ΠΛΟΕΣ: Η επέτειος της 25ετίας ενός εικαστικού θεσμού μέσα από τα έργα ενός εμβληματικού ζωγράφου

Γιάννης Τσαρούχης 1910-1989: στην Άνδρο τα 30χρονα της ανεξίτηλης του μνήμης

Το Σάββατο 27 Ιουλίου και στις 8 μ.μ. ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπιος Παυλόπουλος, θα εγκαινιάσει μια διπλή επετειακή πολιτισμική εκδήλωση στο Ίδρυμα Πέτρου και Μαρίκας Κυδωνιέως της Άνδρου. Η εκδήλωση αφορά την αντιπροσωπευτική έκθεση 91 έργων του Γιάννη Τσαρούχη (34 πρωτοτύπων και 57 «πολλαπλών») καθώς πραγματοποιείται με τη συνεργασία του Ιδρύματος Γιάννη Τσαρούχη και της Συλλογής Δημήτρη Τσίτουρα.

Με την κατάλληλα υποβλητική μετασκευή των χώρων του Ιδρύματος Π. & Μ. Κυδωνιέως, σε ένα είδος παρεμβατικής θεατρικής σκηνογραφίας, προκειμένου ταιριαστά να υποδεχθεί και να πλαισιώσει τα προσεκτικά επιλεγέντα και δανεισθέντα έργα, η έκθεση αυτή του Γιάννη Τσαρούχη πάνω από όλα στοχεύει στη μεταφορά του θεατή από παθητικό αποδέκτη των έργων του σε συμμέτοχο παράγοντα. Ο θεατής, μέσα από έπιπλα και αντικείμενα εποχής, μυείται στο ύφος, στην αισθητική και στην πνευματική ατμόσφαιρα που φώτισε με τα έργα του ο μεγάλος εκείνος δημιουργός. Γι’ αυτό και η ανεξίτηλη μνήμη του τιμάται υποδειγματικά εφέτος στην Άνδρο, 30 χρόνια μετά την απώλειά του.


Παράλληλα, στο Ίδρυμα Π. & Μ. Κυδωνιέως γιορτάζεται εφέτος και η επέτειος των 25 χρόνων του εικαστικού θεσμού ΠΛΟΕΣ που κάθε καλοκαίρι οι χώροι του τον φιλοξενούν. Πρόκειται για μια ερευνητική, πνευματική κι αισθητική, αλλά και πολύχρονη εργασία, τους άξονες και το περιεχόμενο της οποίας -με έργα κι επιλογές, με τρόπους παρουσίασης, επιμέλειας κι ανάδειξης των εικαστικών προβληματισμών τους- έχει διαμορφώσει η Ιστορικός Τέχνης & Θεωρίας του Πολιτισμού (ΕΚΠΑ) κ. Αθηνά Σχινά, η οποία έχει εξαρχής ονοματοδοτήσει και τον θεσμό αυτόν.

Οι ΠΛΟΕΣ, στην αλληγορική τους διάσταση περιλαμβάνουν εκφραστικές εκδοχές της πολύ παρεξηγημένης σήμερα έννοιας των «ρεαλισμών», όπως διαπιστώνει κανείς μέσα από τις σπουδαίες κατά τα άλλα κατακτήσεις της μεταπολεμικής μας τέχνης. Οι εκθέσεις που οι ΠΛΟΕΣ παρουσιάζουν, στοχεύουν αφενός στην αποκέντρωση και στην υπεύθυνη πολιτισμική πληροφόρηση, αφετέρου στην παροχή κινήτρων στους θεατές, προκειμένου εκείνοι να εμβαθύνουν γύρω από τις έννοιες και τις σύγχρονες τροπές της «εικονοποίησης». Κύριο μέλημα ήταν και συνεχίζει ωστόσο να είναι η απαγκίστρωση από προκαταλήψεις και στεγανά ή περιττές διακρίσεις, σχετικά με υποτιθέμενους «συντηρητισμούς» και «πρωτοπορίες», που τείνουν να καλύψουν με ιδεολογήματα τον χώρο της τέχνης.

ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΕ ΤΟΥΣ «ΠΛΟΕΣ», ΦΥΣΙΚΑ, ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…
Παρότι ο Τσαρούχης ανήκει στη γενιά του ’30, έχει με διαφορετικούς τρόπους εμπνεύσει κι εμμέσως επηρεάσει όλες τις κατοπινές μέχρι τις μέρες μας γενιές. Και βέβαια τις μεταπολεμικές. Αυτός ήταν άλλωστε κι ο ουσιαστικός λόγος που εφέτος παρουσιάζεται στο κοινό αυτή η κομβικής σημασίας έκθεση, με αντιπροσωπευτικά έργα του.
Ο Γιάννης Τσαρούχης θεωρείται κλασικός στο είδος του, γιατί δεν μιμήθηκε κανέναν. Δεν ενδιαφερόταν εντυπωσιοθηρικά να πρωτοτυπήσει, ούτε να γίνει ακόλουθος κάποιας τάσης ή πρωτοπορίας. Συνόψισε και εικαστικά απέδωσε, με έμπνευση κι αισθαντικότητα, με ποιητικό οίστρο κι ελεγειακό τόνο, αλλά και περισσή επιδεξιότητα, πολλές από τις όψεις, τις πολιτισμικές συνδηλώσεις και την υφολογία που άντλησε από σύγχρονες αστικολαϊκές παραμέτρους του νεοελληνικού μας βίου. Παράλληλα ο Γ. Τσαρούχης εμπνεύστηκε από τον Cezanne, τον Matisse, την αρχαιοελληνική παρακαταθήκη, την βυζαντινή επίσης, όπως κι από το θέατρο σκιών, τον νεοκλασικισμό και την λαϊκή τέχνη. Γεφύρωσε δηλαδή τη Δύση με την Ανατολή, τις αντιπαραθέσεις με τις παράδοξες ισορροπίες, τον ρεαλισμό με τη φαντασιακή παράμετρο, το θέατρο με την πραγματικότητα, τον έρωτα με το όνειρο, το πάθος με τη λύτρωση, την αναχώρηση με την προσμονή, την οικειότητα με το αίνιγμα, τη δέσμευση με την ελευθερία, τη διάψευση με την ουτοπία, την καθημερινότητα με την υπέρβαση και φυσικά το παρελθόν με το παρόν.

Ο Γιάννης Τσαρούχης, χωρίς να ενδίδει αβασάνιστα σε ευκολίες, είχε αποφασίσει να χρησιμοποιήσει τη λιθογραφία και τη μεταξοτυπία, αντιμετωπίζοντας ωστόσο το κάθε παραγόμενο έργο του ως πρωτότυπο κάθε φορά. Επέλεγε αρχικά από όλο το φάσμα των έργων του, με ποιες συγκεκριμένες εικαστικές του συνθέσεις και με ποια θέματα ήθελε, πιο ουσιαστικά και άμεσα, να επικοινωνήσει με τους θεατές του. Παρακολουθούσε και δημιουργικά παρενέβαινε σε όλα τα στάδια της διαδικασίας παραγωγής των αριθμητικά περιορισμένων «πολλαπλών» του (για να τα ελέγχει μη τυχόν και αλλοιωθούν), αλλάζοντας με επιμονή και εντυπωσιακή σπουδή τις τονικότητες των χρωμάτων του, έτσι ώστε να πλησιάσουν αυτά τις επιδιωκόμενες κάθε φορά τονικές ισορροπίες. Και όχι μόνον. Υπάρχουν «πολλαπλά» του έργα, στα οποία -με βάση τη ζωντανή μαρτυρία των τεχνιτών που παρακολουθούσαν τη δουλειά του- είχε κάνει από 72 μέχρι και 86 παρεμβάσεις σε κάποιες του συνθέσεις, προκειμένου να δώσει στους αποδέκτες του, ένα άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα. Από αυτή την άποψη, τα «πολλαπλά» του θεωρούνται αυτόνομα έργα, με τη δική του αισθητική εντελέχεια το καθένα.