Το «κλειδί» για την ασφάλεια των γυναικών είναι η οικονομική τους ανεξαρτησία

"Tο οικονομικό άγχος είναι η βασική αιτία που πολλές γυναίκες δεν εγκαταλείπουν την οικογενειακή στέγη παρά την κακοποίηση, και είναι ο λόγος που δυστυχώς πολλές αναγκάζονται να επιστρέψουν», δήλωσε στον «Νέο Κόσμο», η Στέλλα Αβραμοπούλου, διευθύνουσα σύμβουλος της «Good Shepherd», σε μια συνέντευξη για τη Σύνοδο Κορυφής για την Ασφάλεια των Γυναικών

«Βρισκόμαστε σε σημείο καμπής», δήλωσε στον «Νέο Κόσμο», η Στέλλα Αβραμοπούλου, διευθύνουσα σύμβουλος της “Good Shepherd”, σε μια συνέντευξη για τη Σύνοδο Κορυφής για την Ασφάλεια των Γυναικών, που ολοκληρώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα, και εκείνα τα σημεία στα οποία θα πρέπει να εστιάσουμε εάν θέλουμε να πετύχουμε την εξάλειψη της βίας εναντίον των γυναικών και των παιδιών στο επόμενο δεκαετές Εθνικό Σχέδιο.

Η χρονιά που πέρασε υπήρξε εκρηκτική στον αγώνα των γυναικών για ισότητα και σεβασμό σε όλους τους χώρους, με αποκορύφωμα τις καταγγελίες βιασμού και παρενόχλησης γυναικών στους κυβερνητικούς κύκλους της Αυστραλίας.

Παρά τα περιοριστικά μέτρα, υπήρξαν μαζικές διαδηλώσεις για τα γυναικεία ζητήματα στις πόλεις της Αυστραλίας, με αποτέλεσμα να ανακοινώσει η κυβέρνηση, στις αρχές της χρονιάς, τη διοργάνωση μιας Συνόδου Κορυφής για την Ασφάλεια των Γυναικών.

Άλλωστε, το 2022, εκπνέει το πρώτο Εθνικό Σχέδιο για την εξάλειψη της βίας κατά των Γυναικών και των Παιδιών, και η ανάγκη χαρτογράφησης ενός νέου αποτελεσματικού πολυδιάστατου και πολύπλευρου σχεδίου είναι περισσότερο κρίσιμη από ποτέ, με τα φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας να αποτελεί εδώ και καιρό ζήτημα ζωής και θανάτου.

Η Στέλλα Αβραμοπούλου γνωρίζει σε βάθος όλα τα ζητήματα που ταλανίζουν τις γυναίκες που έχουν υποστεί τη βία μέσα στο σπίτι. Συμμετείχε, μαζί με άλλους, στο διαδικτυακό διάλογο της Συνόδου Κορυφής, στην οποία πήραν μέρος περισσότερο από 400 άτομα.

«Πιστεύω ότι όλοι όσοι συμμετείχαν, αισθάνθηκαν έντονα την ανάγκη να υπάρξει ένα σχέδιο που να ενεργοποιήσει την αλλαγή. Γιατί απλά, δεν πάει άλλο!» εξήγησε στον «Νέο Κόσμο», ενώ τονίζει ότι «εάν θέλουμε να ασχοληθούμε σοβαρά με την προσπάθεια εξάλειψης της ενδοοικογενειακής βίας, η οικονομική ασφάλεια των γυναικών πρέπει να έχει προτεραιότητα στη στρατηγική πρόληψης που θα σχεδιαστεί».

ΝΚ: Σε πρόσφατη έρευνα διαπιστώθηκε ότι τα ποσοστά ενδοοικογενειακής και σεξουαλικής βίας δεν έχουν μειωθεί κατά τη διάρκεια του τρέχοντος Εθνικού Σχεδίου για την εξάλειψη της βίας εναντίον των γυναικών. Αντίθετα, έχουν αυξηθεί.

«Είναι πρωτοφανές. Τα ποσοστά είναι συγκλονιστικά. Η πανδημία έχει επιδεινώσει την κατάσταση, με τα αλλεπάλληλα lockdown που βιώνουμε. Είναι πολλά τα περιστατικά για τα οποία μας ενημερώνουν οι γείτονες που ακούν την ενδοοικογενειακή βία να συμβαίνει δίπλα τους, και έτσι έχουν αυξηθεί και τα περιστατικά που αναφέρονται.

