Δημόσια εξομολόγηση: Το «βάπτισμα του πυρός» στη φοιτητική μου ζωή ήταν η Φιλοσοφία της Θρησκείας (Philosophy of Religion). Βέβαια, με «περιτύλιξαν» μετά κι άλλοι κλάδοι της Φιλοσοφίας και της Ιστορίας. Όμως αυτό που πάντα με γοήτευε ήταν η πορεία: από τη θαλπωρή τής πίστης, στην παγωνιά της λογικής. Από τη γνώμη, στη γνώση. Να γιατί συχνά σας ενοχλώ με θέματα θρησκευτικού ενδιαφέροντος.

Το ξέρω, οι μέρες που έρχονται φέρνουν πολλές και σημαντικές θρησκευτικές γιορτές. Ειλικρινά, τις σέβομαι όλες. Δεν έχω καμία πρόθεση να προκαλέσω, παρά μόνο να προσκαλέσω και να παρακαλέσω τον φιλομαθή (αλλά και οψιμαθή) Αναγνώστη, τον «φιλούντα λόγους και σπουδάζοντα περί παιδείαν» φίλο και φίλη, να παρακολουθήσει την ιστορία των ιδεών. Αυτό μόνο.

Η ΛΕΞΗ «ΘΡΗΣΚΕΙΑ»
«Θρησκεία» είναι μια λέξη που κάποτε ο βιογράφος Πλούταρχος (π. 50-120 μ.Χ.) επιχείρησε να ετυμολογήσει, δηλ. να βρει τη ρίζα της (το «έτυμο»). Βιογραφώντας τον Μ. Αλέξανδρο, μιλά για τις γυναίκες, που από τα αρχαία χρόνια («εκ του πάνυ παλαιού») επιδίδονταν στα Ορφικά και Διονυσιακά όργια.

Οι γυναίκες, λέει ο Πλούταρχος, που οι Μακεδόνες τις επονόμαζαν «Κλώδωνες» (παρθένες που οργιάζουν) και «Μιμαλλόνες» (αυτές που μιμούνται τους άνδρες), έκαναν πολλά όργια, όμοια με αυτά που έκαναν οι Ηδωνίδες γυναίκες και αυτές που ζούσαν γύρω από την περιοχή τού Αίμου, δηλ. οι Θράκισσες («Θρήσσαις»).

Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Πλούταρχο, από τις «Θρήσσαις» (τις αρχαίες Θράκισσες) προέκυψε το ρήμα «θρησκεύω» («το θρησκεύειν όνομα»), που παραπέμπει σε περίεργες οργιαστικές ιερουργίες. Σ’ αυτές τις ιερουργίες ήταν μυημένη και η μάνα του Μ. Αλέξανδρου, η Ολυμπιάδα («Αλέξανδρος» 2).

Η ΓΑΛΑΚΤΟΤΡΟΦΟΥΣΑ

Φέτος, καταμεσής του ελλαδικού καλοκαιριού, ανασκελωμένος στη βεράντα του διαμερίσματός μου στην Αθήνα, καθώς ξεφύλλιζα έναν μεγαλόσχημο, σκληρόδετο και πολυτελή τόμο με περιεχόμενο ιστορικο-αρχαιολογικό, πέφτω πάνω στην εικόνα που βλέπετε.

Όχι, δεν είναι η Παναγία η Γαλακτοτροφούσα (που τρέφει με γάλα τον Χριστό): είναι μια άλλη προγενέστερη «Θεοτόκος»: η αιγυπτιακή θεά Ίσιδα. Στην αγκαλιά της κρατά τρυφερά το γιο της, τον Αρποκράτη (ή Ώρο), ενώ με τον δεξί της χέρι προτείνει τον αριστερό ακάλυπτο μαστό της. Ο Αρποκράτης, με το δάχτυλο στα χείλη του, μας κάνει νόημα να σιωπήσουμε! («τω στόματι τον δάκτυλον έχει προσκείμενον εχεμυθίας και σιωπής σύμβολον», λέει ο Πλούταρχος).

Εδώ έχουμε μια τοιχογραφία του 4ου μ.Χ. αιώνα, που βρέθηκε στην αρχαία αγροτική αιγυπτιακή κωμόπολη Καρανίδα, ιδρυμένη από τον Πτολεμαίο Β’ τον Φιλάδελφο (308/9-246 π.Χ.).

