Όπως ανέφερα την περασμένη εβδομάδα, το θέατρο στην Αθήνα, όπως αντιπροσωπευόταν από τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη, έφτασε στο απόγειό του κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ.

Στο πλαίσιο της ελληνικής ιστορίας ο 5ος π.Χ. αιώνας έχει χαρακτηρισθεί ως ο «χρυσούς αιώνας» της αρχαιότητας, λόγω των επιτευγμάτων υψηλού επιπέδου σε ένα πολύ ευρύ τομέα πολιτισμικών δραστηριοτήτων κατά τη διάρκεια της αθηναϊκής δημοκρατίας, κύριος εκφραστής της οποίος ήταν ο Περικλής. Τα επιτεύγματα εκείνα επηρέασαν καθοριστικά τον Δυτικό πολιτισμό στην εξελικτική του πορεία ανά τους αιώνες.

Εκτός από τον αρχικό θρησκευτικό ρόλο του δράματος, καθώς συνδεόταν με τον θεό Διόνυσο, η αθηναϊκή πολιτεία αναγνώριζε και τον ψυχαγωγικό, παιδαγωγικό, ηθικοπλαστικό και πολιτικό του ρόλο. Στην περίπτωση των τραγωδιών, παρακολουθώντας τις πράξεις των κυρίων προσώπων, οι θεατές συνειδητοποιούσαν τις συνέπειες που προκύπτουν από την αλαζονεία και την υπερβολή σε προσωπικό επίπεδο, καθώς και από την υπεροψία των πολιτικών αρχηγών που ταύτιζαν το πρόσωπό τους με το πολίτευμα, εκτρεπόμενοι έτσι σε πράξεις απολυταρχικές και τυραννικές.

Η πολιτεία, από την πλευρά της, αναγνωρίζοντας την αισθητική και παιδαγωγική αξία του ελληνικού δράματος, παράλληλα με το θρησκευτικό τελετουργικό του χαρακτήρα, είχε καθιερώσει τα «θεωρικά», δηλαδή το αντίτιμο του εισιτηρίου που δινόταν στους άπορους Αθηναίους, για να μπορέσουν να παρακολουθήσουν τις θεατρικές παραστάσεις, οι οποίες γίνονταν την άνοιξη, και κρατούσαν τρεις ημέρες.

Διαπιστώνουμε από αυτό πως το αρχαίο δράμα στην Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα δεν ήταν μόνο μια μορφή τέχνης με αποκλειστικά ψυχαγωγικούς στόχους, αλλά και ένας κοινωνικός θεσμός που αποσκοπούσε στην καλλιέργεια των δημοκρατικών ιδεωδών, και στο συναίσθημα ότι τα συμφέροντα των πολιτών και η προάσπιση της πολιτείας σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα συμπίπτουν.

Επιπλέον, δεδομένου ότι στην Αθήνα κατά την περίοδο εκείνη δεν υπήρχε συστηματική δημόσια παιδεία, με την έννοια που την εννοούμε σήμερα, οι Αθηναίοι που δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια να προσφεύγουν στους σοφιστές που έκαμναν και το δάσκαλο επί πληρωμή, την στοιχειώδη τους εκπαίδευση την αποκτούσαν με τη συμμετοχή τους στην Εκκλησία του Δήμου, στη Βουλή, στα Δικαστήρια και στο θέατρο.

Με τη δυνατότητα που η αθηναϊκή δημοκρατία έδινε στους Αθηαίους πολίτες για άμεση συμμετοχή στην Εκκλησία του Δήμου, στα δικαστήρια και στο σώμα της εκτελεστικής εξουσίας, το αρχαίο δράμα με την αντιπαράθεση των ιδεών που πρόβαλλε, και με την κριτική σκέψη που ενθάρρυνε, συμπλήρωνε τους δημόσιους δημοκρατικούς θεσμούς στην καλλιέργεια μιας συνείδησης συλλογικότητας, απαρτιζόμενη από άτομα με έντονα ανεξάρτητη προσωπικότητα. Και αυτό καθιστούσε την αθηναϊκή δημοκρατία τόσο διαφορετική από την Σπάρτη, η οποία απαιτούσε την πνευματική και πολιτική ομοιομορφία των πολιτών της.

Μέσα σε αυτό το κλίμα δημιούργησαν τα έργα τους οι τρεις μεγάλοι δραματικοί ποιητές, Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης. Λέω ποιητές, και όχι απλώς θεατρικοί συγγραφείς, γιατί οι τραγωδίες ήταν μια νέα μορφή ποίησης για την εποχή τους, μετά την επική και τη λυρική ποίηση.

