Τα μαζικά μέσα ενημέρωσης της Ελλάδας, στις αναφορές τους στα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, κατά κανόνα τα συσχετίζουν με την οικονομική ύφεση που από το 2008 πλήττει την παγκόσμια οικονομία. 

Αυτό είναι εν μέρει σωστό, δεν εξηγεί όμως γιατί η οικονομική ύφεση έπληξε την Ελλάδα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τις άλλες χώρες, και γιατί συνεχίζει να την πλήττει, ενώ άλλες χώρες έχουν επανέλθει σε αναπτυξιακή πορεία. Ούτε η εξήγηση της υφιστάμενης κατάστασης μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στην παρούσα Κυβέρνηση, γιατί αυτή θα συμπληρώσει δύο χρόνια στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2017. Θα μπορούσε όμως να λεχθεί ότι στο διάστημα αυτό η Κυβέρνηση δεν έλαβε έγκαιρα τα δέοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, και ότι σύμφωνα με τις πρόσφατες ενδείξεις συνεχίζει να πελαγοδρομεί.

Κατά τη γνώμη μου, οι λόγοι που η Ελλάδα δεν έχει ακόμα αναλάβει από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 πρέπει να αναζητηθούν στις σταδιακές αλλαγές που υπέστη η δομή της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες άρχισαν πριν από δεκαετίες, και στις οποίες προφανώς δεν είχαν δώσει τη δέουσα προσοχή οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Για το λόγο αυτό θα αναφερθώ σε στατιστικά στοιχεία, τα οποία μας δίνουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε αυτές τις διαχρονικές αλλαγές στη δομή της οικονομίας της Ελλάδας, οι οποίες συνέβαλαν στην παράταση, αλλά και όξυνση, της οικονομικής της κρίσης.

Επειδή αναπόφευκτα θα χρησιμοποιήσω κάποιες ορολογίες της οικονομολογίας, θεώρησα αναγκαίες τις ακόλουθες διευκρινιστικές πληροφορίες.

Η οικονομία μιας χώρας απαρτίζεται από τους ακόλουθους τρεις τομείς:

*Τον πρωτογενή τομέα. Ο τομέας αυτός απαρτίζεται από την παραγωγή αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, την εξόρυξη πρώτων υλών, όπως είναι τα μεταλλεύματα, ο λιγνίτης, το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, κλπ., καθώς και από τη δασοκομία και την αλιεία.

*Τον δευτερογενή τομέα. Ο τομέας αυτός περιλαμβάνει τις δραστηριότητες επεξεργασίας και μεταποίησης των προϊόντων που προέρχονται κυρίως από τον πρωτογενή τομέα. Ο δευτερογενής τομέας συχνά αναφέρεται και ως βιομηχανικός ή μεταποιητικός τομέας.

*Τον τριτογενή τομέα. Ο τριτογενής τομέας απαρτίζεται κυρίως από τις διάφορες υπηρεσίες, δημόσιες και ιδιωτικές, καθώς και από το εμπόριο και από τον τουρισμό. Ο τομέας αυτός δεν συνδέεται με την παραγωγή υλικών αγαθών, αλλά αφορά την εξυπηρέτηση των αναγκών των πολιτών με την παροχή υπηρεσιών, όπως είναι για παράδειγμα η νοσοκομειακή φροντίδα, οι νομικές συμβουλές, η εκπαίδευση κ.ά. 

Μετά από τις επεξηγηματικές αυτές πληροφορίες ας δούμε τις εξελίξεις στους τρεις αυτούς τομείς της οικονομίας από το 1980 μέχρι το 2013, για να αντιληφθούμε το μέγεθος των δομικών αλλαγών που έλαβαν χώρα στην οικονομία της Ελλάδας, και που κατά τη γνώμη μου συνέβαλαν στην επιδείνωση της οικονομικής κρίσης που άρχισε σε παγκόσμια κλίμακα το 2008, και συνεχίζεται στην Ελλάδα μέχρι τις ημέρες μας. Δυστυχώς, παρά τις έρευνές μου, δεν μπόρεσα να βρω σχετικά στοιχεία για τα έτη 2014, 2015 και 2016.

