Τα τελευταία χρόνια, και συγκεκριμένα από την έναρξη της οικονομικής κρίσης το 2008, είμαστε μάρτυρες ενός νέου μεταναστευτικού ρεύματος από την Ελλάδα, το οποίο χρονολογικά μπορεί να χαρακτηρισθεί ως το τρίτο από τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821.

Το πρώτο ρεύμα άρχισε από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν αγροτικοί πληθυσμοί, κυρίως από την Πελοπόννησο, λόγω της μεγάλης πτώσης στην τιμή της σταφίδας, άρχισαν να μεταναστεύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας, από το 1891 έως το 1924 μετανάστευσαν στις Η.Π.Α. 406.862 άτομα, ενώ σε άλλες χώρες (Καναδά, Βραζιλία, Αυστραλία, Νοτιοαφρικανική Ένωση κ.ά.) ο αριθμός των μεταναστών είχε ανέλθει σε 24.704. Με άλλα λόγια, 431.566 Έλληνες είχαν μεταναστεύσει κατά την περίοδο εκείνη. Όταν λάβουμε υπόψη πως ο πληθυσμός της Ελλάδας το 1911 ήταν 2.701.000, αντιλαμβανόμαστε ότι κοντά στο ένα πέμπτο του πληθυσμού είχε μεταναστεύσει σε ένα διάστημα 33 χρόνων.

Τα παραπάνω στοιχεία αναφέρονται στο βιβλίο του πανεπιστημιακού Καθηγητή Γ. Β. Δερτιλή, «Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830 – 1920», Αθήνα 2005, τόμος Β’, πηγή των οποίων είναι η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδας.

Το δεύτερο μεταναστευτικό ρεύμα από την Ελλάδα ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, μετά από τις μεγάλες καταστροφές που είχαν προξενηθεί από την κατοχή κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, και από τον εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε και διήρκεσε μέχρι τα μέσα του 1949. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων μεταναστών της περιόδου εκείνης προερχόταν από τις αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, ή ήταν ανειδίκευτοι εργάτες από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Προορισμός τους ήταν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία, και στη συνέχεια οι βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης. Το δεύτερο μεταναστευτικό ρεύμα διήρκεσε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970.

Κατά την περίοδο 1955 – 1965 για τις ελληνικές κυβερνήσεις η μαζική μετανάστευση αγροτών και ανειδίκευτων εργατών αποτελούσε μια διέξοδο από τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα. Σύμφωνα με το βιβλίο του Γ.Β. Δερτιλή, στο οποίο αναφέρθηκα πιο πάνω, από το 1951 έως και το 1977 μετανάστευσαν στο εξωτερικό 1.289.845 κάτοικοι της Ελλάδας.

Το τρίτο μεταναστευτικό ρεύμα της περιόδου 2008-2016 απαρτίζεται κυρίως από νέους απόφοιτους τεχνολογικών σχολών και πανεπιστημίων. Το ρεύμα αυτό συνδέεται με την οικονομική κρίση που άρχισε το 2008 και έπληξε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα. Ενώ όμως η οικονομία των άλλων χωρών έχει σταδιακά αποκατασταθεί τα τελευταία χρόνια, η ελληνική οικονομία συνεχίζει να βρίσκεται σε κατάσταση ύφεσης, με όλες τις κοινωνικές επιπτώσεις.

ΟΙ ΑΡΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ

Το τρίτο μεταναστευτικό ρεύμα αποστερεί την ελληνική κοινωνία από τα πλέον δυναμικά στοιχεία της, καθώς απαρτίζεται κυρίως από νέους ηλικίας 25-39 χρόνων με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα.

Ως εκ τούτου, η διαφορά της σύγχρονης εκροής μεταναστών από τις δύο προηγούμενες συνίσταται στο ότι παλαιότερα μετανάστευαν κυρίως ανειδίκευτοι εργάτες και αγρότες, ενώ τώρα εγκαταλείπουν την Ελλάδα νέοι μορφωμένοι και με επαγγελματική εμπειρία.

