γιάννης Βασιλακάκος είναι πανεπιστημιακός, βιβλιοκριτικός και συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο είναι η αγγλική έκδοση της συλλογής διηγημάτων In Chloe’s Secret Parts and Other Portents and Monsters (Papyrus Publishing 2015).Την έκδοση του κλασικού έργου του Μάρκου Αυρηλίου «Εις Εαυτόν» (Marcus Aurelius Meditations, επιμ. Mark Forstater, εκδ. Hodder,) επιλέξαμε ως το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς -ανάμεσα σε πολλά άλλα- που διαβάσαμε φέτος. Πρόκειται για μια θαυμάσια έκδοση, προσεγμένη κι εύχρηστη, αφού το Α’ Μέρος (περίπου το μισό του βιβλίου) αποτελείται από μια άκρως κατατοπιστική αναλυτική εισαγωγή, ενώ το Β’ Μέρος από το πρωτότυπο κείμενο. Πρόκειται για ένα έργο αποκάλυψη, ένα βιβλίο θησαυρό, ένα βιβλίο που σε σημαδεύει βαθιά και ανεξίτηλα δια βίου. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Γιατί το εν λόγω έργο θεωρείται απ’ τα σπουδαιότερα της ύστατης αρχαιότητας, κι ένα απ’ τα κορυφαία των τελευταίων 2.000 ετών;

Το «Εις Εαυτόν» είναι το μοναδικό γραπτό κείμενο που άφησε πίσω του ο Ρωμαίος αυτοκράτορας και σπουδαίος στωικός φιλόσοφος Μάρκος Αυρήλιος (121-180 μ.Χ.). Αν και γράφτηκε στην Κοινή Ελληνική, το έργο, τα τελευταία 400 χρόνια, είναι γνωστότερο διεθνώς ως «Meditations» («Στοχασμοί» ή «Διαλογισμοί»). Πρόκειται για μια σειρά χαλαρώς οργανωμένων σκέψεων, παραινέσεων, αφορισμών, ή «πνευματικών ασκήσεων» που σχετίζονται άμεσα με τη στωική φιλοσοφία. Η τελευταία δεν ήταν μια ξερή θεωρητική υπόθεση για σκέψη, ανάλυση και συζήτηση, αλλά κυρίως πρακτική, που έπρεπε να την ενστερνισθείς κι εφαρμόσεις βιώνοντάς την με το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα. Ο στωικισμός πρέσβευε ότι η απλή ζωή και η ευχαρίστηση πάνε μαζί – έστω κι αν αυτό ενδέχεται να οδηγήσει στον ησυχασμό. Έτσι, το συμπέρασμα της στωικής φιλοσοφίας, για το τι συνιστά καλή και σωστή ζωή, δεν είναι η υγεία ή ο πλούτος – καθώς αμφότερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κακούς σκοπούς – αλλά οι γνωστές αρετές των Ελληνορωμαϊκών αξιών: σοφία, δικαιοσύνη, θάρρος και μετριοπάθεια. 

