Στο άρθρο αυτής της στήλης με τίτλο «Οικονομική ανισότητα στον 21ο αιώνα», 14/7/16, έκανα κάποιες αναφορές στον νεοφιλελευθερισμό ως μια μορφή της παγκοσμιοποίησης, στόχος του οποίου είναι η άνευ κρατικού ελέγχου λειτουργία και διακίνηση του διεθνούς κεφαλαίου.

Επειδή είμαι της γνώμης πως ο όρος «νεοφιλελευθερισμός» ίσως να εκλαμβάνεται ως μια νέα, πιο προοδευτική μορφή του «φιλελευθερισμού», με άλλα λόγια ότι είναι υπέρ του πιο αποτελεσματικού ελέγχου του διεθνούς κεφαλαίου από τις κυβερνήσεις των μεγάλων κρατών, σκέφτηκα να κάνω μια σύντομη διάκριση μεταξύ των δύο όρων «φιλελευθερισμός» και «νεοφιλελευθερισμός». Στη συνέχεια θα επεκταθώ στις αντικοινωνικές επιπτώσεις του νεοφιλελευθερισμού. 

Ο φιλελευθερισμός επικράτησε στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι τα μέσα του 1970. Βασική θέση του φιλελευθερισμού ήταν η οργάνωση των διαφόρων κρατών με τρόπο που να καθιστά δυνατή την ελευθερία και τα δικαιώματα των πολιτών ενώπιον του νόμου, καθώς και την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνικής πρόνοιας για την προστασία των αναξιοπαθούντων πολιτών της κοινωνίας.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων τα φιλελεύθερα καθεστώτα ασκούσαν έλεγχο στον τρόπο λειτουργίας του κεφαλαίου, ούτως ώστε να προστατεύονται τα δικαιώματα των εργαζομένων αναφορικά με τις συνθήκες εργασίας και τα επίπεδα των ημερομισθίων και μισθών.

Σε αντίθεση, ο νεοφιλελευθερισμός κηρύσσει τη μεγιστοποίηση της αγοράς, με άλλα λόγια του τρόπου λειτουργίας του κεφαλαίου, και την ελαχιστοποίηση του ρόλου του κράτους στους προαναφερθέντες τομείς. Ενδιαφέρουσα, σε αυτό το πλαίσιο, είναι η ακόλουθη ρήση του φιλόσοφου Isaiah Berlin (1909 – 1997): «Liberty for wolves is death to the lambs», με άλλα λόγια: «Η ελευθερία για τους λύκους θα σήμαινε το θάνατο για τα πρόβατα».

Ο νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος άρχισε να επικρατεί από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ισχυροποιήθηκε μετά την κατάρρευση της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη στις αρχές του 1990, και σταδιακά επικράτησε σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία. Πρόσφατα βλέπουμε ενδείξεις νεοφιλελευθερισμού και στην «κομουνιστική» Κίνα, με τον συνεχώς αυξανόμενο αριθμό των πολυεκατομμυριούχων της.

Στις ΗΠΑ και στο Ηνωμένο Βασίλειο ο νεοφιλελευθερισμός βρήκε μεγάλη απήχηση κατά τη διάρκεια των κυβερνήσεων του Donald Regan και της Margaret Thatcher αντίστοιχα.

Ενδεικτική των νεοφιλελεύθερων απόψεων του D. Regan είναι η ακόλουθη ρήση του: «Οι κυβερνήσεις είναι το πρόβλημα και όχι η λύση. Τη λύση δίνουν οι Αγορές».

Σε άρθρο του με τίτλο «A buffoon’s mass appeal», The Age, 25/7/16, ο Αυστραλός πανεπιστημιακός Tom Switzer, αναφερόμενος σε δηλώσεις διάσημων οικονομολόγων, γράφει τα ακόλουθα, μεταξύ άλλων: «Η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογία, δηλώνουν (οι οικονομολόγοι), έχουν μειώσει τις αμοιβές και την ασφάλεια εργασίας των ανειδίκευτων εργατών στην Αμερική».

ΜΥΘΟΣ ΟΤΙ ΟΙ ΑΓΟΡΕΣ ΑΥΤΟΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ

Σύμφωνα με τη θεωρία της αυτορρύθμισης, ο νεοφιλελευθερισμός ισχυρίζεται πως οι αγορές δεν χρειάζονται τις κρατικές ρυθμίσεις, τις οποίες αποκαλεί «δεσμά», λόγω του ότι τις επιβάλλει το κράτος ως ρυθμιστής του όλου συστήματος. 

