Τη δικαιολογημένη οργή των συγγενών των θυμάτων της «Βασιλειάδας» προκαλούν τα όσα κατατίθενται στην ιατροδικαστική έρευνα για τα αίτια που οδήγησαν στον θάνατο 50 ηλικιωμένους τρόφιμους της.

Τα 45 άτομα πέθαναν με Covid-19 και τα πέντε λόγω εγκατάλειψης.

Στο μικροσκόπιο έχει μπει η απόφαση της Πολιτειακής κυβέρνησης να παύσει όλο το προσωπικό του γηροκομείου όταν εντοπίστηκαν κρούσματα κορονοϊού και στη συνέχεια να μην υπάρχει νοσηλευτικό προσωπικό για τους τρόφιμους με αποτέλεσμα πολλοί να πεθάνουν.

Μετά την απόφαση αυτή, που εκ των πραγμάτων αποδείχθηκε ολέθρια, σε ανάλογες περιπτώσεις υπάρχει και διαφορετική προσέγγιση.

Ο Dr Naveen Tenneti που κατέθεσε την Δευτέρα αρνήθηκε ότι η πολιτειακή κυβέρνηση αγνόησε τις προειδοποιήσεις γιατρών από το Northern Health να μην παυτεί όλο το προσωπικό της «Βασιλειάδας» γιατί θα τεθούν σε κίνδυνο οι τρόφιμοι.

Ο ίδιος που συνέβαλε στην ενημέρωση του επικεφαλής των Υγειονομικών Υπηρεσιών της Βικτώριας, Brett Sutton, να λάβει την απόφαση της παύσης του προσωπικού είπε ότι «υπέθεσε» πως η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση που είχε την ευθύνη να αναπληρώσει το προσωπικό θα είχε «ικανοποιητικό εργατικό δυναμικό».

Συμπλήρωσε πως ένα email που στάλθηκε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση όπου αναφερόταν πως δεν υπήρχε αρκετό προσωπικό δεν του δόθηκε.

Ο δικαστής John Cain χαρακτήρισε την επικοινωνία μεταξύ πολιτειακής και ομοσπονδιακής κυβέρνησης για το θέμα αυτό « παθητική».

«Ήταν ένα τόσο σημαντικό θέμα που θα μπορούσε κάποιος να σηκώσει το τηλέφωνο και να ρωτήσει έχετε αρκετό προσωπικό» είπε.

«Αν γυρίζαμε το χρόνο πίσω νομίζω θα το κάναμε» είπε Dr Tenneti.
Ένα άλλο στοιχείο που προκαλεί εντύοωση είναι ο ισχυρισμός ότι μέλη του προσωπικού που, σύμφωνα με την καταγγελία, τα είχαν προσλάβει για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην “Βασιλειάδα” όταν στάλθηκε σε καραντίνα το μόνιμο προσωπικό, φέρονται να έκαναν πάρτι όταν δεν είχαν βάρδια με αποτέλεσμαν έξι απ’ αυτά να μολυνθούν με κορονοϊό.

Η ΑΚΡΟΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Πιο αναλυτικά τώρα:

Το μερίδιο ευθύνης που φέρουν διοίκηση, πολιτειακή και ομοσπονδιακή κυβέρνηση και παράγοντες του ιδιωτικού τομέα στην τραγωδία που εκτυλίχθηκε στη Βασιλειάδα μένει ακόμη να διαλευκανθεί.

Ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο όμως μετά από μια εβδομάδα ακροάσεων στο πλαίσιο ιατροδικαστικής έρευνας για το γηροκομείο με την πιο θανατηφόρα έξαρση COVID-19 στη χώρα.

Τα λάθη ήταν απανωτά και συνετέλεσαν σε μια κρίση όπου θάνατοι ηλικιωμένων δεν αποδίδονταν μόνο στον ιό αλλά και σε έλλειψη βασικής φροντίδας. Στην Αυστραλία του 2020.

Την ανησυχία για το ενδεχόμενο παραμέλησης που επιβεβαιώθηκε είχαν εκφράσει γιατροί που βοηθούσαν στο ίδρυμα, πριν την απόφαση από την κυβέρνηση Βικτώριας για να τεθεί σε απομόνωση όλο το προσωπικό εν μέσω της έξαρσης.