Σε αυτή τη Σύνοδο, αισθάνομαι ότι βρισκόμαστε σε σημείο καμπής. Υπάρχει πίεση στην κυβέρνηση, σε εμάς, ως κοινωνία, να κάνουμε μία θεμελιώδη στροφή για να μειώσουμε τα ποσοστά της βίας. Πιστεύω ότι όλοι όσοι συμμετείχαν, αισθάνθηκαν έντονα την ανάγκη να υπάρξει ένα σχέδιο που να ενεργοποιήσει την αλλαγή. Γιατί απλά, δεν πάει άλλο!»

Στην πρόταση που υποβάλετε προτείνετε να επενδύσουμε στην οικονομική ασφάλεια των γυναικών, ώστε να μπορούν να φύγουν από βίαιες σχέσεις πριν κλιμακωθούν, χωρίς τον φόβο ότι θα μείνουν χωρίς χρήματα;

«Βέβαια. Επίσης, είναι κρίσιμο να επενδύσουμε στη στέγαση έκτακτης ανάγκης για τις γυναίκες που δραπετεύουν από την ενδοοικογενειακή βία. Γνωρίζουμε ότι ένα από τα βασικότερα θέματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες, εκτός από τη σωματική βία, είναι η οικονομική κακοποίηση, και το οικονομικό άγχος.

Είναι η βασική αιτία που πολλές γυναίκες δεν εγκαταλείπουν την οικογενειακή στέγη παρά την κακοποίηση, και είναι ο λόγος που δυστυχώς πολλές αναγκάζονται να επιστρέψουν. Έχουμε ανάγκη από μία πολύπλευρη προσέγγιση για να βοηθήσουμε αυτές τις γυναίκες να φύγουν, αλλά και για να ανακάμψουν μακροπρόθεσμα.

Είναι πολύ μικρή η χρονική διάρκεια που προσφέρουμε αυτά τα καταφύγια στις κακοποιημένες γυναίκες. Χρειάζονται τουλάχιστον 4-5 μήνες μόνο για να συνειδητοποιήσουν τί τους συνέβη και να αρχίσουν να χτίζουν ξανά τη ζωή τους. Ως οργάνωση θέλουμε να δοθεί προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της οικονομικής κακοποίησης στο επόμενο Εθνικό Σχέδιο».

Η κυβέρνηση δεν παρέχει οικονομική στήριξη και στέγαση έκτακτης ανάγκης; Ή απλά η στήριξη αυτή δεν είναι αρκετή;

«Οι γυναίκες μπορούν να μείνουν μόνο 8-12 εβδομάδες σε καταφύγιο έκτακτης ανάγκης. Είναι πολύ μικρή η διάρκεια. Φαντάσου να πρέπει να εγκαταλείψεις κακήν κακώς το σπίτι σου, να πρέπει να αλλάξεις τα πάντα, τις κάρτες σου και τον τραπεζικό λογαριασμό, για να είσαι ασφαλής. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια.

Και, επιπλέον, έχεις να αντιμετωπίσεις και τα ψυχολογικά τραύματα της κακοποίησης που έχεις υποστεί και να βεβαιωθείς ότι τα παιδιά σου είναι εντάξει. Οι γυναίκες που χρειάζονται καταφύγιο είναι πολύ περισσότερες από τα διαθέσιμα σπίτια και η λίστα αναμονής είναι πολύ μεγάλη.

«Πέρυσι, όταν ξέσπασε η πανδημία, λαμβάναμε κλήσεις από γυναίκες που κοιμόντουσαν στα αυτοκίνητά τους. Το μόνο που πήραν φεύγοντας ήταν το αυτοκίνητό τους, τα παιδιά τους, και κάποια πράγματα».

Το Centrelink προσφέρει αυτή τη στιγμή κάποια οικονομική βοήθεια στις γυναίκες που δραπετεύουν από το κακοποιητικό περιβάλλον;

«Το Centrelink προσφέρει κάποια χρηματοδότηση σε αυτές τις γυναίκες. Αλλά υπάρχουν τώρα 100.000 περισσότερες γυναίκες στο πρόγραμμα του Jobseeker, σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την πανδημία.

Ωστόσο, αυτά τα προγράμματα δεν βοηθούν τη γυναίκα να αναρρώσει μακροπρόθεσμα. Έχει ακόμα να αντιμετωπίσει δικαστικούς αγώνες για την επιμέλεια των παιδιών, για τα περιουσιακά στοιχεία… Και, συνήθως, οι γυναίκες τα παρατούν στο τέλος, γιατί το όλο σύστημα τους τραυματίζει ξανά, και καθιστά αδύνατη την ανάκαμψή τους και την εξασφάλιση μιας βιώσιμης οικονομικής κατάστασης.

