Το ταξίδι της οικογένειας Διακάκη – Η ιστορία της Ελένης Παγώνη

Η βιογραφία που ακολουθεί είναι μέρος της συλλογής μεταναστευτικών ιστοριών “What Happened at the Pier: Recalling the Journey II” – «Τι Συνέβη στο Λιμάνι: Ανακαλώντας το Ταξίδι ΙΙ» που δημοσιεύτηκαν τον Αύγουστο του 2018 από το Multicultural Arts Victoria και την υπεύθυνη εκδότρια Lella Cariddi.

Η αυστραλογεννημένη μητέρα μου, Ελένη Kathleen, μεγάλωσε σε μια κοινότητα «ξεριζωμένων ανθρώπων» με ελληνική καταγωγή από τη Μικρά Ασία που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή South Melbourne μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ελένη γεννήθηκε το 1930 και οι γονείς της ήταν ο Κωνσταντίνος και η Αργυρώ Διακάκη.

Η Αργυρώ γεννήθηκε το 1887 στην περιοχή Αλάτσατα που σήμερα είναι μέρος της Τουρκίας. Η τότε πρωτεύουσα της περιφέρειας ήταν η Σμύρνη. Οι γονείς της Αργυρώς ήταν ο Μανώλης και η Άννα Σαμαρά.

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον ελληνοτουρκικό που ακολούθησε, οι τουρκικές δυνάμεις υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ κατέλαβαν τη Σμύρνη. Ο Ατατούρκ είχε προηγουμένως αποδείξει τη δύναμή του με τη νίκη του Οθωμανικού στρατού στη Μάχη της Καλλίπολης το 1916, γεγονός που σημάδεψε την ιστορία της Αυστραλίας και της Τουρκίας.

Ήταν ιδρυτής και ο πρώτος πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας από το 1923 έως το θάνατό του το 1938.

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1922, ο Ατατούρκ κατέλαβε τη Σμύρνη. Τέσσερις μέρες αργότερα ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τις ελληνικές και αρμένικες συνοικίες της πόλης.

Όσοι γλίτωσαν βρέθηκαν πρόσφυγες και το 1923 έγινε η ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας με τον ξεριζωμό δύο εκατομμυρίων ανθρώπων.

Η Αργυρώ που τότε ζούσε στο Κάιρο με τις αδερφές της δεν μπορούσε πλέον να επιστρέψει στη Σμύρνη. Ορισμένα μέλη της οικογένειας της Αργυρώς μετανάστευσαν στη Βοστώνη και η μητέρα μου η Ελένη κρατούσε επαφή με την ξαδέρφη της την Κατερίνα από τη Βοστώνη για πολλά χρόνια.

Το 1923, η Αργυρώ ξαναβρέθηκε με τον πατέρα της το Μανώλη, τον προπάππο μου, στη Χίο, ένα νησί κοντά στα Μικρασιατικά παράλια και τα Αλάτσατα. Τον φρόντισε μέχρι το θάνατό του και έπειτα επέστρεψε στο Κάιρο να ξαναρχίσει τη ζωή της με τις αδερφές της.

Όμως, το 1950 όλοι οι Ευρωπαίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Αίγυπτο το 1950, έτσι η οικογένεια βρέθηκε να μεταναστεύει για την Αθήνα (γνώρισα κάποιους από τους συγγενείς το 1990 όταν επισκέφθηκα την Ελλάδα).

Η Αργυρώ έζησε συνολικά δεκαεφτά χρόνια στην Αίγυπτο, εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Διακάκη, ο οποίος ήταν γεννημένος στην Αθήνα το 1889.

Γνωρίζουμε ότι πολέμησε στο τουρκικό μέτωπο τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1924 η Αργυρώ και ο Κωνσταντίνος έφτασαν στο Port Melbourne και εγκαταστάθηκαν στην κοντινή περιοχή του South Melbourne.

Όπως πολλοί τότε πέρασαν δύσκολα την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Αυστραλία. Στα 43 της Αργυρώ, εκεί που νόμιζε ότι δεν μπορεί να κάνει παιδιά, έμεινε έγκυος στην Ελένη, που γεννήθηκε στις 21 Μάϊου 1930. Οι γoνείς της απέκτησαν την ιθαγένεια το 1938.

