Η ιστορία της Γιαννούλας Παναγιωτοπούλου είναι συνάμα μοναδική αλλά και πανομοιότυπη με τις ιστορίες χιλιάδων μεταναστών που έκαναν το μακρινό ταξίδι στους Αντίποδες.

Όμως στην περίπτωσή της, ο αντίκτυπος αυτών των αναμνήσεων όχι μόνο διατηρήθηκε ζωντανός στην οικογενειακή της κληρονομιά αλλά βρήκε διέξοδο και στο ευρύ κοινό μέσα από τη βραβευμένη μικρού μήκους ταινία της εγγονής της Νάταλι που έκανε τον γύρο του κόσμου με τη Γιαννούλα σε ρόλο πρωταγωνίστριας.

Πλέον, το οδοιπορικό της Γιαννούλας θα αναβιώσει ξανά μέσα από το βιβλίο της κόρης της, Ολυμπίας, η οποία με αφορμή τον επικείμενο εορτασμό των εκατοστών γενεθλίων της μητέρας της, μοιράζεται μαζί μας μια αναδρομή σε σημεία-σταθμούς της ζωής της που σε μεγάλο βαθμό σκιαγραφούν το χρονικό της μαζικής μετανάστευσης στην Αυστραλία.

Με τον σύζυγό της

Η Γιαννούλα γεννήθηκε στο Χρυσοχώρι Μεσσηνίας στις 19 Δεκεμβρίου 1918, όμως από το 1955 και έπειτα το νέο της σπίτι ήταν η Αυστραλία. Ως γιαγιά με 14 εγγόνια και πάνω από 20 δισέγγονα, η καθημερινότητά της είναι αναμφίβολα γεμάτη αγάπη και χαρούμενες στιγμές.

Κοιτώντας πίσω όμως καταλαβαίνει ότι από τη ζωή της δεν έλειψαν φυσικά και οι δυσκολίες, έχοντας έρθει από νωρίς αντιμέτωπη με το πρόσωπο της απώλειας.

“Είχε μια δίδυμη αδελφή η οποία πιστεύω κατάφερε να ζήσει μόλις μία-δύο μέρες αφότου γεννήθηκαν. Η μαμά πάντα έλεγε ότι πήρε τη δύναμή της, όμως μέχρι και σήμερα δεν την έχει ξεχάσει” εξομολογείται η κόρη της Ολυμπία, μιλώντας στον “Νέο Κόσμο”.

Όταν ήταν μόλις 23 ετών έχασε τη μητέρα της και τη γιαγιά της με διαφορά μιας ημέρας.

Στο Χρυσοχώρι Μεσσηνίας

“Ακούγοντας λεπτομέρειες για τη ζωή της σκέφτεσαι ‘Μα πώς είναι δυνατόν να τα άντεξες όλα αυτά;’ […] Κάποιοι άνθρωποι περνούν κακουχίες που τους διαμορφώνουν ως άτομα, ενώ άλλους τους κάνουν σκληρότερους. Κάποιοι χρησιμοποιούν τις προκλήσεις ως ευκαιρίες ενώ άλλοι αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων.

“Στην περίπτωση της μητέρας μου, το πνεύμα της δε λύγισε ποτέ…” μας λέει η Ολυμπία.

Χρόνια αργότερα, παντρεμένη και με τέσσερα παιδιά, η Γιαννούλα πραγματοποίησε το μεγάλο ταξίδι στους Αντίποδες. Το πλοίο “Tasmania” στο οποίο επέβαιναν αγκυροβόλησε στο Port Melbourne στις 23 Σεπτεμβρίου 1955, όμως οι περιπέτειες άρχισαν προτού ακόμη η οικογένεια πατήσει πόδι στη νέα πατρίδα.

