Τον Μάιο του 1915, ο Mangasar Murguditch Mangasarian έδωσε δημόσια ομιλία στο Σικάγο των ΗΠΑ, με θέμα «Το μαρτύριο της Υπατίας». Μεταφέρω εδώ (σε ελεύθερη μετάφραση) τα κυριότερα σημεία της ομιλίας του. Πρώτα όμως να θυμίσουμε ότι τα γεγονότα εκτυλίσσονται στην πλούσια πόλη της Αλεξάνδρειας, τα όρια της οποίας είχε περιχαράξει το 331 π.Χ. ο Μ. Αλέξανδρος με «άλφιτα» (κριθαρένιο αλεύρι): «άλφιτα… ο βασιλεύς υφηγείτο, και το κύκλον ούτω περιγραφήναι του περιτειχισμού όντινα τη πόλει εποίει» (Αρριανός, «Ανάβασις Αλεξάνδρου», 3.2).

Εκτός από την περίφημη βιβλιοθήκη, που τα ράφια της φιλοξενούσαν σκέτο χρυσάφι, στην Αλεξάνδρεια υπήρχε και ο καταπληκτικός ναός του Σέραπι, ο οποίος μόνο με τον ναό του Διός στη Ρώμη και με τον Παρθενώνα στην Αθήνα μπορούσε να συγκριθεί. Είχε κτιστεί πάνω σε τεχνητό λόφο, με 100 σκαλοπάτια ύψος. Τον Σέραπι έφερε στην Αλεξάνδρεια από τη Σινόπη του Εύξεινου Πόντου ο Πτολεμαίος.

H ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Ο Χριστιανισμός, έχοντας πλέον το πάνω χέρι στην Αλεξάνδρεια, έβαλε ως στόχο την καταστροφή δύο βασικών μνημείων τού τότε πανίσχυρου πολυθεϊσμού: τη βιβλιοθήκη και τον ναό τού Σέραπι. Την εποχή εκείνη αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Θεοδόσιος, ο οποίος έδωσε το πράσινο φως.

Ο επίσκοπος Θεόφιλος, μ’ έναν σταυρό στο χέρι και με συνοδεία μοναχών, ανέβηκε στο ναό του Σέραπι και άρχισε να κατεδαφίζει τους κίονες. Όταν οι μοναχοί αντίκρυσαν το κολοσσιαίο άγαλμα του θεού, πάγωσαν. Ένας στρατιώτης, μ’ ένα βαρύ τσεκούρι στο χέρι, δίσταζε να χτυπήσει τον θεό. Άραγε θα ανεχόταν ο θεός την προσβολή ή θα έριχνε ολόκληρο το κτίριο πάνω στα κεφάλια των ιερόσυλων;

Ο στρατιώτης, τελικά, χτύπησε με το τσεκούρι του το μάγουλο του θεού. Ο θεός δεν έφερε καμία αντίσταση. Ο ήλιος εξακολουθούσε να φωτίζει τον κόσμο και η φυσική τάξη δεν είχε διαταραχτεί. Παίρνοντας θάρρος οι υπόλοιποι μοναχοί από την αδιαφορία του θεού να προστατέψει τον εαυτό του, όρμησαν πάνω στο άγαλμα, το τράβηξαν από τον θρόνο του και έσερναν τα κομμάτια του στους δρόμους της Αλεξάνδρειας.

Μετά την καταστροφή του Σεράπειου, σειρά είχε η βιβλιοθήκη. Τα ράφια της απογυμνώθηκαν από τ’ αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά συγγράμματα.

Η ΜΕΓΑΛΗ ΔΑΣΚΑΛΑ

Όταν ο επίσκοπος Θεόφιλος πέθανε, τον διαδέχτηκε ο ανιψιός του, ο Κύριλλος. Ο νέος επίσκοπος έστρεψε την προσοχή του εναντίον των ζωντανών μνημείων του πολυθεϊσμού: τους διανοούμενους, άνδρες και γυναίκες, που επιδίδονταν στην ποίηση και στη φιλοσοφία. Η πλέον επιφανής αντιπρόσωπος του ελληνορωμαϊκού πνεύματος στην Αλεξάνδρεια την εποχή αυτή ήταν η ταλαντούχα Υπατία, κόρη του μαθηματικού και φιλόσοφου Θέωνα.

Ως νεαρή γυναίκα, η Υπατία δεν θα έπρεπε ν’ ασχολείται με τη φιλοσοφία που ήταν αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών. Και όμως, μετά από τις σπουδές της στην Αθήνα, κατάφερε όχι μόνο ν’ ασχοληθεί, αλλά κα να διαπρέψει. Έγινε βασίλισσα στο βασίλειο της διανόησης.

