Μπακλαβάς με το… καλαμάκι;

Το κατάστημα Chew Burgers στο Preston έχει αρχίσει να συγκεντρώνει τα βλέμματα των κατοίκων της περιοχής, όχι μόνο για τον νέο τρόπο κατανάλωσης του παραδοσιακού ελληνικού γλυκού, αλλά και για τα πλούσια τόσο σε γεύση όσο και σε πρωτεϊνές μπέργκερ του

Ποιος θα περίμενε πως ένας μπακλαβάς μπορεί να μπει σε… ποτήρι και να καταναλωθεί με το καλαμάκι; Σίγουρα όχι πολλοί, πέρα από τον εμπνευστή της ιδέας Άγγελο Σαρδέλη.

Ο ιδιοκτήτης του καταστήματος Chew Burgers πάντως, όχι μόνο πήρε το ρίσκο να δοκιμάσει να προσφέρει στους πελάτες του ένα από τα πιο παραδοσιακά γλυκά της ελληνικής κουζίνας με αυτόν τον ομολογουμένως μοντέρνο τρόπο, αλλά όπως μας λέει, όσοι το δοκιμάσουν πάντα έρχονται για δεύτερο!

“Το έχουμε βάλει στο μενού εδώ κι οχτώ μήνες περίπου κι όσοι το παραγγέλνουν συνήθως έρχονται πάλι μέτα από λίγο καιρό και παίρνουν κι άλλο”, μας λέει ο Σαρδελής.

Τι ήταν αυτό όμως που τον οδήγησε στο να πάρει ένα κομμάτι μπακλαβά και να το ρίξει στο… μίξερ;

Από αριστερά προς τα δεξιά τα μέλη του προσωπικού: Ζωή Κονομά, Έμιλυ Λεός, Άγγελος Σαρδέλης και ο Connor Greenwood. Φώτο: Supplied

Ο ιδιοκτήτης του Chew Burgers μας εξομολογείται πως η ιδέα αυτή ήταν αφιερωμένη στην μητέρα της συζύγου του, η οποία δυστυχώς έφυγε από τη ζωή λίγο πριν από τα εγκαίνια του καταστήματος και δεν κατάφερε να το δει σε λειτουργία:

“Θέλαμε να κάνουμε κάτι και γι’ αυτήν, να προσθέσουμε τη δική της “πινελιά”.

Κι έτσι προσθέσαμε αυτό γιατί η πεθερά μου έκανε τον καλύτερο μπακλαβά που έχω δοκιμάσει, αφού χρησιμοποιούσε μόνο φιστίκια Αιγίνης κι όχι αμύγδαλα ή αντικατάστατα κι έτσι η γεύση έβγαινε αυθεντική.

Έτσι κι εμείς, το παράγουμε με τέτοιο τρόπο, πιστό στην ελληνική συνταγή κι απλά το κάνουμε μιλκ-σέικ”.

Πέρα όμως από το ομολογουμένως γευστικότατο μπακλαβά-μλικ-σέικ, υπάρχουν ακόμη αρκετοί λόγοι να επισκεφθεί κανείς το Chew Burgers, με πρώτο και καλύτερο τα μπέργκερ του.

Ο ομογενής εστιάτορας μας μιλά με περηφάνια για τον τρόπο παραγωγής αλλά και συντήρησης των μπιφτεκιών που χρησιμοποιεί σε αυτά, ο οποίος όπως μας λέει είναι γαλλικός.

Η εξωτερική όψη του καταστήματος. Φώτο: Supplied

“Η μέθοδος αυτή ονομάζεται sous vide και υπάρχουν και ειδικά μηχανήματα τα οποία μπορεί κανείς να βρει εύκολα έξω στην αγορά. Οι Γάλλοι την χρησιμοποιούν για το κρέας, για τα ψάρια, ακόμα και για τα αυγά.

Με αυτή τη μέθοδο σιγομαγειρεύεις το φαγητό, επιτρέποντας να διατηρηθούν όλες οι πρωτεϊνές και τα καλά στοιχεία που το κάνουν πιο γευστικό.

Ενώ αν απλά πετάξεις ας πούμε ένα μπιφτέκι στους 200 βαθμούς για να το ψήσεις, η απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας τα καίει όλα αυτά”.

Σύμφωνα με τον Σαρδελή, η μέθοδος αυτή, πέρα από θρεπτική βοηθάει πολύ και με την εξοικονόμηση του χρόνου:

“Μπορώ μέσω του sous vide να φτιάξω 2.000 μπιφτέκια, να τα στείλω ας πούμε σε ένα άλλο μαγαζί κι αυτοί το μόνο που πρέπει να κάνουν είναι να τα ψήσουν δύο λεπτά από την κάθε πλευρά και είναι έτοιμα”!

Ο Σαρδελής έχει πολλά χρόνια εμπειρίας στο χώρο της εστίασης, ενώ όπως μας λέει τα πρώτα του βήματα στο χώρο τα έκανε στην ταβέρνα του πατέρα του στο Brunswick:

“Εκεί ήταν όλο Ιταλοί εκείνη την εποχή. Εμάς μας έβαζε ο πατέρας μου να παίρνουμε… ρεπό από το σχολείο εμένα και τα τρία αδέρφια μου για να βοηθάμε στο μαγαζί γιατί είχε πολύ κόσμο.

Το κλίμα στο Chew Burgers είναι πολύ θερμό κι ευχάριστο για όσους επιθυμούν να απολαύσουν το γεύμα τους εντός του καταστήματος. Φώτο: Αλέξανδρος Ανυφαντής

Κάποια στιγμή δυστυχώς αρρώστησε και αποφασίσαμε να το κλείσουμε γιατί ήμασταν όλοι μικροί τότε και δεν ξέραμε πως να διαχειριστούμε μια τέτοια επιχείρηση”.

Λίγο αργότερα ο ίδιος μετακόμισε στο Κουίνσλαντ όπου εργάστηκε σε μια πιτσαρία η οποία πούλαγε και… μπακλαβάδες, ενώ με την επιστροφή του στην Μελβούρνη του παρουσιάστηκε η ευκαιρία των Chew Burgers.

“Ανέλαβα πριν ένα χρόνο. Το κατάστημα όταν πρωτοάνοιξε πήγαινε πολύ καλά, αλλά μετά από λίγο καιρό τα πράγματα έπεσαν. Όταν ήρθα, ήξερα πως έπρεπε να κάνω κάτι διαφορετικό αφού μπεργκεράδικα πλέον υπάρχουν παντού, όμως ήταν μια καλή ευκαιρία για μένα.

Κι έτσι, μετά από αρκετή έρευνα, μου ήρθε η ιδέα με την μέθοδο sous vide”.

Πέρα όμως από το κατάστημα Chew Burgers, ακριβώς δίπλα λειτουργεί πλέον και το Raccoon Bar, με τους πελάτες να μπορούν να απολαύσουν εκεί το φαγητό τους σε πιο χαλαρό κλίμα, μια ιδέα που ο Σαρδελής “δανείστηκε” από τα μπαρ της Ευρώπης.

Αν θέλετε κι εσείς να ικανοποιήσετε την περιέργειά σας γύρω από το κάτα πόσο είναι… πόσιμος ένας μπακλαβάς ή απλά να δοκιμάσετε ένα από τα πλούσια σε γεύση (αλλά και θρεπτικά συστατικά!) μπέργκερ του ομογενή Άγγελου Σαρδελή, το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να πάτε μια βόλτα μέχρι το Chew Burgers στο Preston!