Η πιο απροσδόκητη και άκρως ριζική αλλαγή που παρατηρούμε σήμερα έκπληκτοι στον κόσμο μας, είναι η δυναστική παρουσία του Διαδικτύου. (Πάντα με κεφαλαίο Δ!) Το Διαδίκτυο σήμερα συγκεντρώνει όλη την ανθρώπινη Γραμματεία και αποτελεί μία πλούσια και απέραντη παγκόσμια Βιβλιοθήκη που έχει ξεπεράσει και αυτήν της Αλεξάνδρειας του αρχαίου κόσμου.

Στο Διαδίκτυο, λοιπόν, διαβάζουμε πολλά που τα βλέπουμε για πρώτη φορά, αλλά και πράγματα που είναι άξια να τα παρατηρήσει κανείς και τα γράφουμε για πληροφόρηση, μόνο που ίσως δεν τα έχετε δει ή δεν έτυχε να τα διαβάσετε.

Εδώ διαλέγω μερικές εντυπωσιακές πληροφορίες που σε κάνουν να σκεφτείς πολλά που, ίσως, δεν είχαν περάσει ποτέ από το μυαλό μας, πράγμα που συνέβη με αυτά, και θεώρησα καλό να τα συζητήσουμε μόνο. Κανείς δεν τα ξέρει όλα. Όλες οι γνώσεις μας δεν είναι παρά μόνο μία σταγόνα στον ωκεανό.

Ο συγγραφέας, Atul Gawande, στο βιβλίο του “Εμείς οι θνητοί” -το εξώφυλλο του οποίου βλέπετε στη φωτογραφία μας- από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης – τονίζει επιγραμματικά πως “Τα γηρατειά έχουν αλλάξει”!…

Εγώ θα έλεγα πως όχι μόνο έχουν αλλάξει, αλλά έρχονται πολύ-πολύ γρήγορα χωρίς να το καταλάβει κανείς! Όταν ήρθαμε στην Αυστραλία με νέα όνειρα και με πολλή διάθεση για δουλειά, η ζωή φαινόταν ατέλειωτη και τα γηρατειά ήταν μάλλον ανύπαρκτα στο αόρατο ή απροσδιόριστο μέλλον. Αλλά, δυστυχώς, έφτασαν σήμερα ολοταχώς! Αλλά, όπως και να το δούμε, ο σημερινός υπότιτλος είναι άκρως ενθαρρυντικός!

Ίσως συμφωνήσετε με τα παρακάτω.

ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΓΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Α) Τα γηρατειά έχουν αλλάξει. Στο παρελθόν το να γεράσει κανείς ήταν σπάνιο, και όσοι το κατάφερναν υπηρετούσαν έναν ιδιαίτερο σκοπό: να λειτουργούν ως θεματοφύλακες των παραδόσεων, των γνώσεων και της Ιστορίας. Κατά κανόνα, διατηρούσαν το κοινωνικό τους στάτους και την εξουσία τους ως κεφαλές της οικογένειας μέχρι τον θάνατό τους.

Σε πολλές κοινωνίες, οι ηλικιωμένοι όχι μόνο ενέπνεαν σεβασμό και υπακοή, αλλά έμπαιναν επικεφαλής ιερών τελετών και ασκούσαν πολιτική εξουσία…

Β) Σήμερα, όμως, το γήρας δεν έχει την ίδια αξία, γιατί δεν είναι τόσο σπάνιο. Στην Αμερική του 1790, οι άνθρωποι άνω των 65 ετών αντιστοιχούσαν σε λιγότερο από το 2% του πληθυσμού, σήμερα φτάνουν στο 14%. Στη Γερμανία, την Ιταλία και την Ιαπωνία ξεπερνούν το 20%. Η Κίνα είναι τώρα η πρώτη χώρα στον κόσμο με πάνω από 100 εκατομμύρια ηλικιωμένους…

Όσο για τον ρόλο των ηλικιωμένων ως αποκλειστικών θεματοφυλάκων των γνώσεων και της σοφίας, στις μέρες μας έχει πια κι αυτός διαβρωθεί, χάρη στην τεχνολογία των επικοινωνιών — ξεκινώντας με την ίδια τη γραφή και περνώντας στο Διαδίκτυο κι ακόμη παραπέρα.