Πήραν απόφαση χωρίς “να πατήσουν πόδι στη Βασιλειάδα”

“Μου φάνηκε ότι ακολούθησαν την πεπατημένη χωρίς να υπολογίζουν τί ακριβώς συνέβαινε”, είπε η γιατρός του νοσοκομείου Northern Health Δρ. Sandra Brown στο δικαστήριο την Τρίτη.

Η δικηγόρος που εκπροσωπεί το Υπουργείο Υγείας Βικτώριας Mary Anne Harley QC, υπέβαλε αρκετές ερωτήσεις στη γιατρό για την αντιρρήσεις που εξέφραζε η ομάδα της σχετικά με την αντικατάσταση προσωπικού με τη Δρ. Brown να απαντά κάποια στιγμή:

“Η μονάδα δημόσιας υγείας θα ήταν αν πατούσε πόδι στη Βασιλειάδα και μπορεί έτσι να έπαιρναν απόφαση που ανταποκρίνεται στις ιδιαιτερότητες που υπήρχαν”.

Φωτο: AAP/Con Chronis

Η θέση τους, είπε, στηρίχθηκε στην από πρώτο χέρι εμπειρία που είχαν από το γηροκομείο και ανησυχίες για “ανεπάρκεια σε προσωπικό αντικατάστασης”.

Την περίοδο εκείνη, κατέθεσε, λαμβάνοντας υπόψη το πόσοι τρόφιμοι είχαν διαγνωστεί θετικοί στον ιό, και πόσοι ακόμη εκδήλωναν συμπτώματα, προτεραιότητα έγινε “να βεβαιωθούμε ότι λαμβάνουν την κατάλληλη φροντίδα”.

Φόβοι που επιβεβαιώθηκαν για περιστατικά αφυδάτωσης, υποσιτισμού και παραμέλησης της φαρμακευτικής αγωγής των ηλικωμένων είχαν εκφραστεί και από άλλον γιατρό σε συνάντηση με εκπροσώπους του Υπουργείου. επικαλούμενος αντίστοιχο περιστατικό που είχε προηγηθεί στο γηροκομείο Εστία του Heidelberg.

Αλλά, σύμφωνα με σύμβουλο του αρχιάτρου Βικτώριας που κατέθεσε στο δικαστήριο τη Δευτέρα, δεν αγνοήθηκε κάποια προειδοποίηση.

Ο Δρ. Naveen Tenneti κατέθεσε πως πίστευε ότι υπήρχε επαρκές προσωπικό για αντικατάσταση από την ομσπονδιακή κυβέρνηση, παρότι δεν είχε δει ένα email που στάλθηκε από δημόσιο υπάλληλο που ενημέρωνε για το ακριβώς αντίθετο.

Ακούγοντας αυτό, ο Ιατροδικαστής John Cain μάλιστα σχολίασε ότι η επικοινωνία μεταξύ πολιτειακής και ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν “αρκετά παθητική” και ρώτησε ευθέως γιατί δεν υπήρξε ένα απλό τηλεφώνημα για να γίνει η συνεννόηση για ένα τόσο ευαίσθητο και επείγον ζήτημα.

“Δεν μας δόθηκε χρόνος να τους δείξουμε τη δουλειά”

Η φροντίδα των ηλικιωμένων της Βασιλειάδας πήρε γρήγορα την κατιούσα μετά την αντικατάσταση του προσωπικού, σύμφωνα με τα όσα κατέθεσε η Connie Apidopoulos, εργαζόμενη στην κουζίνα του γηροκομείου .

“Δεν μας δόθηκε χρόνος να τους δείξουμε τη δουλειά όπως θα έπρεπε[…] Όλη η μέρα ήταν πολύ στρεσογόνα. Έβλεπα τόσα πολλά λάθη που περίμεναν να συμβούν.

Φωτο: AAP Image/Daniel Pockett

“Οι τρόφιμοι ήταν ανήσυχοι και λυπημένοι μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία. Έβγαιναν και ζητούσαν φαγητό και τα φάρμακά τους γιατί ήξεραν τις ώρες”, αναφέρει απόσπασμα της κατάθεσής της.

Στο φως ήρθαν αυτή την εβδομάδα και νέοι ισχυρισμοί για τη διαχείριση της διοίκησης του γηροκομείου.