Τα στοιχεία που δίνονται στον παρακάτω πίνακα για τους τρεις τομείς της οικονομίας αποτελούν ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) για κάθε μια από τις 4 χρονιές.

Εξελίξεις στην οικονομία της Ελλάδας, 1980 – 2013

1980 1990 1999 2013

Πρωτογενής τομέας 25,0% 10,5% 11.0% 3,5%

Δευτερογενής τομέας 25,3% 26,5% 25,7% 16.0%

Τριτογενής τομέας 49,7% 63.0% 63,3% 80,5%

Σύνολο 100 100 100 100

ΕΛΛΕΙΨΗ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Από τον παραπάνω πίνακα διαπιστώνουμε την μεγάλη πτώση του πρωτογενούς τομέα σε διάστημα 33 χρόνων (1980-2013). Από 25% του ΑΕΠ που ήταν το 1980 έπεσε στο 3,5% το 2013. Ενόψει αυτής της σημαντικής μείωσης του πρωτογενούς τομέα αξιοσημείωτη είναι η απόφαση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαθέσει στην Ελλάδα γύρω στα 20 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2014-2020, ούτως ώστε να ενισχυθεί ο τομέας αυτός, και κυρίως η γεωργική παραγωγή.

Ο αγροτικός παράγοντας του πρωτογενούς τομέα διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις ώστε να καταστεί ένας από τους κύριους μοχλούς ανάπτυξης της χώρας. Και αυτό γιατί τα αγροτικά προϊόντα, φρούτα και λαχανικά, είναι υψηλής ποιότητας, και έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν σημαντικά στο εξαγωγικό εμπόριο της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, η αύξηση στην αγροτική παραγωγή έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει έναν από τους κύριους πυλώνες, πάνω στους οποίους θα στηριχτεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

Εξυπακούεται, λοιπόν, ότι επιβάλλεται η χάραξη βιώσιμης αγροτικής παραγωγής, η οποία παράλληλα με την αύξησή της θα δίνει και κίνητρα για την επιστροφή στην ύπαιθρο εκατομμυρίων Ελλήνων που σταδιακά έχουν εγκατασταθεί στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Το παράδοξο με τον πρωτογενή τομέα είναι ότι κατά τη διάρκεια του 2015 η Ελλάδα εισήγαγε από άλλες χώρες φρούτα και λαχανικά αξίας 731 εκατομμυρίων ευρώ!

Ο παραπάνω Πίνακας δείχνει σημαντική πτώση και στον δευτερογενή τομέα, αφού από το 25,3% του ΑΕΠ το 1980 μειώθηκε στο 16% το 2013. Ένα μεγάλο μέρος της πτώσης αυτής οφείλεται στο γεγονός ότι χιλιάδες βιομηχανικές επιχειρήσεις μετέφεραν τις παραγωγικές τους μονάδες σε γειτονικές χώρες της Βαλκανικής Χερσονήσου, και κυρίως στην Βουλγαρία, καθότι η φορολογία και τα ημερομίσθια είναι κατά πολύ χαμηλότερα από ότι στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με δημοσίευμα στην αθηναϊκή εφημερίδα Η Καθημερινή (28/11/16), κατά τα τέλη του 2016 οι ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις που λειτουργούσαν στη Βουλγαρία ανέρχονταν στις 15.000 και απασχολούσαν 53.000 εργαζομένους. Όταν λάβουμε υπόψη πως στα τέλη του 2013 οι ελληνικές επιχειρήσεις στην Βουλγαρία υπολογίζονταν στις 9.000, και στα τέλη του 2015 στις 13.500, αντιλαμβανόμαστε την έκταση που έχει πάρει η ανοδική έξοδός τους από την Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια.

Κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψής του στην Βουλγαρία και στην Σερβία, ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, είχε συναντήσεις με Έλληνες επιχειρηματίες που έχουν μεταφέρει τις βιομηχανικές τους μονάδες στις εν λόγω χώρες. Προφανής στόχος του κ. Μητσοτάκη ήταν να πείσει τουλάχιστον κάποιους από τους επιχειρηματίες αυτούς να επαναφέρουν τις βιομηχανικές τους μονάδες στην Ελλάδα. Όμως δεν έχω αμφιβολίες πως η προτροπή του εκείνη έπεσε σε «ώτα μη ακουόντων», αφού το κεφάλαιο δεν έχει εθνική συνείδηση.

Αν η μεταφορά ελληνικών βιομηχανικών μονάδων σε γειτονικές με την Ελλάδα χώρες συνεχισθεί με τον ίδιο ρυθμό και κατά τα επόμενα χρόνια, οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις για την Ελλάδα θα είναι καταστροφικές. Και όμως μέχρι τώρα η Κυβέρνηση δεν έχει ανακοινώσει ποια μέτρα προτίθεται να λάβει για να αναχαιτίσει την έξοδο από την Ελλάδα βιομηχανικών μονάδων.

Ένα άλλο πρόβλημα που συνδέεται με την ελληνική βιομηχανία είναι ότι περιορίζεται κυρίως στην επεξεργασία τροφίμων και βασικών μετάλλων, όταν στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας. Αν και στην Ελλάδα γινόταν κάτι παρόμοιο, θα έβρισκαν δουλειά νέοι με πανεπιστημιακές σπουδές, αντί να ζητούν απασχόληση σε άλλες χώρες της Ευρώπης, ακόμα και στην Αυστραλία.

Σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή (21/7/16), από το 2008 μέχρι το 2013 σχεδόν 223.000 νέοι, μόνιμοι κάτοικοι της Ελλάδας, ηλικίας 25-39 ετών, εξήλθαν από τη χώρα, αναζητώντας εργασία με καλύτερες προοπτικές κοινωνικής και οικονομικής προόδου σε άλλες χώρες.

Σύμφωνα με τις έρευνες που διεξήγαγε η Τράπεζα της Ελλάδας, η εξερχόμενη ροή αφορά εκείνο το τμήμα του εγχώριου εργατικού δυναμικού που διακρίνεται από υψηλή μόρφωση και εξειδίκευση, μεγάλη κινητικότητα και υψηλές προοπτικές για απασχόληση.

Επιπλέον, η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας σημειώνει ότι δεδομένου ότι η βαθιά και παρατεταμένη οικονομική ύφεση αποτέλεσε την αφορμή για την έξοδο από την Ελλάδα μεγάλου αριθμού νέων, πτυχιούχων πανεπιστημίων και τεχνολογικών σχολών, η Ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να στρέψει την προσοχή της όχι μόνο στην οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων, αλλά και στη δομή της ελληνικής οικονομίας, για να ξεπεραστούν οι χρονίζουσες αδυναμίες του εγχώριου παραγωγικού τομέα.

Δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις πως η Ελληνική Κυβέρνηση κινείται προς αυτήν την κατεύθυνση. Οι εσωτερικές πολιτικές αντιπαραθέσεις, και η δυσαρμονία που χαρακτηρίζει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, δεν αφήνουν περιθώριο για προγράμματα μακροπρόθεσμης οικονομικής πολιτικής.

Τον τριτογενή τομέα δεν τον αναλύω, γιατί παραδοσιακά αποτελεί μια από τις μεγάλες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, με τον υπερδιογκωμένο δημόσιο τομέα, από τους συνεχείς διορισμούς «ημετέρων» σε δημόσιες υπηρεσίες από τους εκάστοτε πολιτικούς…