Στην Αλεξάνδρεια η Υπατία εκλέχτηκε πρόεδρος της Ακαδημίας. Ως δασκάλα της φιλοσοφίας, η φήμη της προσέλκυε σπουδαστές από τη Ρώμη και την Αθήνα, αλλά και από άλλες μεγαλουπόλεις της αυτοκρατορίας. Κάθε μέρα μαζευόταν κόσμος στην Ακαδημία, όπου δίδασκε, εξηγώντας Πλάτωνα και Αριστοτέλη.

Ο επίσκοπος Κύριλλος έπεισε τον εαυτό του ότι η φήμη της Υπατίας και το ταλέντο της, προσέδιδαν κύρος στον πολυθεϊσμό και παρακώλυαν την πρόοδο της νέας πίστης.

Όντως, η Υπατία ασκούσε μεγάλη επιρροή στην Αλεξάνδρεια. Ήταν το πλέον δημοφιλές πρόσωπο στην πόλη. Όταν εμφανιζόταν με τη άμαξά της στους δρόμους, ο κόσμος τις έριχνε λουλούδια και φώναζαν: «Ζήτω η κόρη του Θέωνα!». Οι ποιητές την αποκαλούσαν «Παρθένα των Ουρανών». Τη φυσική ομορφιά της θα τη ζήλευε και η ίδια η Κλεοπάτρα.

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ

Ο Κύριλλος, περνώντας τακτικά με το άλογό του από το σπίτι της Υπατίας και βλέποντας τ’ άλογα, τις άμαξες και το πλήθος των θαυμαστών της, κυριεύτηκε από φοβερό μίσος. Για τον ίδιο, η μόρφωσή της ήταν σκουπίδια. Η ομορφιά της ήταν πειρασμός και καταστροφή για τους άνδρες. Πώς τολμούσε αυτή η νέα, εύθραυστη γυναίκα να έχει ανεξάρτητη φιλοσοφική σκέψη;

Ένα πρωινό, καθώς η Υπατία εμφανίστηκε με την άμαξά της μπροστά από το σπίτι της, ξαφνικά 500 μαυροφορεμένοι κουκουλοφόροι Χριστιανοί μοναχοί από την αιγυπτιακή έρημο, μισοπεινασμένοι, τραβούν την Υπατία από την άμαξά της και τη σέρνουν από τα μαλλιά μέσα σε κάποια εκκλησία. Της είπαν να φιλήσει τον σταυρό, ν’ ασπαστεί τον Χριστιανισμό και να γίνει καλόγρια, αν θέλει τη ζωή της. Προφανώς, αρνήθηκε.

Τότε οι μοναχοί, υπό την επίβλεψη του δεξιού χεριού του Κύριλλου, του Πέτρου του Αναγνώστη, αδιάντροπα την ξεγύμνωσαν και σιμά στην άγια τράπεζα και στον σταυρό την κατακρεούργησαν με κοφτερά όστρακα. Κατόπιν πέταξαν τις σάρκες της στη φωτιά.

Και ο ομιλητής κλείνει την ομιλία του:

«Ο, υπάρχει πιο σκοτεινή πράξη στα χρονικά του ανθρώπου; Πότε έχει δολοφονηθεί κάποιος άλλος άνδρας ή άλλη γυναίκα με τέτοιον απάνθρωπο τρόπο; […] Ο κανίβαλος επικαλείται την πείνα για να καλύψει τη σκληρότητά του – όμως ποια δικαιολογία είχαν οι δολοφόνοι της Υπατίας; […] Όμορφη γυναίκα! Δολοφονήθηκε από ανθρώπους που δεν άξιζαν ν’ αγγίξουν ούτε την άκρη του φορέματός της! Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτό συνέβη μέσα σε εκκλησία – χριστιανική εκκλησία!

»Έχω δει τον πάγο να δαγκώνει το λουλούδι. Παρατήρησα την αράχνη να παγιδεύει τη μύγα. Έχω δει το φίδι να εκτινάσσεται πάνω στο πουλί. Κι όμως, αγαπώ τη φύση! Αλλά ποτέ δεν πρόκειται να εισέλθω σε εκκλησία ή ν’ ακολουθήσω μια θρησκεία που να μπορεί να διαπράξει ένα τέτοιο έγκλημα σε μια αξιαγάπητη γυναίκα, έστω και αν μου πρόσφεραν για αρραβωνιαστικιά μου την αιώνια ζωή!».