Όπως γνωρίζουμε, στις 23 του περασμένου Ιουνίου η Κυβέρνηση του David Cameron διενήργησε δημοψήφισμα για το αν το Ηνωμένο Βασίλειο (Η.Β.) θα πρέπει να παραμείνει ή να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.). Το αποτέλεσμα ήταν υπέρ της αποχώρησης, με 52% υπέρ και 48% κατά.

Θα μπορούσε να ειπωθεί πως μέχρι ένα βαθμό, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αντανακλά την αντίληψη που οι μεγάλης ηλικίας Άγγλοι συνεχίζουν να έχουν για την Μεγάλη Βρετανία, η οποία μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα ήταν γνωστή και ως Βρετανική Αυτοκρατορία, με τις αποικίες που είχε σε διάφορες Ηπείρους.

Τώρα που οι αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις της απόφασης για αποχώρηση από την Ε.Ε., αλλά και ο πιθανός διαμελισμός του Η.Β., άρχισαν να κατανοούνται από πολίτες και πολιτικούς, γίνεται λόγος πως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι δεσμευτικό, και πως έγκειται στο Κοινοβούλιο να λάβει την τελική απόφαση προτού ενεργοποιηθεί η διαδικασία αποχώρησης.

Είναι αμφίβολο όμως ότι το Κοινοβούλιο του Η.Β. θα αντιστρέψει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, γιατί τότε θα αμφισβητηθεί η βούληση της πλειονότητας των πολιτών.

Όλως παραδόξως, το πρώτο θύμα του δημοψηφίσματος είναι ο David Cameron που το διενέργησε, ο οποίος παραιτήθηκε από τη θέση του Πρωθυπουργού, και αντικαταστάθηκε από την κ. Teresa May, η οποία είναι η δεύτερη γυναίκα Πρωθυπουργός του Η.Β. μετά από την Margaret Thatcher.

Από τα παραπάνω εξάγεται το συμπέρασμα πως κάποτε, στο όνομα της δημοκρατίας, κυβερνήσεις παίρνουν αποφάσεις που οδηγούν ευημερούσες χώρες σε καταστάσεις με ανεξέλεγκτες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.

Στην περίπτωση του Η.Β. η πρωτεύουσά του Λονδίνο για δεκαετίες, αν όχι αιώνες, ήταν γνωστό ως the City, η Μητρόπολη του χρήματος, λόγω του ότι αποτελούσε οικονομικό κέντρο, στο οποίο μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί, μεταξύ των οποίων και Έλληνες εφοπλιστές, είχαν τα κεντρικά τους γραφεία. Τώρα το ρόλο αυτό αρχίζουν να διεκδικούν άλλες πόλεις της Ευρώπης, με κυριότερη του Παρίσι, πρωτεύουσα της Γαλλίας.

Δεν είναι, λοιπόν, μόνο οι οικονομικές επιπτώσεις που αρχίζει να υφίσταται το Η.Β., είναι και η απώλεια του διεθνούς θέλγητρου που έχαιρε μέχρι πρόσφατα.

Επιπλέον, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού που διανύουμε, με την συνεχή ισχυροποίηση, και ανεξέλεγκτη κίνηση του διεθνούς κεφαλαίου, απαιτούνται μεγάλες οικονομικές ενότητες, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, για την πιο αποτελεσματική διασφάλιση των οικονομιών των κρατών – μελών. Ως εκ τούτου, αποτελεί αδικαιολόγητη πολιτική ακρισία εκ μέρους της Κυβέρνησης του Η.Β. να αποχωρήσει από την Ε.Ε. κάτω από αυτές τις περιστάσεις.

Τώρα, άπαξ και το Η.Β. πήρε αυτήν την απόφαση, ο Μάρτιν Σουλτς, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δηλώνει πως πρέπει να κινήσει τις προβλεπόμενες διαδικασίες, σύμφωνα με το Άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, για την επισημοποίηση της αποχώρησής του από την Ε.Ε.. Όσο δεν το κάνει αυτό, το Η.Β επωφελείται από το διπλό αυτό παιχνίδι, δήλωσε ο Μάρτιν Σουλτς.