“Στο πλοίο ξέσπασε πυρκαγιά, πολλά από τα υπάρχοντά τους καταστράφηκαν […] Η φωτιά ξεκίνησε από μία από τις μηχανές, τους έδωσαν σωσίβια… και μέσα σε όλο αυτό αυτό είχαν την ανησυχία για το πού θα πήγαιναν, καθώς δεν μιλούσαν αγγλικά, δεν είχαν πολλά χρήματα και δεν ήξεραν κανέναν”, περιγράφει η Ολυμπία και συνεχίζει συγκινημένη:

Με τον σύζυγό της, Φώτιο

“Έχω πάντα κατά κάποιον τρόπο αυτή την εικόνα της να είναι πάνω στο πλοίο και σκέφτομαι φαντάσου πώς είναι με κάθε ώρα που περνάει να έχεις αυτό το συναίσθημα σαν όνειρο ότι πηγαίνεις κάπου και την ίδια στιγμή θέλεις απλά να γυρίσεις πίσω […]”

Η άφιξη στο λιμάνι ήταν γεμάτη θερμά καλωσορίσματα για όσους νεοφερμένους είχαν συγγενείς ή φίλους που τους περίμεναν. Όμως για την οικογένεια της Γιαννούλας, οι στιγμές εκείνες σηματοδοτούσαν την έναρξη ενός αγώνα για επιβίωση και προσαρμογή στο άγνωστο.

Μιλώντας πριν μερικά χρόνια στον “Νέο Κόσμο” η γιαγιά -πλέον- Γιαννούλα περιγράφει για την πρώτη εκείνη περίοδο:

“Θυμάμαι ότι μαζί με άλλους συνταξιδιώτες, μας φόρτωσαν στο τρένο και μας πήγαν στον Κέντρο Υποδοχής Μεταναστών, στη Μπονεγκίλα. Οι άνδρες όμως ζητούσαν δουλειά. Έτσι, σε δυο βδομάδες μαζέψαμε ξανά τα λιγοστά μας πράγματα και μας πήγαν στο Townsville[…]Μετά από τρεις μήνες και με 70 λίρες στο χέρι, πήραμε το τρένο για τη Μελβούρνη.

“Και εδώ άρχισε άλλος Γολγοθάς. Δυσκολευτήκαμε πολύ να ενοικιάσουμε δωμάτια. Δεν μας ήθελαν γιατί ήμασταν έξι άτομα. Τελικά και αφού ο σύζυγός μου τακτοποιήθηκε στο General Motors, μαζέψαμε τις οικονομίες μας και αγοράσαμε το πρώτο μας σπίτι, που ήταν στο North Melbourne.

Όταν μεγάλωσαν τα παιδιά, εργάστηκα σε εργοστάσιο κονσερβοποιίας φρούτων. Επιθυμία μου, ήταν να βρεθώ ξανά με άτομα που συνταξιδέψαμε”.

Η επιθυμία αυτή της Γιαννούλας έγινε πραγματικότητα χάρη σε μια πρωτοβουλία της κόρης της Ολυμπίας, η οποία για τα 90ά της γενέθλια της χάρισε ένα πρωτότυπο δώρο.

Εκτός από το οικογενειακό πάρτι οργάνωσε και ένα αντάμωμα με τους ομογενείς που είχαν μπαρκάρει τον Αύγουστο του 1955 από τον Πειραιά με το ίδιο πλοίο που ταξίδεψε και η μητέρα της.

Για τον σκοπό αυτό, η Ολυμπία απηύθυνε πρόσκληση μέσω του “Νέου Κόσμου”. Στόχος της όπως μας λέει ήταν για τους συνταξιδιώτες να θυμηθούν όλα όσα τους ενώνουν.

“Είναι αυτό που λέμε ‘η πατρίδα μας’. Η διατήρηση αυτών των δεσμών είναι πολύ σημαντική γιατί έχει να κάνει με το ποιος είσαι, με το γεγονός ότι ακόμη νιώθεις συνδεδεμένος με αυτό το κομμάτι του εαυτού σου, το χωριό, την πατρογονική γη, τους ανθρώπους που πέρασαν τα ίδια και στηρίζουν ο ένας τον άλλον […]”.