Πέρυσι, μία γυναίκα μου είπε ότι είχε ξοδέψει 50.000 δολάρια στο οικογενειακό δικαστήριο εναντίον του συζύγου της, ενός πολύ επιτυχημένου πλούσιου επιχειρηματία. Και στο τέλος τα παράτησε! Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό που μου είπε:«Μακάρι να ήμουν με τις υπηρεσίες πρόνοιας για την προστασία των παιδιών γιατί τουλάχιστον τότε, η κυβέρνηση θα έπρεπε να με βοηθήσει».

Δηλαδή, εντέλει, το σύστημα δεν βοηθάει τη γυναίκα/το θύμα να βρει το δίκιο της.

«Στην περίπτωση ενός παιδιού, το σύστημα δεν επιτρέπει στις υπηρεσίες να επανατραυματίσει το παιδί στο συμβουλευτικό πρόγραμμα. Δυστυχώς, το ταξίδι για μια γυναίκα που εγκαταλείπει την κακοποίηση, είναι εντελώς διαφορετικό.

Είναι από αυτά τα σπάνια σενάρια όπου το θύμα κακοποιείται πάλι μέσα από το σύστημα, την ώρα που κάνει έκκληση για βοήθεια. Μπορεί να υπάρχουν εντάλματα εναντίον των θυτών, αλλά εκείνοι συνεχίζουν να μένουν στο οικογενειακό σπίτι.

«Είναι η γυναίκα που αναγκάζεται να φύγει από το σπίτι της, μαζί με τα παιδιά της. Εκείνη πρέπει να αποκαταστήσει την ταυτότητά της, την ώρα που συνεχίζει να αγωνιά αν την παρακολουθεί ο δράστης από το κινητό της, και για το πού μπορεί να βρίσκεται ο πρώην της και αν κινδυνεύει. Όλο το βάρος της ανάρρωσης και της ασφάλειάς της είναι πάνω της».

Πολλοί συμφωνούν ότι το οικογενειακό δικαστήριο έχει αποτύχει. Ότι πολλές φορές τα θύματα περιμένουν χρόνια πριν εκδικαστεί η υπόθεσή τους.

«Σίγουρα. Στη Σύνοδο όμως υπήρχαν καλά νέα σε αυτό το κομμάτι. Φαίνεται ότι υπάρχει μία σοβαρή αναθεώρηση του οικογενειακού δικαστηρίου που θα επιταχύνει τις διαδικασίες για τις υποθέσεις διαζυγίων. Είναι ακόμα πολύ νωρίς, βέβαια, αλλά θα παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις, και αν τελικά είναι πιο αποτελεσματικό, πιο σεβαστό και ασφαλέστερο για τους εμπλεκόμενους.

Πιστεύω, όμως, ότι όλοι συμφωνούμε ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι ένα πολυδιάστατο και πολύπλευρο ζήτημα. Κανένας τομέας δεν θα πετύχει από μόνος του. Ούτε η κυβέρνηση από μόνη της ούτε οι υπηρεσίες.

Πρέπει να υπάρχει μία συνεργατική διατομεακή προσέγγιση για αυτό το θέμα, τόσο στην πρόληψη (όταν οι άντρες είναι ακόμα παιδιά) και επίσης στην ανάρρωση των θυμάτων μετά από την κακοποίησή τους, και να στηρίξουμε αυτές τις γυναίκες σε κάθε στάδιο της ζωής τους.

Σε παρουσιάσεις που έγιναν στη Σύνοδο Κορυφής, διαπιστώσαμε ότι οι ηλικιωμένες γυναίκες είναι αυτές που πλέον κινδυνεύουν περισσότερο να μείνουν άστεγες στην Αυστραλία.

Υπάρχουν κάποιες πολύ λυπηρές ιστορίες ηλικιωμένων Ελληνίδων που αντιμετωπίζουν την κακοποίηση.

Γυναίκες που ήρθαν στην Αυστραλία, εργάστηκαν σε εργοστάσια και κατάφεραν στη ζωή τους να αποκτήσουν 2-3 σπίτια. Έδωσαν τα σπίτια στα παιδιά τους, ή όταν «έφυγε» ο σύζυγός τους χρεοκόπησαν γιατί έγιναν εγγυητές για τα παιδιά τους σε κάποια αποτυχημένη επιχειρηματική τους προσπάθεια, ή ακόμα και για ένα δάνειο αυτοκινήτου.

