Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν κορυφαίος πολιτικός, με καθοριστική συμβολή στον οικονομικό και πολιτικό εκσυγχρονισμό της Ελλάδας. Αναμφισβήτητα, το σημαντικότερο επίτευγμά του ήταν η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο Κ. Καραμανλής γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου 1907 στο Κιούπκιοϊ (σήμερα Πρώτη), μια κωμόπολη κοντά στις Σέρρες, που τότε ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο δημοδιδάσκαλος πατέρας του Γεώργιος είχε διωχθεί για την εθνική του δράση, τόσο από τις τουρκικές, όσο και μεταγενέστερα από τις βουλγαρικές αρχές κατοχής.

Ο Κ. Καραμανλής έζησε ως μαθητής διαδοχικά στην Πρώτη, στη Νέα Ζίχνη, στις Σέρρες, και τελικά στην Αθήνα, όπου μετά την αποπεράτωση των γυμνασιακών του σπουδών εγγράφηκε στη Νομική Σχολή, από την οποία αποφοίτησε το 1929.

Το 1930 υπηρέτησε για ένα τετράμηνο την στρατιωτική του θητεία, ως προστάτης πολύτεκνης οικογένειας. Στη συνέχεια εργάστηκε ως δικηγόρος στις Σέρρες, μέχρις ότου εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1935 με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα. Επανεξελέγη βουλευτής το 1936.

Με την έκρηξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, ο Κ. Καραμανλής παρουσιάστηκε στο Σιδηρόκαστρο για να στρατευθεί, αλλά κρίθηκε ανίκανος να υπηρετήσει λόγω βαρηκοΐας.

Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής ασχολήθηκε αποκλειστικά με τη δικηγορία. Το 1946 επανήλθε στην ενεργό πολιτική, και έλαβε μέρος στις εκλογές της 31ης Μαρτίου ως υποψήφιος του Λαϊκού Κόμματος στις Σέρρες, και εξελέγη πρώτος σε ψήφους βουλευτής.

Ο Κ. Καραμανλής είχε γίνει ευρύτερα γνωστός στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της θητείας του ως Υπουργός Δημοσίων Έργων στην κυβέρνηση του Παπάγου (1952-1955), καθότι είχε επιτελέσει σπουδαίο έργο, με την κατασκευή έργων υποδομής, όπως οδικές αρτηρίες, ενεργειακές μονάδες, έργα ύδρευσης, κ.ά.

Ο δυναμισμός και η αποφασιστικότητα του Κ. Καραμανλή, αλλά και η απήχηση του έργου του στην κοινή γνώμη, συνέβαλαν στην προαγωγή του σε Πρωθυπουργό μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου το 1955.

Με την ανάληψη της πρωθυπουργίας, ο Κ. Καραμανλής ίδρυσε ένα νέο κόμμα, την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ), και το 1956 κήρυξε εκλογές, τις οποίες κέρδισε.

Η επικράτησή του στις εκλογές, καθώς και στις επόμενες δύο του 1958 και 1961, του έδωσαν τη δυνατότητα να διατηρήσει αδιάλειπτα την πρωθυπουργία για μία οκταετία (1955-1963), ένα επίτευγμα χωρίς προηγούμενο στην μέχρι τότε πολιτική ιστορία της Ελλάδας.

ΚΑΠΟΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ

Πρωταρχική φροντίδα του Κ. Καραμανλή ήταν ο σχεδιασμός, καθώς και η εφαρμογή, ενός προγράμματος ταχύρρυθμης οικονομικής ανάπτυξης. Όραμά του ήταν μια Ελλάδα απαλλαγμένη από την πολιτική αστάθεια και τη φτώχεια.

Η σταθερή αύξηση του εθνικού εισοδήματος, η άνοδος του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η μείωση της ανεργίας, και η ραγδαία αύξηση των επενδύσεων, αποτελούν κάποια από τα επιτεύγματα του Καραμανλή στο πεδίο της οικονομίας.

Αυτά τα επιτεύγματα του έδωσαν τη δυνατότητα να στραφεί, με την πάροδο του χρόνου, προς την ενίσχυση της παιδείας και του πολιτισμού.

Το 1959 υπέγραψε τις Συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, με τις οποίες τερματίστηκε η βρετανική κυριαρχία επί της Κύπρου, και ιδρύθηκε ανεξάρτητο Κυπριακό κράτος, με εγγυήτριες δυνάμεις την Ελλάδα και την Τουρκία, και τη Μεγάλη Βρετανία με δικαίωμα στρατιωτικής παρέμβασης.

Όμως η σημαντικότερη συμβολή του Κ. Καραμανλή στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας υπήρξε η ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), καθώς πίστευε πως η ΕΟΚ δεν αποτελούσε απλώς οικονομική κοινοπραξία, αλλά οντότητα με ευρύτερη πολιτική αποστολή και σημασία.