Οι νέες τεχνολογίες, εξάλλου, δημιουργούν νέα επαγγέλματα και απαιτούν νέες γνώσεις, πράγμα που υπονομεύει ακόμα περισσότερο την αξία της πολύχρονης πείρας και της έμπειρης κρίσης. Κάποτε ίσως να στρεφόμασταν σ’ έναν γέροντα για να μας εξηγήσει τον κόσμο. Σήμερα μπαίνουμε στο Google…

Γ) Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη έχει αλλάξει δραστικά τις ευκαιρίες των νέων. Η ευμάρεια ολόκληρων χωρών εξαρτάται από την προθυμία των παιδιών να δραπετεύσουν απ’ τα δεσμά των οικογενειακών προσδοκιών και να χαράξουν το δικό τους μονοπάτι — να αναζητήσουν δουλειές οπουδήποτε κι αν βρίσκονται αυτές, να κάνουν ό,τι δουλειά θέλουν, να παντρευτούν όποιον θέλουν.

Δ) Το προσδόκιμο ζωής δεν ξεπερνούσε τα 50 το 1900, σκαρφάλωσε πάνω από τα 60 μέχρι το 1930, καθώς άρχισαν να εμπεδώνονται οι βελτιώσεις στη διατροφή, την υγιεινή και την ιατρική περίθαλψη.

Το μέγεθος των οικογενειών μειώθηκε από περίπου εφτά παιδιά στα μέσα του 19ου αιώνα σε λίγο πάνω από τρία το 1900. Κατέβηκε επίσης η μέση ηλικία στην οποία μια μητέρα έκανε το τελευταίο της παιδί —ενώ πριν το έκανε λίγο πριν την εμμηνόπαυση- τώρα έπεσε στα 30 ή και πιο κάτω.

Αποτέλεσμα ήταν ότι απείρως περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν αρκετά για να δουν τα παιδιά τους να ενηλικιώνονται. Στις αρχές του 20ού αιώνα, μια γυναίκα θα ήταν 50 χρονών, όταν το τελευταίο της παιδί θα έκλεινε τα 21, αντί πάνω από 60 έναν αιώνα νωρίτερα…

Στην Αμερική των αρχών του 20ού αιώνα το 60% των ανθρώπων άνω των 60 ετών ζούσαν με κάποιο παιδί τους, τη δεκαετία του 1960 αυτό το ποσοστό είχε πέσει σε μόλις 25%. Το 1975 είχε κατέβει και άλλο, στο 15%. Αυτό το μοτίβο παρατηρείται παγκοσμίως. Μόλις το 10% των Ευρωπαίων άνω των 80 ζουν με τα παιδιά τους, και σχεδόν οι μισοί ζουν τελείως μόνοι τους, χωρίς σύζυγο.

Ε) Αναμφισβήτητα, δεν έχει υπάρξει καλύτερη εποχή στην ανθρώπινη ιστορία για να είσαι γέρος. Έχει γίνει αναδιαπραγμάτευση στα όρια εξουσίας ανάμεσα στις γενιές, και όχι πάντα με τον τρόπο που ενίοτε νομίζουμε. Οι ηλικιωμένοι δεν έχασαν το κοινωνικό στάτους και τον έλεγχο, αλλά μάλλον τα μοιράζονται. Ο εκσυγχρονισμός δεν υποβίβασε τους ηλικιωμένους. Υποβίβασε την οικογένεια.

Βέβαια, αυτός ο τρόπος ζωής παρουσιάζει ένα πρόβλημα. Ο μεγάλος σεβασμός που τρέφουμε για την ανεξαρτησία δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη την πραγματικότητα τού τι συμβαίνει στη ζωή: αργά ή γρήγορα, η ανεξαρτησία γίνεται αδύνατη. Κάποια στιγμή παθαίνουμε σοβαρές αρρώστιες ή αναπηρίες.

Αυτό είναι τόσο αναπόφευκτο όσο και η δύση του ηλίου. Και τότε ανακύπτει ένα νέο ερώτημα: αν ζούμε για να είμαστε ανεξάρτητοι, τι κάνουμε όταν δεν μπορούμε πια να διατηρήσουμε την ανεξαρτησία μας;