Ζητώ συγνώμη για την έκδηλη απαισιοδοξία μου που εκδιπλώνεται πιο κάτω, αλλά δεν εμπιστεύομαι πλέον τη φαντασία μου. Δεν βλέπω την «μετά κορωνοϊό» (μ.κ.) εποχή να είναι η ίδια με την «προ κορωνοϊού» (π.κ.) εποχή. Ωστόσο, θέλω η απαισιοδοξία μου να πέσει στο κενό.

Τον Ιανουάριο του 1941, ο 28χρονος (τότε) Γάλλος συγγραφέας Albert Camus (Νόμπελ λογοτεχνίας, 1957) άρχισε να «δουλεύει» πάνω σ’ ένα μυθιστόρημα, γύρω από έναν ιό που ανεξέλεγκτα μεταδόθηκε από τα ζώα στους ανθρώπους. Ο ιός αυτός αφάνισε τον μισό πληθυσμό μιας τυπικής σύγχρονης πόλης.

Το μυθιστόρημα φέρει τον τίτλο «La Peste» («Η πανούκλα»), εκδόθηκε το 1947 και θεωρείται ένα από τα σπουδαιότερα ευρωπαϊκά μυθιστορήματα του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα.

Ο συγγραφέας μάς μεταφέρει στην πόλη Οράν, όπου επικρατεί απόλυτη κανονικότητα: οι άνθρωποι αποκτούν χρήματα, διασκεδάζουν, ερωτεύονται, ονειρεύονται…

Ξαφνικά ο γιατρός Rieux (Ριέ), καθώς βγαίνει από το διαμέρισμά του, σκοντάφτει πάνω σ’ ένα ψόφιο ποντίκι, στην εξώπορτα του κτηρίου. Δεν δίνει πολύ σημασία. Όμως μετά σκοντάφτει σ’ ένα άλλο ψόφιο ποντίκι και σ’ ένα άλλο και σ’ ένα άλλο . . .

Σύντομα η πόλη κατακλύζεται από χιλιάδες ψόφια ποντίκια, που μυστηριωδώς πεθαίνουν, καθώς βιαστικά και ζαλισμένα βγαίνουν έξω από τα σκοτεινά υπόγεια και τους υγρούς υπονόμους. Από τη μύτη τους πέφτουν σταγόνες αίματος και μετά ξεψυχούν. Οι πολίτες κατηγορούν τις αρχές τής πόλης, επειδή άργησαν να λάβουν όλα τ’ απαραίτητα μέτρα.

Τελικά, τα ψόφια ποντίκια μεταφέρονται μακριά και οι πολίτες ησυχάζουν. Ο γιατρός όμως υποψιάζεται ότι η κατάσταση δεν έφτασε στο τέλος της. Έχει διαβάσει την ιστορία των λοιμών και τη μετάδοσή τους από τα ζώα στους ανθρώπους και ξέρει ότι κάτι δεν πάει καλά.

Πραγματικά, δεν αργούν να εμφανιστούν τα πρώτα κρούσματα: κάποιοι άνθρωποι φέρουν συμπτώματα βουβωνικής πανώλης – πυρετό, λήθαργο, πρησμένοι βουβώνες, κόκκινα μάτια, ξερά χείλη, παραλήρημα, κηλίδες στο σώμα. Σε 24 ώρες καταλήγουν στον θάνατο. Η νόσος μεταδίδεται γρήγορα από άνθρωπο σε άνθρωπο, παίρνει επιδημικό χαρακτήρα και ο πανικός κυριεύει την πόλη.

ΑΟΡΑΤΟΣ ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ

Στις μέρες μας το μυθιστόρημα αυτό εκδιπλώνεται μπροστά στα μάτια μας και γίνεται θλιβερή ιστορία. Πρωταγωνιστής ένας σιωπηρός, αόρατος δολοφόνος που φέρει το όνομα COVID-19. Ξεκίνησε από την Κίνα και απλώθηκε σε ολόκληρο τον πλανήτη, σπέρνοντας τον θάνατο παντού. (Σε παγκόσμια κλίμακα, τα κρούσματα μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι αράδες ανέρχονται στα 18.056.296. Οι θάνατοι στις 689.590.)

