Αισιόδοξες είναι οι προβλέψεις για την αύξηση των αφίξεων και των εσόδων από την αυστραλιανή αγορά καθώς οι περιορισμοί που δυσχέραναν την παροχή ταξιδιωτικών υπηρεσιών έχουν πλέον αρθεί και αναμένεται σταδιακή επιστροφή στο προηγούμενο επίπεδο συναλλαγών.

Αυτό εκτιμά το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Σίδνεϊ.

Συγκεκριμένα, κατά την τριετία 2017–2019, ο διμερής όγκος εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών μεταξύ Ελλάδας και Αυστραλίας κυμαινόταν στα 1,2–1,3 δισ. ευρώ ετησίως.

Κατά το 2020, όγκος εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών σημείωσε συγκυριακή, κατά τα φαινόμενα, υποχώρηση (726 εκατ. ευρώ), πρωτίστως λόγω της ραγδαίας πτώσης των τουριστικών εισπράξεων.

Αντίστοιχα συγκρατημένες αναμένονται οι επιδόσεις για το έτος 2021 (στατιστικά στοιχεία για το εμπόριο υπηρεσιών δεν είναι προς το παρόν διαθέσιμα).

Όσον αφορά στο διμερές εμπόριο αγαθών, ο όγκος εμπορίου παρουσιάζει σταθερά ανοδική πορεία από το 2016. Κατά το 2021, ο όγκος διμερούς εμπορίου αγαθών ανήλθε στα 247,2 εκατ. ευρώ.

Το εμπορικό ισοζύγιο είναι σταθερά θετικό υπέρ της Ελλάδας και οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών στην Αυστραλία παρουσιάζουν θετική δυναμική. Κατά το 2021, η Ελλάδα πραγματοποίησε εξαγωγές αγαθών συνολικού ύψους 212,7 εκατ. ευρώ (αύξηση 6,1% έναντι προηγούμενου έτους).

Σε σχέση με την επενδυτική συνεργασία, ενώ κατά το παρελθόν το διμερές επενδυτικό ενδιαφέρον ήταν περιορισμένο, κατά την τελευταία τριετία καταγράφεται αυξημένη επενδυτική δραστηριότητα και προς τις δύο κατευθύνσεις.

Οι ελληνικές επενδύσεις στην Αυστραλία προσανατολίζονται κυρίως στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την παρουσία του Ομίλου Μυτιληναίος στην ανάπτυξη φωτοβολταϊκών πάρκων και την παροχή ενέργειας στην αυστραλιανή αλυσίδα σουπερμάρκετ Coles.

Οι αυστραλιανές επενδύσεις στην Ελλάδα προσανατολίζονται πρωτίστως στους τομείς της ενέργειας και του τουρισμού, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την παρουσία του Ομίλου Macquarie Infrastructure and Real Assets Group (MIRA) ο οποίος το 2021 απέκτησε το 49% των μετοχών του ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ (Διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας) για το συνολικό ποσόν των 2,1 δισ. ευρώ.