Η αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα, σε άρθρο του με τίτλο «Τομά Πικετί – Έχει ανάγκη από κανόνες ο καπιταλισμός», έφερε στην επικαιρότητα τον επιφανή Γάλλο οικονομολόγο Τομά Πικετί (Thomas Piketty), ο οποίος θεωρείται ένας από τους κορυφαίους οικονομολόγους σε παγκόσμια κλίμακα.

Ο Τομά Πικετί είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Το Κεφάλαιο στον Εικοστό Πρώτο Αιώνα», το οποίο κυκλοφόρησε στην γαλλική έκδοση το 2013 και σε αγγλική μετάφραση το 2014. Το βιβλίο αυτό είχε χαρακτηρισθεί ως το πιο σημαντικό της τελευταίας δεκαετίας στον τομέα της Οικονομολογίας. Στο βιβλίο του ο Τ. Πικετί υποστηρίζει πως αν ο καπιταλισμός αφεθεί να λειτουργήσει ελεύθερος, τείνει να παράγει αυξανόμενα επίπεδα ανισότητας πλούτου και εισοδήματος.

Για το βιβλίο αυτό είχα γράψει στις 24 Ιουλίου 2014, ως συνέχεια ενός προηγούμενου άρθρου μου με τίτλο «Η ανισότητα σύμφωνα με τρεις πανεπιστημιακούς οικονομολόγους (Joseph Stiglitz, James K. Galbraith και Andrew Leigh), 17-7-2014.

Επανέρχομαι στο θέμα αυτό γιατί ο Τ. Πικετί επανέφερε στην επικαιρότητα το μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα της συνεχώς διευρυνόμενης οικονομικής ανισότητας, σε παγκόσμια κλίμακα.

Εισαγωγικά νομίζω πως χρειάζονται κάποια βιογραφικά στοιχεία για τον Τομά Πικετί, για να εκτιμήσουμε τη βαρύτητα των παρατηρήσεών του.

Γεννήθηκε το 1971και είναι απόφοιτος πανεπιστημίου της Γαλλίας, με ειδίκευση στα ανώτερα μαθηματικά. Συνέχισε τις σπουδές του στην οικονομική επιστήμη, και σε ηλικία 23 ετών διορίσθηκε επίκουρος καθηγητής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασσαχουσέτης των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Μετά από δύο χρόνια επέστρεψε στη Γαλλία, και ανέλαβε υπεύθυνη θέση στη σχολή École d’économie de Paris, στην οποία διδάσκουν οι μεγάλοι Γάλλοι οικονομολόγοι παγκοσμίου φήμης.

Βλέπουμε, λοιπόν, πως ο Τομά Πικετί άρχισε την πανεπιστημιακή του καριέρα από πολύ νεαρή ηλικία, και θεωρείται ένας από τους κορυφαίους οικονομολόγους της εποχής μας.

Στο εν λόγω άρθρο της εφημερίδας Το Βήμα ο Τ. Πικετί κάνει την ακόλουθη βαρυσήμαντη επισήμανση:

«Γίνεται ολοένα και περισσότερο αντιληπτό ότι ο καπιταλισμός πρέπει να ρυθμιστεί. Χρειαζόμαστε ισχυρούς δημοκρατικούς θεσμούς που θα μπορέσουν να περιορίσουν την αύξηση των ανισοτήτων και να ανατρέψουν τις ισορροπίες δυνάμεων. Η ισχύς της αγοράς και της οικονομικής καινοτομίας πρέπει να τεθεί στην υπηρεσία του γενικού συμφέροντος. Είναι λάθος να σκεφτόμαστε πως τα πάντα επιλύονται με φυσικό τρόπο».

Εδώ ο Τ. Πικετί εκφράζει την άποψή του πως πρέπει να τεθούν περιορισμοί στην οικονομική και πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος αποτελεί τα θεμέλια της παγκοσμιοποίησης, διά μέσου της οποίας διασπάται σταδιακά το κράτος πρόνοιας.

