ΤΙ να πρωτοθυμηθείς και τι να πρωτοξεχάσεις από τον Νίκο Κυριακόπουλο…

ΤΙ να συμπεριλάβω, δηλαδή, σε αυτά που θα γράψω και τι να αφήσω απ’ έξω…

ΔΥΣΚΟΛΟ το εγχείρημα. Τι να γράψεις για έναν κοντοχωριανό σου, τον οποίο γνώρισες, όταν ακόμα ήσουν μικρό παιδί…

ΓΙΑ έναν οικογενειακό σου φίλο και έναν άνθρωπο, που «συγκατοικήσατε» στο Lonsdale Street, 30 χρόνια και τα «λέγατε» καθημερινά…

ΚΑΤΩ από αυτές τις προϋποθέσεις, θες-δεν θες, είσαι προκατειλημμένος και μόνο καλές κουβέντες μπορείς να γράψεις…

ΚΑΙ εδώ, δεν μιλάμε για όποιον και όποιον, αλλά για τον Νικόλα. Τον αρχιτέκτονα της υπερβολής, των καλών προθέσεων και πολλών εκπληρωμένων και ανεκπλήρωτων υποσχέσεων…

ΓΙΑ μια χειμαρρώδη, εκρηκτική και πληθωρική προσωπικότητα, με αφοπλιστικό χαμόγελο και καρδιά μικρού παιδιού…

ΓΙΑ έναν άνθρωπο, που πολλά μπορεί να έλεγε, εύκολα «κατηγορίες» να απάγγελνε, ευκολότερα να τις ξεχνούσε και ποτέ -και σε κανέναν- κακία να μην κρατούσε…

Ο ατελείωτος λοιπόν και πάντα θορυβώδης Νικόλας, «έφυγε» από κοντά μας αθόρυβα, διακριτικά και γαλήνια, το περασμένο Σάββατο, δυο μέρες πριν την Πρωτομαγιά…

ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ από τους αναγνώστες, που διαβάζουν τη στήλη -και, ιδιαίτερα, αυτοί που έχουν καλή μνήμη- ενδεχομένως θυμούνται ότι πριν πέντε-έξι χρόνια, είχα δημοσιεύσει στα «Ξυράφια» μια λίστα που μου είχε στείλει ο Νικόλας, με τα ονόματα των ταξιδιωτικών πρακτόρων και των άλλων επιχειρηματιών του Lonsdale Street που είχαν μέχρι τότε πεθάνει…

ΣΤΟ συνοδευτικό σημείωμα της λίστας, μου έγραφε μεταξύ άλλων, να μην ξεχάσω να προσθέσω στη λίστα και το δικό του όνομα, μιας και ήταν από τους λίγους που είχαν απομείνει…

«ΓΡΑΨΕ κάτι, ρε μάνα μου, γιατί έτσι που πάμε, σε λίγα χρόνια δεν θα έχει μείνει κανένας που να θυμάται ποιοι πέρασαν από τον δρόμο αυτό, που κάποτε χτυπούσε η καρδιά του Ελληνισμού…

»ΚΑΙ κράτα τη λίστα», έγραφε, «για να προσθέσεις και το δικό μου όνομα, όταν θα μνημονεύεις καμιά φορά το Lonsdale Street και τους ανθρώπους που ξόδεψαν εκεί τα νιάτα τους»…

ΤΗΝ περασμένη Κυριακή το πρωί, όταν με πήρε ένας άλλος παλιός ταξιδιωτικός πράκτορας (ο Αλέκος Παπάζογλου) και μου είπε, ότι «έφυγε» ο φίλος μας ο Νικόλας, έψαξα στο γραφείο να βρω τη λίστα, αλλά, δεν την βρήκα…

ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ να χάθηκε και αυτή, στο ατακτοποίητο χαρτομάνι του «αρχείου μου» -που βρίσκεται ακόμα σε χαρτοκιβώτια- και στα τρεχάματα και τις υποχωρήσεις της καθημερινότητας…

ΤΑ ίδια «τρεχάματα» της ψυχοφθόρας και άχαρης καθημερινότητας, που μας κλέβουν τον χρόνο, δεν με άφησαν να επισκεφθώ τον Νικόλα το τελευταίο εξάμηνο…

ΤΟΥ είχα αρκετές φορές υποσχεθεί ότι θα πήγαινα να τον δω, μια και δεν μπορούσε να μετακινηθεί εύκολα και να περπατήσει και ακόμα πηγαίνω…

Ο Νίκος Κυριακόπουλος, ήταν ο φίλος, που μου είχε τηλεφωνήσει τρεις-τέσσερις φορές από την περασμένο Νοέμβριο που επέστρεψα από την Ελλάδα, να πάω οπωσδήποτε «να τα πούμε»…

ΕΙΧΑ γράψει για τα τηλεφωνήματα του Νικόλα στη στήλη, στις 6/4/2017, αναφερόμενος στο περιεχόμενο των τηλεφωνημάτων του και τους λόγους για τους οποίους γίνονταν…