Το «Εις Εαυτόν» δεν γράφτηκε για να δημοσιευθεί ή για λόγους υστεροφημίας, αλλά για την καθοδήγηση και πνευματική ανάπτυξη του ίδιου του συγγραφέα. Ήταν δηλαδή ένας προσωπικός οδηγός πλοήγησης, διακυβέρνησης και αυτοβελτίωσης, το πρώτο βιβλίο αυτοβοήθειας (self-help book) που εμφανίσθηκε εδώ και 2.000 χρόνια περίπου. Το χειρόγραφο πιθανότατα διασώθηκε από κάποιον φίλο του συγγραφέα μετά το θάνατό του, οπότε και κυκλοφόρησε ευρύτερα ανάμεσα στους πολλούς θαυμαστές του. Από τον θάνατο του Μάρκου Αυρηλίου έως την ανακάλυψη της τυπογραφίας και την εκτύπωση τού «Εις Εαυτόν» (πρωτοτυπώθηκε το 1558 με τίτλο «Οι Στοχασμοί του Μάρκου Αυρηλίου»), τα κείμενα αυτά κρατήθηκαν ζωντανά και διαδόθηκαν από φιλοσόφους, χριστιανούς θεολόγους και λογίους του μεσαίωνα, κι έκτοτε παραμένουν ευρέως σε διαρκή χρήση. Το ότι το εν λόγω έργο βρήκε απήχηση αλλά και διαδόθηκε και από χριστιανούς θεολόγους, έχει την αυτονόητη σημασία του. Διότι, παρόλο που ο Μάρκος Αυρήλιος υπήρξε διώκτης του αυξανόμενου χριστιανικού πληθυσμού (επειδή τον θεωρούσε απειλή για τον πολυθεϊσμό και τον ρωμαϊκό τρόπο ζωής), τα ηθικά διδάγματα και μηνύματα των «Στοχασμών» του, αν και φιλοσοφικών καταβολών, είχαν ουσιαστικά θρησκευτικές διαστάσεις. Ένα παράδειγμα: «Εάν, λοιπόν, όλα τ’ άλλα είναι κοινά εις τα αναφερθέντα όντα, ιδιάζον εις τον καλό άνθρωπο είναι ν’ αγαπά και να δέχεται με ευχαρίστηση όσα συμβαίνουν και του λαχαίνουν και ν’ αφήνει άσπιλο τον δαίμονα (πνεύμα) τον εγκατεστημένο εις το στήθος του και να μην τον ενοχλεί με άτακτη σωρό παραστάσεων, αλλά να τον διατηρεί σε γαλήνη, εφόσον ακολουθεί τιμίως τα του Θεού και δεν λέγει τίποτα που ν’ αντιβαίνει στην αλήθεια και δεν πράττει τίποτα που ν’ αντιβαίνει στο δίκαιο».

Σύμφωνα με τους μελετητές, το «Εις Εαυτόν» γράφτηκε κατά την περίοδο των οκτώ χειμερινών εκστρατειών στη διάρκεια των Παρθικών Πολέμων, ενώ ο Μάρκος Αυρήλιος βρισκόταν στο πεδίο της μάχης, έχοντας στρατοπεδεύσει δίπλα στον ποταμό Δούναβη. Από εκεί, μέσα από ένα αντίσκηνο, κυρίως τις σκοτεινές νύχτες, έγραφε τους στοχασμούς του – και όχι από την άνεση κάποιου πολυτελούς γραφείου στο παλάτι – ενώ παράλληλα κυβερνούσε την αυτοκρατορία του, παρακολουθώντας τον θάνατο και τη φρίκη του πολέμου, τον οποίο θεωρούσε όνειδος και συμφορά της ανθρώπινης φύσης. Δεν είναι ακριβώς γνωστό πώς γράφτηκε το «Εις Εαυτόν». Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι ο αυτοκράτορας-φιλόσοφος δεν έγραφε τις σκέψεις του συστηματικά και προσχεδιασμένα αλλά ευκαιριακά, όταν ένιωθε την ανάγκη. 