Η δραματική ποίηση του 5ου π.Χ., με τα δύο είδη που την απάρτιζαν, την τραγωδία και το σατυρικό δράμα – η κωμωδία αναπτύχθηκε αργότερα – υπήρξε η συνέχεια του Διθυράμβου που είχε καλλιεργήσει ο Θέσπης κατά τον 6ο π.Χ. αιώνα. Βέβαια οι τρεις προαναφερμένοι δραματικοί ποιητές εισήγαγαν πολλές καινοτομίες, μέχρι που το αρχαίο δράμα πήρε τη μορφή που παρατηρούμε στα διασωθέντα έργα.

Εκτός από τις καινοτομίες που επέφερε καθένας από τους τρεις δραματικούς ποιητές, στα έργα ενός εκάστου παρατηρούνται ιδιομορφίες που τα διαφοροποιούν από τα έργα των άλλων στη δομή, στη θεματολογία και στην αναπαράσταση των κυρίων προσώπων.

Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΩΝ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΟΥ 5ΟΥ Π.Χ. ΑΙΩΝΑ

Το γεγονός ότι το αθηναϊκό θέατρο ήταν ενταγμένο στις δημόσιες εορτές της αθηναϊκής δημοκρατίας, σκοπός των οποίων ήταν η παροχή αναψυχής υψηλής στάθμης στους Αθηναίους, πιστοποιεί τη σημασία που η αθηναϊκή δημοκρατία απέδιδε στο θέατρο, και συγκεκριμένα στο δράμα.

Είναι άκρως ενδιαφέρουσα η διαπίστωση ότι η βαθμιαία διαμόρφωση του θεάτρου, και οι μετασχηματισμοί που έγιναν στα δύο είδη του αθηναϊκού δράματος (τραγωδία και σατυρικό δράμα), αλλά στην κωμωδία, κατά τη διάρκεια του 5ου π.Χ. αιώνα, συνέπεσαν με την πορεία που είχε ακολουθήσει η αθηναϊκή δημοκρατία. Ως εκ τούτου, μπορούμε βάσιμα να πούμε πως μεταξύ του αρχαίου δράματος και της αθηναϊκής δημοκρατίας υπήρχε μια αιτιώδης σχέση*.

Για τους παραπάνω λόγους θα ήταν παραπλανητικό αν τις θεατρικές παραστάσεις στην Αθήνα τις χαρακτηρίζαμε απλώς ως ένα καλλιτεχνικό γεγονός. Όλες οι ενδείξεις τείνουν προς την εξαγωγή του συμπεράσματος ότι το αθηναϊκό θέατρο είχε πρωτίστως κοινωνικούς και πολιτικούς στόχους, και δευτερευόντως ψυχαγωγικούς.
Στον «Επιτάφιο Λόγο», όπως έχει καταχωρηθεί στην ιστορία του Θουκυδίδη «Πελοποννησιακός Πόλεμος», ο Περικλής είπε τα ακόλουθα για τις δημόσιες εορτές στην Αθήνα:
«Ωστόσο και από τους κόπους πάρα πολλά μέσα βρήκαμε για πνευματική ανάπαυση, με την καθιέρωση εορτών καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου…», «Περικλέους Επιτάφιος», Κεφάλαιο 38.

Παράλληλα με την πνευματική ανάπαυση το αρχαίο θέατρο παρείχε στους Αθηναίους πολιτική παιδεία και ηθική διδαχή, και συνέβαλε στην καλλιέργεια του συναισθήματος της συλλογικότητας και στην ενίσχυση του πολιτικού τους φρονήματος.

Μια άλλη δημοκρατική διαδικασία που σχετιζόταν με το αρχαίο δράμα ήταν ότι οι δραματικοί ποιητές έπρεπε να υποβάλλουν τα έργα τους – μια τετραλογία ο καθένας, απαρτιζόμενη από τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα – σε μια επιτροπή απαρτιζόμενη από Αθηναίους πολίτες, η οποία θα ενέκρινε τρεις τετραλογίες, μια για κάθε μια από τις τρεις ημέρες των θεατρικών παραστάσεων.

Τα έξοδα για κάθε τετραλογία τα αναλάμβαναν τρεις πλούσιοι Αθηναίοι, οι «χορηγοί», όπως τους αποκαλούσαν. Αυτή ήταν μια από τις υποχρεώσεις που αναλάμβαναν οι πλούσιοι Αθηναίοι προς το λαό. Η πολιτεία, από την πλευρά της, πλήρωνε τα θεωρικά, δηλαδή τα εισιτήρια για τους άπορους πολίτες.