«ΕΛΑ, ρε μάνα μου, εμένα δεν με κρατούν τα πόδια μου να ανέβω τις σκάλες της εφημερίδας. Θέλω να σε δω να τα πούμε. Έλα, γιατί μπορεί να πεθάνω και να μην ξανασυναντηθούμε…

»ΣΤΟ κλαμπ των ηλικιωμένων που πηγαίνω κάθε εβδομάδα, όλο και κάποιος πεθαίνει. Τηλεφώνησέ μου, ρε μάνα νου, και έλα, σε περιμένω»…

ΤΑ πιο πάνω λόγια, συνοδευόμενα πάντα από το «ρε μάνα μου» -που αποτελούσε σήμα κατατεθέν του Νικόλα- ήταν τα τελευταία που μου είπε…

ΕΠΕΙΔΗ στη ζωή, την ανάμειξη του Νικόλα σε διάφορες οργανώσεις και τη συμμετοχή του σε πολλές πρωτοβουλίες της παροικίας, αναφέρθηκε ο Τάσος Τάμης την περασμένη Δευτέρα στο «Ν.Κ.» και υποθέτω ότι θα αναφερθούν και άλλοι, λέω στη συνέχεια να φέρω σε πέρας την αποστολή που μου ανέθεσε στη λίστα που μου είχε στείλει…

ΝΑ αναφερθώ στην καρδιά του Ελληνισμού. Στο Lonsdale Street της δεκαετίας του 1970…

ΤΟΤΕ που ο αγαπημένος δρόμος του Νικόλα και ολόκληρη η παροικία βρίσκονταν στην ακμή τους και στο πρακτορείο που εργαζόταν και ο Γιώργος Φουντάς, γινόταν «το έλα να δεις» κάθε απόγευμα…

ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα, δεν λειτουργούσε μόνο ως πρακτορείο, αλλά και ως ιδεολογικό κέντρο διερχόμενων, των «δημοκρατικών δυνάμεων» της παροικίας μας…

ΕΚΕΙ κατέφευγε για να πει τον πόνο του και να υπερασπιστεί τις ιδέες του ο κάθε πικραμένος και απογοητευμένος αριστερός και ενθουσιώδης και μάχιμος ΠΑΣΟΚος…

ΚΑΙ ενώ το ΚΚΕ και το ΚΚΕ Εσωτερικού πίστευαν ότι, μετά τη διάλυση της Ένωσης Κέντρου, σήμανε η ώρα να σπάσουν τα δεσμά της απομόνωσης και των ανεμικών εκλογικών ποσοστών και όπου να ‘ναι, θα γίνουν το αντίπαλο δέος της καραμανλικής Δεξιάς, ξεπετάγεται από του πουθενά ο Ανδρέας Παπανδρέου και κλέβει την παράσταση…

ΚΑΝΕΝΑΣ από εμάς τους αριστερούς τότε, δεν πίστευε ότι το νεοσύστατο ΠΑΣΟΚ, θα είχε αυτή τη θεαματική άνοδο και θα γινόταν κυβέρνηση σε πέντε-έξι χρόνια…

ΠΟΥ να πάει του μυαλό μας ότι ο πράσινος ψευδοσοσιαλιστής, όχι μόνο θα κέρδιζε μόνος του το «ντέρμπι» κατά της παραδοσιακής και ενωμένης Δεξιάς, αλλά και ότι θα κυριαρχούσε σε ολόκληρη τη χώρα 30 σχεδόν χρόνια…

ΟΣΟ για την Αριστερά, δεν έχανε ιδεολογικά μόνο «τα αυγά και τα καλάθια» τότε σε κάθε αναμέτρηση, αλλά και την ίδια τη «μπάλα» μέσα στο γήπεδό της…

Ο Νίκος τότε, ήταν ενθουσιώδης υποστηρικτής του ΚΚΕ Εσωτερικού και οι φιλικά προσκείμενοι στο κόμμα αυτό θεωρούσαν το γραφείο του «δικό τους» χώρο…

ΕΤΣΙ συγκεντρώνονταν εκεί, έλεγαν τα δικά τους και συχνά-πυκνά μάλωναν, μιας και πάντα ήταν περισσότερες οι ιδεολογικές διαφορές που τους χώριζαν από αυτές που τους ένωναν…

ΚΑΠΩΣ έτσι είχαν τα πράγματα, μέχρι που στον ίδιο χώρο, άρχισαν να εμφανίζονται όχι μόνο οι κόκκινοι διαφωνούντες, αλλά και οι… μακρινοί συγγενείς, οι «σύντροφοι» του ΠΑΣΟΚ…

ΗΤΑΝ, δηλαδή, που ήταν «στραβό το κλίμα (από τη γέννησή του) το έφαγε και ο πράσινος γάιδαρος» και ήλθε και «έδεσε» η ήδη φορτισμένη ατμόσφαιρα…

