Η Παγκόσμια Επιτροπή για την Ανάπτυξη και το Περιβάλλον έχει δώσει τον ακόλουθο ορισμό για τη βιώσιμη ανάπτυξη: «Βιώσιμη ανάπτυξη είναι μια συνεχής αναπτυξιακή διαδικασία, φιλική προς την κοινωνία και το περιβάλλον, που έχει ως κεντρικό σημείο αναφοράς τις ανάγκες της σημερινής γενιάς, όσο και των μελλοντικών».

Πάλι σύμφωνα με την προαναφερθείσα Επιτροπή, η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη αποβλέπει στην επίτευξη των τριών ακόλουθων στόχων:

*Ανταπόκριση στις ανάγκες του σήμερα χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ανταποκριθούν στις δικές τους ανάγκες.

*Βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου, ενώ ζει στο πλαίσιο των υποστηρικτικών οικοσυστημάτων της Γης.
*Μια διαδικασία αλλαγής κατά την οποία η αξιοποίηση των πόρων, η κατεύθυνση των επενδύσεων, ο προσανατολισμός των τεχνολογικών εξελίξεων, και οι θεσμικές αλλαγές είναι σε αρμονία, και ενισχύουν τόσο την υφιστάμενη, όσο και την μελλοντική ικανότητα ανταπόκρισης στις ανάγκες και τις προσδοκίες των ανθρώπων.

Κατά την άποψή μου, από τα παραπάνω προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα: *Κοινωνική βιωσιμότητα είναι η ικανότητα του κοινωνικού συστήματος να λειτουργεί σε ένα ορισμένο επίπεδο ευημερίας και αρμονίας επ’ αόριστο.

*Περιβαλλοντική βιωσιμότητα είναι η ικανότητα του περιβάλλοντος να υποστηρίζει ένα ορισμένο επίπεδο περιβαλλοντικής ποιότητας, και ένα ποσοστό εξόρυξης φυσικών πόρων επ’ αόριστο.

*Οικονομική βιωσιμότητα είναι η ικανότητα μιας οικονομίας να υποστηρίζει ένα ορισμένο επίπεδο οικονομικής παραγωγής επ’ αόριστο.

Μετά την οικονομική ύφεση του 2008 η περιβαλλοντική βιωσιμότητα έχει καταστεί το μεγαλύτερο εμφανές πρόβλημα στον κόσμο, καθότι τα μέτρα για την αντιμετώπιση των οικονομικών προβλημάτων δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τις αρνητικές επιπτώσεις που ενδέχεται να έχουν μακροπρόθεσμα στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα.

Η υιοθέτηση ενός παραγωγικού συστήματος, με κριτήρια μακροχρόνιας βιωσιμότητας των φυσικών πόρων, θεωρείται ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αντιμετώπιση τόσο της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, όσο και της μακροχρόνιας περιβαλλοντικής. Έτσι, η διαχείριση των πόρων που συνδέονται με την ισορροπία του περιβάλλοντος πρέπει κάθε τόσο να προσδιορίζεται με βάση τη βιωσιμότητά τους.

Στο πλαίσιο αυτό αναγκαία προϋπόθεση δεν είναι μόνο η ανάπτυξη παραγωγικών δομών, αλλά και των υποδομών της οικονομίας που να ευνοούν την βιωσιμότητα του φυσικού περιβάλλοντος.

Ως εκ τούτου, η υπερβολική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, και η συνεχιζόμενη αύξηση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αποτελούν κορυφαία προβλήματα της σύγχρονης εποχής, με κύρια αποτελέσματα την κατασπατάληση των περιορισμένων φυσικών πόρων, και την παράλληλη αύξηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής.

Η ταχύτατη, άνευ όρων ανάπτυξη των οικονομιών κατά τις προηγούμενες δεκαετίες δεν έλαβε υπόψη της, στον απαραίτητο βαθμό, τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Το ανορθολογικό μοντέλο της νεοκλασικής οικονομικής θεωρίας, που αποτελεί ακόμη τη βάση του νεοφιλελευθερισμού, φαίνεται πως θεμελιώθηκε στην προϋπόθεση ότι υπάρχουν ανεξάντλητοι φυσικοί πόροι στον πλανήτη μας για τις ανάγκες της ανθρωπότητας, τωρινές και μελλοντικές.

Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα ότι στην εποχή μας η ανθρωπότητα καλείται να αναπτύξει ένα εναλλακτικό οικονομικό σύστημα, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη την κλιματική αλλαγή, καθώς και την μη ανανέωση των φυσικών πόρων.
Επιπλέον, χρειάζεται ένα νέο οικονομικό μοντέλο, το οποίο θα έχει ως κεντρικό άξονα την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του πλανήτη μας. Ένα μοντέλο που θα αναγνωρίζει τη σχέση αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης της οικονομικής δραστηριότητας με το περιβάλλον.

Αυτό προϋποθέτει ότι η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων θα γίνεται με μικρότερο ρυθμό από αυτόν με τον οποίον ανανεώνονται. Διαφορετικά, θα εμφανιστεί το φαινόμενο της περιβαλλοντικής υποβάθμισης, η οποία αν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα, δεν θα μπορέσει να υποστηρίξει την ανθρώπινη ζωή μακροπρόθεσμα, και πιθανόν να οδηγήσει την ανθρωπότητα σε οικολογική κρίση.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΡΑΣΙΝΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, η οποία είναι ο χάρτης πορείας για να επιτύχει τη βιωσιμότητα της οικονομίας της, και περιλαμβάνει μειωμένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, και σταδιακή αποκατάσταση της βιοποικιλότητας.

