Αεροδρόμιο Μελβούρνης 1995. Η άφιξη του δημιουργού και η ανάλογη υποδοχή. Παρουσία του τότε Γενικού Προξένου, Γιώργου Βέη και του υπεύθυνου Τύπου του Προξενείου, Μπάμπη Γιαννακόπουλου.

Η παρουσία του Μίκη Θεοδωράκη εδώ, στη μακρινή Αυστραλία, για συναυλίες, με βάση τα εβδομήντα του γενέθλια, είχε γεμίσει με ενθουσιασμό τους ομογενείς και όχι μόνο. Συναυλίες που θα γίνονταν τόσο στη Μελβούρνη όσο και στο Σίδνεϊ.

Τα τραγούδια και οι μελωδίες του αναγνωρίσιμα. Κτήμα και όραμα όλων. Όλοι λίγο-πολύ και όλων των ηλικιών, αλλά και για όλους μηδενός απουσιάζοντος, γνώριμα και με καλοσύνη μας δίνουν το χέρι και τη ματιά τους.

Τραγούδια-σταθμοί στη νεότερη ελληνική ιστορία. Μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Και θα το κάνουν, αυτές οι δημιουργίες της αυθεντικότητας και των αποχρώσεών τους, αφού πατούν στέρεα και συμπορεύονται με την ιστορία και το βίωμα του καθενός. Και όταν χαμογελούσαν, αλλά και όταν η… ζωή τραβάει την ανηφόρα, οι μελωδίες αυτές συμπαντικά μας αγγίζουν.

Από αριστερά, Γιώργος Βέης, Μπάμπης Γιαννακόπουλος, Χρήστος Νιάρος συνομιλούν μe τον Μίκη Θεοδωράκη. Φώτο: Supplied

Στέκομαι στο «Άξιον Εστί». Στη δημιουργία γραφής του Οδυσσέα Ελύτη, που προσέγγισε ο Μίκης με σεβασμό και έμπνευση μοναδική. Όταν ακούστηκαν και αποσπάσματα από το έργο του εδώ, το θέατρο και το κοινό, όλων των φυλών και γλωσσών, σηκώθηκε από τα καθίσματα, χειροκροτούσε και συμμετείχε στη φωνή του τεράστιου Μίκη, μια ακόμη φωνή, στους δρόμους του Αρχαγγέλου.

Το «Είμαστε δυό, είμαστε τρεις…» αντάμωνε και ανταμώνει την «Όμορφη πόλη», το «Περιγιάλι το κρυφό», τον «Μικρό βοριά», τον «Ζορμπά», τη «Δραπετσώνα», τους «Δρόμους τους παλιούς», της «Δικαιοσύνης τον ήλιο τον νοητό»…

Αργότερα, με συνάντησαν ξανά τα τραγούδια του, με τη φωνή του Γιάννη Πάριου στη δισκογραφική δουλειά του με τον τίτλο «Τα ερωτικά του Μίκη». Η σκηνή, η εικόνα που κατεβαίνει ο τεράστιος Μίκης προς την ορχήστρα να συμπράξει με τον τραγουδιστή, κάτω από τον υπέροχο ζεστό Αττικό ουρανό, να τον χειροκροτεί και αλλά και με το κοινό να τον επευφημεί έχει μείνει και αυτή χαραγμένη στην ιστορία.

Ακούς Μίκη, σημαίνει ακούς, ξεφυλλίζεις (πιο σωστά, συνομιλείς, επικοινωνείς) Ρίτσο, Σεφέρη, Αναγνωστάκη, Λειβαδίτη, Καμπανέλλη, Χιώτη, Φαραντούρη, Ντάλαρα, Μπιθικώτση, Μητσιά, Καζαντζίδη, με ομορφιά, λυρισμό, μνήμη, αγώνες, πληγή, λύτρωση και τόσους και τόσα άλλα.

Πρόσωπα, ιδέες και στιγμές. Μίκης, ένα παγκόσμιο φαινόμενο δημιουργού και ενός ανθρώπου που πήγε την Ελλάδα στα πέρατα της γης, με την μουσική του. Αυτός μας σέρβιρε την ποίηση στο πιάτο της καθημερινότητας. Και κει μας έχει βρει. Και κει βρίσκουμε τα τραγούδια. Στο συν τους και στη μέσα τους λαλιά. Σαν νοσταλγία και σημαδούρες των αισθήσεων για το σήμερα και για το αύριο, μας συντροφεύουν.

Καταλήγω με το εμβληματικό «Άξιον Εστί». Στα λόγια και στις σκέψεις του Μίκη για τον δημιουργό Οδυσσέα Ελύτη στέκομαι… Ο Οδυσσέας Ελύτης ήρθε για να καταγράψει με τον ποιητικό του λόγο το αποκορύφωμα και το απόσταγμα ενός τιτάνιου ψυχικού, πνευματικού και ηθικού αγώνα μιας φυλής, που της έλαχε κάποτε ο κλήρος του πρωτοπόρου μέσα στην παγκόσμια εποποιία της ανθρώπινης κοινωνίας.

Η ιδανική μορφή του ιδανικού νεοέλληνα είδε τον εαυτό της στο καθρέφτη του «Άξιον Εστί».

Και όταν οι χαλεποί καιροί μετέβαλαν τη μορφή του νεοέλληνα σε καρικατούρα, έμειναν οι στίχοι του ποιητή, που με θεϊκή χάρη βρέθηκε στο μονοπάτι του χρόνου, πάνω στη διακλάδωση, να δει και να μιλήσει. Για πάντα …