ΟΥΔΕΝ ΚΑΚΟ ΑΜΙΓΕΣ ΚΑΛΟΥ

Σύμφωνα με εκτιμήσεις οικονομολόγων, η αποχώρηση του Η.Β. από την Ε.Ε. θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) του κατά περίπου 3% μέχρι το 2017. Παράλληλα, θα έχει αρνητική επίδραση και στο σύνολο του ΑΕΠ των 27 υπόλοιπων κρατών-μελών της Ε.Ε. κατά 2% στα επόμενα δύο χρόνια.

Η αποχώρηση του Η.Β. από την Ε.Ε. ενισχύει κάποιες ενδείξεις ευρωσκεπτικισμού που πρόσφατα έχει κάνει την εμφάνισή του σε κάποια κράτη-μέλη της Ε.Ε., τα οποία αισθάνονται πως έχουν λιγότερη εθνική κυριαρχία. Αυτή είναι μια ανησυχητική εξέλιξη, καθότι υποσκάπτει την κοινοτική αλληλεγγύη, η οποία αποτέλεσε τον θεμέλιο λίθο για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας στην αρχή, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη συνέχεια. 

Αν το παράδειγμα του Η.Β. ακολουθήσουν και άλλα μέλη της Ε.Ε. ελλοχεύει ο κίνδυνος της αποδυνάμωσης του συλλογικού αυτού φορέα, και ως εκ τούτου μειώνεται η δυνατότητά του να υπερασπισθεί τα συμφέρονται των κρατών-μελών του από τη βουλιμία και ασυδοσία του διεθνούς κεφαλαίου, το οποίο βρίσκεται συνεχώς σε αναζήτηση νέων θυμάτων. 

Μάλιστα, αυξάνονται οι απόψεις οικονομολόγων και πολιτικών επιστημόνων, σύμφωνα με τις οποίες απαραίτητη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα της Ε.Ε. ως ενιαία οντότητα είναι η νομισματική ένωση, η οποία επιτεύχθηκε με την καθιέρωση του ευρώ ως το κοινό νόμισμα, να μετεξελιχθεί και σε οικονομική και δημοσιονομική ένωση.

Μια τέτοια μετεξέλιξη της Ε.Ε. καθίσταται πιο αναγκαία από την οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, καθώς και από το πρόσφατο μεταναστευτικό ρεύμα από την Μέση Ανατολή και από την Βόρεια Αφρική.

Σε άρθρο του στην αθηναϊκή εφημερίδα «Η Καθημερινή», ο Ηλίας Μαγκλίνης γράφει τα ακόλουθα μεταξύ άλλων: «Σε πολιτικό επίπεδο, η Ε.Ε. πρέπει να διαμορφώσει μια νέα λειτουργική ισορροπία ανάμεσα στα κράτη-μέλη και στις Βρυξέλλες. Δεν είναι, και ούτε μπορεί να γίνει, ομοσπονδιακό κράτος τύπου ΗΠΑ. Δεν έχει δημιουργηθεί από μετανάστες. Συγκροτείται από εθνικά κράτη με μεγάλη Ιστορία και ισχυρή συνείδηση ιδιοπροσωπίας. Η ενοποίηση δεν μπορεί να υπερβεί ορισμένα όρια και να μιμηθεί άλλο μοντέλο. Πρέπει να επινοήσουμε το μοντέλο που θα παντρέψει αρμονικά το συστατικό εθνικό κράτος με τις ευρωπαϊκές δομές. Ο θεσμός της «ενισχυμένης συνεργασίας», άλλωστε, επιτρέπει σε όσους έχουν τη βούληση να προχωρήσουν», 28/6/16.