Τι πιο δημοκρατικό αυτό! Όλοι οι Αθηναίοι είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τις θεατρικές παραστάσεις, και να ωφεληθούν από τα ηθικοπλαστικά τους μηνύματα. Παράλληλα, οι περισσότερες τραγωδίες ενδυνάμωναν τα δημοκρατικά φρονήματα των πολιτών, διασφαλίζοντας έτσι τη διατήρηση της αθηναϊκής δημοκρατίας, η οποία με τη σειρά της έδωσε στην ανθρωπότητα λογοτεχνικά, φιλοσοφικά, αρχιτεκτονικά και καλλιτεχνικά έργα απαράμιλλου πνεύματος και ασύγκριτης τέχνης.
Οι Αθηναίοι του 5ου π.Χ. αιώνα είχαν κάνει πράξη το ρητό «ευ ζην».

Η ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΔΡΑΜΑΤΟΣ

Τα παραπάνω ισχύουν ιδιαίτερα για τις τραγωδίες, τις οποίες οι τρεις μεγάλοι δραματικοί ποιητές – Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης – είχαν καταστήσει θέατρο ιδεών, με τους διαλόγους, τις αντιπαραθέσεις συγκρουόμενων απόψεων, και όχι απλές αναπαραστάσεις από την καθημερινή ζωή, και αναμηρυκασμό κοινοτοπιών.
Ίσως να αποτελεί πρωτιά στην παγκόσμια λογοτεχνία το ότι το αθηναϊκό δράμα, από θρησκευτική τελετουργία που ήταν αρχικά, ανελίχθηκε σε μέσο για τη συζήτηση κοινωνικών, πολιτικών και ηθικών θεμάτων, χωρίς να διακόψει τη σχέση του με τον παραδοσιακό μύθο, και μέσα από τα θρησκευτικά συμφραζόμενα οδηγούσε σε φιλοσοφικούς στοχασμούς, και όχι σε μεταφυσικούς διαλογισμούς.

Ανακεφαλαιώνοντας θα έλεγα πως το θέατρο στα χρόνια της ακμής της αθηναϊκής δημοκρατίας έφτασε στα υψηλότερα επίπεδα καλλιτεχνικής έκφρασης, και αναγνωρίσθηκε από την πολιτεία ως θεσμός που προωθούσε τα δημοκρατικά ιδεώδη, και από τους πολίτες ως μέσο ψυχαγωγίας, αλλά με κοινωνικές, ηθικοπλαστικές και εκπαιδευτικές προεκτάσεις.

Ως θεατής, ο Αθηναίος πολίτης δεν αποτελούσε παθητικό δέκτη, αλλά συμμετείχε στα διαδραματιζόμενα στη σκηνή, βρισκόταν συνεχώς αντιμέτωπος με τα διλήμματα των πρωταγωνιστών, αποκτούσε συνείδηση της συλλογικότητας και της αναγκαιότητας. Τα μεγάλα πολιτειακά ζητήματα τα αντιμετώπιζε με ομοθυμία με τους συμπολίτες του, και με σεβασμό στις αποφάσεις της Εκκλησίας του Δήμου.

Το αρχαίο δράμα έφθασε στο σημείο της απόλυτης ταύτισης με τη συλλογική συνείδηση των Αθηναίων, με μία σχέση αλληλεπίδρασης. Επιπλέον, μέσα από την πλοκή των διαφόρων τραγωδιών οι Αθηναίοι προετοιμάζονταν για τις λήψεις αποφάσεων στις συναθροίσεις της Εκκλησίας του Δήμου, και στις διαβουλεύσεις των δικαστηρίων, αφού οι πολιτειακοί αυτοί θεσμοί λειτουργούσαν με την άμεση συμμετοχή των πολιτών.

Θα κλείσω το σημερινό άρθρο με αποσπάσματα από την τραγωδία του Ευριπίδη «Ικέτιδες»:
«Ελεύθερη είναι η πόλη μας, δεν είναι στο χέρι του ενός. Ο λαός κυρίαρχος, δίνει την αρχή σε πολίτες για ένα χρόνο. Προνόμιο δεν υπάρχει για τον πλούσιο. Δικαιώματα έχει τα ίδια κι ο φτωχός.

{…} Κι όπου ο λαός ελεύθερος είναι, βλέπει με χαρά του ν’ ακμάζουν παλικάρια. Μα ο βασιλιάς μισεί ένα τέτοιο πράγμα, κι όπου έξυπνος κι αντρείος, τον εξολοθρεύει, γιατί τρέμει τον θρόνο του μη χάσει».
Μακάρι τα σύγχρονα δημοκρατικά καθεστώτα να αντανακλούσαν τις παραπάνω αξίες.

Σημείωση
*Αιτιώδης σχέση. Η σχέση αιτίας και αποτελέσματος ανάμεσα σε δύο συμβάντα ή σειρές συμβάντων.