“Κατά κάποιον τρόπο θεωρώ ότι οι ζωές που είχαν, όσο δύσκολες κι αν ήταν, τους έδωσαν τη δύναμη να κάνουν ό, τι μπορούσαν έχοντας λιγοστά, δουλεύοντας σκληρά και αντιμετωπίζοντας τις δυσκολίες. Αυτή ήταν ουσιαστικά η “πλατφόρμα” που χρησιμοποίησαν για να διασχίσουν τις θάλασσες σε μια καινούρια γη γιατί πολύ απλά τους οδηγούσε το πάθος για τη ζωή”.

Λίγο αργότερα, η Γιαννούλα έμελλε να πρωταγωνιστήσει στη μικρού μήκους ταινία της εγγονής της, και κόρη της Ολυμπίας, Νάταλι Cunningham, η οποία απέσπασε βραβεία και προβλήθηκε σε διεθνή φεστιβάλ ανά τον κόσμο.

Σκηνή από την ταινία της Νάταλι Cunningham “Ξέρεις κάτι; Σ’ αγαπώ”

Το δεκάλεπτο φιλμ “Ξέρεις κάτι; Σ’αγαπώ” περιστρέφεται γύρω από την τρυφερή σχέση της σκηνοθέτιδας με τη γιαγιά της.

Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο που στην ερώτηση για το τι έχει μεγαλύτερη σημασία για τη Γιαννούλα, η Ολυμπία απαντά χωρίς δεύτερη σκέψη: “Αγάπη και οικογένεια”.

Το οδοιπορικό της μητέρας της έχει υπάρξει και για την ίδια πηγή έμπνευσης για τη συγγραφή ενός βιβλίου. Ο τίτλος του “Fig leaves and philosophy” προδίδει τις ατελείωτες ώρες που οι δύο γυναίκες έχουν περάσει μαζί τα τελευταία χρόνια στον κήπο, με την Ολυμπία να ακούει και να καταγράφει τις εμπειρίες της Γιαννούλας, τα διδάγματα και πάνω από όλα την αγάπη και το πάθος της για τη ζωή.

“Νιώθω πολύ ευλογημένη για τα χρόνια που έχω καταφέρει να περάσω πολύ χρόνο μαζί της […] νιώθω πραγματικά ευγνωμοσύνη που μπόρεσα να γνωρίσω ποια είναι ως άτομο πέρα από την ιδιότητά της ως μητέρα μου”.

Το βιβλίο, χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο καταγράφει μεταξύ άλλων το ταξίδι των γονιών της στην Ελλάδα και τα παιδικά χρόνια της ίδιας, με επίκεντρο τη σύνδεση που ένιωθε για την Ελλάδα, παρότι δεν είχε γεννηθεί εκεί. Ακολουθεί το απόσταγμα των ιστοριών που της αφηγήθηκε η μητέρα της και η ίδια κατέγραφε σε ημερολόγιο για χρόνια, ενώ το τρίτο μέρος είναι αφιερωμένο σε ένα επίσης ξεχωριστό κομμάτι της οκογενειακής της κληρονομιάς, τις συνταγές μαγειρικής.

Όπως και η μικρού μήκους ταινία της Νάταλι, έτσι και το βιβλίο, ευελπιστεί η Ολυμπία θα έχει απήχηση στο κοινό γιατί περιστρέφεται γύρω από ένα πανανθρώπινο θέμα, την αγάπη για την οικογένεια.

“Οτιδήποτε γεννιέται από αγάπη έχει μια υπόσταση πνευματική, πρόκειται για την ενέργεια που μας αγγίζει όλους, αυτό πετυχαίνει η ταινία να αναδείξει και πιστεύω το ίδιο για το βιβλίο γιατί πηγάζει από πολύ αγάπη[…]”.

Η Γιαννούλα Παναγιωτοπούλου πρόκειται σύντομα να γιορτάσει τα 100ά της γενέθλια. Όποιοι γνωρίζουν την οικογένεια και επιθυμούν να δώσουν το παρών στην εκδήλωση και να ευχηθούν στη Γιαννούλα παρακαλούνται να επικοινωνήσουν με την Ολυμπία στο τηλέφωνο 0409253559.