Με άλλα λόγια, ιδιωτικοποιούνται στρατηγικοί τομείς της οικονομίας μιας χώρας, όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, η παιδεία, η νοσοκομειακή περίθαλψη, κλπ, καθιστώντας αυτούς τους τομείς πεδίο δράσης του μεγάλου, και κυρίως πολυεθνικού, κεφαλαίου.

Με αυτόν τον τρόπο αίρονται οι παραδοσιακές νομικές ρυθμίσεις που στόχο είχαν την προστασία των εργαζομένων, την κάλυψη των αναγκών υγείας ευρέων στρωμάτων του πληθυσμού, καθώς και την αποτελεσματική λειτουργία του εθνικού συστήματος παιδείας σε όλες της βαθμίδες του, πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια. Ας μην ξεχνάμε τις αλλαγές που είχε αρχίσει να κάνει προς αυτήν την κατεύθυνση στην Αυστραλία η Κυβέρνηση του Tony Abbott στους παραπάνω τομείς.

Ο νεοφιλελευθερισμός τονίζει την αναγκαιότητα της ελευθερίας στη λειτουργία της αγοράς, αλλά παραβλέπει τη σημασία ύπαρξης κρατικών ρυθμιστικών κανόνων για την δίκαιη και αποτελεσματική λειτουργία του κοινωνικού και οικονομικού συστήματος.

Με άλλα λόγια, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, είναι επιτακτική η ανάγκη το κράτος να ενισχύει και να ενδυναμώνει τον ρυθμιστικό και θεσμικό του ρόλο, για την προστασία των πολιτών του, ενόψει της αυξανόμενης οικονομικής ανισότητας που αποτελεί ένα ανησυχητικό φαινόμενο κατά τα τελευταία χρόνια, όπως θα δούμε στη συνέχεια.

ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΔΟ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΑΥΞΑΝΕΤΑΙ Η ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του διεθνούς οργανισμού Oxfam για την καταπολέμηση της φτώχειας και της ανισότητας, οι 62 πλουσιότεροι άνθρωποι του Πλανήτη σήμερα έχουν τόσο πλούτο όσο ο μισός πληθυσμός της Γης, δηλαδή περίπου 3,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι. 

Από το 2010 μέχρι τώρα ο πλούτος των 62 αυτών ανθρώπων έχει αυξηθεί κατά 44%, ενώ η οικονομική κατάσταση των 3,5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων μειώθηκε κατά 41%. Σχεδόν οι μισοί από τους σημερινούς κροίσους προέρχονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, 17 από την Ευρώπη, και οι υπόλοιποι από άλλες χώρες.

Σημειωτέον ότι την τελευταία δεκαετία, η εισοδηματική ανισότητα αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, μεταξύ των οποίων είναι η τρομοκρατία, η κλιματική αλλαγή και οι πρόσφυγες.

Πάλι η αθηναϊκή εφημερίδα Το Βήμα σε δημοσίευμά του με τίτλο «Το 1% του πληθυσμού κατέχει τον μισό πλούτο του κόσμου», (7/6/16), μεταξύ άλλων δίνει τα ακόλουθα στοιχεία:

«Οι εκατομμυριούχοι δεν αποτελούν παρά μόνο το 1% του πληθυσμού παγκοσμίως, όμως έχουν στην κατοχή τους σχεδόν τον μισό ιδιωτικό πλούτο του κόσμου, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της εταιρείας χρηματοοικονομικών συμβούλων Boston Consulting Group.

Συνολικά, 18,5 εκατομμύρια πλούσια νοικοκυριά μοιράζονται το 47% όλου του παγκόσμιου πλούτου σε εισοδήματα, τραπεζικές καταθέσεις ή μετοχές. Το ύψος της περιουσίας όλων μαζί ανέρχεται στα 78,8 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που ξεπερνά το παγκόσμιο ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν). Οι ΗΠΑ φιλοξενούν τους περισσότερους εκατομμυριούχους, 8 εκατομμύρια, και ακολουθεί η Κίνα, με 2 εκατομμύρια». 

