Τον Φεβρουάριο του 1992 έφυγε από τη ζωή ο κριτικός και ιστορικός της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, μια μεγάλη μορφή των ελληνικών Γραμμάτων.

Ο Κωνσταντίνος Θησέως Δημαράς γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Μαΐου 1904 και πέθανε στο Παρίσι στις 18 Φεβρουαρίου 1992. Υπήρξε κριτικός και ιστορικός της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, και ο πρώτος και σημαντικότερος μελετητής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια εμπόρων και από την μεριά των δύο γονέων του.

Φοίτησε για ένα διάστημα στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά καθυστέρησε να λάβει το πτυχίο του, καθώς ήταν απασχολημένος κυρίως με τη συγγραφή επιφυλλίδων και λογοτεχνικών κριτικών στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο της εποχής του. Τελικά, το πτυχίο του το πήρε από την Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το οποίο και τον αναγόρευσε Διδάκτορα Φιλολογίας.

Αρχικά, το ερευνητικό του έργο στράφηκε σε ζητήματα αρχαίας ελληνικής και ευρωπαϊκής Φιλοσοφίας, όμως μετά το 1925 τα ενδιαφέροντά του μετατοπίστηκαν προς τη λογοτεχνική κριτική της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.

Ήταν μόνο 22 ετών όταν δημοσίευσε την πρώτη του μελέτη με τίτλο «Δοκίμιον περί της Φυσικής Θεολογίας των Σοφιστών του 5ου π. Χ. αιώνος». Ακολούθησαν και άλλες μελέτες φιλοσοφικού περιεχομένου και χριστιανικού προβληματισμού σε περιοδικά με τα οποία συνεργαζόταν: «Ελληνικά Γράμματα», «Πειθαρχία», «Ιδέα», «Νέα Εστία». Η τακτική εβδομαδιαία συνεργασία του άρχισε το 1936 με το «Ελεύθερον Βήμα», η οποία διάρκεσε 50 ολόκληρα χρόνια.

Η σφαιρική θεώρηση της νεοελληνικής παιδείας, που τον ώθησε στη μελέτη τού Νεοελληνικού Διαφωτισμού, του Ρομαντισμού και της ιστορίας της λογοτεχνίας στο σύνολό της, άρχισε να τον απασχολεί προς τα τέλη της δεκαετίας του 1930.

Tο έργο ζωής του Κ. Θ. Δημαρά είναι η «Iστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», στην οποία κατέγραψε την όλη πορεία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ερμηνεύοντας και εντάσσοντάς την στο ευρωπαϊκό πλαίσιο.

Στον Πρόλογο του εν λόγω βιβλίου μεταξύ άλλων τονίζει και τα ακόλουθα:

«Ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας έχουν δημοσιευθεί πολλές ως τώρα και νεότερες και παλαιότερες. Δεν έχω λόγο να εκφράσω γι’ αυτές την κρίση μου εδώ: το γεγονός ότι έφερα άλλη μια ιστορία δείχνει που δεν την θεωρούσα περιττή. Χρέος όμως έχω να τιμήσω όσους εργάσθηκαν πριν από μένα σ’ αυτό το δύσκολο έργο, και να τονίσω την σχετική οφειλή μου: αν δεν είχαν υπάρξει τα έργα αυτά, το δικό μου θα ήταν πολύ ατελέστερο απ’ όσο είναι τώρα. Η επιστήμη δεν είναι έργο ενός ανθρώπου, ούτε μιας γενιάς: όσοι έρχονται ύστερα ωφελούνται από την πείρα και την γνώση των περασμένων. Έτσι ελπίζω και η δική μου ιστορία να βοηθήσει όσους θ’ ασχοληθούν αργότερα στη σύνταξη παρόμοιου έργου».

Η «Iστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του Δημαρά αποτέλεσε γόνιμο έδαφος για όλες τις μεταγενέστερες απόπειρες συγγραφής ανάλογων έργων. Αρχικά, όπως είπαμε, το ερευνητικό του έργο είχε στραφεί σε ζητήματα αρχαίας ελληνικής και ευρωπαϊκής φιλοσοφίας. Μετά το 1925 τα ενδιαφέροντά του μετατοπίστηκαν προς τη λογοτεχνική κριτική και την ερμηνευτική των αισθητικών φαινομένων.

Δίδαξε στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου από το 1941 μέχρι το 1946, και από το 1950 μέχρι το 1954. Το 1951, ο τότε Υπουργός Παιδείας Γεώργιος Παπανδρέου, ανέθεσε στον Κ. Δημαρά να οργανώσει το «Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών», στο οποίο τον διόρισε Γενικό Διευθυντή. Το 1959 συμμετείχε στον σχεδιασμό του «Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών» ως διευθύνων σύμβουλος.

