Αναστάτωση στους γονείς αλλά και τις υπηρεσίες παιδικής φροντίδας, προκάλεσε η αναγγελία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για τη λήξη της δωρεάν φροντίδας παιδιών στις 12 Ιουλίου, αλλά και το τέλος του Jobkeeper για τους εργαζόμενους του κλάδου στις 20 Ιουλίου.

Υπάρχει ακόμα έντονη αστάθεια σε όλη την κοινωνία. Εξαιτίας της πανδημίας, γονείς είτε έχασαν τις δουλειές τους είτε εργάζονται με μειωμένο ωράριο, γεγονός που θα οδηγήσει αρκετούς από αυτούς να «τραβήξουν» τα παιδιά τους από τα κέντρα παιδικής φροντίδας σε όλη την Αυστραλία. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις που έγιναν τους τελευταίους δύο μήνες, όλα δείχνουν ότι μέχρι και 35% των γονέων αναμένεται να σταματήσουν τα παιδιά τους από τα προσχολικά κέντρα ή να μειώσουν τις μέρες που πηγαίνουν λόγω των περιορισμένων οικονομικών τους δυνατοτήτων.

Η Μαρία Τσεκούρα από το Dandenong της Μελβούρνης, είναι μητέρα ενός τρίχρονου παιδιού. Όταν ξέσπασε η πανδημία, η επιχείρηση όπου εργαζόταν έκλεισε και της προσφέρθηκε να κάνει βάρδιες σε σούπερ μάρκετ μέχρι να ξανανοίξει. Το παιδάκι της εδώ και ένα χρόνο πηγαίνει σε παιδικό ολοήμερο. «Ανησύχησα με την πανδημία και τον έβγαλα για μερικές εβδομάδες. Εργαζόμουν απογευματινές βάρδιες για να μπορούμε να τον φροντίζουμε στο σπίτι μαζί με τον σύζυγό μου. Τώρα που ξεκινήσαμε πάλι στον παιδικό σταθμό ήμουν πολύ χαρούμενη που η υπηρεσία προσφερόταν δωρεάν. Γιατί η δουλειά μου δεν έχει καμία σταθερότητα. Μπορεί μια εβδομάδα να έχω πέντε ώρες δουλειά και την επόμενη 20 ή και καθόλου, οπότε δεν μπορώ να υπολογίσω τα έσοδά μου. Και όταν ανοίξει η επιχείρηση όπου εργαζόμουν, μάλλον οι ώρες μου θα είναι μειωμένες».

Κυβερνητικοί εκπρόσωποι δηλώνουν ότι η δωρεάν παιδική φροντίδα ήταν προσωρινό μέτρο, ένα έκτακτο πακέτο ανακούφισης, για να στηρίξει τον κλάδο της παιδικής φροντίδας να σταθεί στα πόδια του την ώρα που χιλιάδες γονείς έβγαλαν τα παιδιά τους από τα κέντρα. Το μέτρο ήταν προγραμματισμένο να ισχύσει μέχρι το τέλος Ιουνίου, με πιθανότητα επιμήκυνσης.

«Βάλαμε μπρος αυτό το προσωρινό μέτρο για να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις παιδικής φροντίδας όταν βρέθηκαν στα πρόθυρα κατάρρευσης, όταν η ζήτηση κατέρρεε» δήλωσε ο υπουργός Παιδείας Dan Tehan. «Τώρα που η ζήτηση επανέρχεται, το πρόγραμμα δεν χρειάζεται πλέον».

Τις συνέπειες της πανδημίας έζησε και το ιστορικό για την παροικία μας παιδικό ολοήμερο ALPHA ELC στη Μελβούρνη, χωρίς όμως να ωφεληθεί ουσιαστικά από τα μέτρα ανακούφισης της κυβέρνησης. Κατ’ αρχήν, σύμφωνα με τη διευθύντρια Κέλλυ Ιωάννου, το κέντρο προσχολικής αγωγής, παρ’ ότι είναι ένας μη-κερδοσκοπικός οργανισμός, δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για να λάβει το επίδομα του Jobkeeper. Η πολιτική της κυβέρνησης δυστυχώς δεν έλαβε υπόψη όλους τους τύπους οργανώσεων στον χώρο της παιδικής φροντίδας, γεγονός που άφησε πάρα πολλά κέντρα απέξω.

