Με αφορμή τον εορτασμό των Χριστουγέννων στις 7 Ιανουαρίου σε πολλές ορθόδοξες εκκλησίες ανά τον κόσμο, μεταξύ αυτών και της Αιθιοπίας, ο πολιτικός αναλυτής και πρώην πολιτειακός υπουργός Φάνος Θεοφάνους, παρουσιάζει τη λιγότερο γνωστή χριστιανική κοινότητα της Αιθιοπίας.

Ακόμη περισσότερο, μας καλεί να αναλογιστούμε σχετικά με τα δεινά αυτής της πολύπαθης χώρας της ανατολικής Αφρικής καθώς και τη δυνατότητα που έχουμε να τη βοηθήσουμε.

Το άρθρο γνώμης του αναλυτή ξεκινά περιγράφοντας τη μακρά ιστορία του χριστιανισμού στην Αιθιοπία, μια θρησκεία που ασπάζονται πλέον τα 2/3 των 90 εκατομμυρίων κατοίκων της.

Υπό την αιγίδα της Κοπτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο χριστιανισμός κηρύχθηκε ως η επίσημη θρησκεία της χώρας ήδη από το 330 μ.Χ., ενώ κατά την περίοδο του 12ου αιώνα πολλά ταξίδια προσκυνήματος οργανώνονταν από την Ελλάδα στην Αιθιοπία, εμπεδώνοντας τη βαθιά της σύνδεση με την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Ζωντανή απόδειξη παραμένουν οι ναοί που συναντά κανείς στην πόλη Lalibela. Οι 11 συνολικά εκκλησίες χτίστηκαν την περίοδο της βασιλείας του Gebre Mesqel Lalibela στα τέλη του 12ου αιώνα και προξενούν τον θαυμασμό των επισκεπτών για την αρχιτεκτονική τους, καθότι κάθε ένας από αυτούς είναι κατασκευασμένος από ένα ατόφιο κομμάτι πέτρας.

Όπως, όμως, εξηγεί ο κ. Θεοφάνους, πέρα από την βαθιά προσήλωσή τους στην πίστη, αυτό που περισσότερο τον εξέπληξε κατά την επίσκεψη του στη χώρα ήταν η ψυχική ανθεκτικότητα των κατοίκων, ενός λαού που με δύναμη και αποφασιστικότητα συνεχίζει την καθημερινή του ζωή κάτω από το ζυγό της απόλυτης φτώχειας και αγωνίζεται για το καλύτερο μέλλον των νεότερων γενιών.

Καλεί, μάλιστα, τον κάθε έναν από εμάς ως μέλη της Ελληνικής Ορθόδοξης εκκλησίας να προσεγγίσουμε την ορθόδοξη κοινότητα της Αιθιοπίας και τη χώρα στο σύνολό της προκειμένου να προσφέρουμε τη βοήθειά μας με όποιον τρόπο μπορούμε.

Παρ’ ότι τεχνητά η χώρα είναι από τις ελάχιστες της Αφρικανικής ηπείρου που ξέφυγαν της αποικιοκρατικής επέκτασης των Δυτικών, ο πληθυσμός της αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα βιωσιμότητας, με 70% να ζει κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας ($2/ημέρα) και 4 εκ. παιδιά ορφανά.

Στο πιο πρόσφατο παρελθόν ο λιμός και οι πολεμικές αναταραχές στην περιοχή κατά τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 κατέστησαν τη χώρα σχεδόν αποκλειστικά εξαρτώμενη από την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας.

Μεταξύ των μελών της διεθνούς κοινότητας που προσφέρουν χρηματική βοήθεια είναι και η Αυστραλία, η οποία στηρίζει ιδιαίτερα εκπαιδευτικά προγράμματα, καθώς και υγειονομικά σχετικά με μητέρες και παιδιά. Παράλληλα, ιδιωτικές πρωτοβουλίες όπως αυτές του ιδρύματος Fred Hollows και του νοσοκομείου Hamlin Fistula, παρέχουν ιατρικές υπηρεσίες.

