Μια διαφορετική αυστραλιανή ιστορία υπόσχεται ο Ελληνοαβορίγινας, Ζώης Φράγκος, με το «Variations» που ανεβαίνει τη Δευτέρα στο Arts Centre

Γέννημα διαφορετικών πολιτισμικών καταβολών, ο Φράγκος είναι ένας άντρας με πολλά χαρίσματα - Ελπίζει μέσα από την παράστασή του να προκαλέσει, να μας διδάξει και να μας υπενθυμίσει πώς να διασκεδάζουμε…

«Θέλω να ‘ταξιδέψουν’ μαζί μου και ελπίζω να αγγίξω τον καθένα σε προσωπικό επίπεδο» λέει ο Ζώης Φράγκος, τραγουδιστής και ηθοποιός που έχει περιοδεύεσει σε όλη την Αυστραλία, αλλά και στη Νέα Υόρκη. Η πιο πρόσφατη ερμηνεία του ήταν δίπλα στην Tina Arena, στο εμβληματικό μιούζικαλ «EVITA» των Tim Rice και Andrew Lloyd Webber.

Η πολιτιστική κληρονομιά του Φράγκου βασίζεται στην αφήγηση και τη μυθοπλασία. Οι αρχαίοι Έλληνες όπως και οι άνθρωποι των Πρώτων Εθνών της Αυστραλίας, είναι αφηγητές, μυθοπλάστες, δύο πολιτισμοί που αγαπούν τα «νήματα», και έχουν επίσης η καθεμία τη δική τους μυθολογία, το δικό τους «dreamtime».

Μπορεί να μεγάλωσε με τους κλασικούς, αλλά ο Φράγκος τραγουδάει στα Ελληνικά και στη γλώσσα των Wemba Wemba, τιμώντας τον παππού του και τους ανθρώπους αυτής της γης των Ιθαγενών.

Η ιστορία του Φράγκου είναι ουσιαστικά ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολυπολιτισμικής ταυτότητας της χώρας. Στις 18 Ιουλίου θα παρουσιάσει ένα κομμάτι του εαυτού του στη σκηνή του Arts Centre.

Με το έργο «Variations» στοχεύει στην επικοινωνία με το κοινό, μέσω μιας ιστορίας με την οποία πολλοί θα ταυτιστούν, για το πώς μεγάλωσε στην Αυστραλία, ως παιδί με ρίζες στους αρχαιότερους πολιτισμούς του κόσμου… πολιτισμούς που μέσω εκείνου βρίσκουν κοινό έδαφος.

«Ως παιδί ήμουν εκτεθειμένος σε μια ποικιλία διαφορετικών μουσικών ακουσμάτων». Οι γονείς του αγαπούσαν τους Beatles, τους Rolling Stones, τους Eagles, τους Farnham, τους Drifters, τους Dire Straights και τον Elvis.

«Είχαμε μεγάλες οικογενειακές συγκεντρώσεις όπου γλεντούσαμε με ελληνική μουσική, και υπήρχε ποπ μουσική, ροκ, grunge, metal, soul, disco, R&B. Μου άρεσε πολύ η metal τη δεκαετία του ’90, με τους “Pantera” και “Metallica”. Η μαμά και ο μπαμπάς μας άφηναν να ακούμε ό,τι μας άρεσε και η μαμά μας κατέγραφε ακόμα και τα βιντεοκλίπ που της ζητούσαμε από τους ‘Rage’».

Καθώς μεγάλωνε, ανοίχτηκε σε ένα ευρύ φάσμα μουσικής. Μπορεί να μην τρελαινόταν για τα θεατρικά μιούζικαλ, του άρεσε όμως η εκδοχή του «Jesus Christ Superstar» του John Farnham και μουσικές παραστάσεις όπως το «Cabaret» και το «Little Shop of Horrors». Το θεατρικό ροκ όπως το soundtrack του «Flash Gordon» των Queen και οι κλασικές ταινίες ήταν το φόρτε του, μαζί με ατελείωτες ώρες κινηματογραφικής μουσικής των Ennio Morricone, Bill Conti, Nina Rota και John Williams.

«Αγόραζα τα soundtrack ταινιών όπως το “The Blues Brothers” και το “Stand By Me”».

«Μου άρεσε ο Ramin Karimloo και το “broadgrass” του, το πώς συνδύαζε το bluegrass με το θέατρο. Κάποια στιγμή ασχολήθηκα πολύ με τον Elvis και το rockabilly και μου άρεσε το πώς συνεργαζόταν με σπουδαίους μουσικούς και δούλευε μαζί τους για να αναπτύξει έναν ήχο που ήταν επηρεασμένος από τις εμπειρίες και τα γούστα του αλλά ήταν δικό του δημιούργημα. Δεν επαναφεύρισκε τον τροχό, αλλά ήταν αληθινός στον εαυτό του» εξηγεί, λέγοντας ότι το χρησιμοποίησε αυτό ως έμπνευση για το Variations.

