Μόλις τον έλαβα τρόμαξα. Είπα τα σχετικά κάτι σαν «δεν είναι δυνατόν, θα διαμαρτυρηθώ, δεν τους πληρώνω, ας το κόψουν, να πάνε να…» 

Μιλάω για το λογαριασμό του νερού, που, χωρίς υπερβολή, τη Λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου να γέμιζα, κάθε πρωί, λιγότερο νερό θα ξόδευα από αυτό που υποτίθεται ότι χάλασα και με καλούσαν να πληρώσω σε τακτή ημερομηνία. Δεν λέω, τα παιδιά ευγενέστατα. Πρώτα μου έριξαν ένα ευγενικό (δεν μπορώ να πω) «Μην ανησυχείτε θα στείλουμε έναν ειδικό να ελέγξει τον μετρητή και θα σας ενημερώσουμε για το πρόβλημα, αν υπάρχει, και πώς ρυθμίζεται το οικονομικό». Μετά με έπεισαν ότι ο μετρητής δουλεύει ρολόι και ότι θα πρέπει να ξέχασα ανοικτές τις βρύσες προκειμένου να νιώσω το αίσθημα εκείνο που νοιώθει κάποιος που μένει δίπλα στον Σηκουάνα. 

Δεν μπορώ να πω, τα παιδιά ήταν πολύ ευγενικά, δεν ξέχασαν να με ενημέρωσαν ότι μπορώ να πληρώσω το λογαριασμό με δόσεις. Αισθάνθηκα σαν εκείνο τον συμπατριώτη μας που όταν η Εταιρεία Υδάτων της πατρίδας, του έστειλε το 1994 λογαριασμό νερού 45.000 δραχμές, έπαθε προς στιγμήν τραλαλά, μετά διαμαρτυρήθηκε και στο τέλος τους πήγε 45.000 δραχμές σε κέρματα. Σκεφτόμουν να κάνω το ίδιο.

Ολόκληρο το ποσό θα μαζέψω κέρματα των 5 cent και θα τους τα πάω. Τους φανταζόμουν καθισμένους γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι να μετρούν τα μικρά κέρματα με τις ώρες. Μετά ξύπνησα και αγουροξυπνημένος θυμήθηκα ότι αν τα πάνε στην τράπεζα και τους τα ζυγίσει, σε πέντε λεπτά θα ξέρουν το ακριβές ποσό και θα αφήσουν τα κέρματα, θα πάρουν τα χαρτονομίσματά τους, θα με κουβαλήσουν στο γραφείο τους να μου δώσουν την απόδειξη και έζησαν αυτοί καλά κι εγώ κράτησα τη λίμνη του Μαραθώνα για να πλένω τα πόδια μου. 

Δεν ξέρω αν το έχει κάνει άλλος στην Αυστραλία, αλλά εγώ θα την… κάνω. Θα μαζέψω το ποσό σε διάφορα κέρματα (5, 10, 20 και 50 σεντς ) θα τ’ ανακατέψω και μια μικρή εκδίκηση θα είναι να τους βάλω να τα ξεχωρίσουν. Από αυτούς που ξέρω θα είμαι, ίσως, ο τρίτος που θα πληρώσει, με κέρματα, έναν μεγάλο και άδικο… λογαριασμό. 

Πρώτος ο βασιλιάς της Γαλλίας, Ερρίκος Δ’ το 1599, δεύτερος ο συμπατριώτης μας στην Αθήνα τον Δεκέμβρη του 1994 στην Εταιρία Υδάτων και τρίτος ο Κωστάκης (έτσι με λέω χαϊδευτικά) στην Εταιρία Υδάτων της Μελβούρνης, το 2017. 

Ξέρω, έχω κεντρίσει το ενδιαφέρον σας και ψοφάτε να μάθετε τι πλήρωσε ένας βασιλιάς με… κέρματα. Μα τι… άλλο. Ο Ερρίκος, πεταχτούλης, πηδηχτούλης και δεν συμμαζεύεται, παρά την κάπως (λέμε κάπως) προχωρημένη ηλικία και ξεχνώντας ότι ήταν παντρεμένος (με την Μαρία των Μεδίκων) όποια νοστιμούλα πιτσιρίκα έβλεπε, του… κτύπαγε κόκκινο. Όταν συνάντησε κάποια μικρή καλλονή, την Ερριέτα ντ’ Αντράγκ, του την έδωσε εκεί στο κούτελο και δεν μπορούσε να κοιμηθεί, να πιει και να φάει. Η Ερριέτα σπουδαγμένο κορίτσι, του έκανε πεισματάκια. Επειδή όμως ο βασιλιάς γνώριζε ότι το κλειδί για κάθε πόρτα (ακόμη και την πόρτα της ηθικής) το λένε… χρήμα, τη ρώτησε με τι ποσό θα ήταν ευχαριστημένη να του… καθίσει ή να του…ξαπλώσει στον… καναπέ. Η Ερριέτα, σαν καλό κορίτσι, ρώτησε τη μαμά της τι ποσό να ζητήσει από τον μεγαλειότατο προκειμένου να του… κάνει τη χάρη. Η μαμά, που ήξερε από αυτά μια και στα νιάτα της είχε διατελέσει ερωμένη άλλου βασιλιά, του Καρόλου Θ’, την βοήθησε να καθορίσει τη τιμή της… τιμής της. 

Η νεαρά -ή μικρά που έλεγε και ο Τάκης Γκόγκος-, ζήτησε εκατό χιλιάδες Εκιού, αρκετά δυνατό ποσό και για βασιλιά ακόμη. Ο Ερρίκος, έφυγε τρέχοντας από το Λούβρο και πήγε στον Σουλύ, τον υπουργό Οικονομικών της εποχής και του ζήτησε το… ποσό. Ο καημένος ο υπουργός προσπάθησε να του πει πως η κατάσταση δεν είναι τόσο καλή και πως παλεύει να συγκεντρώσει χρήμα προκειμένου να πληρώσει χρέη από δανεισμούς του εξωτερικού. Ο βασιλιάς το χαβά του και τελικά, με πολύ μουρμούρα, απέσπασε την υπόσχεση του Σουλύ ότι θα του τα στείλει. Ο υπουργός, για να πάρει κι’ αυτός μια μικρή εκδίκηση, του τα έστειλε σε… κέρματα και μάλιστα έδωσε εντολή να αδειάσουν τα τσουβάλια στο πάτωμα της κρεβατοκάμαρας του άνακτος. Η νεαρά πήγε με τον βασιλιά μας, πήρε τις εκατό χιλιάδες της, πήρε κι’ άλλα, κι’ άλλα, μικρά ποσά και μεγάλα και όλα είχαν πλημμυρίσει με μέλι και γάλα… 

Σκεφτόμουν ότι όταν είσαι πλούσιος και σου έρθει ένας μικρός λογαριασμός εκατομμυρίων, δεν τον πληρώνεις ούτε με κέρματα, ούτε με χαρτονομίσματα. Αν είσαι σε κάποια χαμηλή οικονομική τάξη, όπως και να έχει το πράγμα, με κέρματα, με χαρτονομίσματα, με αυγά, με καπνό ή και με δόσεις καλαμπόκι να τους δόσεις. Θα πληρώσεις.