Μάλιστα, η κομουνιστική Κίνα έχει 2 εκατομμύρια εκατομμυριούχους…

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρόσφατα υιοθέτησε τον όρο «Κοινωνικός Αποκλεισμός» στις αναφορές της στην οικονομική ανισότητα και φτώχεια. Προφανώς ο όρος αυτός θεωρείται πιο ‘ουδέτερος’ από την ανισότητα και τη φτώχεια, που ακούγονται άσχημα για τα οικονομικά ανεπτυγμένα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο όρος «κοινωνικός αποκλεισμός» είναι αμφίσημος, με την έννοια ότι επιδέχεται δύο διαφορετικές ερμηνείες. Η μια ερμηνεία είναι ότι τα άτομα που εντάσσονται στον «κοινωνικό αποκλεισμό», μπορεί να θεωρηθούν ότι αυτόβουλα τον επέλεξαν, για λόγους όπως η πολιτική ιδεολογία, η θρησκεία, ακόμη και η αδιαφορία. Η άλλη ερμηνεία είναι ότι ο αποκλεισμός τους από το κοινωνικό σύνολο οφείλεται στην πενιχρή οικονομική τους κατάσταση, και ως εκ τούτου δεν αποτελεί προσωπική επιλογή.

Ένα τέχνασμα των κατόχων του κεφαλαίου αναφορικά με την οικονομική ανισότητα είναι η χρήση του αγγλικού όρου «Trickle down effect», ο οποίος στα ελληνικά θα αποδιδόταν ως «Διάχυση του πλούτου προς τα κάτω».

Με αυτό οι πλουτοκράτες ισχυρίζονται πως από τις οικονομικές τους δραστηριότητες, και ιδιαίτερα με τη μείωση στους φόρους που πληρώνουν, δημιουργούνται προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας, η οποία με την πάροδο του χρόνου συμβάλλει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, και ως εκ τούτου μείωση της ανεργίας που θα ωφελούσε τα αδύνατα οικονομικά στρώματα της κοινωνίας.

Με αυτόν τον τρόπο οι κάτοχοι του κεφαλαίου ισχυρίζονται πως η μειωμένη φορολογία για το κεφάλαιο είναι πιο αποτελεσματική για την οικονομική ανάπτυξη, καθώς απαλλάσσει το κράτος από ένα μέρος των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα.

Η θεωρία του «Trickle down effect» αγνοεί έναν βασικό κανόνα των δημοκρατικών καθεστώτων: ότι κάθε πολίτης συμβάλλει στα δημόσια έσοδα ανάλογα με τις οικονομικές του δυνατότητες.

Σε γενικές γραμμές, η νεοφιλελεύθερη θεωρία πως η μείωση της φορολογίας των κεφαλαιούχων συμβάλλει στην αύξηση του παραγόμενου εθνικού πλούτου, και με τη διάχυσή του προς τα κάτω μέσω των μηχανισμών της αγοράς μειώνει την κοινωνική ανισότητα, δεν έχει αποδειχθεί στην πράξη σε κανένα από τα καπιταλιστικά κράτη. 

Είναι και αυτή μια από τις παραπλανητικές θεωρίες του «νεοφιλελευθερισμού», που χρησιμοποιείται ως πολιτικό και οικονομικό τέχνασμα για την αποφυγή κοινωνικών προγραμμάτων για την αντιμετώπιση της κοινωνικής ανισότητας που φαίνεται να παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις με την πάροδο του χρόνου.

Στην πράξη ο νεοφιλελευθερισμός κάνει ακριβώς το αντίθετο, αφού από τη μια στοχεύει στη μείωση των μισθών με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, καθώς και στην περαιτέρω περιθωριοποίηση των οικονομικά αδύνατων τάξεων, ενώ από την άλλη επιδιώκει την απρόσκοπτη λειτουργία του κεφαλαίου, καθώς και τη μετακίνησή του από κράτος σε κράτος για τη μεγιστοποίησή του. 

Στην περίπτωση της Ελλάδας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιδιώκει την επιβολή προγραμμάτων που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των χωρών που ασπάζονται τις αρχές του νεοφιλελευθερισμού

Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν υπάρχει προοπτική μείωσης της οικονομικής, και ως εκ τούτου και της κοινωνικής, ανισότητας σε παγκόσμια κλίμακα.