Με τη συμμετοχή σπουδαίων μουσικών που τον βοήθησαν να υλοποιήσει το όραμά του, το «Variations» είναι ένα είδος μουσικού θεάτρου που συνδυάζει gospel, country, και rockabilly.

Στην παράσταση «Variations» συνεργάζεται με τη σύντροφό του, Elisa Colla, με την οποία μοιράζονται τα ίδια πολιτιστικά «νήματα». Φώτο: Supplied

«Για παράδειγμα, τι συμβαίνει όταν συνδυάζεις το Bring Him Home με το In the Ghetto ή το Superstar με τον Johnny Cash.

«Οι “Anglo” παραστάσεις μπορεί να είναι αρκετά στεγνές καμιά φορά, σα να τους λείπει λίγο το ένστικτο, αλλά η ελληνική κουλτούρα, όπως κι εκείνη των Αβοριγίνων, έχει να κάνει με το πάθος, την αφήγηση της ιστορίας, όχι με το να προσπαθείς να ακούγεσαι σαν όλους τους άλλους. Προσπαθώ να τα φέρω όλα μαζί μέσα από τη μοναδική φωνή μου και το πάθος μου. Τραγουδάω Lloyd Webber τόσο χαλαρά όσο δεν πάει!».

Το να αφεθείς και να αφήσεις την ψυχή σου να σε οδηγήσει είναι ο στόχος αυτής της παράστασης. Ξεπήδησε από την ανάγκη για μια ελευθερία έκφρασης, κάτι που έγινε ενστικτώδες τα τελευταία δύο χρόνια.

«Η πανδημία μας άνοιξε τα μάτια στο πόσο σημαντικό είναι τελικά να παίζεις μπροστά σ’ ένα ζωντανό ακροατήριο» λέει ο Ζώης.

«Πολλοί καλλιτέχνες έδωσαν παραστάσεις στο διαδίκτυο -όπως κι εγώ- αλλά δεν υπάρχει αυτός ο συνδετικός ιστός και ο αυθορμητισμός που αναβλύζει από μια ζωντανή παράσταση. Θέλω ο κάθε θεατής να συγκινηθεί και να ταξιδέψει με μια λαμπρή ομάδα ανθρώπων για 60 λεπτά».

Στην παράσταση «Variations, συνεργάζεται με τη σύντροφό του, Elisa Colla, με την οποία μοιράζονται τα ίδια πολιτιστικά «νήματα».

«Η γυναίκα μου το κάνει αυτό για πολύ περισσότερο καιρό από μένα, είναι η ερμηνεύτρια που αγαπώ» συλλογίζεται.

«Με εκπλήσσει. Μερικά από τα πράγματα που επινοεί είναι εξωπραγματικά, είναι μια ξεκαρδιστική κωμική ηθοποιός και εκπληκτική τραγουδίστρια. Έχουμε μάθει τόσα πολλά ο ένας από τον άλλον και οι φωνές μας δένουν υπέροχα. Εκείνη προέρχεται από μια ήσυχη και εγώ από μια θορυβώδη οικογένεια, και κατά κάποιο τρόπο συναντιόμαστε κάπου στη μέση. Κρατάμε ο ένας τον άλλον προσγειωμένο. Είναι απόλυτο προνόμιο να την έχω να ερμηνεύει μαζί μου».

Η Elisa Colla και ο Ζώης Φράγκος την ημέρα του γάμου τους. Φώτο: Supplied

Εκτός από τις παραστάσεις, οι δύο τους μοιράζονται το πάθος για το ελληνικό και το ιταλικό φαγητό. Το όνειρό τους ήταν να παίξουν στο West End του Λονδίνου, ένα σχέδιο όμως που ναυάγησε εξαιτίας των lockdown. Έτσι, ξεκίνησαν ένα blog με τίτλο «An Italian and a Greek», όπου μοιράστηκαν τη διαδικασία παρασκευής και παρουσίασης των αγαπημένων τους πιάτων, τιμώντας τις μεταναστευτικές τους οικογένειες. Μπορεί να αποτελούν μέρος τους αυστραλιανού ιστού, αλλά κρατάνε ζωντανή την πολιτιστική τους κληρονομιά.

