«Περπάτησα στα αποκαΐδια του χωριού»

Ένας Γερμανός ζητά συγγνώμη

Η Ειρήνη Τσουρδαλάκη, γεννήθηκε στην Ασή Γωνιά των Χανίων μήνες μετά την αποχώρηση των Γερμανών από το νησί, όμως έκανε τα πρώτα της βήματα στα αποκαΐδια που άφησαν πίσω τους.

“Δεν έμεινε τίποτε όρθιο. Το πανέμορφο χωριό μας ήταν σωριασμένο σε ερείπια και η φτώχεια έδερνε κάθε σπιτικό. Αντί για παραμύθια τα παιδιά άκουγαν για τις θηριωδίες του κατακτητή”.

Ξεχωρίζει η ιστορία του Γερμανού που όταν δόθηκε η διαταγή να κάψουν το χωριό σε αντίποινα -γιατί κάποιος είχε χτυπήσει Γερμανό- ο στρατιώτης αρνήθηκε.

“Στο σπίτι που του είπαν να βάλει φωτιά έμενε μια χήρα θεόφτωχη με πέντε παιδιά. Με το όπλο στον κρόταφο ο ανώτερός του, τον διέταξε να το κάνει. Όπως φαίνεται ήταν κάτι που τον σημάδεψε βαθιά, αφού χρόνια αργότερα γύρισε πίσω και ζήτησε συγγνώμη από την γυναίκα”.

Ο πόλεμος είναι σκληρός κι απάνθρωπος, δεν παύουν όμως αυτοί που τον υπηρετούν να έχουν καρδιά.

Το χωριό Ασή Γωνιά των Χανίων σήμερα

Η κ. Ειρήνη Τσουρδαλάκη

Παρενθετικά, ίσως, θα πρέπει να αναφερθεί και η μαρτυρία του Νεοζηλανδού Frank Ford, που αναφέρει ο γιος του στο βιβλίο του One Man’s Battle.

“H σφαγή και από τις δύο πλευρές, φοβερή και τεράστια. Ο πατέρας μου, μου είχε διηγηθεί, την περίπτωση ενός ξανθού νεαρού αλεξιπτωτιστή που τον είχαν πυροβολήσει, όπως έπεφτε και πεσμένος δίπλα σ’ ένα δέντρο, παρακαλούσε τον πατέρα μου να τον αποτελειώσει για να μην υποφέρει άλλο. Ο πατέρας μου, τον περιποιήθηκε όπως μπορούσε, του έδωσε νερό και του πήρε το όπλο για να μην τινάξει τα μυαλά του στον αέρα. Τα γερμανικά στρατεύματα πλησίαζαν και ήταν βέβαιο ότι θα τον περιέθαλπαν.

Ήταν αυτή η προσωπική επαφή με τον αντίπαλο που έκανε τον πατέρα μου να νοιώσει βαθύτερα τη ματαιότητα του πολέμου και την άδικη απώλεια ανθρώπινου δυναμικού”.

ΟΙ ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΕΦΥΓΑΝ, ΟΙ ΠΛΗΓΕΣ ΕΜΕΙΝΑΝ

“Δεν ξεχνιούνται οι θηριωδίες, όταν αφήνουν πίσω τους αγιάτρευτες πληγές παιδί μου”, λέει η κυρία Ειρήνη.

“Οι Γερμανοί σκότωναν νέα παιδιά, ανύποπτους νεαρούς βοσκούς στα βουνά, για εκφοβισμό και αντίποινα. Στο χωριό μας ήταν πολλοί πτηνοτρόφοι και γεωργοί. Έρχονταν οι Γερμανοί και έπαιρναν τις κότες και τα αυγά, αφήνοντας οικογένειες με μικρά παιδιά να πεινάνε. Ένας θείος μου αναγκαζόταν να κατεβάζει στο πηγάδι με το καλάθι έξι αυγά για να μην τα πάρουν οι Γερμανοί και αφήσουν τα παιδιά του θεονήστικα.

Όταν έφυγαν οι Γερμανοί, άφησαν πίσω τους αποκαΐδια. Όλο το χωριό έπρεπε να ξαναχτιστεί από την αρχή. Οι άνθρωποι έπρεπε να βρουν τη δύναμη να ξεχάσουν. Δεν ήταν όμως εύκολο. Όταν χάνεις δικούς σου ανθρώπους, όταν βλέπεις εκτελέσεις ομαδικές, αθώων και σπίτια ερειπωμένα, δεν γίνεται να ξεχάσεις, έστω και αν ο εχθρός δεν είναι πια εκεί”.

Η ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ

Υπάρχει εντούτοις και η άλλη πλευρά του νομίσματος: Η δύναμη της ανθρώπινης ψυχής που αρνιέται να παραδοθεί. Θα μας τη δείξει η κ. Ειρήνη.

“Ήμουν τυχερή γιατί, έστω και παιδί, μπόρεσα να ζήσω, από την αρχή, το χτίσιμο του χωριού μου. Είχα την τύχη να δω με τα ίδια τα μάτια μου, να ορθώνονται, το ένα σπίτι μετά το άλλο, τα σπίτια των συγγενών και φίλων, τα χωράφια να πρασινίζουν και τις αυλές να λουλουδιάζουν ξανά.

Ήλθε μια μέρα που πάλι ήταν όλα σχεδόν όπως πριν. Οι άνθρωποι έμαθαν να χαμογελούν πάλι από την αρχή και να γλεντούν στα πανηγύρια τους. Οι καμπάνες να χτυπούν χαρμόσυνα σε κάθε γιορτή και τα σπίτια να μοσχοβολούν μέσα κι έξω.

Ο Κρητικός έχει πείσμα, έχει δύναμη και παλικαριά. Αυτά δε μπορεί να εξαφανίσει ούτε αυτός ο πόλεμος.

Εγώ δεν έζησα τη γερμανική κατοχή, έξησα όμως την καταστροφή που άφησε η αγριότητα του κατακτητή πίσω της. Άκουσα τις ιστορίες θηριωδίας όταν ήταν ακόμη πολύ φρέσκες στο μυαλό των συγχωριανών μου και τους είδα να περπατούν με τα μαύρα του πένθους για τους δικούς τους ανθρώπους που έχασαν.

Περπάτησα στα αποκαΐδια του χωριού μου …”, θα καταλήξει η κυρία Ειρήνη.

Με την ίδια ανάσα θα εκφράσει την περηφάνια της για τα νεαρά παιδιά της Αυστραλίας, μερικά τρίτης γενιάς, όπως ο εγγονός της Στάθης ο απόφοιτος Νομικής και χοροδιδάσκαλος για την προσήλωσή τους στις παραδόσεις τα ήθη και έθιμα της λεβεντογέννας Κρήτης.