Στον αγώνα της επιστήμης να δραπετεύσει από το σκοτεινό κελί της δεισιδαιμονίας συναντούμε τον Ιπποκράτη (460-377 π.Χ.).  Υψώνει το ανάστημά του και χτυπά την αρχέγονη αντίληψη που λέει ότι η επιληψία και άλλα νοσήματα προκαλούνται από τους θεούς.  Στο «Περί ιερής νόσου» σύγγραμμα, διαβάζουμε:

«Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν ότι η ηδονή, η οδύνη, η οργή και η δυσθυμία προέρχονται από τον εγκέφαλο.  Με τον εγκέφαλο σκεπτόμαστε, νοούμε, βλέπουμε, ακούμε . . .».

Ακολουθεί ο άλλος περιώνυμος Έλληνας γιατρός, ο Γαληνός (128-200 μ.Χ.).  Αναφερόμενος στον Ιπποκράτη, λέει: «Για την ιερή νόσο πολλά έγραψε για να ελέγξει αυτούς που νομίζουν ότι τα νοσήματα προκαλούνται από τους θεούς.  Δεν θεωρούμε, λοιπόν, ως θεϊκό νόσημα ούτε την επιληψία ούτε τον έρωτα» («Εις το προγνωστικόν Ιπποκράτους» 18b 18).

Κι ενώ η πρώιμη ελληνική ιατρική επιστήμη αποκόπτει την επιληψία από τη θρησκεία με την ορθή διάγνωση ότι πρόκειται για διαταραχή του εγκεφάλου, έρχεται κατόπιν η νέα πίστη (ο χριστιανισμός) και την επαναφέρει, μιλώντας για «ακάθαρτο πνεύμα» (Κατά Μάρκο, 9:25).

ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ ΚΑΙ ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ

Στη διάρκεια του Μεσαίωνα απαξιώνεται ο Αρίσταρχος ο Σάμιος (310-250 π.Χ.) και το οργανωμένο ιερατείο εξακολουθεί επίμονα να υποστηρίζει ότι ο ήλιος περιστρέφεται γύρω από τη γη.  Κι ενώ ο Έλληνας αστρονόμος αποκαλύπτει ότι «την σελήνην παρά του ηλίου το φως λαμβάνειν», το ιερατείο γαντζωμένο στην Π. Διαθήκη θεωρεί το φεγγάρι αυτόφωτο «μικρό φωστήρα» (Γένεση, 1:16).

Τα πνεύματα οξύνονται όταν εμφανίζεται ο επιστήμονας Γαλιλαίος Γαλιλέι (1564-1642).  Στα 25 του διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Πίζας και αποκαλύπτει σπουδαία πράγματα γύρω από τα μαθηματικά και την αστρονομία.  Το ιερατείο περιμένει ώσπου να γίνει 75χρονος και τότε τον αναγκάζει να γονατίσει στο πάτωμα και να πει ότι έκανε λάθος: η γη δεν περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο!  (Είχα την ευτυχία να επισκεφτώ τον τάφο του στη Φλωρεντία.)

Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΑΪΝΣΤΑΪΝ

Τη βιβλιοθήκη μου κοσμεί ένα αξιανάγνωστο βιβλίο, το οποίο εμπεριέχει τα πλέον σημαντικά κείμενα του Αϊνστάϊν που θίγουν διάφορα (μη αυστηρώς επιστημονικά) θέματα.  Το βιβλίο φέρει τον τίτλο «Ideas and Opinions».  Στις σελίδες του συναντούμε τον Θεό του Αϊνστάιν.  Διαβάζουμε:

«The presence of a superior reasoning power, which is revealed in the incomprehensible universe, forms my idea of God». Δηλ. «Η παρουσία μιας υπέρτερης λογικής δύναμης, η οποία αποκαλύπτεται στο ακατάληπτο σύμπαν, σχηματίζει τη δική μου ιδέα για τον Θεό».

Άρα ο Θεός του Αϊνστάϊν, ως απρόσωπη «υπέρτερη λογική δύναμη», είναι ο θεός-Νους του Αναξαγόρα, αφού η λογική προϋποθέτει νου.  Αυτός ο Θεός ουδεμία σχέση έχει με τον ανθρωπόμορφο Θεό της Βίβλου.  Εξάλλου το ξεκαθαρίζει, λέγοντας:  «I do not believe in the God of theology».  Δηλ. «Δεν πιστεύω στο Θεό της θεολογίας».