Το «Εις Εαυτόν» γράφτηκε για να εξασκήσει το μυαλό και τις πνευματικές δυνάμεις του αυτοκράτορα-φιλοσόφου. (Διότι όπως οι Έλληνες εκτιμούσαν τη σωματική άσκηση σαν ένα τρόπο τελειοποίησης του σώματος διατηρώντας το υγιές, εξίσου θεωρούσαν και την πνευματική εξάσκηση ως έναν τρόπο εξαγνισμού της ψυχής και τελειοποίησης του χαρακτήρα). Μ’ αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να βάλει σε τάξη και να ξεκαθαρίσει στο μυαλό του όλα όσα του συνέβαιναν καθημερινά, θέτοντας τα γεγονότα και τις συγκινήσεις που απέρρεαν απ’ αυτά υπό έλεγχο. Δηλαδή εντός ενός πλαισίου που του επέτρεπε να βλέπει τον κόσμο από μια συγκεκριμένη προοπτική και να δρα καταλλήλως. Σύμφωνα πάντα με τη φιλοσοφία που είχε διδαχθεί κι ενστερνισθεί ως προσηλυτισμένος στωικός, και η οποία του πρόσφερε ικανοποίηση και χαρά. Εξού και χρησιμοποιούσε τον στωικισμό και βασιζόταν σ’ αυτόν προκειμένου να πειθαρχήσει τον εαυτό του (επειδή ήταν ευέξαπτος, αρκετοί αφορισμοί του σχετίζονται με ασκήσεις για το πώς να ελέγχει το θυμό, καθώς – ήταν βέβαιος – πως θα έβλαπτε περισσότερο τον ίδιο, παρά αυτόν στον οποίο θα ξεσπούσε. Το ξέσπασμα του θυμού, όσο και η κατάπνιξή του ήξερε ότι ήταν εξίσου καταστροφικά για την ψυχή). Με τις παραπάνω ασκήσεις ήθελε επίσης να αντλήσει δύναμη και κουράγιο για ν’ αντιμετωπίσει τις πολυάριθμες προκλήσεις της ζωής σωστά, χωρίς να λιγοψυχήσει και/ή καταρρεύσει από το βάρος, τον πόνο και την απόγνωση («τίποτε δεν μπορεί να σου συμβεί που δεν μπορείς να το αντέξεις»). Παράλληλα, συμβούλευε τον εαυτό του για το πώς να ζει, να ενεργεί και να προετοιμάζεται καταλλήλως για τον θάνατο («Πόσο φευγαλέοι και ασήμαντοι είναι οι άνθρωποι – χθες ένα μωρό, αύριο μια μούμια ή στάχτες. Γι’ αυτό, στον ελάχιστο χρόνο σου, ζήσε λογικά και αποχαιρέτησε τη ζωή σου χαμογελαστός, όπως η ώριμη ελιά πέφτει στο χώμα, εγκώμιο στην εποχή που έζησε και στο δέντρο που την ωρίμασε»). 

Αξιοσημείωτο είναι ότι το περιεχόμενο των στοχασμών του δεν σχετίζεται με τις καθημερινές έγνοιες του ως αυτοκράτορα. Αντιθέτως, οι στοχασμοί του εστιάζονται στο πώς να μετασχηματίσουν δραστικά τον τρόπο ζωής του (αυτό άλλωστε σήμαινε να είσαι φιλόσοφος) έτσι ώστε να οδηγηθεί τελικά σε μια απλούστερη, γνησιότερη, πιο ενάρετη, και ευτυχισμένη ύπαρξη («Να θυμάσαι πάντα τούτο: πως δεν χρειάζονται πολλά πράγματα για να κάνουν τη ζωή ευτυχισμένη» / «Μην φέρεσαι σαν να επρόκειτο να ζήσεις μύρια χρόνια. Όσο ζεις κι όσο μπορείς, να ‘σαι καλός και τίμιος»). Κι ακόμη, να επιφέρει μια αρμονική ισορροπία στην καθημερινή ζωή του, συμβουλεύοντας και καθοδηγώντας τον εαυτό του πάνω σε καίρια και σημαντικά ζητήματα όπως την ελπίδα, την αυτάρκεια, την αρμονία, την αλλαγή, την επιμονή, την πλεονεξία, την πειθαρχία, την εμπιστοσύνη, τη λογική, το θάρρος, τη φύση του καλού και του κακού, τη φιλοδοξία, την ευγένεια και τη θέση του ανθρώπου στο σύμπαν.

