Όλοι θα θυμόμαστε ότι πριν από 60 ή περισσότερα χρόνια, εάν έλεγες σε κάποιον ότι σου αρέσουν τα ρεμπέτικα τραγούδια, εκείνος θα σε κοίταζε με άκρα περιφρόνηση.

Ο όρος «ρεμπέτικο» ήταν τότε συνώνυμος με τον «υπόκοσμο» και την κακή κοινωνία. Από τότε σχεδόν μέχρι και σήμερα, τα ρεμπέτικα τραγούδια είναι μόνιμα «παρεξηγημένα». Ποιες ήταν οι αιτίες της αυτής της «παρεξήγησης»; Πολλές.

Φρονούμε ότι μερικές από αυτές, έχουν να κάνουν με αρθρογράφους και τους μουσικοκριτικούς της εποχής εκείνης του 1930-1950.

Κανένας δεν αμφισβητεί, ότι υπήρχαν τραγούδια του υποκόσμου μέσα στα ρεμπέτικα. Υπήρχαν όμως και τραγούδια «διαμάντια», τα οποία τα τραγουδάμε ακόμα και σήμερα.

Άλλωστε, πολλοί ιστορικοί και μελετητές του ρεμπέτικου, ίσως για να λυθεί η «παρεξήγηση» που στιγμάτισε τα ρεμπέτικα τραγούδια, τα χώρισαν σε κατηγορίες, βάσει της θεματολογίας τους. Μετά το 1922 έγινε μία ανάμιξη των τραγουδιών με εκείνα της Μικράς Ασίας και του Βοσπόρου, με έντονη την εμφάνιση του λαϊκού ρυθμού.

Η κλασσική εποχή του ρεμπέτικου θεωρείται αυτή του σπουδαίου συνθέτη Μάρκου Βαμβακάρη, τον οποίο ακολούθησαν και αρκετοί άλλοι, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Τσιτσάνης, ο οποίος αναδεικνύεται σε κορυφαία προσωπικότητα του ρεμπέτικου της μεταπολεμικής περιόδου του 1940.

Τα χρόνια της Κατοχής είχαν σοβαρές συνέπειες για το ρεμπέτικο. Μέσα στην κόλαση του Εμφυλίου Πολέμου (’47-’49), οι αντιδράσεις κορυφώθηκαν, γράφτηκαν πάμπολλα άρθρα και διατυπώθηκαν εκατοντάδες απόψεις.

Έτσι φτάσαμε στον Ιανουάριο του 1949 – και ακριβώς πριν από 73 χρόνια φέτος, ήρθε η περίφημη δημόσια παρέμβαση του Μάνου Χατζιδάκι «υπέρ του ρεμπέτικου» με την ενδιαφέρουσα, σοφή και ιστορική διάλεξή του. Αυτή ήταν η απαρχή τής «απενοχοποίησης» του ρεμπέτικου τραγουδιού.

Στο πλευρό του Χατζιδάκι τάσσονται και οι Μίκης Θεοδωράκης, Γιάννης Τσαρούχης, Νίκος Κούνδουρος και πολλοί άλλοι. Ιδίως μετά την επάνοδο του Θεοδωράκη από το Παρίσι το 1960 και τη χρησιμοποίηση οργάνων και προσώπων από τον χώρο του ρεμπέτικου (Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Μανώλης Χιώτης, κ.ά.) στη λαϊκή εκδοχή του «Επιτάφιου» του Γιάννη Ρίτσου.

Η ΑΫΛΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ

Το 2002 και παράλληλα με τις διεθνείς ζυμώσεις για την κατάρτιση της Σύμβασης για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, (η Ελληνική Πολιτεία υιοθέτησε τον όρο «άυλα πολιτιστικά αγαθά»), για να θεσπίσει τη διαφύλαξη της πολιτισμικής κληρονομιάς που μέχρι τότε περιγραφόταν ως «παραδοσιακός και σύγχρονος λαϊκός πολιτισμός».

