«Οι Έλληνες στην Αυστραλία είναι πιο Αυστραλοί απ’ ό,τι Έλληνες».
Με αυτά τα λόγια η Αυστραλή, Φιλίππα Μάθιους, μοντέλο που τη δεκαετία του 1990 μεσουρανούσε στις ελληνικές και ευρωπαϊκές πασαρέλες, απάντησε σε Έλληνα δημοσιογράφο όταν εκείνος τη ρώτησε αν προτιμά να συναντά και να συναναστρέφεται με Έλληνες στην Ελλάδα ή την Αυστραλία.
«Πανεύκολη ερώτηση. Οι Έλληνες στην Αυστραλία είναι πιο Αυστραλοί απ’ ό,τι Έλληνες, από κάθε άποψη» απάντησε η Αυστραλή καλλονή η οποία το 1987 επισκέφθηκε τη Μύκονο για διακοπές, αλλά ερωτεύτηκε τόσο το νησί που αποφάσισε να εγκαταλείψει το Μιλάνο, τις Η.Π.Α. και την Αυστραλία και να συνεχίσει την καριέρα της στην Ελλάδα.

«Τηλεφώνησα στο πρακτορείο στη Νέα Υόρκη και τους είπα “μου αρέσει η Ελλάδα, θα μείνω εδώ!”. Στη συνέχεια μου πρότειναν να εργασθώ στην Αθήνα. Τότε δεν υπήρχαν πολλά περιοδικά, τα πράγματα άλλαξαν και η δουλειά άρχισε να πηγαίνει καλά. Έκανα πολλά ταξίδια σε Μιλάνο, Παρίσι, Νέα Υόρκη, αλλά πάντα επέστρεφα στην Ελλάδα. Και δεν ήθελα να φύγω. Ένα πρακτορείο με είχε καλέσει να μείνω μόνιμα στη Νέα Υόρκη μαζί με τον σύντροφό μου αλλά είχα τρέλα με την Ελλάδα» υποστήριξε σε μια σπάνια συνέντευξή της η 56χρονη σήμερα Αυστραλή καλλονή, η οποία ταυτίστηκε με τη χρυσή εποχή του μόντελινγκ αλλά και των περιοδικών στην Ελλάδα. Παντρεύτηκε με τον Έλληνα επιχειρηματία Αλέξη Θεοδωρίδη, με τον οποίο απέκτησε δύο γιους, τον 21χρονο Νικ, μοντέλο στο επάγγελμα και τον 23χρονο Κρις, ο οποίος είναι επίσης μοντέλο, σπουδάζει Υποκριτική, αλλά δραστηριοποιείται και ως διοργανωτής εκδηλώσεων.

Το ζευγάρι έχει πλέον χωρίσει και ενώ τα δυο τους παιδιά ζουν στο Σίδνεϊ, η Φιλίππα έχει πλέον εγκατασταθεί μόνιμα στην Χρυσή Ακτή (Gold Coast), αν και όπως λέει της λείπει πάρα πολύ η Ελλάδα.
«Μπορείς να βγάλεις το κορίτσι από την Ελλάδα, αλλά δεν μπορείς να βγάλεις την Ελλάδα από το κορίτσι. Η Ελλάδα βρίσκεται πάντα στην καρδιά και την ψυχή μου. Δεν φεύγει ποτέ» λέει η 56χρονη. Η ιδια ανυπομονεί τώρα που άνοιξαν τα σύνορα να επιστρέψει στη δεύτερη πατρίδα της.
«Λατρεύω τα πάντα από την Ελλάδα και την ελληνική κουζίνα. Μου έχει λείψει και θα με δείτε πολύ σύντομα εκεί» λέει η κ. Μάθιους η οποία αποκαλύπτει ότι το ιδανικότερο σενάριο γι’ αυτήν θα ήταν να μοιράζει τον χρόνο της μεταξύ των δύο χωρών, όμως οι υποχρεώσεις της, πιο συγκεκριμένα η ηλικιωμένη μητέρα της και ένα μικρό κουταβάκι, την κρατούν προς το παρόν στην Αυστραλία.
Παρά το γεγονός ότι η κ. Μάθιους λέει ότι δεν θα γυρίσει ποτέ την πλάτη της στην Ελλάδα και τους Έλληνες αφού είναι στο αίμα της, η ίδια ισχυρίζεται ότι oι Ελληνοαυστραλοί είναι περισσότεροι Αυστραλοί και λιγότερο Έλληνες.

«ΕΜΕΙΣ ΚΡΑΤΑΜΕ ΖΩΝΤΑΝΑ
ΤΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΤΑ ΕΘΙΜΑ
ΣΤΗΝ ΞΕΝΙΤΙΑ»

«Θεωρώ ότι η κ. Μάθιους κάνει ένα μεγάλο λάθος και δεν συνειδητοποιεί ότι οι Έλληνες της Αυστραλίας, παρά το γεγονός ότι ζουν τόσα μίλια μακριά, αν μην τι άλλο διατηρούν τα ελληνικά ήθη και τα έθιμα ζωντανά, ακόμα και όταν αυτά έχουν χαθεί πίσω στην Ελλάδα» ισχυρίζεται ο 50χρονος Αθανάσιος Ν., ο οποίος γεννήθηκε στην Αυστραλία, αλλά έλκει την καταγωγή του από την Καστοριά και τον Πύργο Ηλείας και μαζί με την σύζυγο και τις τρεις κόρες του φροντίζουν να επισκέπτονται την πατρίδα σχεδόν μια φορά το χρόνο.