Στο ίδιο πνευμα κινείται και άρθρο του πρώην Πρωθυπουργού της Ιταλίας Enrico Letta, με τίτλο: «Brexit: Βρετανικό δράμα ή ευρωπαϊκή τραγωδία;», όπως διαπιστώνουμε από το ακόλουθο απόσπασμα: «Η Ε.Ε. δεν χρειάζεται μόνο τους πυροσβέστες που θα σβήσουν την φωτιά μιας νέας κρίσης: το επόμενο βήμα της προς τα εμπρός απαιτεί την κινητοποίηση αρχιτεκτόνων και προφητών, που θα είναι ικανοί να δώσουν μια πυξίδα και μια ψυχή σε αυτήν την απαράμιλλη Ένωση, που σφυρηλατήθηκε στην μεταπολεμική θλίψη, αλλά εξακολουθεί να έχει απόλυτο νόημα σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο», αθηναϊκή εφημερίδα «Το Βήμα», 21/7/16.

Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι η θέση που πήρε ο διεθνής οργανισμός G7, που στα ελληνικά σημαίνει Ομάδα των Επτά, σε ανακοινωθέν που δημοσιοποιήθηκε στις 23/7/16. Η εν λόγω Ομάδα απαρτίζεται από τις ακόλουθες 7 οικονομικά προηγμένες χώρες: ΗΠΑ, Γερμανία, Ιαπωνία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία και Καναδά. Οι 7 αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν το 64% του παγκόσμιου πλούτου.

Οι χώρες αυτές θέλουν οι διαπραγματεύσεις με το Η.Β. για την αποχώρησή του από την Ε.Ε. να αρχίσουν το συντομότερο δυνατόν.

Ο Μισέλ Σαπέν, Υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, εξέφρασε την άποψη ότι το Η.Β. δεν ήταν προετοιμασμένο για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου 2016, και ως εκ τούτου θα πρέπει να του δοθεί χρόνος για να καθορίσει την πορεία που θα ακολουθήσει, αλλά δήλωσε πως αυτό θα πρέπει να γίνει σύντομα, γιατί η αβεβαιότητα θα είναι επιζήμια για το ίδιο, αλλά και για την ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία.

Στελέχη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πρότειναν τη μετατροπή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε «μια πραγματική Ευρωπαϊκή Κυβέρνηση». Από την πλευρά τους, οι Υπουργοί Εξωτερικών της Γερμανίας και της Γαλλίας εισηγήθηκαν μια «πολιτική ένωση των κρατών-μελών της Ε.Ε».

Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο Γκι Φερχόφστατ, πρώην Πρωθυπουργός του Βελγίου, ο οποίος δήλωσε πως η Ευρώπη πρέπει να είναι κάτι περισσότερο από μια χαλαρή ένωση κρατών.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως το Βrexit του Η.Β., παρά τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις για το ίδιο, λειτούργησε ως καταλύτης για μια πιο ενοποιημένη Ευρώπη. Πιο πρόσφατα, το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία ενίσχυσε περισσότερο τις αντιλήψεις για μια Ευρώπη ενωμένη, για να είναι σε θέση να αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά τις οικονομικές προκλήσεις και γεωπολιτικές εξελίξεις στο μέλλον.

Σε πρόσφατη δημοσκόπηση στην Ελλάδα, στο ερώτημα εάν γινόταν αύριο στην Ελλάδα δημοψήφισμα για παραμονή ή όχι της χώρας στην ΕΕ, οι 56% από τους ερωτηθέντες απάντησαν ότι θα ψήφιζαν υπέρ της παραμονής, και 39% υπέρ της αποχώρησης.

Συμπερασματικά, θα έλεγα πως αν το Brexit καταστεί το εφαλτήριο για την περαιτέρω ενοποίηση της Ε.Ε., θα επαληθεύσει το αρχαίο ελληνικό ρητό: «Ουδέν κακό αμιγές καλού».