Η λογιοσύνη, η πνευματική καλλιέργεια, η ποιητική ενατένιση της ζωής, του ανθρώπου, του περιβάλλοντος δεν είναι δεξιότητες που χαρίζονται. Δεν αποτελούν μια τυχαία έκφανση, δεν είναι κληροδοτήματα κάποιας τύχης από πλούσιο και καλλιεργημένο πατέρα, δεν είναι περιουσία που χαρίζεται, και μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Όπως και τα έμφυτα στον άνθρωπο, η χαρά, η λύπη, ο θυμός, το γέλιο, η λογιοσύνη καλλιεργείται συστηματικά, απαιτεί δουλειά σκληρή, ψυχολογική προδιάθεση, ταλέντο, πνευματική ενατένιση και δεξιότητα να ερμηνεύεις τον κόσμο γύρω σου, να τον φιλοσοφείς.

Ο ποιητής είναι φιλόσοφος. Οι μεγάλοι μας δραματικοί ποιητές ήσαν φιλόσοφοι. Η ποίηση ως φιλοσοφία, και ως λειτούργημα της λογιοσύνης έχει σχέση με τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου, με την έσω συνείδηση, με τις προσλαμβάνουσες που ο ποιητής απέκτησε στη ζωή του. Η ποίηση είναι έκφραση ζωής και λειτουργεί μόνον σε περιόδους γονιμότητας, σε εποχές που ο άνθρωπος έζησε ελεύθερος, ώστε αβίαστα να εκφράζει τις απόψεις του. Σε περιόδους όπου ο υλισμός, το κυνήγι των επίγειων αγαθών, αποτέλεσε αυτοσκοπό στη ζωή του ανθρώπου, ο κόσμος γνώρισε το σκοτάδι της πνευματικής  απραξίας. Γνώρισε μια ράθυμη ζωή, χωρίς σκοπό, χωρίς όραμα, χωρίς λογοτεχνία. Όπου ανθίζει η λογοτεχνία, εκεί υπάρχει κι η ελπίδα ενός αισιόδοξου μέλλοντος.

Ο ποιητής πλάθεται διαβαίνοντας μέσα από τις συμπληγάδες της ζωής, γνωρίζοντας από κοντά τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες του ποιητή μας, Κ. Καβάφη. Επικοινωνεί με τον Θεό του, έχει ως μάρτυρες της ζήσης του τις μούσες, τις Νηρηίδες, τις Μούσες, τους επίγειους Θεούς, τη Δήμητρα και τον Διόνυσο και τον πελασγικό Πάνα. Ο ποιητής είναι ελεύθερος, ανεξάρτητος δημιουργός. Το «σχήμα αδύνατο» δεν λειτουργεί στην ποίηση. Ο Όμηρος έβαλε την Πηνελόπη να τεκνοποιεί στα ενενήντα χρόνια της. Ο ποιητής ενισχύεται από την Καλλιόπη, την προστάτιδα της ποίησης και της ρητορικής, τη μεγαλύτερη, τη πιο σεβαστή, τη πιο σοβαρή, την πιο σοφή και την πιο αποφασιστική από τις Μούσες.

Διαβάζοντας την ποιητική συλλογή Νηρηίδες που φιλοσόφησε η Έρμα βασιλείου, αναλύοντας κάποιες από τις σκέψεις της, διέκρινα ακριβώς αυτήν την Καλλιόπη, αυτήν την Μούσα, την εφευρετική, σοφή και αποφασιστική.

Την Κυριακή, 1Η Μαΐου, στις 6.30 μμ θα παρουσιαστεί στην αίθουσα της Κυπριακής Κοινότητας το τεράστιο αυτό ποιητικό έργο της, που φέρνει το τίτλο Νηρηίδες, τις Μούσες, που όπως ομολογεί στη συλλογή της, την προστατεύουν από τις κακοτοπιές και τα μαρτύρια της ζωής. Ένα εντυπωσιακό, ίσως το πλέον εντυπωσιακό γέννημα της ποιητικής της δημιουργίας, πόνημα, που περνά μέσα αλλότροπους γεωγραφικούς χώρους, συγκρουόμενους πολιτισμούς, παιδείες που αλληλο-επηρεάζονται, ένας επικός συγχρωτισμός λογής-λογής ανθρώπων, ένας κόσμος κατεργαρέων εμπόρων που αλληλοτρώγονται και αλληλοσπαράζονται, ένα μιλιέτι αυτοσχέδιων επαναστατών, μοιραίων αδελφοφάγων. Πότε στις αφρικανικές στέπες και δάση ανάμεσα σε φυλετικούς αρχηγούς, σε μισθοφόρους πολέμαρχους, όπου η αξία της ζωής δεν μετρά πάνω από μερικά αργύρια, πότε στο ομιχλώδες Λονδίνο, πότε στη αφρόλουστη Κύπρο, στο κλεινό άστυ την Αθήνα, στο εθνογλωσσικό κέντρο του Ελληνισμού της Μελβούρνη. Μια διάχυτη, παγκόσμια εμπειρία ανθρώπων, λαών, πολιτισμών περνά μέσα από τους στίχους της Έρμας, αναλύεται το μίσθωμα της ψυχής, ερμηνεύονται οι συγκαιρινές τάσεις της εποχής  μας, ο επάρατος καταναλωτισμός, το φθηνό συναίσθημα, η ακριβή αφοσίωση, η υποκρισία, το ξεπούλημα των βασικών αξιών, ο ευτελισμός και η ταπείνωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Η ποίηση της Έρμα έχει όλα τα προσόντα ακόμη και του πεζού λόγου, που τον αποδίδει κι αυτόν ποιητικά, με αποστροφές, με υπονοούμενα, με λέξεις που κρύβουν άλλες λέξεις κι άλλα συναισθήματα, τολμηρά, ρεαλιστικά, σουρεαλιστικά και άλλοτε λυρικά και σχεδόν επικά.

