Η επικεφαλής των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών και Μαιευτικής Φροντίδας της Αυστραλίας, Alison McMillan, αρχικά δεν ήταν υπέρ της μαζικής εκκένωσης των ηλικιωμένων από τη «Βασιλειάδα» στο Fawkner, σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστά ενώπιον του ιατροδικαστή, John Cain, ο οποίος ερευνά τους δεκάδες θανάτους που καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια της κλιμάκωσης της έξαρσης της COVID-19 στον οίκο ευγηρίας πέρυσι.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται σε αυστραλιανά ΜΜΕ, έχοντας λάβει εντολή από τον ομοσπονδιακό υπουργό Υγείας, Greg Hunt και τον τότε επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας της Αυστραλίας, Brendan Murphy, η κα McMillan, επισκέφτηκε τη «Βασιλειάδα» στις 22 Ιουλίου, την ημέρα που υλοποιήθηκε η επίμαχη απόφαση του επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας της Βικτώριας, Brett Sutton, για παύση των εργαζομένων και αντικατάστασή τους, με ευθύνη της Καμπέρας.

Από την επικεφαλής των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών ζητήθηκε να επιτηρήσει την αλλαγή προσωπικού και να αναφέρει σχετικά. Ο νομικός σύμβουλος του ιατροδικαστή, Peter Rozen, έκανε λόγο για ανταλλαγή emails, μεταξύ του κ. Hunt και του κ. Murphy και άλλων αξιωματούχων, που έδειχναν πως «ανησυχούσαν» για τη μεταφορά των ηλικιωμένων εκτός των εγκαταστάσεων του οίκου ευγηρίας.

Η ίδια, στην ενημέρωση που έστειλε μετά από 4,5 ώρες επιτήρησης της αντικατάστασης προσωπικού, από κοινού με τον Terry Symonds του υπουργείου Υγείας της Βικτώριας,φέρεται να επεσήμανε πως η διαδικασία έγινε με τάξη και ότι υπήρχαν ορισμένα «θέματα», όπως η ανάγκη για μεταφραστές -καθώς λίγοι από τους νέους εργαζόμενους μιλούσαν Ελληνικά-, πρόσθετο προσωπικό για την καθαριότητα και επιπλέον προστατευτικός εξοπλισμός.

Κατέληγε πως κρίνει ότι επρόκειτο για μία κατάλληλη (fit for purpose) εγκατάσταση που είχε τα συστήματα και τις διαδικασίες να διαχειριστεί την κατάσταση, χωρίς να υπάρχει η ανάγκη για σημαντική εκκένωση των θετικών στον ιό ηλικιωμένων και τη μεταφορά τους στο νοσοκομείο, αλλά απαιτείτο στενή επίβλεψη των τροφίμων που δεν ήταν καλά.

Όπως έγραψε η The Age δε συνάντησε ηλικιωμένους, δεν επισκέφτηκε δωμάτιά τους και δεν επιθεώρησε την πτέρυγα των ασθενών με άνοια. «Θα σκεφτόσασταν, τώρα, πως αυτό ήταν το σωστό, να κάνετε;» ερωτήθηκε από τον ιατροδικαστή». «Εκ των υστέρων, βέβαια», απάντησε.

Εννέα ημέρες μετά την αντικατάσταση του προσωπικού έγινε εντέλει μεταφορά των ηλικιωμένων σε νοσοκομεία.

Ο κ. Rozen, επεσήμανε πως τότε αυτή ήταν η ανώτερη ομοσπονδιακή αξιωματούχος, παρούσα στη Μελβούρνη, που ενεπλάκη στη «Βασιλειάδα». Η ίδια, υπογράμμισε πως πήγε κατόπιν αιτήματος του υπουργού και στελεχών του υπουργείου Υγείας της Αυστραλίας, αλλά τίποτε στα καθήκοντα της θέσης της δεν αναφέρει πως είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία ενός οίκο ευγηρίας.

Η κα McMillan, έγινε γνωστό, ήταν μεταξύ των παραληπτών ενός email προς αξιωματούχους του υπουργείου Υγείας της Αυστραλίας, από την Δρ Sandra Brown, που είχε επισκεφτεί τον οίκο ευγηρίας στις 23 Ιουλίου και έκανε λόγο για «φρικτή» κατάσταση, με ηλικιωμένους να υποσιτίζονται και να κείτονται σε ακαθαρσίες, ενώ δε λάμβαναν τα φάρμακά τους.