Ο αόρατος δολοφόνος μάς πλησιάζει αθόρυβα, υποβόσκει για λίγες μέρες στον οργανισμό μας και μετά επιτίθεται, διαλύοντας τους πνεύμονες, σαν τον πολιορκητικό κριό που διαλύει το προστατευτικό τείχος μιας πόλης.

Πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, θεωρούσαμε τη ζωή μας σίγουρη. Κάναμε όνειρα για το αύριο, σχεδιάζαμε τα ταξίδια μας και την πορεία μας στο μέλλον. Δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι ένας αθόρυβος και ύπουλος ιός θα μπορούσε να καταστρέψει τη ζωή μας, να κατεδαφίσει τα όνειρά μας, να υποσκάψει το μέλλον των παιδιών μας.

Κι όμως, αυτό ακριβώς κάνει: κατεδαφίζει ζωές και όνειρα, καταστρέφει τον βιοπορισμό μας, τσακίζει την εθνική και ατομική οικονομία, τσακίζει το μέλλον των παιδιών μας. Πώς να κάνεις όνειρα, όταν ο αόρατος δολοφόνος στήνει καρτέρι σε κάθε γωνιά του δρόμου; Όταν σε αναγκάζει να ζεις σε «κατ’ οίκον» εξορία;

Τώρα μπορούμε να ονειρευόμαστε μόνο το παρελθόν. Δεν υπάρχει μέλλον, αν δεν βρεθεί το εμβόλιο. Αλλά και το εμβόλιο να βρεθεί, ο ιός αυτός ήρθε για να μείνει. Μπορεί να «κοιμηθεί» για λίγο καιρό ή για κάποια χρόνια. Ανά πάσα όμως στιγμή μπορεί να σηκώσει κεφάλι και να επιτεθεί ξανά. Δεν είμαστε πλέον ελεύθεροι μπροστά σ’ αυτή την ατέρμονη απειλή.

Ο ΑΛΛΟΣ ΙΟΣ

Από την άλλη μεριά, ίσως αυτή η περιπέτεια μάς προσγειώσει και μας κάνει ν’ αντιληφθούμε την ύπαρξη του άλλου ιού, που ο καλός Θεός εγκατέστησε στην καρδιά και στο νου του Αδάμ και της Εύας: ο ακαταμάχητος ιός της απληστίας.

Ο άνθρωπος πάντα νοσούσε – κ’ εξακολουθεί να νοσεί – από τον ιό της απληστίας. Οι δεινόσαυροι δεν αφανίστηκαν από την απληστία: αφανίστηκαν από εξωγενή αίτια. Μόνο ο άνθρωπος μπορεί ν’ αφανιστεί από ενδογενή αίτια: απληστία και παραλογισμό.
Μόνο ο άνθρωπος έχει το προνόμιο να παραλογίζεται. Μόνο αυτός κηρύττει πολέμους και μετά, μετρώντας τα εκατομμύρια των νεκρών, λέει ότι ο πόλεμος είναι παραλογισμός, ότι δεν διαρκεί πολύ, ότι σύντομα θα επιστρέψει η λογική. Και όταν επιστρέφει για λίγο η λογική και η ειρήνη, επανέρχεται ο παραλογισμός και ο επόμενος πόλεμος.

Μα θα μου πείτε: Η αναγνώριση του παράλογου δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην απελπισία. Αντίθετα: πρέπει ν’ αποτελέσει το τέλος της τραγικο-κωμικότητάς μας και την αρχή μιας αισιόδοξης οπτικής.

Ο COVID-19 μπορεί να κατεδαφίζει τα όνειρά μας, αλλά παράλληλα μπορεί και να μας συνετίσει. Να μας διδάξει ότι το μέλλον του ανθρώπου το εξασφαλίζει μόνο ο άνθρωπος, όταν εξοστρακίσει τον ιό της απληστίας και τον παραλογισμό.

Θα ήθελα να συμβεί αυτό. Όμως δεν θα προλάβω να το δω να συμβαίνει.