Τολμώ να πω ότι ο Ελληνισμός της Αυστραλίας έχει να παρουσιάσει μια γόνιμη δημιουργία στη λογοτεχνία, στην ποίηση, πεζογραφία, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στις εικαστικές τέχνες. Καταξιωμένοι Έλληνες από την Ελλάδα και την Κύπρο, παιδιά από τους γονείς αυτούς επάξια δημιουργούν και διακονούν τις τέχνες και τιμούν το Ελληνικό όνομα. Η Έρμα Βασιλείου έδειξε τον δρόμο της απολύτρωσης και της διεξόδου από τα δύσκολα και πέτρινα χρόνια που γνωρίζει ο άνθρωπος στη ζωή του, από την καταφρόνια μέχρι και την περίεργη αποστασιοποίηση, από την ανοίκεια περιφρόνηση και τον άδικο αποκλεισμό. Έζησε, αντιμετώπισε και απολυτρώθηκε μέσα από την ποίηση και την έκφραση των εμφύτων της στον στίχο. Εκεί αποτύπωσε τον θρίαμβο και την κάθαρση από τη τραγωδία της ζωής. Μια κάθαρση που φέρνει την ηρεμία και την ψυχική αρμονία. Η Έρμα έγραψε ποίηση, φιλοσόφησε, διέθεσε πηγαίο ταλέντο, χειρίστηκε και σμίλευσε τις λέξεις, τους έδωσε  το νόημα που ήθελε, νικώντας το άδικο και τον άδικο συνάνθρωπό μας. Δυστυχώς, ελάχιστοι ομογενείς μας, είχαν και διαθέτουν το ταλέντο της. Ήρθε ο καιρός να σκύψουμε και να αφουγκραστούμε το μήνυμα του ποιητικού της έργου χωρίς την ανθρώπινη προκατάληψη.

Ας προσφέρουμε και μια σύντομη αποτίμηση του βιογραφικού της οδοιπορικού, ας τη γνωρίσουμε καλύτερα:

 

Η ΕΡΜΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΟΥΜΕΝΗ

 

Είναι παιδί της διασποράς.

Είναι πολύγλωσση γλωσσολόγος (Ελληνικά, Γαλλικά, Αγγλικά και Λινγκάλα (πολύ καλά), και Ολλανδικά, Ιταλικά και Σουαχίλι (αρκετά καλά). Θυμάται ακόμα και τη γλώσσα των Μανγκμπέτου (Mangbetu), μια Νότια Νειλοτική γλώσσα (South Nilotic language) που μιλούσαν οι άνθρωποι των μεγάλων δασών της Rungu και του Uélé, στο Βορειοανατολικό Κονγκό. Επίσης ασχολείται με την αρθρογραφία και μετάφραση, από και προς τρεις γλώσσες, και κρατάει ακόμα χαλαρή αλλά θερμή τη σχέση της με το ραδιόφωνο.

Η μητέρα της ήταν δασκάλα. Σπούδασε Παραϊατρικές Eπιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Βηρυτού με έξοδα της Αγγλικής τότε Κυβέρνησης στο νησί. Ο πατέρας της, αφού τελείωσε το Εμπορικό Λύκειο Λάρνακος, ασχολήθηκε με το τραγούδι της όπερας, πριν μεταναστεύσει στην Αφρική. Και οι δυο γονείς της εργάστηκαν στην τοπική διοίκηση, στο Δημαρχείο Λεμεσού όπου, νέοι τότε, δέθηκαν περισσότερο και κατέληξαν στα όμορφα δεσμά του γάμου.