Η νομικός εκπρόσωπος του πολιτειακού Υπουργείου Υγείας κ. Harley είπε ενώπιον του Ιατροδικαστή ότι σύμφωνα με καταθέσεις εργαζομένων των εξωτερικών πρακτορείων που κλήθηκαν να αντικαταστήσουν το προσωπικό του γηροκομείου, η διευθύντρια Vicky Kos δεν τους είχε παραδώσει απαραίτητα έγγραφα για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των τροφίμων, κλειδιά και κωδικούς σε υπολογιστές.

Η απόφαση να καταχωρηθούν όλοι οι εργαζόμενοι της Βασιλειάδας ως στενές επαφές και να τους αντικαταστήσουν με προσωπικό από εξωτερικά πρακτορεία υλοποιήθηκε στις 22 Ιουλίου.

Αλλά σύμφωνα με τον Σπύρο Βασιλάκη, η μητέρα του οποίου απεβίωσε εν μέσω της έξαρσης τα προβλήματα ξεκίνησαν από νωρίτερα.

“Παντελής αποδιοργάνωση”, “χάος” και μια “φτηνή δικαιολογία”
Στην κοινή τους κατάθεση την Τρίτη, ο Σπύρος και η Θεοδώρα, γιος και κόρη της Μαρίας Βασιλάκης, περιέγραψαν τη δική τους οπτική για τη διαχείριση του γηροκομείου.

Η κ. Βασιλάκη μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο στις 17 Ιουλίου αφότου διαγνώστηκε θετική στον ιό, αλλά στάλθηκε πίσω την ίδια μέρα με ελάχιστα συμπτώματα.

Η κόρη Θεοδώρα είχε τότε ρωτήσει τον γιατρό αν μπορεί να πάρει τη μητέρα της σπίτι. Αλλά της απάντησαν ότι η φροντίδα θα ήταν “εξίσου καλή” στο γηροκομείο με αυτήν του νοσοκομείου.

Τις επόμενες μέρες, τα αδέλφια κατέθεσαν στο δικαστήριο ότι είδαν “μια παντελή αποδιοργάνωση” και “χάος” κατά τη διάρκεια επίσκεψής τους περιγράφοντας στιγμές όπου δεν τηρούνταν τα μέτρα ασφαλείας ειδικά σε σχέση με τον προστατευτικό εξοπλισμό (PPE).

Η κ. Βασιλάκη πέθανε στις 23 Ιουλίου, μια μέρα αφότου ξαναμπήκε στο νοσοκομείο.

“Το λυπηρό ήταν ότι την ίδια στιγμή που το νοσοκομείου προσπαθούσε να επικοινωνήσει με την αδελφή μου και εμένα να μας πούνε ότι η μητέρα μας πέθανε, δευτερόλεπτα πριν πήραμε κλήση από μια κοπέλα στη Βασιλειάδα που μας έλεγε ότι η μαμά μας είναι στο δωμάτιο και καλά”, είπε ο Σπύρος Βασιλάκης.

Κλείνοντας την κατάθεσή τους, ο κ. Βασιλάκης είπε στο δικαστήριθο ότι η ιατροδιακστική έρευνα ήταν “η ευκαιρία που περίμενε αυτή η οικογένεια”, και διάβασε κάποιες σημειώσεις του για ένα γράμμα που στάλθηκε πέρυσι στις 24 Ιουλίου μια μέρα μετά τον θάνατο της μητέρας του από την διοίκηση της Βασιλειάδας που βρισκόταν τότε στα χέρια του Κωνσταντίνου Κόντη.

“Είπε ότι δεν έκανε υποχρεωτική τη χρήση PPE πριν τις 23 Ιουλίου γιατί η Κοινοπολιτεία δεν είχε δώσει οδηγία. Πολύ φτηνή δικαιολογία. Μας λέει ότι δεν ήταν ικανός να είναι προνοητικός για να σώσει το προσωπικό και τους τροφίμους; Αν είχε πιάσει φωτιά το κτίριο θα περίμενε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να του πει να πρέπει να τη σβήσει;”.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είπε ο κ. Βασιλάκης, ήταν ξεκάθαρο ότι οι ηλικιωμένοι μας ήταν οι πιο ευάλωτοι.

“Αυτοί στα γηροκομεία έπρεπε να έχουν την καλύτερη προστασία. Και κοίτα πού βρισκόμαστε σήμερα”.