Σχετικά με την ηθική, διαβάζουμε:  «There is nothing divine about morality; it is a purely human affair».  Δηλ. «Δεν υπάρχει τίποτε το θεϊκό αναφορικά με την ηθική.  Πρόκειται για μια καθαρά ανθρώπινη υπόθεση».  Αφού λοιπόν η ηθική δεν είναι θεόδμητη και θεόδοτη, ο Θεός του Αϊνστάϊν δεν κοιτάζει από την κλειδαρότρυπα να δει τι κάνω γυμνός στην κρεβατοκάμαρά μου.

Τέλος, για το λόγο σύγκρουσης επιστήμης και θρησκείας, ο Αϊνστάϊν λέει:  «The main source of the present day conflict between the spheres of religion and of science lies in this concept of a personal God».  Δηλ. «Η βασική αιτία της σημερινής σύγκρουσης στους χώρους θρησκείας και επιστήμης βρίσκεται στην ιδέα περί ύπαρξης προσωπικού Θεού».

ΣΧΟΛΙΑ

Ενώ η θρησκεία χωρίς την επιστήμη είναι τυφλή, η επιστήμη χωρίς τη θρησκεία δεν είναι χωλή (το τι εννοεί ο Αϊνστάϊν με τη φράση «Η επιστήμη χωρίς τη θρησκεία είναι χωλή» θα το εξηγήσουμε στο επόμενο άρθρο).  Κυνηγημένη η επιστήμη στάθηκε στα πόδια της από την εποχή του Ιπποκράτη μέχρι τον άθεο Stephen Hawking (1942-2018).  Γνωσιολογικά, η θρησκεία  δεν έχει τίποτε να εισφέρει στην επιστήμη – εξαιρώ την Ιερά Εξέταση και τους αναθεματισμούς.  Επιστήμη σημαίνει γνώση με πείραμα.  Θρησκεία σημαίνει γνώμη με θαύμα.

Σε ό,τι αφορά στο μεταφυσικό, αυτό «πορρωτάτω των αισθήσεων εστιν» (για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη).  Δεν αποτελεί καν αντικείμενο του «ειδέναι» (της γνώσης), δεδομένου ότι η αντίληψη του υπέρ-αισθητού απαιτεί υπέρ-αίσθηση, πράγμα που δεν διαθέτει ο άνθρωπος.   Ο Εμπεδοκλής το έθεσε όμορφα: «γινώσκειν τω ομοίω το όμοιον».  Συνεπώς, για να γνωρίσουμε το μεταφυσικό χρειαζόμαστε εργαλείο μεταφυσικό.  Το έχουμε;  Όχι.

Εδώ ίσως κάποιος αντιτείνει: Ο άνθρωπος συλλαμβάνει το μεταφυσικό ως «ιδεατό».  Απαντώ:  Δεν το συλλαμβάνει: το πλάθει με φυσικό ζυμάρι.  Παίρνει γυναίκα και ψάρι και πλάθει «γοργόνα».  Παίρνει άνθρωπο και ορνίθι και πλάθει «άγγελο».  Υπάρχουν άγγελοι;  Ναι, χορεύουν στη μυαλοθήκη μας.

Κι ενώ στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους η λέξη «μεταφυσικό» είναι άγνωστη, έρχεται ο Δρ. Γιάννης Βασιλακάκος και δηλώνει: «. . . δεν νοείται ύπαρξη του φυσικού χωρίς το αντίστοιχο μεταφυσικό στοιχείο.  Το ένα προϋποθέτει το άλλο» («Ν.Κ.» 19.4.2018).  Δηλ. δεν νοείται ύπαρξη του φυσικού ελέφαντα χωρίς το αντίστοιχο μεταφυσικό του στοιχείο.  Ο ένας ελέφαντας προϋποθέτει τον άλλον!

Εάν οι έννοιες «φυσικό» και «μεταφυσικό» είχαν εξ αρχής σαφώς ορισθεί, αυτή η ανοησία δεν θα ανέκυπτε.