Στα τέλη του 1966 προτάθηκε από τον ερευνητή της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Λίνο Πολίτη, και από τον πανεπιστημιακό Εμμανουήλ Κριαρά, για την Έδρα της Συγκριτικής Γραμματολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή Θεσσαλονίκης, όμως το 1967 η Δικτατορία των Συνταγματαρχών ακύρωσε τον διορισμό του.

Το 1971 ο Κ. Θ. Δημαράς αποδέχτηκε πρόσκληση του Πανεπιστημίου της Σορβόνης στη Γαλλία για να διδάξει στην Έδρα της «Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας», και να διευθύνει το «Νεοελληνικό Ινστιτούτο». Τις θέσεις εκείνες τις διατήρησε έως το 1978, όταν αποσύρθηκε από την ενεργό υπηρεσία.

ΤΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Θ. ΔΗΜΑΡΑ

Ο Κ. Θ. Δημαράς, κριτικός και ιστορικός της Λογοτεχνίας, ιστοριογράφος, μελετητής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, και πανεπιστημιακός, θεωρείται μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες των νεοελληνικών γραμμάτων.

Στο έργο του ο Κ. Δημαράς χρησιμοποίησε ως βασικό άξονα τη σύγκριση των ιστορικών, κοινωνικών, γραμματολογικών και αισθητικών φαινομένων μιας μακράς ιστορικής περιόδου.

Τα ακόλουθα είναι τα κυριότερα έργα του Κ. Θ. Δημαρά:

*Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, πρώτη έκδοση 1948.

*Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τέταρτη έκδοση 1968

*Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1986.

*Δοκίμιο για την ποίηση 1943, Νεφέλη 1990.

*Ελληνικός ρομαντισμός, Ερμής 1994.

*Νεοελληνικός διαφωτισμός, Ερμής 1998.

*Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, από τις ρίζες ως την εποχή μας, Ίκαρος 1968.

*Σύμμικτα, Σύμμικτα Α΄, Ερμής 2000.

*Κωστής Παλαμάς, Νεφέλη 2000.

*Ιστορία της Νεοελληνικής Γλώσσας, 2013.

*Σύμμεικτα Δ΄, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2013.

Προσωπικά, σε άρθρα μου για Έλληνες λογοτέχνες, συχνά αναφέρομαι σε απόψεις που έχει εκφράσει για αυτούς ο Κ.Θ. Δημαράς στο βιβλίο του «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας – Από τις πρώτες ρίζες ώς την εποχή μας», τέταρτη έκδοση, εκδ. Ίκαρος 1968.

Πρωτοποριακή συνθετική σύλληψη, καμωμένη σε μεγάλο μέρος από πρώτο χέρι, αναγνωρίζει μεγάλες οφειλές σε προγενέστερα έργα. Ωστόσο, πέρα από ένα βασικό έργο υποδομής της ιστορίας των γραμμάτων αποτέλεσε, και παραμένει, ένα σημαντικό δημιούργημα που το διατρέχει μια εσωτερική γραμμή: η ανάδειξη της συνοχής του ελληνικού πνεύματος μέσα στον χρόνο, η παρακολούθηση της ζωντανής γλώσσας και της διαμόρφωσής της ως καταλλήλου εκφραστικού οργάνου παιδείας.

Με τα ποικίλα ερεθίσματα που προκάλεσε το σύγγραμμα εκείνο, την κριτική του δύναμη σε ανατοποθετήσεις, με ερωτήματα, όπως τα έθεσε ο συγγραφέας του, συντέλεσε αποφασιστικά στην ενίσχυση και στην καλλιέργεια των νεοελληνικών μελετών. Για πολλές δεκαετίες η «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του Κ. Δημαρά κατέχει επίλεκτη θέση στον χώρο της νεοελληνικής φιλολογίας.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Δημαράς δραστηριοποιήθηκε στον δημόσιο τομέα, όπου του δόθηκε η ευκαιρία να προαγάγει τα θέματα της έρευνας: το 1951 στο Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών, του οποίου χρημάτισε πρώτος γενικός διευθυντής, και στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, ως πρώτος διευθύνων σύμβουλος.

Το 1961 πρωτοστάτησε, με τον Δημήτριο Γκίνη, στην ίδρυση του «Ομίλου Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού», που αποτέλεσε αργότερα μέλος της «Διεθνούς Ομοσπονδίας Μελέτης του Διαφωτισμού», σε μια προσπάθεια ένταξης του ελληνικού φαινομένου στο διεθνές.

Παρ’ ότι αποσύρθηκε από την ενεργό υπηρεσία το 1978, η παρουσία του Κωνσταντίνου Δημαρά παρέμεινε ζωντανή στα ελληνικά Γράμματα ώς το τέλος της ζωής του το 1992, με τη δημοσίευση σημαντικών έργων που συνόψιζαν εν πολλοίς τη μακροχρόνια ενασχόλησή του με τη νεοελληνική λογοτεχνία και την ιστοριογραφία.