H Ελένη Παγώνη στα νιάτα της. Φώτο: Supplied

Καθώς η οικονομική ύφεση συνεχιζόταν, ο Κωσταντίνος δούλευε για ένα κομμάτι ψωμί στην ύπαιθρο της Βικτώριας και όταν κατάφερε να βρει δουλειά στη Μελβούρνη ήταν βραδινός. Κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έπαθε φυματίωση και έπρεπε να νοσηλευτεί. Η Ελένη πήγαινε ακόμη σχολείο, αλλά στα δεκατέσσερά της πήρε απαλλαγή από τα σχολικά της καθήκοντα καθώς μόνο αυτή μπορούσε να εργαστεί και να παρέχει τα προς το ζην στην οικογένειά της.

Παραμονή Χριστουγέννων του 1945, ο Κωνσταντίνος πεθαίνει και η Ελένη είναι μόνο δεκαπέντε ετών. Η μητέρα της μαυροφορέθηκε για το υπόλοιπο της ζωής της και έβαλε μαντίλα ακολουθώντας την παράδοση. Έτσι έμειναν οι δυο τους χωρίς κανέναν άλλο συγγενή στην Αυστραλία. Αυτό τις ένωσε πιο πολύ στο πέρασμα του χρόνου.

Η Αργυρώ έγινε υπερπροστατευτική με την κόρη της και της επέτρεπε να δουλέψει σε χώρο εργασίας που θα ήταν μόνο γυναίκες. Έτσι έγινε μοδίστρα στο Lucy Secor στο Sturt Street, South Melbourne.

Αυτή η δουλειά απαιτούσε πολλές ώρες εξάσκησης, προσοχή στις λεπτομέρειες και δημιουργικότητα. Η Ελένη έμαθε πολύ καλά να χειρίζεται τη ραπτομηχανή και εξελίχθηκε εργασιακά καθώς πήγε σε άλλη εταιρία όπου είχε άμεση επαφή με τους πελάτες και συχνά ήταν υπεύθυνη του καταστήματος. Η νέα της θέση ήταν στο Yardley’s του Capitol House στο Swanston Street. Εκεί γνώρισε και το μέλλοντα σύζυγό της Νικόλαο Παγώνη.

Όταν αργότερα κατάφερε να αγοράσει τη δική της ραπτομηχανή μπορούσε να δουλεύει και από το σπίτι. Βέβαια χρειάστηκε να πουλήσουν οικογενειακά κειμήλια, το χρυσό ρολόι της μαμάς της και άλλα χρυσαφικά του πατέρα της για να αγοράσουν αυτή τη μηχανή. Η Ελένη όμως εργατική και δημιουργική όπως ήταν έγινε ακόμη πιο καλή και γνωστή για τη δουλειά της.

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η περιοχή του South Melbourne έγινε το κέντρο για πολλούς Ελληνοαυστραλούς με καταγωγή από τα Αλάτσατα. Η μητέρα της Ελένης δεν είχε και τις καλύτερες σχέσεις με τους συμπατριώτες της που τη θεωρούσαν λίγο εκκεντρική.

Ο πατέρας μου ο Νικόλας όταν τη γνώρισε λίγο καλύτερα το απέδωσε στην ευφυία της και την εξωστρέφειά της. Δεν ασχολούταν με κουτσομπολιά καθώς την ενδιέφεραν άλλα θέματα όπως τα παγκόσμια νέα και η επικαιρότητα, κάτι που δεν εκτιμούσαν οι υπόλοιποι.

Έχρηζε όμως μεγάλης εκτίμησης και σεβασμού από άλλες Ελληνίδες που έρχονταν στο σπίτι της να την συμβουλευτούν για οικογενειακά θέματα.

Έφτιαχνε επίσης εξαιρετικά εργόχειρα και μπορούσε να ξεσηκώσει τα σχέδια από τα περιοδικά μόδας χωρίς καθόλου αγγλικά και οδηγίες.