Το θλιβερό είναι ότι ενώ η Ελλάδα, παρά τα οικονομικά της προβλήματα, επενδύει τεράστια ποσά στη μόρφωση των νέων, οι χώρες της Ευρωζώνης, που είναι οι πρώτες επιλογές των νέων Ελλήνων μεταναστών, τους εντάσσουν αυτομάτως στους παραγωγικούς τους τομείς χωρίς κανένα επιπρόσθετο έξοδο.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, κατά την περίοδο 2008-2013 γύρω στις 482.000 Έλληνες μετανάστευσαν στο εξωτερικό. Αν στην παραπάνω περίοδο προσθέσουμε αναλογικά και τον αριθμό των μεταναστών για τις χρονιές 2014-2016, ο συνολικός αριθμός των Ελλήνων που μετανάστευσαν κατά την περίοδο 2008-2016 πιθανόν να προσεγγίζει τις 700.000. Ο αριθμός αυτός αναλογεί με 7% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας.

Όταν λάβουμε υπόψη πως η συντριπτική πλειονότητα αυτών των μεταναστών είναι νέοι ηλικίας 25-39 ετών και με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα, αντιλαμβανόμαστε τις αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις που η μετανάστευσή τους θα έχει μακροπρόθεσμα στην ελληνική οικονομία.

Στο ερώτημα τι θα συμβεί αν το φαινόμενο αυτό συνεχιστεί και στο μέλλον, η μόνη απάντηση που μπορεί να δοθεί είναι ότι η Ελλάδα κινδυνεύει να μείνει με εργατικό δυναμικό χαμηλής επαγγελματικής κατάρτισης, και συνεχώς αυξανόμενο αριθμό συνταξιούχων ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Οι αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις αυτής της πιθανής εξέλιξης είναι προφανείς.

Από πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας προκύπτουν τα ακόλουθα αποκαλυπτικά, και θα έλεγα άκρως ανησυχητικά, συμπεράσματα:

*Από τους 185.388 Έλληνες πτυχιούχους που αποχώρησαν από τη χώρα μας από το 1990 έως σήμερα, οι 139.041 έφυγαν από το 2010 και μετά.

*Τα ακαδημαϊκά χαρακτηριστικά των Ελλήνων μεταναστών έχουν αλλάξει δραματικά τις τελευταίες πέντε δεκαετίες. Παρόλο που έως και τα τέλη της δεκαετίας του ’80, οι περισσότεροι διέθεταν μόνο απολυτήριο Γυμνασίου, τη δεκαετία του ’90 η πλειονότητα ήταν απόφοιτοι Λυκείου, και από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έως και σήμερα επέρχεται η πλήρης ανατροπή: Σχεδόν το 75% εκείνων που αποφάσισαν να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου ή ΤΕΙ, και σημαντικό ποσοστό με μεταπτυχιακές σπουδές. Το υπόλοιπο 20% είναι απόφοιτοι Λυκείου ή τεχνικής μη πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και περίπου το 5% απόφοιτοι Γυμνασίου.

ΑΠΟΚΑΡΔΙΩΤΙΚΗ Η ΑΠΡΑΓΙΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Μεγάλος είναι και ο αριθμός των Ελλήνων γιατρών που έχουν μεταναστεύσει από την Ελλάδα σε άλλες χώρες τα τελευταία χρόνια. Μόνο από τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών (ΙΣΑ) τουλάχιστον 8.000 γιατροί έχουν πρόσφατα εγκαταλείψει την Ελλάδα. Από αυτούς οι 5.400 μετανάστευσαν αναζητώντας εργασία στο εξωτερικό από το 2011 και μετά.

Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του ΙΣΑ κ. Γ. Πατούλη, «η οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με τα λάθη και την αδυναμία της κεντρικής εξουσίας όλα αυτά τα χρόνια, να χαράξει μια βιώσιμη και αποτελεσματική πολιτική υγείας, οδήγησε σ’ ένα πρωτόγνωρο μεταναστευτικό κύμα που δεν αφορά ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό, αλλά το ‘πιο υψηλά’ εξειδικευμένο προσωπικό της χώρας. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές φαινόμενο σε παγκόσμιο επίπεδο και αποτελεί μια μεγάλη απώλεια για τη χώρα».