Έτσι, στον Νόμο 3028/2002 “Περί Προστασίας των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς” (ΦΕΚ –αξίζει να τη διαβάσει κανείς, την υπογράφει ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κάρολος Παπούλιας– Αριθμ.:153/Α’/28.6.2002) ως άυλα πολιτιστικά αγαθά νοούνται: εκφράσεις, δραστηριότητες, γνώσεις και πληροφορίες, όπως μύθοι, έθιμα, προφορικές παραδόσεις και κυρίως η ΓΛΩΣΣΑ, χοροί, δρώμενα, ΜΟΥΣΙΚΗ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ, δεξιότητες ή τεχνικές που αποτελούν μαρτυρίες του παραδοσιακού, λαϊκού και λόγιου πολιτισμού. Με τη Σύμβαση για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς ο νέος όρος παγιώνεται.

Έτσι μετά την περίφημη διάλεξη του Χατζιδάκι ουσιαστικό και συμβολικό χαρακτήρα έχει τώρα η εγγραφή του λυρικού θησαυρού του Ρεμπέτικου τραγουδιού ως στοιχείου της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (ΑΠΚ), στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της UNESCO.

ΚΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ

Σήμερα είναι όντως πολύ δύσκολο να προσδιορίσεις δέκα από τα ωραιότερα ρεμπέτικα τραγούδια που είναι ο αντίλαλος της φωνής της λαϊκής ψυχής.

Από την άλλη πλευρά, πρέπει να πούμε ότι οι προτιμήσεις είναι ένα άκρως προσωπικό βαρόμετρο μουσικής εκτίμησης και έχει αποκτηθεί με τις προσωπικές μας εμπειρίες της ζωής, ανάλογα με τον καιρό που έζησε κανείς όπως στην εποχή του 30, της δικτατορίας Μεταξά, της Κατοχής, του Εμφυλίου Πολέμου, της άλλης δικτατορίας του Απριλίου 1967 και της νεότερης ιστορίας μας.

Στα γυμνασιακά μου χρόνια θεωρούσαμε ότι η «Συννεφιασμένη Κυριακή» ήταν ο Εθνικός μας Ύμνος των λαϊκών και Ρεμπέτικων τραγουδιών. Όλα τα υπόλοιπα είναι πολύ δύσκολο να τα φέρεις κάτω στο αριθμό 10, γιατί είναι τόσα πολλά και τόσο υπέροχα.

Η μουσική είναι και ο πολιτισμός μας. Αυτή φέρνει χαρά και την ειρήνη στην ίδια μας τη ζωή. Εξαιρετικά τραγούδια εξαιρετικές ερμηνείες μιλούν μέσα στη καρδιά μας και μας θυμίζουν αξέχαστες εποχές.

Οι στίχοι τους είναι μια πολύ ισχυροί πηγή και μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε και να καταλάβουμε πόσο σύντομη είναι η ζωή και πόσο σημαντικό είναι να απολαμβάνουμε το ταξίδι μας στη ζωή καθώς προχωράμε, χωρίς να χρειάζεται απαραίτητα να είμαστε… εκατομμυριούχοι!

Αυτός είναι όντως ο Πολιτισμός μας και χωρίς άλλο θα πρέπει να διατηρηθεί στον κατάλογο της UNESCO –με όλα τα πλεονεκτήματα ως «άυλo πολιτιστικό αγαθό», όχι μόνο ως δέκα καλύτερα τραγούδια, αλλά ΟΛΑ ΜΑΖΙ ως σύνολο Πολιτισμού!

Τι έχουμε κάνει ως Διασπορά, αλλά και ως Ελλάδα στο θέμα αυτό; Η UNESCO βοηθάει και οικονομικά αυτούς που θέλουν να εργασθούν για την επίτευξη των σκοπών αυτών.

«Τι ακριβώς όμως περιέχει ο κατάλογος καταγραφής της άυλης ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς σήμερα;