Όμως το μέλλον της ανθρωπιστικής βοήθειας της Αυστραλίας στην Αιθιοπία διαγράφεται με μαύρα χρώματα, ύστερα από την πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης να μειώσει το ποσό συνεισφοράς της κατά το εξωφρενικό ποσοστό της τάξης του 40%, που καλύπτει μόλις το ένα τρίτο του στόχου που έχει θέσει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών.

Κατά την επίσκεψή του στη χώρα, ο κ. Θεοφάνους συνάντησε την Nyala, μία γυναίκα που σχεδόν καθημερινά πηγαίνει σε ένα δάσος δέντρων ευκαλύπτου που εισήχθησαν από την Αυστραλία τη δεκαετία του 1890, στα προάστια της πρωτεύουσας Addis Ababa.

Εκεί συλλέγει κλαδιά και απομεινάρια κορμών σχηματίζοντας έναν σωρό μήκους ενός μέτρου και με πλάτος που ξεπερνά τα τρία μέτρα.

Το γιγάντιο φορτίο που με κάποιο μαγικό τρόπο καταφέρνει να κουβαλήσει στις πλάτες της μεταφέρει στη συνέχεια περπατώντας 6 με 8 χιλιόμετρα στον πλησιέστερο έμπορο όπου θα το πουλήσει έναντι ενός μηδαμινού ποσού $1-2.

Σε μία από τις στάσεις που πραγματοποιεί αναγκαστικά κάθε μερικές εκατοντάδες μέτρα για να ξεκουραστεί, ο κ. Θεοφάνους με τους συνταξιδιώτες του την προσέγγισαν και άκουσαν την ιστορία της.

Έδωσαν στην Nyala και στην φίλη της από $20, χρήματα που ξεπερνούν κατά πολύ το μηνιάτικό τους και όπως ήταν αναμενόμενο το μέρος κατακλύστηκε από γυναίκες και παιδιά ζητώντας τη βοήθειά τους. Έδωσαν ό,τι μπορούσαν στον καθένα και οι γυναίκες δεν σταματούσαν να τους ευγνωμονούν.

Στην ερώτηση τι θα κάνει με τα χρήματα, η Nyala απάντησε ότι θα τα χρησιμοποιήσει για την αγορά βιβλίων και μολυβιών για τα έξι παιδιά της.

Γυναίκες σαν τη Nyala και τα παιδιά της επωφελούνται από την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας της Αυστραλίας, έστω και σε μικρό βαθμό, για την εκπαίδευση ή για άλλα ζητήματα διαβίωσης.

Όπως εξομολογείται ο κ. Θεοφάνους, δεν μπορεί κάποιος να καταλάβει πραγματικά τί σημαίνει αυτή η βοήθεια για τους κατοίκους της Αιθιοπίας εάν δεν βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με τις καθημερινές αντιξοότητες γυναικών σαν την Nyala, που χρειάζονται επειγόντως ιατρική βοήθεια, που έχουν την αυτονόητη και όμως πολλές φορές ανεκπλήρωτη επιθυμία να μορφώσουν τα παιδιά τους και που παρά την απελπιστική τους κατάσταση συνεχίζουν να αγωνίζονται με δύναμη και ελπίδα.

Ο συγγραφέας συνεχίζει ερωτώμενος πώς θα μπορούσε να εξηγήσει στην Nyala το γεγονός της μείωσης της συνεισφοράς της Αυστραλίας τη στιγμή που οι περισσότεροι Αυστραλοί κερδίζουν μέσα σε μία ώρα ποσό που ισοδυναμεί με το μηνιάτικό της.

«Η αύξηση της ανθρωπιστικής συνεισφοράς δεν είναι δημοφιλής σήμερα στην Αυστραλία και γι’ αυτό μάλιστα, η Julie Bishop ελάχιστα κατακρίθηκε για την αποτυχία της να υπερασπιστεί τη μη εφαρμογή των σκληρών μειώσεων. Όμως αν υπάρχει ένα πράγμα που θα έπρεπε να πιέσουμε τους πολιτικούς να κάνουν, αυτό είναι να δεσμευθούν να αυξήσουν την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας σε αποδεκτά επίπεδα.

«Δεν είναι θέμα πολιτικής ή οικονομίας. Πρόκειται για ένα ζήτημα ηθικής και ανθρωπιάς» καταλήγει ο κ. Θεοφάνους.