Ο νεοφιλελευθερισμός θεωρεί ευεργετικό ένα ορισμένο ποσοστό ανεργίας για την «εύρυθμη», όπως την αποκαλεί, λειτουργία της οικονομίας. Ο πραγματικός όμως λόγος είναι να κρατηθούν χαμηλά τα ημερομίσθια, με αποτέλεσμα την περαιτέρω κερδοσκοπία του κεφαλαίου.

Ακολουθούν κάποιοι από τους τρόπους με τους οποίους ο νεοφιλελευθερισμός επιδιώκει τη μείωση του οικονομικού ρόλου του κράτους, για την απρόσκοπτη λειτουργία του διεθνούς κεφαλαίου:

*Την αποσύνδεση από το κράτος των ακόλουθων τομέων που παραδοσιακά ανήκαν σε αυτό: παιδεία, νοσοκομειακή περίθαλψη, και άλλες πτυχές που συνδέονται με τις μεταφορές, τα δημόσια έργα, την ενέργεια, κ.ά.

* Με χαμηλότερη φορολογία του κεφαλαίου ως κίνητρο για επενδύσεις, και την άρση κάθε νομικού περιορισμού που αφορά το κεφάλαιο.

*Με αποδόμηση του κοινωνικού κράτους για τη μείωση των δημοσίων εξόδων, ώστε να μειωθούν οι φόροι του κεφαλαίου.

Κάποια από τα παραπάνω μέτρα έχουν ήδη υιοθετηθεί από την αυστραλιανή Κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια. 

Όμως ιδιαίτερη εντύπωση προξενεί το γεγονός που και ο αριστερής ιδεολογίας Πρωθυπουργός της Ελλάδας, κ. Αλέξης Τσίπρας, εφαρμόζει, ομολογουμένως κάτω από την πίεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προγράμματα μείωσης των συντάξεων και των μισθών, καθώς και αποκρατικοποιήσεις μεγάλου αριθμού δημόσιων οργανισμών. Με άλλα λόγια, υιοθετεί πτυχές του προγράμματος του νεοφιλελευθερισμού.

Αυτή ίσως να είναι η πιο πρόσφατη ένδειξη πως ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι υπέρ της ελεύθερης αγοράς σε κρατικό επίπεδο, αλλά υπέρ των μεγάλων διεθνών εταιρειών και του χρηματοοικονομικού τομέα. 

Στην Αυστραλία βιώσαμε τις αντικοινωνικές πτυχές του νεοφιλελευθερισμού με τους Προϋπολογισμούς του 2015 και 2016 από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Ιδιαίτερα επαχθής ήταν η μείωση των κονδυλίων στον οργανισμό CSIRO, ο οποίος αναγκάσθηκε να μειώσει τον αριθμό των επιστημόνων που μελετούν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την αυξανόμενη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας, και αυτό παρά το γεγονός ότι η Αυστραλία επηρεάζεται σε μεγαλύτερο βαθμό από τις άλλες ηπείρους.

Επιπλέον, οι φοιτητές πανεπιστημίων καλούνται να καλύψουν μεγαλύτερο μέρος του κόστους των σπουδών τους, πολιτική που σίγουρα θα έχει αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις, αφού επηρεάζει κυρίως τα παιδιά οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα.

Χωρίς καμιά αμφιβολία, η πολιτική που προωθεί ο νεοφιλελευθερισμός αποβλέπει στην αποδόμηση του κράτους πρόνοιας, γεγονός που θα έχει ως συνέπεια την περαιτέρω αύξηση της οικονομικής ανισότητας.

Τα τελευταία χρόνια στην Αυστραλία παρατηρούμε πως, με την ιδιωτικοποίηση σημαντικών δημόσιων τομέων της οικονομίας, όπως η οικιακή κατανάλωση των διαφόρων μορφών ενέργειας, η ύδρευση, τα μέσα μεταφορών και οι τηλεπικοινωνίες, το κόστος για να ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα έχει καταστεί δυσβάσταχτο, ιδιαίτερα όταν δεν έχουν αυξηθεί ανάλογα οι μισθοί, οι συντάξεις και τα διάφορα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας.