Ο λόγος που το «Εις Εαυτόν» παραμένει διαχρονικό και ασκεί επιρροή μετά από 2.000 χρόνια, οφείλεται στην απλότητα, τη σαφήνεια, το βάθος και την ποιότητα, μα προπάντων στην αμεσότητα, χρησιμότητα και χρηστικότητά του στη ζωή των ανθρώπων. Διότι το «Εις Εαυτόν» δεν είναι προϊόν εργαστηρίου ενός πανίσχυρου αυτοκράτορα ή ενός επαγγελματία και από καθέδρας στοχαστή/φιλοσόφου, αλλά το αποτέλεσμα ενός ατόμου που γράφει ως απλός άνθρωπος. Γράφει γιατί διακατέχεται από σκέψεις, προβληματισμούς, συγκινήσεις, συναισθήματα και παλεύει με διλήμματα και φόβους που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη γενικότερα, ασχέτως αξιώματος ή πνευματικού επιπέδου («Ένας βασιλιάς μπορεί να περιορίσει τη ζωή του στα όρια της ζωής κι ενός απλού πολίτη, χωρίς μ’ αυτό να έχει μικρότερο μεγαλείο και δύναμη, όταν πρόκειται να χειρίζεται τις κρατικές υποθέσεις»). Ενός ανθρώπου που δεν ενδιαφέρεται να διδάξει κανέναν πέραν του εαυτού του. Γι’ αυτό και γράφει μέσα από την καρδιά του για την απελπισία που νιώθει από τις πράξεις των συνανθρώπων του, και για το συναίσθημα του εφήμερου της ζωής («Όλα είναι εφήμερα, και η φήμη και ο φημισμένος» / «Σύντομα θα τα έχεις ξεχάσει όλα και σύντομα θα σε έχουν ξεχάσει όλοι»). Ουσιαστικά γράφει μήπως καθοδηγηθεί σωστά στα υπαρξιακά και πρακτικά του αδιέξοδα. Γράφει για να ηρεμήσει την καρδιά και να γαληνέψει την ψυχή του, προκειμένου να μπορέσει να δει καθαρά και να αντιμετωπίσει σοφά τα πράγματα. Όπως πραγματικά είναι και όχι επηρεασμένος από συναισθήματα, αντιδράσεις, προκαταλείψεις, ή υποκειμενικές κρίσεις που ενδέχεται να τον παραπλανήσουν («Πρόσεχε την ουσία του πράγματος παρά τις ενέργειες ή τις πεποιθήσεις ή τις ερμηνείες»).

Τα μηνύματα τού «Εις Εαυτόν» έφτασαν έως εμάς σήμερα, αναλλοίωτα από το χρόνο, λόγω της αυθεντικότητας, σαφήνειας και ειλικρίνειάς τους, και των ζωντανών αληθειών που κομίζουν κι ευαγγελίζονται. Το σημαντικότερο: Οι σοφές πρακτικές συμβουλές που δονούν το νου, την ψυχή και την καρδιά μας δεν είναι απλώς και μόνο θεωρητικής υφής. Απεναντίας, μας προσφέρουν τη δυνατότητα να τις εφαρμόσουμε κι εμείς έμπρακτα στον καθημερινό μας βίο: στο σπίτι, στην εργασία, στις προσωπικές, διαπροσωπικές και κοινωνικές μας σχέσεις (με φίλους, συγγενείς, ξένους). Διότι το «Εις εαυτόν» μπορεί να διαβάζεται διαφορετικά, από άτομα ανόμοιων καταβολών (ηλικίας, φύλου, εθνικότητας, θρησκεύματος, κοινωνικο-οικονομικού ή μορφωτικού επιπέδου, κτλ), χωρίς να χάνει τίποτα απ’ την ουσία και την αλήθεια του, οδηγώντας σε μια καλύτερη και πληρέστερη ζωή. 

Κατά τον Μάρκο Αυρήλιο η ευτυχία δεν είναι ανέφικτη, αφού εξαρτάται από το αν και πώς χρησιμοποιούμε το μυαλό και τη σκέψη μας, καθώς «η ζωή μας είναι ό,τι η σκέψη μας την κάνει να είναι […] το πνεύμα μας διαμορφώνεται με τις σκέψεις μας, γιατί η ψυχή χρωματίζεται απ’ αυτές». Εξού και το «ένδον σκάπτε» («σκάβε μέσα σου») αποτελεί τη μέγιστη διδαχή του («σκάβε μέσα σου, μέσα σου είναι η πηγή του καλού και θα αναβλύζει πάντα αν πάντα την αναζητείς»). Πράγμα που συμπυκνώνει και συνδυάζει ιδανικά βασικές αρχές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας αλλά και των ανατολικών φιλοσοφιών (βουδισμού, ινδουισμού, ταοϊσμού κτλ), αφού η προοπτική, η προσοχή, η συνειδητότητα εστιάζονται στο παρόν, το αιώνιο τώρα, μακριά από την άσκοπη προσκόλληση στο παρελθόν και τα άγχη για το μέλλον («να πορεύεσαι σαν κάθε πράξη σου να είναι η τελευταία της ζωής σου»). Αυτή η κοσμική αντίληψη και συμπαντική συνείδηση τού να βλέπεις τον κόσμο σαν μια μεγάλη ενότητα, σαν όλον («εν το παν») αμβλύνει την αντίδρασή μας στα τετριμμένα ανθρώπινα ζητήματα. Θέση που εκφράζει την πρακτική του διαλογισμού – με τεράστια ωφέλη για την ψυχο-πνευματική και σωματική υγεία:

«Οι άνθρωποι ζητούν κάποιο μέρος για ν’ αποσυρθούν: εξοχές, παραλίες, όρη. Κι εσύ συνήθισες να λαχταράς τα παρόμοια. Εν τούτοις, όμως, όλα αυτά είναι ανόητα πράγματα, εφόσον υπάρχει η δυνατότητα ν’ αποσυρθείς στον εαυτό σου όποια ώρα θελήσεις. Διότι πουθενά δεν μπορεί ο άνθρωπος, άμα αποσυρθεί, να βρει περισσότερη ηρεμία και αταραξία, παρά εις την ψυχή του, μάλιστα δε όταν έχει εντός αυτού τέτοια στοιχεία στα οποία άμα βυθιστεί θα βρει αμέσως γαλήνη. Και όταν λέω γαλήνη, εννοώ αρμονία. Συνεχώς, λοιπόν, να δίνεις στον εαυτό σου αυτό το καταφύγιο και ν’ ανανεώνεσαι. Αλλά σύντομα και βιαστικά πρέπει να είναι όσα θα σου έλθουν στο νου, αποκλείοντας και διώχνοντας όλα τα δυσάρεστα, ώστε να μην αγανακτείς για εκείνα στα οποία επανέρχεσαι».

Στη φιλοσοφία του Μάρκου Αυρηλίου αντανακλώνται και οι δικές μας αγωνίες και προσπάθειες να αντιμετωπίσουμε και υπερβούμε τα προβλήματα/αδιέξοδα της ανθρώπινης ύπαρξης (που είναι διαχρονικά) με πίστη, θάρρος και αγωνιστικότητα, χωρίς να λυγίσουμε και υποκύψουμε σ’ αυτά («Πρέπει να είσαι όρθιος, όχι να κρατιέσαι όρθιος [από άλλους]»). Ούτε και να αγανακτούμε ή να είμαστε εκδικητικοί («Αλλά γιατί ν’ αγανακτείς; Θα αντιμετωπίσεις την κακία των ανθρώπων με κακία; Όταν αναλογιστείς τη ρήση ότι τα λογικά όντα έγιναν το ένα για το άλλο, και ότι το ν’ ανεχθείς τις κακίες αποτελεί μέρος της δικαιοσύνης και ότι όλοι σφάλλουν ακουσίως και ότι αφού είχαν έχθρες μεταξύ τους, υποπτεύθηκαν, μίσησαν, χτυπήθηκαν με όπλα, στο τέλος ξαπλώθηκαν για τελευταία φορά και έγιναν στάχτη, πάψε επιτέλους να αγανακτείς!»). 

Υ.Γ.: Σ’ έναν κόσμο επιστημονικά και τεχνολογικά προηγμένο, αλλά πνευματικά ενδεή, αξιακά ξεπεσμένο, και ηθικά χρεοκοπημένο, το «Εις Εαυτόν» αποτελεί φάρο ζωντανό, φωτεινό, και αναντικατάστατο.

*Ο Γιάννης Βασιλακάκος είναι πανεπιστημιακός, βιβλιοκριτικός και συγγραφέας. Το τελευταίο του βιβλίο είναι η αγγλική έκδοση της συλλογής διηγημάτων In Chloe’s Secret Parts and Other Portents and Monsters (Papyrus Publishing 2015).