Η οικογένεια χωρίζει με τη μετανάστευση του πατέρα της στο Βελγικό Κονγκό το 1950. Δυο χρόνια αργότερα, στα πέντε της, η Έρμα ταξιδεύει με τη μητέρα της για να τον συναντήσουν. Τελείωσε εκεί το Ελληνο-Γαλλικό Δημοτικό της Bunia, οικότροφος. Έπαιρνε ακόμα και μαθήματα Ολλανδικών (Φλαμανδικών) από τις καλόγριες των τριγύρω Καθολικών ιεραποστολών όταν επέστρεφε για διακοπές στα τοπικά δάση του Νανγκάζιζι (Nangazizi). Τελείωσε Γυμνάσιο στην Ελληνο-Γαλλική Σχολή Άγιος Ιωσήφ στην Αθήνα, οικότροφος επίσης (1958-1964), ενώ συνέχιζε και τα μαθήματα πιάνου που άρχισε από μικρή στο Κονγκό.

Με τον εμφύλιο Πόλεμο των ανταρτών Simba (Λιονταριών) στο Κονγκό, το 1964, παγιδεύεται με την οικογένειά της για έξη μήνες σ’ έναν άνευ προηγουμένου αιματηρό εγκλεισμό, όπου ως εκ θαύματος σώζονται από τον μισθοφορικό στρατό Βέλγων, Αμερικανών και Νοτιοαφρικάνων μισθοφόρων. Απ’ εκεί, πρόσφυγας στο Λεόπολδβιλ (σημερινή πρωτεύουσα του Κονγκό Kinshasa), θα παντρευτεί και θα καταλήξει με το άντρα της στο Λονδίνο, όπου στα δεκαοχτώ της θ’ αρχίσει μια νέα ζωή, άσχετη με την εύπορη προηγούμενη. Κι έτσι, μικρή και άπειρη τηνέϊτζερ, θα πιάσει δουλειά σ’ ένα εργοστάσιο ραπτικής γυναικείων ενδυμάτων στο Σόχο της αγγλικής μεγαλούπολης και θα εργαστεί σαν μοντέλλο φορεμάτων για εγκύους στην Great Portland Street, στο κέντρο του Λονδίνου. Στην Αγγλία θα παραμείνει περίπου δύο χρόνια.

Με τους αντάρτες Σίμπα να χάνουν τον εμφύλιο θα επιστρέψει με την οικογένειά της στο Κονγκό όπου η ζωή θα της χαμογελάσει επί τέλους, έστω και εκείνα τα λίγα  χρόνια. Θα ζήσει σ ‘ένα χωριό μήκους 150 μέτρων, σε δυσκολίες και στέρηση της όποιας άνεσης, τρεχούμενου νερού και ηλεκτρισμού κυρίως, στο πιο γνωστό μέρος παγκόσμια για τα πολλά και τεράστια φίδια και αιλουροειδή στον κόσμο.

Η οικογένεια θα μεγαλώσει την εύκολη και όμορφη αυτή περίοδο. Με την εθνικοποίηση των καφεοφυτειών των λευκών στο Κονγκό (που μετονομάστηκε τότε σε Ζαΐρ) θα επιστρέψει στην Κύπρο με την οικογένειά της το 1974, λίγο πριν την τουρκική εισβολή, όπου θα εργαστεί σαν δημοσιογράφος σε τοπική εφημερίδα αλλά και στην παραγωγή και εκφώνηση διαφημίσεων στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ) καθώς και στον υποτιτλισμό γαλλικών ταινιών για την τηλεόραση. Στην Κύπρο θα κάνει επίσης διαφημίσεις για Αγγλική εταιρία, τόσο στο ραδιόφωνο όσο και στην τηλεόραση. Σε παγκόσμιο πλαίσιο θ’ ασχοληθεί και πάλι τυχαία με το modelling για τ’ αυτοκίνητα Chrysler, το 1974, όταν στελέχη μιας  μεγάλης αγγλικής διαφημιστικής εταιρίας την δουν και της ζητήσουν συνεργασία, εν ριπή οφθαλμού, από το διαφημιστικό γραφείο Γραφίς-Αψίς στη Λεμεσό, όπου εργαζόταν ο άντρας της.

Η τύχη δεν είναι τυφλή. Είναι όμως συχνά.. άτυχη.

Η συνεργασία δεν θα κρατήσει πολύ λόγω της εισβολής, όταν όλα θα παραλύσουν… Θα εργαστεί ωστόσο και δεν θα μείνει άνεργη στον πόλεμο, σαν διερμηνέας από τα Γαλλικά στα Ελληνικά για Γαλλική Αρχαιολογική Αποστολή στο νησί που είχε αναλάβει ανασκαφές στην περιοχή της Κλήρου. Κουραστική δουλειά με καθημερινά ταξίδια από τη Λεμεσό στην Κλήρου και πίσω πάλι Λεμεσό, μέσω Λευκωσίας. Εκείνο το διάστημα θα αρχίσει μαθήματα φωνητικής με τον γνωστό βαρύτονο και διευθυντή χορωδίας στη Λευκωσία Άντρο Νάταρ. Ένα πειθαρχημένο και όμορφο διάλειμμα της ζωής της.