Μεγάλος είναι και ο αριθμός νέων νοσηλευτών που μεταναστεύουν, με αποτέλεσμα να αρχίζει να παρατηρείται ανεπάρκεια στην παροχή υπηρεσιών στους ηλικιωμένους, το ποσοστό των οποίων συνεχίζει να αυξάνεται.

Το Εκπαιδευτικό – Ενημερωτικό Δίκτυο Alfa Vita στην έκδοση της 27ης Μαρτίου 2016 δημοσιεύει άρθρο με τίτλο: «Η Ελλάδα χάνει τα μυαλά της. Μεταναστεύουν οι γιατροί, σε κρίση και οι δικηγόροι». Το άρθρο αυτό αρχίζει ως ακολούθως:

«Την ώρα που η χώρα μας «βουλιάζει» από τα μεγάλα μεταναστευτικά «κύματα», η φυγή των Ελλήνων, κυρίως των νέων, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην έξοδο από την κρίση είναι μαζική. Γιατροί, μηχανικοί, δικηγόροι, οικονομολόγοι, ακαδημαϊκοί και ερευνητές -η «αφρόκρεμα» του επιστημονικού δυναμικού- «εκδιώκονται» κατά χιλιάδες από τη χώρα, αφού δεν έχουν καμία επαγγελματική επιλογή λόγω των συνθηκών κρίσης».

Στο ίδιο άρθρο γίνεται και η ακόλουθη πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά σε άποψη που εξέφρασε το διεθνούς φήμης περιοδικό της Αγγλίας Economist:

«Το φαινόμενο ‘διαρροής εγκεφάλων’ καταγράφει ανοδική τάση τα τελευταία χρόνια, με την Ελλάδα να χάνει συνεχώς σημαντικό αριθμό ταλέντων. Έρευνα τoυ Economist, αποδεικνύει ότι το 3% των κορυφαίων επιστημόνων παγκοσμίως προέρχονται από τη χώρα μας, αποτελώντας αρκετά σημαντικό ποσοστό δεδομένης της αντιστοιχίας της Ελλάδας στο 0,2% του παγκόσμιου πληθυσμού» επισημαίνει ο Πάνος Μαδαμόπουλος – Μοράρης, Co-founder του προγράμματος Re-Generation, που επιχειρεί να εξαλείψει το φαινόμενο brain drain στην κατηγορία των νέων πτυχιούχων της χώρας μας».

Μάλιστα, ενώ η Ελλάδα έχει μόνο 0,2 του παγκόσμιου πληθυσμού, διαθέτει 3% των κορυφαίων επιστημόνων σε παγκόσμια κλίμακα.

Η Κυβέρνηση διακηρύσσει πως κύριος στόχος της είναι η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των Ελλήνων πολιτών, και ιδίως των συνταξιούχων και των χαμηλόμισθων. Όμως κάποια μέτρα, όπως η αύξηση του ΦΠΑ, η συγκράτηση στα ημερομίσθια, μειώσεις στις συντάξεις, και άλλα οικονομικά μέτρα, πλήττουν σε μεγαλύτερο βαθμό αυτές ακριβώς τις κατηγορίες των πολιτών.

Εξίσου ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι η Κυβέρνηση δεν δημιουργεί τις απαραίτητες υποδομές για την απασχόληση, και ως εκ τούτου την παραμονή στην Ελλάδα, των επιστημόνων, αφού από αυτούς, και από τον επιχειρηματικό τομέα, θα εξαρτηθεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στο άμεσο μέλλον, και θα διασφαλισθεί η θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.

Είναι αποκαρδιωτικό το γεγονός ότι, στην κρίσιμη αυτή περίοδο για την Ελλάδα, από τη μια βλέπουμε χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις είτε να κλείνουν, είτε να μεταφέρουν τις παραγωγικές τους μονάδες στη Βουλγαρία, και από την άλλη μεγάλο αριθμό νέων επιστημόνων να ζητούν να κάνουν νέες καριέρες σε άλλες χώρες της Ευρώπης.