Το προσωπικό δεν κατανοούσε καλά τα μέτρα για έλεγχο της μετάδοσης του ιού και δε γνώριζε πως να φροντίσει για την καθαριότητα ηλικιωμένων.

«Αυτός είναι ο ίδιος οίκος ευγηρίας που επιθεωρήσατε την προηγούμενη ημέρα και βρήκατε κατάλληλο;», είπε ο κ. Rozen. «Ναι», απάντησε η κα McMillan.

«Θα ήταν πολύ ανησυχητικό…», επέμεινε ο νομικός σύμβουλος. «Ναι», είπε πάλι η επικεφαλής των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών.

Όταν επέστρεψε στη «Βασιλειάδα», μετά από εντολή του κ. Murphy, στις 26 Ιουλίου, ανέφερε πως το περιβάλλον ήταν «χαοτικό» και ήταν ασαφές ποιος έκανε κουμάντο.

«ΕΜΠΟΛΕΜΗ ΖΩΝΗ»

Όπως αναφέρθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, ο κ. Sutton, είχε δώσει εντολή η παύση του προσωπικού της «Βασιλειάδας» -και ως εκ τούτου η αντικατάστασή του- να έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του ωραρίου εργασίας, αλλά ήταν 11 το πρωί όταν ειπώθηκε στο τακτικό προσωπικό να πάει σπίτι και να απομονωθεί, με άτομο, εργαζόμενο στον οίκο ευγηρίας να αναφέρει πως ένιωσε ότι η διαδικασία έγινε βεβιασμένα.

Από την πλευρά της, η Jacinta MacCormack, νοσηλεύτρια με 41 χρόνια εμπειρία, που ήταν στους αντικαταστάτες της Aspen Medical δήλωσε πως το υπάρχον προσωπικό έγινε «εχθρικό» όταν έμαθαν πως «παύονται» και δε μοιράζονταν μαζί τους τις απαραίτητες πληροφορίες για τους ηλικιωμένους.

Τη δεύτερη ημέρα της εργασίας της στη «Βασιλειάδα», όπως είπε, παρατήρησε ηλικιωμένους να είναι «υποσιτισμένοι» και «αφυδατωμένοι». Έκανε λόγο για ένα ζευγάρι που έμοιαζε «σκελετωμένο» με τα κόκαλα στο γοφό να διακρίνονται. Ήταν σαν «εμπόλεμη ζώνη», είπε.

Η πρώην αναπληρώτρια διευθύντρια νοσηλευτικών υπηρεσιών του οίκου ευγηρίας, Milena Avramovic έκανε λόγο για πρωτόγνωρη κατάσταση λόγω της πανδημίας. «Όλοι εργαζόμασταν τόσο σκληρά, υπό τεράστια πίεση», είπε, με «μάχη» για να βρεθεί επαρκής ατομικός προστατευτικός εξοπλισμός ακόμη και πριν καταγραφεί το πρώτο κρούσμα.

Αλλά αρνήθηκε τους ισχυρισμούς πως δεν υπήρξε συνεργασία κατά τη διαδικασία αντικατάστασης. «Ήμαστε τόσο ‘ανοιχτοί’ και ευγνώμονες γι’ αυτούς που έρχονταν να μας βοηθήσουν. Δε συνέβη ποτέ… δεν μπορώ να το πιστέψω αυτό», είπε.

Αρνήθηκε επίσης ισχυρισμούς ότι το προσωπικό είχε λάβει οδηγίες να μη φοράει μάσκα.

Επεσήμανε πως ήθελε οι Αρχές να έχουν δώσει σαφείς οδηγίες για την εξέταση των ηλικιωμένων, μετά το πρώτο κρούσμα. «Ήμασταν πραγματικά αβοήθητοι. Θέλαμε να κάνουμε τα πράγματα πιο γρήγορα και υπήρχε λίγος πανικός». Δεν μπορούσαν να περιμένουν ημέρες για να γίνουν εξετάσεις και πήγαν σε GPs και νοσοκομεία για βοήθεια, υπογράμμισε.