Και βλέπουμε γυναίκες στα εβδομήντα τους χρόνια, χωρίς σύνταξη, να κοιμούνται στους καναπέδες συγγενών τους.

Για μένα που είμαι Ελληνίδα, είναι πολύ δύσκολο να ακούω αυτές τις ιστορίες. Ιδίως επειδή έχω μεγαλώσει στο ίδιο σπίτι με τους παππούδες μου, βρίσκω αυτές τις ιστορίες για τις ηλικιωμένες γυναίκες που κακοποιούνται οικονομικά πολύ δύσκολες και συγκλονιστικές.

Κυρίως γιατί ως Έλληνες έχουμε αυτή την περηφάνια ότι σεβόμαστε και νοιαζόμαστε για τους ηλικιωμένους μας που ήρθαν εδώ, εργάστηκαν στα εργοστάσια για να έχουμε μια καλύτερη εκπαίδευση και μια καλύτερη ζωή. Και είναι ντροπή μας, ως κοινωνία. Πιστεύω ότι πρέπει να το εξετάσουμε ειδικά αυτό το θέμα ως κοινωνία».

Οι γυναίκες συνήθως γίνονται εξαρτημένες οικονομικά όταν αποφασίζουν να ξεκινήσουν οικογένεια. Γνωρίζω αρκετές γυναίκες που στα 45 τους προσπαθούν με μεγάλες δυσκολίες να εισέλθουν στον εργασιακό χώρο μετά από μία δεκαετία που είχαν αφιερώσει στο μεγάλωμα των παιδιών τους.

«Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που το superannuation (η σύνταξη) των γυναικών είναι τόσο χαμηλό. Οι γυναίκες έχουν χαμηλότερη σύνταξη σε σύγκριση με τους άντρες που έχουν την ίδια ηλικία μαζί τους.

Γι’ αυτό ζητάμε στη Σύνοδο την δωρεάν πρόσβαση στην παιδική φροντίδα για τις γυναίκες. Γι’ αυτό τα οικογενειακά επιδόματα του Centrelink είναι τόσο σημαντικά. Χρειαζόμαστε έναν νόμο κοινωνικής προστασίας του βασικού εισοδήματος που να λαμβάνει υπόψη τις γυναίκες, κάποιες βασικές οικονομικές προστατευτικές δικλείδες ασφαλείας.

Χρειαζόμαστε το ταμείο του superannuation να λάβει υπόψη το ζήτημα των γυναικών διαφορετικά. Μεγαλώνουμε τα παιδιά μας στο σπίτι. Κανονικά θα πρέπει να έχουμε διπλούς βαθμούς στο super μας για όλο αυτό το έργο.

«Είμαι πολύ περήφανη για την ελληνική καταγωγή μου, ωστόσο στην πατριαρχική κουλτούρα μας, οι γυναίκες δεν αντιμετωπίζονται με ισότητα. Πιστεύω ότι ως κοινωνία και ως Έλληνες πρέπει να το κοιτάξουμε. Έχουμε αρκετή δουλειά να κάνουμε σε αυτό το κομμάτι και πολύ δρόμο ακόμα».

Είστε αισιόδοξη;

«Ξεκίνησα στα είκοσί μου χρόνια στις φυλακές, όπου συνήθιζα να επιβλέπω τους άντρες που ήταν δράστες της ενδοοικογενειακής βίας. Τότε δεν μπορούσα να κάνω πολλά για τη βία που συνέβαινε μέσα στο σπίτι τους.

Από τη θέση μου ως διευθύνουσα σύμβουλος σε μία διεθνή γυναίκεια οργάνωση 400 χρόνων, βλέπω τα αποτελέσματα της δράσης της στα ζητήματα που ταλανίζουν τις γυναίκες. Έχω ελπίδες γιατί είναι η πρώτη φορά που απ’ όλους τους τομείς ακούω την ίδια απαίτηση για αλλαγή. Το ακούω από εκπροσώπους της κυβέρνησης, το ακούω από εταιρείες, το ακούω από την κοινωνία.

Αλλά το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι ότι δεν πιστεύω ότι οι νέες γυναίκες της επόμενης γενιάς πρόκειται να αποδεχθούν αυτή τη μεταχείριση στο μέλλον. Και αυτό μου δίνει πολλές ελπίδες.

Γνωρίζω ότι δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω. Βλέπω ότι υπάρχει μία στροφή, αλλά πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είμαστε ανένδοτοι για το θέμα της ανεξαρτησίας των γυναικών. Η οικονομική ασφάλεια των γυναικών είναι το «κλειδί» της ανεξαρτησίας τους».