Όμως, για τους υπέρμαχους του νεοφιλελευθερισμού, η ύπαρξη κοινωνικών στρωμάτων με ανεπαρκείς για τις βασικές ανάγκες τους πόρους, δεν είναι ζήτημα κοινωνικής αδικίας, αλλά απλώς ατυχίας, η άρση της οποίας πιστεύουν δεν είναι αρμοδιότητα του κράτους. Μέχρι εκεί φτάνει η έλλειψη της κοινωνικής και ανθρωπιστικής τους συνείδησης.

Το μεγάλο παράδοξο στην εποχή μας δεν είναι οι πολλές οικονομικές και κοινωνικές αντιφάσεις του νεοφιλελευθερισμού, αλλά το γεγονός ότι παρά την ύπαρξή τους, συνεχίζει να είναι το κυρίαρχο δόγμα σε παγκόσμια κλίμακα.

ΘΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΥ

Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, ο νεοφιλελευθερισμός, με την πολιτική του στην περιστολή των κοινωνικών δαπανών που προωθεί στις διάφορες χώρες, επιδιώκει, και επιτυγχάνει, τις δραστικές περικοπές των δημόσιων δαπανών, με αρνητικές επιπτώσεις στο κράτος πρόνοιας για τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα.

Οι επιβλαβείς αυτές επιπτώσεις επιτείνονται με τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και των ανώτερων εισοδηματικών τάξεων, πολιτική που μειώνει τα δημόσια έσοδα, και οδηγεί σε περικοπές στα κοινωνικά προγράμματα και στη χρηματοδότηση των νοσοκομείων και των πανεπιστημίων.

Στο σημείο αυτό κρίνω πως παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το ακόλουθο απόσπασμα από το βιβλίο του George Soros «Η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού», 1999. Όπως είναι γνωστό ο George Soros είναι πολυεκατομμυριούχος, με κοινωνική όμως συνείδηση, όπως προκύπτει από τις φιλανθρωπικές του δραστηριότητες. Γράφει ο G.Soros: «Ο κόσμος έχει εισέλθει σε μια περίοδο βαθιάς ανισορροπίας, στην οποία κανένα ξεχωριστό κράτος δεν μπορεί να αντισταθεί στην ισχύ των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών, και δεν υπάρχουν στην πράξη θεσμοί για τη δημιουργία κανόνων σε διεθνή κλίμακα».

Στο βιβλίο της «Σύγχρονος καπιταλισμός και παγκοσμιοποίηση», 2008, η Σοφία Ν. Αντωνοπούλου γράφει μεταξύ άλλων:

«Η επαναχωροθέτηση της κλασικής βιομηχανίας από τα κέντρα του καπιταλισμού προς τον υπόλοιπο κόσμο, η συνακόλουθη αποβιομηχάνιση των κεντρικών καπιταλιστικών χωρών και οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν άρδην τη φυσιογνωμία των δυτικών οικονομιών και κοινωνιών».

Πράγματι, αυτό το είδαμε πρόσφατα από την κυκλοφορία των εκατομμυρίων εγγράφων που έγιναν γνωστά ως «Panama Papers». Στα έγγραφα αυτά βλέπουμε πώς κάτοχοι μεγάλων κεφαλαίων μετέφεραν τα κεφάλαιά τους σε τριτοκοσμικές χώρες, με χαμηλή φορολογία και χαμηλά ημερομίσθια, για την αυξημένη κερδοφορία τους.

Παράλληλα, και μεγάλες βιομηχανικές μονάδες μετέφεραν την βιομηχανική τους παραγωγή σε χώρες με χαμηλά ημερομίσθια, με αποτέλεσμα χώρες όπως η Αυστραλία να χάσουν τις μεγαλύτερες βιομηχανικές τους μονάδες, γεγονός που περιορίζει την εξεύρεση εργασίας σε άτομα χωρίς εξειδίκευση και υψηλή τεχνογνωσία.

Η εξέλιξη αυτή, η οποία συνεχώς παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις με την αυξανόμενη ισχύ του νεοφιλελευθερισμού, αποτελεί κακό οιωνό για τις μέχρι πρόσφατα ευημερούσες χώρες της Ευρώπης, για τις ΗΠΑ την Ιαπωνία, την Αυστραλία και άλλες.