Θα έρθω στο κυρίως θέμα του σημερινού σημειώματος αλλά θα αναφερθώ, για λίγο σε δύο θέματα που απασχόλησαν ολόκληρη την Αυστραλία και που, κατά τη γνώμη μου, υποτιμούν τη νοημοσύνη μας και δείχνουν το επίπεδό μας. 

Η πρώτη περίπτωση με δημοσιεύματα στις εφημερίδες και πολύωρες μεταδόσεις στα κανάλια και στα ραδιόφωνα αυτή του Lindt Cafe που έγινε ο χαμός με τον… ένοπλο ο οποίος είχε κρατήσει ομήρους, όσους βρήκε μέσα στο καφέ του Σίδνεϊ, επί 16 ώρες. Σκοτώθηκε ο ένοπλος (Χάρον Μονίς), ο διευθυντής του καφέ Τόρι Τζόνσον, ένα παλικάρι σαν τα κρύα νερά και στο άνθος της ηλικίας του και η δικηγόρος Κατρίνα Ντόουσον, επίσης νεοτάτη και αξιόλογο μέλος της κοινωνίας του Σίδνεϊ. 

Και έρχονται σήμερα, τρία χρόνια μετά, να μας πουν, να μας εξηγήσουν, να δικαιολογήσουν, να μας θυμίσουν το μακελειό και να μας πουν ότι έγιναν λάθη. Ευχαριστούμε πολύ, το ξέρουμε. Μας λένε ότι θα αποδοθούν ευθύνες. Ευχαριστούμε πολύ για την ενημέρωση, αλλά δεν σας πιστεύουμε. 

Μήπως μας θεωρούν ηλιθίους και δεν θέλουν να μας το πουν για να μην πληγωθούμε; 

Εκεί που αηδίασα και κινδύνευσε το τζάμι της φθηνής τηλεόρασής μου, ήταν με τις δεκάδες δημοσιογράφους και περισσότερους φωτογράφους, φωτορεπόρτερ και δεν συμμαζεύεται, που περίμεναν την Schapelle Corby. 

Θα έφευγε από την Ινδονησία και την περίμεναν με τις ώρες να εμφανιστεί. Εν τω μεταξύ, μέχρι να εμφανιστεί με τη μαύρο μερσεντές, μας την έδειχναν με το μαγιό και τα κιλά που έχει βάλει, να κάνει βόλτες στην παραλία. Μετά, με μεγάλη… θλίψη, μας ανακοίνωσαν ότι δεν κατάφεραν να την φωτογραφήσουν στην Ινδονησία και να της μιλήσουν και, τελικά, είπαν, ότι την έστησαν στο σπίτι της, στο Κουίνσλαντ, για σιγουριά. Ούτε εκεί, όμως, τα κατάφεραν γιατί το κορίτσι είναι ντροπαλό και δεν θέλει προβολή και δημοσιότητα. 

Δεν ντρεπόμαστε. Χρόνια τώρα, λιγότερο προβάλουμε φιλάνθρωπους, επιστήμονες και άλλα αξιόλογα άτομα απ’ ό,τι κάποιους εμπόρους ναρκωτικών και εγκληματίες. 

Διάβαζα ένα ενδιαφέρον δημοσίευμα από την Ελλάδα με τίτλο «Έτσι θα βάλουμε φρένο στην φυγή των νέων στο εξωτερικό». Στην εισαγωγή του δημοσιεύματος αναφέρεται: «Απογοητευτικά είναι τα στοιχεία της φυγής των νέων στο εξωτερικό, με τη μελέτη “Φυγή ανθρώπινου κεφαλαίου: Σύγχρονη τάση μετανάστευσης των Ελλήνων στα χρόνια της κρίσης”, να αναφέρει ότι από το 2008 μέχρι το 2013, σχεδόν 223 χιλιάδες νέοι, μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδος, ηλικίας 25-39 ετών έφυγαν από την Ελλάδα! Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, έδωσε στην ομιλία του με θέμα “Σύνδεση ΑΕΙ, Ερευνητικών Κέντρων και Επιχειρήσεων στην Ελλάδα: Παρόν και Μέλλον” στην Εσπερίδα της Πρωτοβουλίας για Παιδεία και Ανάπτυξη, δίνοντας τις κατευθύνσεις, που σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, μπορεί να βάλουν φρένο σε αυτή την αιμορραγία». 