Η εν λόγω συμφωνία παρέχει ένα σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της αποδοτικής χρήσης των φυσικών πόρων για την επίτευξη μιας εύρωστης οικονομίας, με τους ακόλουθους τρόπους:

*Επενδύσεις σε τεχνολογίες που δεν επηρεάζουν αρνητικά το περιβάλλον.

*Στήριξη της καινοτομίας στον βιομηχανικό τομέα.

*Ανάπτυξη καθαρότερων, πιο οικονομικών και πιο υγιεινών μορφών ιδιωτικής και δημόσιας μεταφοράς.

*Απαλλαγή του ενεργειακού τομέα από τις ανθρακούχες εκπομπές, και διασφάλιση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων.

*Συνεργασία µε διεθνείς εταίρους για τη βελτίωση των παγκόσμιων περιβαλλοντικών προτύπων.

*Χρηματοδοτική στήριξη, και τεχνική βοήθεια, σε όσους θίγονται περισσότερο από τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία.

Με άλλα λόγια, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία χαρακτηρίζεται από ένα συγκεκριμένο τρόπο άσκησης των οικονομικών δραστηριοτήτων, από τον πρωτογενή τομέα μέχρι τον βιομηχανικό, και από τις υπηρεσίες, στον πυρήνα των οποίων είναι ο περιορισμός των αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, και η αξιοποίηση των φυσικών πόρων κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η βιώσιμη ανάπτυξη.

Κατά την άποψή μου, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία μπορεί να αποτελέσει μοντέλο σε παγκόσμια κλίμακα για την αντιμετώπιση της εντεινόμενης κλιματικής αλλαγής.

Για να μπορεί ένα κράτος να ισχυρίζεται πως εφαρμόζει βιώσιμη ανάπτυξη στους παραγωγικούς του τομείς, θα πρέπει οι δομές του στην οικονομία και στην παραγωγή να έχουν ξεκάθαρα χαρακτηριστικά προστασίας του περιβάλλοντος.
Μια ομάδα περιβαλλοντολόγων ανέφερε τα ακόλουθα ως τους κύριους στόχους της Πράσινης Οικονομίας:

* Θα πρέπει να διατηρηθεί το ανθρώπινο είδος.

*Θα πρέπει να μεταχειριζόμαστε τη γη σαν να είμαστε ενοικιαστές και όχι ιδιοκτήτες.

*Δεν θα πρέπει να καταστρέφουμε ή να σπαταλάμε τους φυσικούς πόρους.

*Θα πρέπει να αφήνουμε πίσω μας για τις επόμενες γενιές επαρκείς φυσικούς πόρους για τη διαβίωσή τους.

Ο οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών, στην εισήγησή του Αειφόρος Ανάπτυξη 2030 εξέφρασε την άποψη πως η διατήρηση της περιβαλλοντικής αειφορίας αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επίτευξη των ακόλουθων στόχων σε παγκόσμια κλίμακα:

*Διατήρηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

*Περιφερειακή και παγκόσμια σταθερότητα.

*Διασφάλιση της «υγείας» του πλανήτη μας.

*Δίκαιες και ανθεκτικές κοινωνίες.

*Ευημερούσες οικονομίες.

Από τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα πως κάθε μελλοντική γενιά θα πρέπει να δικαιούται να λαμβάνει το περιβάλλον σε τέτοια μορφή και ποιότητα, που θα είναι συγκρίσιμη με εκείνην που απόλαυσαν οι προηγούμενες γενιές.

Η φροντίδα και η έγνοια για τις μελλοντικές γενιές δεν σημαίνει απόρριψη της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά προτροπή για ελαχιστοποίηση ή και αποφυγή αν είναι δυνατόν, των μακροχρόνιων και ανεπανόρθωτων ζημιών του περιβάλλοντος, και της εξάντλησης των φυσικών πόρων.

Η αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης και της υποβάθμισης της ποιότητας ζωής, προϋποθέτει παράλληλα με τη λήψη συνολικών και ολοκληρωμένων πολιτικών αποφάσεων, τη συνεργασία και τη συμμετοχή για την υλοποίησή τους όλων των εμπλεκομένων κοινωνικών φορέων, αλλά και των πολιτών με κοινωνική συνείδηση.

Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι σταδιακά άρχισε να κερδίζει έδαφος το αίτημα αλλαγής οικονομικού συστήματος, υποβοηθούμενο από την ευρεία αποδοχή του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, και την παραδοχή του πεπερασμένου χαρακτήρα των φυσικών πόρων του πλανήτη.

Ως εκ τούτου, αυτό που απαιτείται στην εποχή μας είναι μια πιο ριζοσπαστική, αλλά και ολιστική προσέγγιση, στο υπό συζήτηση θέμα, η οποία θα διασφαλίζει ισόρροπα το τρίπτυχο της αειφορίας: κοινωνία-οικονομία-περιβάλλον, συνεκτιμώντας τις ιδιαιτερότητες, τις ανάγκες και τις προτεραιότητες όλων των περιοχών του πλανήτη.

Οι στόχοι της αειφόρου ανάπτυξης θα πρέπει να συνδυάζουν την οικονομική μεγέθυνση με την κοινωνική δικαιοσύνη, και την περιβαλλοντική αειφορία.

Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι στόχοι αυτοί να στηρίζονται στη δέσμευση των χωρών, σε παγκόσμια κλίμακα, να ενώσουν τις δυνάμεις τους, και να αναλάβουν κοινή δράση, επιδιώκοντας έναν κόσμο δικαιότερο, πιο ειρηνικό, και πάνω απ’ όλα έναν υγιή πλανήτη.