Η αναγγελία της δωρεάν παιδικής φροντίδας από την κυβέρνηση σίγουρα βοήθησε και το ALPHA ELC, καθώς αρκετοί γονείς έφεραν πίσω τα παιδιά τους μετά την ανακοίνωση. «Το θέμα όμως είναι ότι το πακέτο έκτακτης ανακούφισης προς το κέντρο μας δεν μας κάλυψε πλήρως. Έθεσαν ως σημείο αναφοράς μία συγκεκριμένη περίοδο για τη χορήγηση του πακέτου, χωρίς να λάβουν υπόψη το σύνολο των παιδιών που λαμβάνουν τη δωρεάν φροντίδα, γεγονός που σημαίνει ότι εμείς πρέπει να καλύψουμε ένα μέρος της δωρεάν φροντίδας σε μια εποχή που τα πράγματα είναι ήδη πολύ δύσκολα».

Η Κέλλυ Ιωάννου εύχεται και πιστεύει ότι ακόμα και με την λήξη της δωρεάν φροντίδας δεν θα υπάρχουν σημαντικές απώλειες παιδιών από το προσχολικό κέντρο. «Αλλά δεν θα έχουμε πραγματική εικόνα μέχρι τις 13 Ιουλίου».

Το ALPHA ELC βρίσκεται σε συνεχή επαφή με παράγοντες του κλάδου, οι οποίοι προωθούν τα σοβαρά θέματα που αντιμετωπίζουν στις αρμόδιες υπηρεσίες της κυβέρνησης.

Από τις 13 Ιουλίου θα ξεκινήσει ξανά να ισχύει το Επίδομα Παιδικής Φροντίδας (Childcare Subsidy). Η κυβέρνηση θα χαλαρώσει τα κριτήρια μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου, για να μπορούν να λάβουν περισσότερες οικογένειες το επίδομα. O κ. Tehan δήλωσε ότι θα επιδοτούνται μέχρι και 100 ώρες φροντίδας το δεκαπενθήμερο.

Παράγοντες του κλάδου, όμως, πιστεύουν ότι η δωρεάν φροντίδα των παιδιών διακόπτεται πολύ νωρίς.

«Μαζί με άλλες μεγάλες οργανώσεις, ζητήσαμε από τη κυβέρνηση να προσφέρει κάτι παραπάνω από τη χαλάρωση των κριτηρίων για τη λήψη του Επιδόματος Παιδικής Φροντίδας (Childcare Subsidy), ώστε να είναι πιο προσιτές οι τιμές για τις οικογένειες. Είναι, βεβαίως, θετικό ότι τουλάχιστον παρέχουν 100 επιδοτούμενες ώρες το δεκαπενθήμερο, αλλά το θέμα μας είναι κατά πόσο θα μπορούν οι οικογένειες να πληρώσουν αυτές τις 100 ώρες ακόμα και με την επιδότηση» εξήγησε στον «Νέο Κόσμο» η Julie Price, διευθύντρια του Community Child Care Association, μέλος του οποίου είναι και ο παιδικός σταθμός ALPHA της Πρόνοιας.

Χαμένοι θα είναι όλοι, σύμφωνα με την κυρία Price. Ο οργανισμός τον οποίο διευθύνει έχει 630 μέλη -κοινοτικά κυρίως κέντρα φροντίδας παιδιών- σε όλη τη Βικτώρια.

«Ανησυχούμε ότι πολλοί γονείς δεν θα έχουν τη δυνατότητα να στείλουν τα παιδιά τους στους παιδικούς ολοήμερους σταθμούς. Τα παιδιά θα χάσουν την πολύτιμη εμπειρία και τα οφέλη του προγράμματος. Οι γονείς, κυρίως γυναίκες, θα χάσουν επαγγελματικές ευκαιρίες και, φυσικά, όλο αυτό θα έχει σοβαρό αντίκτυπο και στα κέντρα παιδικής φροντίδας. Το ερώτημα είναι κατά πόσο θα μπορούν να παραμείνουν ανοιχτά όταν μεγάλος αριθμός των οικογενειών σταματήσει να τα χρησιμοποιεί.

Ήδη, πάρα πολλοί περιστασιακά εργαζόμενοι του κλάδου έχασαν τις δουλειές τους όταν ξέσπασε η πανδημία. Και όσοι έμειναν έπρεπε να τα βγάλουν πέρα με τις μισές ώρες εργασίας».

Για πολλούς πολίτες, η δωρεάν φροντίδα των παιδιών τους κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών ήταν σωτήρια. Υπήρχε ακόμα και μία αύξηση στη συμμετοχή οικογενειών που δεν είχαν ποτέ την οικονομική δυνατότητα να στείλουν τα παιδιά τους σε αυτά τα προγράμματα. Οικογένειες ευάλωτες, ιδιαίτερα τώρα με τις συνθήκες της πανδημίας, που τα παιδιά τους ωφελούνται ιδιαίτερα από την προσχολική αγωγή και φροντίδα.