Δεν θα αμφισβητήσω, σε καμία περίπτωση, τις προτάσεις του κ. Στουρνάρα στην προσπάθεια που πρέπει να γίνει για να «βάλουν φρένο σε αυτή την αιμορραγία».

Εκείνο που μπορώ να τον διαβεβαιώσω είναι ότι τα οποιαδήποτε μέτρα είναι σχεδόν αδύνατο, να φέρουν πίσω τις 223 χιλιάδες νέους που «πέταξαν» από την αγκαλιά της μάνας τους, της πατρίδας μας. Από τις χιλιάδες νέων που σκόρπισαν στις χώρες της Ευρώπης -και όχι μόνο-, έτυχε να γνωρίζω μερικές περιπτώσεις από παιδιά φίλων, γνωστών και συγγενών. Γιος φίλου μου, χειρούργος ορθοπεδικός, αφού «έφαγε», όπως είχε υποχρέωση, ένα μεγάλο διάστημα σε ένα μικρό νησί της πατρίδας μας, εκτελώντας χρέη Παθολόγου αντί του Χειρούργου που ήταν η ειδικότητά του, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη περιμένοντας τον διορισμό του σε Νοσοκομείο της πόλης, πάνω από μισό χρόνο. Ένας φίλος του από μια κάποια μικρή πόλη της Αγγλίας, τον κάλεσε να πάει να δουλέψει. Έφυγε, με βαριά καρδιά, για να πάει να δει, να το ψάξει. Λέω με βαριά καρδιά γιατί ένας πατέρας του είχε μείνει και μια παντρεμένη μικρότερη αδελφή. Η μάνα είχε πεθάνει δύο χρόνια πριν. Ο πατέρας, συνταξιούχος δάσκαλος, ήταν αυτός που έφτυσε αίμα να τον σπουδάσει. Η αδελφή, με τον άνδρα της και δίδυμα αγοράκια, πηγαινορχόταν από το μικρό διαμέρισμά της στο πατρικό της για να φροντίσει την άρρωστη μάνα, όσο ζούσε, και μέχρι πριν μερικούς μήνες να κουβαλάει ένα πιάτο φαγητό στον γέρο πατέρα, να ξεσκονίσει τον μπουφέ και να πλένει το βρόμικο πουκάμισο. Ο πατέρας, σαν μόνη έγνοια, να τηλεφωνεί να μαθαίνει τα νέα του αγοριού του. Χάρηκε και τα φύλαξε στο συρτάρι του κομοδίνου τα λεφτά που του έστειλε από την Αγγλία, ο Ηλίας του, το αγόρι του. Διορίστηκε χωρίς να είναι εμπόδιο τα με τα με ξένη προφορά Αγγλικά του. Η αξία του ως επιστήμονα, χειρούργου ορθοπεδικού, αναγνωρίστηκε. Η αμοιβή του, ο μισθός του ίδιος με των νεοπροσληφθέντων Άγγλων συναδέλφων του, στο Νοσοκομείο της πόλης. 

Δεν ξέρω κ. Στουρνάρα αν θα σταματήσει ή αν θα βάλουμε φρένο στην αιμορραγία, αλλά το «αίμα» που χάσαμε, είναι δύσκολο να το μαζέψουμε. Ο Ηλίας έμαθε ότι ο πατέρας του αρρώστησε και ήταν στο νοσοκομείο. Και σε λιγότερες από δέκα ημέρες πως ο πατέρας…. έφυγε και πάει να βρει τη γυναίκα του, τη μάνα τους. Ο Ηλίας μόλις έφτασε στο πατρικό, από την Αγγλία, οι άνθρωποι του Γραφείου Τελετών σήκωναν το φέρετρο. 

Από τις 223 χιλιάδες που έφυγαν, κύριε Στουρνάρα, λίγοι θα γυρίσουν. Κάνετε ό,τι μπορείτε μήπως βάλουμε φρένο στην αιμορραγία. Όμως είναι από τις λίγες φορές που δεν είμαι αισιόδοξος – λυπάμαι.