Μετά τη λήξη των εργασιών της αποστολής θα εργαστεί στο κατόπιν σαν Public Relation Officer στην αλυσίδα των Ξενοδοχείων Churchill στη Λεμεσό, για να εξυπηρετηθεί η επικοινωνία με τους μονόγλωσσους γαλλόφωνους τουρίστες του Ξενοδοχείου.

Η μητρότητα, τα χρόνια 1979 και 1980, κι ενώ εργάζεται ακόμα στο Churchill Λεμεσού, θα την πάρει μακριά απ’ όλα αυτά και θα αναγκαστεί να βολευτεί σε ώρες άνετες, σε εταιρίες ασφαλειών ζωής, ενώ θα μεγαλώνει το ίδιο διάστημα τα τρία μικρότερα παιδιά της. Η ζωή παίρνει σταδιακά άλλη στροφή, τραυματική και απροόρατη. Και μετά από πολλά και δύσκολα χρόνια θα της ανοιχθεί δρόμος για την Αυστραλία, εκπληκτικά και απολύτως απρόοπτα. Μια αλλαγή ζωής και τύχης.

Στη Μελβούρνη θα πιάσει δουλειά αρχικά σε παροικιακή εφημερίδα, στον Ελληνικό Κήρυκα, και στη συνέχεια σε μερική απασχόληση στον κρατικό ραδιοσταθμό SBS, στην ειδησιογραφία, ενώ θα κοπιάζει και τις νύχτες σε ελληνικά μαγειρεία σπουδάζοντας ταυτόχρονα στο Πανεπιστήμιο Deakin. Από εκεί θ’ αποκτήσει πτυχίο Διερμηνείας και Μετάφρασης, το 1992. Θα συνεχίσει τις σπουδές της με πτυχίο Masters στη Γλωσσολογία από το Πανεπιστήμιο La Trobe, που θ’ αποκτήσει το 1997, και στη συνέχεια με Διδακτορικό στη Γλωσσολογία, που θ’ αποκτήσει το 2002 από το ίδιο Πανεπιστήμιο.  Θέμα της Η θέση των όρων της Κυπριακής του Μεσαίωνα, The word order of Medieval Cypriot.

Από το 2005 μέχρι το 2017 υπήρξε συνεργάτιδα του Εθνικού Πανεπιστημίου Αυστραλίας στην Καμπέρρα.

Εκτός από την καθημερινή της μελέτη σε θέματα γλωσσολογίας δεν έχει αφοσιωθεί παρά μόνο στην οικογένειά της. Ελάχιστα άλλα την απασχόλησαν όπως η τοξοβολία, μια σπάνια αλλά εύθυμη πινελιά της ζωής της.

Ασχολείται ωστόσο πάντα, ελάχιστα μεν αλλά με αφοσίωση και αγάπη, με το ραδιόφωνο. Η ντροπαλή της φύση βρίσκει δύναμη στο ραδιόφωνο που αποκαλεί «πάλκο» της, όπου γίνεται η πραγματικότητα των άλλων και η δική της. Τα αληθινό της καταφύγιο, με γυναικείο σκέρτσο, με τεκμήριο έρευνας και με πίστη καλλίφωνης δότριας θα γίνει και το ράδιο. Αυτό που πραγματικά είναι και η ίδια.

Το γράψιμο ωστόσο και ιδιαίτερα η ποίηση είναι η εκδήλωση, η κατάταξη και η επιβράβευση της καλλιτεχνικής της υφής, η μουσική μέσα της σ’ ένα βάθρο για ένα πιο μεστό, κατανοητικό κοινό. Μαζί, όλα αυτά, με το βασικό αγαπημένο της γνωστικό αντικείμενο, τη γλωσσολογία, θα σχηματίσουν τον πολύπτυχο μα ήσυχο κόσμο της! Η πυγμή της ημέρας, και η σιγουριά της του αύριο, Μια πολύπλοκη φύση που τακτοποιεί την κάθε φωνή μέσα της.

Επί τέλους…η ζωή, με τις δοκιμασίες της, δίνει στην ανθόσπαρτη αυτή μαραθώνια οδό απάντηση σε κάθε δυνατή φωνή.

Η Έρμα Βασιλείου…πολυγραφότατη συγγραφέας, τόσο στη Γλωσσολογία όσο και στη Λογοτεχνία… Μεγάλη λάτρις της μουσικής και πολύτεκνη μητέρα, μαζί με τόσα άλλα.

Το ακοίμητο πνεύμα και ακούραστο χαμόγελο, σύμφωνα με τη μητέρα της.