Εκτός από ελληνικά και τουρκικά, μιλούσε επίσης γαλλικά, ιταλικά και αραβικά που τα έμαθε στα δεκαεφτά χρόνια διαμονής στην Αίγυπτο. Η ζωή της στο Κάιρο και τη Σμύρνη της έδινε ένα κοσμοπολίτικο αέρα. Επίσης καθώς είχε φοιτήσει σε σχολείο με καλόγριες είχε αποκτήσει μόρφωση και παιδεία αλλά και να φτιάχνει εργόχειρα. Ήταν φιλόξενη και γενναιόδωρη και ποτέ δεν έπαιρνε χρήματα για τα ραψίματα που έκανε.

Η Ελένη παντρεύτηκε τον Νικόλα Παγώνη τον Οκτώβριο του 1950 και μετακόμισαν από το South Melbourne στο Chadstone το 1954. Εγώ γεννήθηκα το 1952 και πήρα το όνομα του παππού μου του Κωνσταντίνου.

Οι αδερφές μου Leagh και Catherine ακολούθησαν το 1955 και το 1958 αντίστοιχα. Η Ελένη αφού παντρεύτηκε έμεινε στο σπίτι να μεγαλώσει τα τρία της παιδιά και να φροντίσει την μητέρα της που πέθανε στα 72 της το 1959. Εγώ ήμουν εφτά χρονών όταν πέθανε η γιαγιά μου και τη θυμάμαι πολύ καλά, ειδικά τα τρομερά ελληνικά παραμύθια που μου έλεγε.

H Ελένη παρέμεινε εργατική και δραστήρια καθώς έραβε η ίδια τα ρούχα των παιδιών της και όπως η μητέρα της έκανε τα ραψίματα για άλλους και έφτιαχνε χειροποίητα εργόχειρα για δώρα σε φίλους και συγγενείς.

Αργότερα ασχολήθηκε με τον εθελοντισμό και τις φιλανθρωπίες, αρχικά στο κλαμπ μητέρων Chadstone High School Mothers’ Club και αργότερα με την ελληνική παροικία. Για πάνω από είκοσι χρόνια ήταν κύρια εθελόντρια στη ΦΡΟΝΤΙΔΑ, ένα οίκο ευγηρίας για Έλληνες της Αυστραλίας. Επισκεπτόταν ανθρώπους σε νοσοκομεία και σε όσους είχαν φροντίδα στο σπίτι. Για την προσφορά της βραβεύτηκε με το βραβείο Honorary Life Governorship of the Australian Greek Society for Care of the Elderly (σημερινή ΦΡΟΝΤΙΔΑ) το Νοέμβριο του 1990.

Η Ελένη και ο Νικόλας είχαν ένα υπέροχο γάμο και ήταν αφοσιωμένο ζευγάρι. Η Ελένη έχασε το Νικόλα το 2007 όταν εκείνος ήταν 83. Έντεκα χρόνια μετά στα 88 της έφυγε και εκείνη ύστερα από δεύτερη μάχη με τον καρκίνο.

Αν και ζούσε ανεξάρτητη στο πατρικό σπίτι είχε όλη την υποστήριξη και τη φροντίδα από τα παιδιά της, τους γαμπρούς, τη νύφη της και τα εγγόνια της καθώς από συγγενείς και φίλες που είχε κρατήσει από την παιδική της ηλικία. Έπλεκε κασκόλ και άλλα εργόχειρα για φιλανθρωπίες αλλά και για δώρα. Μετά το θάνατο του συζύγου της μάς εξέπληξε όλους με την ψυχική της αντοχή.

Η οικογενειακή μου ιστορία βασίζεται κυρίως στα ανέκδοτα απομνημονεύματα του πατέρα μου και σε συζητήσεις με μέλη της οικογένειας που με βοήθησαν να συνθέσω τις πληροφορίες. Την ιστορία του πατέρα μου μπορείτε να διαβάσετε στο ηλεκτρονικό βιβλίο Recalling the Journey (see pages 79–83): https://issuu.com/multiculturalarts/docs/recalling_the_journey_e-book

Το παραπάνω κείμενο ανήκει στη συλλογή της Lella Cariddi’s’2018 “What Happened at the Pier Recalling the Journey II” (pages 37-41) και μπορεί να διαβαστεί δωρεάν ηλεκτρονικά στον παρακάτω σύνδεσμο