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΘΕΟΤΗΤΩΝ

Η ανεξιθρησκεία των αρχαίων Ελλήνων επέτρεπε την εισαγωγή νέων θεοτήτων στην Ελλάδα από διάφορα μέρη (κυρίως από την Αίγυπτο). Έτσι, κατά την ελληνιστική περίοδο, καταφθάνει στην Ελλάδα όχι μόνο ο Σέραπις (ή Σάραπις), που λατρευόταν ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη, αλλά και η Ίσιδα.

Αν ποτέ επισκεφτείτε τη Δήλο (βρέθηκα εκεί τρεις φορές, ξεναγώντας εγγονές και εγγόνια!), ρίξτε μια ματιά στο ναό της Ίσιδας. Σώθηκε σχεδόν ολόκληρη η πρόσοψη – δωρικοί κίονες, επιστήλια, τρίγλυφα, μετόπες, ολόκληρο το αέτωμα με το αριστερό ακρωτήριο. Σώθηκε και ο βωμός της θεάς.

Ο καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Μιχάλης Τιβέριος, δεν διστάζει ν’ αποκαλέσει την Ίσιδα «Παναγία του αρχαίου κόσμου» (Το Βήμα, 24//11/2008).

Πραγματικά, υπάρχουν αξιοπρόσεκτες ομοιότητες. Κατά μία παράδοση, η Ίσιδα, όπως και η Παναγία, ήταν παρθένος και συνέλαβε τον μοναχογιό της χωρίς τη συνδρομή κάποιου «γαμέτη». Έκανε πολλά θαύματα, θεράπευε νοσήματα και ως εκ τούτου της αποδόθηκαν επίθετα, όπως: «επήκοος» (εισακούει ικεσίες), «σώτειρα» (σώζει ανθρώπους), «παντοκράτειρα», «βασίλισσα του ουρανού» κ.ά.

Οι άνθρωποι, που θεραπεύονταν ή σώζονταν από την Ίσιδα, έπρεπε να γνωστοποιούν δημόσια το γεγονός, απαγγέλοντας εγκώμιο («αρεταλογία») προς τιμήν της. Παρόμοιες αρεταλογίες έχουμε και προς τιμήν της Θεοτόκου, όπως λ.χ. τον «Ακάθιστο Ύμνο» (μόνο που εδώ ο Ρωμανός ο Μελωδός βρήκε ευκαιρία να επιτεθεί στην ελληνική φιλοσοφία: «Χαίρε, φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα» κλπ.).

ΑΙΩΝΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ…

Όταν οι πρώιμοι χριστιανοί ξεπέρασαν το πρόβλημα της απαγόρευσης απεικόνισης θεϊκών προσώπων –η απαγόρευση είχε ως βάση την αποφυγή «ειδωλολατρικών» πρακτικών– η ως άνω απεικόνιση της Ίσιδας αποτέλεσε το πρότυπο για την αντίστοιχη απεικόνιση της Παναγίας Γαλακτοτροφούσας.

Η ιδέα για μια τέτοια τολμηρή απεικόνιση της Θεοτόκου, ως θηλάζουσας μητέρας, έχοντας μάλιστα ακάλυπτο τον μαστό της, ίσως προήλθε από το σχετικό εδάφιο του Ευαγγελιστή Λουκά, που λέει για τον Χριστό: «Μακαρία η κοιλία η βαστάζουσά σε και μαστοί ους εθήλασας» (11:27).

Η Παναγία Γαλακτοτροφούσα υπάρχει σε διάφορες παραλλαγές. Σε κάποιες τη βλέπουμε να προσφέρει στον μικρό Ιησού τον αριστερό της μαστό με το δεξί της χέρι (όπως στο πρότυπο της Ίσιδας), ενώ σε άλλες τη βλέπουμε να προσφέρει τον δεξί μαστό της με το αριστερό χέρι. Αυτός ο τύπος απεικόνισης σε φορητή εικόνα υπάρχει σε σερβικό κελί των Καρυών, στο Άγιο Όρος.

Τέλος, στα περίχωρα της πόλης της Αίγινας υπάρχει ένας πολύ μικρός ναός (6,33Χ4 μ. εξωτερικά) των Αγίων Θεοδώρων. Στις τοιχογραφίες του, που ανάγονται στον 13ο αιώνα, βλέπει κανείς την Παναγία Γαλακτοτροφούσα να θηλάζει με τον δεξί ακάλυπτο μαστό της τον ολόσωμα σπαργανωμένο Χριστό.

Αυτά για τις δύο παρθένες Γαλακτοτροφούσες – Ίσιδας και Μαρίας.