Στις 28 Μαΐου 1979 υπογράφηκε η Συνθήκη προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Στην τελετή στο Ζάππειο παρευρέθηκαν εκπρόσωποι των άλλων εννέα ευρωπαϊκών χωρών – μελών της ΕΟΚ. Σε ομιλία του ο Κ. Καραμανλής μεταξύ άλλων είχε τονίσει και τα ακόλουθα:

«Η Ελλάς προσέρχεται στην Ευρώπη με τη βεβαιότητα ότι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης εμπεδώνεται για όλα τα μέρη η εθνική ανεξαρτησία, κατοχυρώνονται οι δημοκρατικές ελευθερίες, επιτυγχάνεται η οικονομική ανάπτυξη και γίνεται με τη συνεργασία όλων κοινός καρπός η κοινωνική και οικονομική πρόοδος. Παράλληλα, όμως, η χώρα μας φιλοδοξεί να συμβάλει, στο μέτρο των δυνατοτήτων της, στην πραγματοποίηση της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης, στην οποία πιστεύει».

Η πρώτη κυβερνητική οκταετία του Κωνσταντίνου Καραμανλή διακόπηκε απρόβλεπτα, με την παραίτησή του, τον Ιούνιο του 1963, ύστερα από διαφωνία με τον βασιλιά Παύλο, η οποία σηματοδότησε τη ρήξη του με τα Ανάκτορα.

Στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 ηγήθηκε της ΕΡΕ, αλλά ηττήθηκε από την «Ένωση Κέντρου» του Γεωργίου Παπανδρέου. Τότε ο Καραμανλής παραιτήθηκε από την ηγεσία της ΕΡΕ και έφυγε για το Παρίσι, όπου ιδιώτευσε επί 11 χρόνια μέχρι τη Μεταπολίτευση.

Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1974, μετά από την κατάρρευση της δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974 ο Καραμανλής επικράτησε με το επιβλητικό 54,2% των ψήφων. Η άνετη νίκη του και στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση τον Νοέμβριο του 1977 του έδωσε τη δυνατότητα να παραμείνει στην εξουσία για μία εξαετία, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, ενός νεοσύστατου σχηματισμού, με ιδεολογικό στόχο τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό.

Ο Κ. Καραμανλής συνέβαλε στην εκπόνηση και ψήφιση νέου και προοδευτικού Συντάγματος, το οποίο δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την εμβάθυνση και την παγίωση της Δημοκρατίας. Η επικράτηση ήπιου πολιτικού κλίματος, η αναβάθμιση των πολιτικών ηθών, καθώς και της κοινοβουλευτικής πρακτικής, χαρακτηρίζονται ως κάποια από τα πολλά, και σημαντικά, επιτεύγματά του. Αξιοσημείωτη ήταν και η συμβολή του στη λύση του χρονίζοντος γλωσσικού ζητήματος, με την καθιέρωση της δημοτικής, ως επίσημης γλώσσας του κράτους.

Την εξαετία 1974-1980, παρά τη διεθνή ενεργειακή κρίση που έπληξε και την Ελλάδα, το εθνικό εισόδημα αυξανόταν με ρυθμούς 5% ετησίως, ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα σημείωσε αύξηση 50%.

Ο Καραμανλής δεν δίσταζε να εθνικοποιήσει μεγάλες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, όταν οι περιστάσεις το επέβαλαν, με αποτέλεσμα κάποιοι κύκλοι των βιομηχάνων να τον χαρακτηρίσουν ως σοσιαλιστή.

Στην εξωτερική πολιτική η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, και τα διπλωματικά ανοίγματα με τις γειτονικές κομμουνιστικές χώρες και τη Μόσχα, καταγράφονται στο ενεργητικό του.

Η αυστηρή προσήλωση του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην τήρηση των συνταγματικών κανόνων, η συνεπής πολιτική του αποχής από τις κομματικές διαμάχες, και η εξασφάλιση της ομαλής διαδοχής των κομμάτων στην εξουσία, συνέθεσαν τις κύριες παραμέτρους της παρουσίας του στο ύπατο αξίωμα του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε συνδυασμό και με την ενίσχυση του διεθνούς κύρους της χώρας

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε εκλεχθεί Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας δύο φορές. Την πρώτη φορά στις 5 Μαΐου 1980, και τη δεύτερη φορά στις 4 Μαΐου 1990. Όταν έληξε η δεύτερη θητεία του ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας αποχώρησε οριστικά από την πολιτική.

Είχε συμπληρώσει 60 χρόνια στο πολιτικό προσκήνιο, από τα οποία 8 ως υπουργός, 14 ως πρωθυπουργός και 10 ως Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έφυγε από τη ζωή το 1998, σε ηλικία 91 ετών.