«ΝΙΩΘΩ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΔΑ»

Με καταγωγή από την Αστυπάλαια, η Ελληνοαυστραλή Κυρανιώ, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αυστραλία, αλλά έμαθε να μιλάει και να γράφει την ελληνική γλώσσα σε πολύ μικρή ηλικία, ισχυρίζεται ότι η ίδια θέλει και αισθάνεται «αγνή» Ελληνίδα.
«Για μένα είναι προνόμιο να μπορώ να επισκέπτομαι την πατρίδα μου και να βλέπω μια διαφορετική οπτική από αυτήν που έχω συνηθίσει εδώ στην Αυστραλία. Το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι μια ευρωπαϊκή χώρα και ακολουθεί διαφορετικούς ρυθμούς ζωής, είναι ιδιαίτερα δελεαστικό και για εμάς και για τα παιδιά μας» υποστηρίζει η Κυρανιώ, η οποία επίσης επισκέπτεται συχνά την Ελλάδα.

«ΤΟ ΝΑ ΞΕΡΕΙΣ ΠΕΝΤΕ
ΛΕΞΕΙΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
ΔΕΝ ΣΕ ΚΑΝΕΙ ΕΛΛΗΝΑ»…

Η 15χρονη Άννα, η οποία επισκέπτεται την Ελλάδα με τους γονείς της τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο, φαίνεται να συμφωνεί πλήρως με την κ. Μάθιους, αφού, όπως λέει, το να ισχυρίζεσαι ότι είσαι Έλληνας δεν σε κάνει απαραίτητα και Έλληνα. Εξαιρούνται οι Έλληνες της πρώτης γενιάς, προφανώς, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα και είναι Έλληνες και τίποτα άλλο.
«Αν δεν μιλάς την ελληνική γλώσσα σε ένα επίπεδο που να μπορείς να κάνεις μια συζήτηση και να διαβάσεις ένα βιβλίο, πώς μπορείς να ισχυρίζεσαι ότι είσαι Έλληνας; Για μένα είναι ιεροσυλία και να το ξεστομίζεις και με λυπεί το γεγονός ότι πολλοί συνομήλικοι μου, οι οποίοι, ενδεχομένως, να μην έχουν πατήσει καν το πόδι τους στην Ελλάδα, ή πιθανόν να έχουν πάει μόνο μέχρι το χωριό των παππούδων τους, δεν μιλούν τη γλώσσα, δεν ξέρουν καν πού είναι η Ελλάδα στο χάρτη, δεν γνωρίζουν τίποτα για την ιστορία της ή τους αρχαίους Έλληνες, δεν ακούν και δεν καταλαβαίνουν ελληνική μουσική, δεν ξέρουν να χορεύουν ελληνικούς χορούς, υποστηρίζουν ότι είναι Έλληνες. Αν θες να ζεις σε μια ξένη χώρα και να λέγεσαι Έλληνας, τότε οφείλεις στον εαυτό σου να προσπαθείς καθημερινά να γίνεις Έλληνας και όχι απλά να καυχιέσαι επειδή ξέρεις να πεις καλημέρα στον παππού σου και δυο βωμολοχίες στα ελληνικά με τους φίλους σου. Την ίδια στιγμή κατανοώ και ξέρω και εγώ η ίδια πόσο δύσκολο είναι να μάθει κανείς την γλώσσα και την ιστορία και σέβομαι την προσπάθεια αυτών που κάνουν τα πάντα για να διατηρήσουν την ελληνικότητά τους ζωντανή, και μακάρι αυτοί που το λένε αλλά δεν το κάνουν πράξη, κάποια στιγμή να αρχίσουν να προσπαθούν γιατί είμαστε πραγματικά ευλογημένοι που γεννηθήκαμε Έλληνες» λέει η 15χρονη μαθήτρια η οποία μιλά άπταιστα ελληνικά και έχει επισκεφθεί πολλά και διάφορα μέρη της Ελλάδας.

«ΓΕΦΥΡΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΟΣΜΩΝ ΑΝ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ»

«Εμείς, ως παιδιά μεταναστών, χρειάστηκε να μάθουμε να ζούμε σε μια γέφυρα χρόνου και τόπου» ισχυρίζεται ο ομογενής Αντώνης Φ. ο οποίος γεννήθηκε στην Αυστραλία, αλλά έλκει την καταγωγή του από την Πελοπόννησο και, συγκεκριμένα, ένα χωριουδάκι της Αρχαίας Ολυμπίας.
«Είναι πολύ εύκολο να επιλέξει κανείς ή το ένα ή το άλλο, να είναι δηλαδή Έλληνας ή Αυστραλός, ή να χαθεί στη μετάβαση. Για μένα η δική μας “ευθύνη” είναι να βρούμε τον τρόπο να συνδέσουμε τους δύο αυτούς κόσμους και κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας να γιορτάσουμε και να αγκαλιάσουμε όλα όσα έχουν να προσφέρουν και οι δυο πλευρές. Το να απορρίψουμε την μία ή την άλλη πλευρά θα οδηγήσει απλά σε μια μίζερη στενόχωρη κατάσταση, μια αέναη αίσθηση απώλειας, και απογοήτευσης για το ότι δεν ανήκουμε πουθενά».
«Ομορφιά υπάρχει παντού γι’ αυτούς που επιθυμούν να την απολαύσουν» καταλήγει ο Αντώνης.