Ο,ΤΙ λεγόταν και γινόταν στην Ελλάδα την ίδια χρονική περίοδο, μεταφερόταν στο γραφείο του Κυριακόπουλου (και του Φουντά) στο Lonsdale Street και επειδή ο χώρος ήταν μικρός, όχι μόνο κουνιόντουσαν τα… έπιπλα, αλλά ράγιζαν και τα τζάμια από την ένταση των φωνών…

ΤΗΝ ένταση της ηχορύπανσης την «ρύθμιζε» ο Νίκος με τον Πάνο Γεροντάκη. Τόσο ο ένας, όσο και ο άλλος, ήταν φωνακλάδες και εκρηκτικοί στις αντιπαραθέσεις τους και δεν τους σταματούσε τίποτα όταν άρχιζαν να φωνάζουν…

ΤΙΣ απογευματινές κυρίως ώρες και, κυρίως, μετά τις 5, στο γραφείο έδιναν το παρών τους πολλοί και διάφοροι, μεταξύ των οποίων ο Διονύσης Συκιώτης, ο Βασίλης Κεραμάς, ο Νίκος Δημόπουλος, ο Κώστας Γεωργίου, ο Θόδωρος Μπάκας με την κονκάρδα του Λένιν στο πέτο του σακακιού του…

ΤΟ ίδιο διάστημα εμφανίζονταν και κάνα-δύο άλλοι ΠΑΣΟΚοι, οι οποίοι όταν άρχισε το «Κίνημα» να παίρνει τα πάνω του έφυγαν για την Ελλάδα, όπως ο Βασίλης Κεραμάς – που ανέλαβε υπεύθυνος της προσωπικής ασφάλειας του Παπανδρέου και ο οποίος στη συνέχεια, περιέγραψε σε ένα βιβλίο του, το ερωτικό θρίλερ του Ανδρέα με την Λιάνη…

ΣΤΙΣ συζητήσεις αυτές δεν «ανέλυαν» μόνο τις ιδεολογικές κόντρες μεταξύ των δύο ΚΚΕ και αυτών με το ΠΑΣΟΚ, αλλά γίνονταν συζητήσεις και «αναλύσεις σε βάθος…» για την Κοινότητα Μελβούρνης, τον «Κοινοτικό Θεσμό», την αρθρογραφία του «Νέου Κόσμου» και όποια άλλα προβλήματα αντιμετώπιζε η παροικία μας…

ΚΑΙ αυτές, παρ’ ότι ήταν ανοιχτές στους πάντες, μιλούσαν συνήθως όσοι είχαν δυνατή φωνή και όσοι προλάβαιναν. Από καιρό σε καιρό, λάμβαναν μέρος -ήθελαν-δεν ήθελαν- και πελάτες του πρακτορείου…

ΕΚΤΟΣ από την τακτική πελατεία, πότε-πότε εμφανιζόταν και η τρόικα του «Ν.Κ.» (Γκόγκος, Πεζάρος και Μουρίκης), ο τότε πρόεδρος του «Κολοκοτρώνη» Κώστας Καρνέζης, ο Γιώργος Σαλαπάτας, όλοι επιχειρηματίες του Lonsdale Street, εκτός του Δημήτρη Καρά, καθώς και άλλοι Αρκάδες και Λάκωνες πελάτες και γνωστοί του Κυριακόπουλου και του Φουντά…

ΜΕ τον Νικόλα ήμασταν μαζί στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κοινότητας Μελβούρνης, κατά τη διάρκεια της «ταραγμένης» προεδρίας του Χρήστου Μουρίκη από το 1976 έως και τον Απρίλη του 1979…

ΕΚΕΙ και αν γινόταν πολλές φορές της «κακομοίρας», όταν ο Νίκος Κυριακόπουλος, ερχόταν σε «μετωπική» σύγκρουση με τον Θόδωρο Σιδηρόπουλο…

ΟΤΑΝ αρχίσουν οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου, του έλεγα να ηρεμήσει και να μη φωνάζει, για να τελειώνουμε και γρήγορα και εκείνος μου απαντούσε: «Σου ορκίζομαι, ρε μάνα μου, ότι δεν πρόκειται να εκνευριστώ ούτε να ξαναφωνάξω»…

ΣΕ μια συνεδρίαση και ενώ μιλούσε ο Σιδηρόπουλος ζήτησε το λόγο. Επειδή καθόταν δίπλα μου, πριν σηκωθεί του ψιθυρίζω «ήσυχα Νικόλα μη φωνάζεις». «Εντάξει ρε μάνα μου»…

ΔΕΝ πέρασε ένα λεπτό και άρχισαν να κουνιούνται οι τοίχοι από τις φωνές. Την ώρα που άρχισαν να μιλούν πια όλοι μαζί, γυρίζω και του ξαναλέω να «μη φωνάζεις» και εκείνος γυρνώντας προς εμένα μου φωνάζει ακόμα δυνατότερα: «Δεν φωνάζω εγώ, ρε μάνα μου, οι άλλοι φωνάζουν…»

ΚΑΛΟ ταξίδι… ρε μάνα μου… Τώρα πια μπορείς να φωνάζεις όσο θέλεις…