«Μεγάλωσα ως Αυστραλάκι σε μία φάρμα στο Ballarat, αλλά είχα αυτά τα άλλα στοιχεία της κληρονομιάς μου που ήταν διαφορετικά από τα άλλα παιδιά στο σχολείο» λέει ο Φράγκος στον «Νέο Κόσμο»

«Κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 δεν ήταν cool να είσαι Έλληνας και, σίγουρα, δεν ήταν cool να είσαι Αβορίγινας».

«Η ελληνική πλευρά της οικογένειάς μας ήταν η κυρίαρχη. Ήμασταν ελληνορθόδοξοι και πηγαίναμε στην εκκλησία, περνούσαμε πολύ χρόνο με τους θείους, τις θείες και τα ξαδέρφια μας, δεν μιλούσαμε ελληνικά, αλλά μας μιλούσαν στα ελληνικά, φορούσαμε παραδοσιακή ελληνική στολή για την Ημέρα της Αυστραλίας. Πάντα κάναμε μεγάλα ελληνικά γλέντια στα οποία χορεύαμε με ελληνική μουσική. Όλοι οι συγγενείς μου είχαν εστιατόρια και/ή fish n’ chip shops!»

Το ελληνικό στοιχείο της ταυτότητάς του ήταν ο κανόνας για τον Ζώη. Όμως, για την κληρονομιά του από τους Αβορίγινες ήταν πιο δύσκολο να μάθει μεγαλώνοντας, καθώς δεν περνούσε πολύ χρόνο με τη γιαγιά του – η οποία δεν γνώριζε να του μεταδώσει πολλά καθώς άνηκε στην κλεμμένη γενιά.

«Γνωρίζαμε ότι ήμαστε Αβορίγινες και το αποδεχτήκαμε αυτό, αλλά μέχρι εκεί» λέει. «Η γιαγιά, έζησε κοντά μας στο Ballarat για ένα διάστημα πριν μετακομίσει στο Bermagui και μετά πέθανε όταν ήμουν 16 ετών.

«Άρχισα να εξερευνώ αυτή την πλευρά της καταγωγής μου το 2009, όταν σπούδασα στο VCA και γνώρισα την Deborah Cheetham. Εκείνη με σύστησε στους συναδέλφους μου ιθαγενείς καλλιτέχνες Jess Hitchcock, Dom Bemrose και Tiriki Onus. Αυτό μου άνοιξε την πόρτα για να μάθω περισσότερα για την Αβοριγίνικη κουλτούρα μου και να αγκαλιάσω αυτή την πλευρά του εαυτού μου».

Από τότε ο Ζώης έχει συνδεθεί βαθιά με την αυτή την πλευρά της καταγωγής του, έχει επισκεφθεί την γη των προγόνων του, και έχει γνωρίσει ξαδέρφια που δεν ήξερε ότι είχε. Βρήκε θλιβερό να ακούει την ιθαγενή οικογένειά του να μιλάει για θείους και θείες με την οικειότητα και την εγγύτητα που έχει ο ίδιος με την ελληνική πλευρά της οικογένειάς του.

Ο Ζώης Φράγκος φτιάχνει μπακλαβά. Μαζί με τη σύζυγό του ξεκίνησαν το blog ‘An Italian and a Greek’, όπου μοιράστηκαν τη διαδικασία παρασκευής και παρουσίασης των αγαπημένων τους πιάτων, τιμώντας τις μεταναστευτικές τους οικογένειες. Φώτο: Supplied

«Η πόρτα είναι ανοιχτή τώρα και αυτό είναι το κυριότερο» λέει.

«Όταν πήγα στο χωριό του πατέρα μου στην Ελλάδα, τον Μύτικα, έβγαλα τα παπούτσια μου και στάθηκα στο νερό ακριβώς κοντά στο σημείο όπου γεννήθηκε ο πατέρας μου, τέντωσα τα δάχτυλα των ποδιών μου και ρούφηξα τον αέρα και τη θέα. Το ίδιο έκανα και όταν επισκέφθηκα για πρώτη φορά τον τόπο όπου γεννήθηκε η μαμά – τη λίμνη Boga. Και στα δύο μέρη αισθάνθηκα ότι ανήκω».

«Τραγουδάω στα αγγλικά, τραγουδάω στα ελληνικά, τραγουδάω στη Wemba Wamba. Ενώ πάντα θα συνεχίζω να μαθαίνω, τώρα είμαι για πάντα συνδεδεμένος».

Πώς όμως συγχωνεύονται αυτές οι διαφορετικές ταυτότητες σε ένα άτομο; Ποιες είναι οι προκλήσεις και ποια τα πλεονεκτήματα; Η πρόκληση συχνά είναι να ανοίγεσαι, να γίνεσαι ευάλωτος, λέει ο Ζώης. Τονίζει ότι η δημιουργία είναι μια ευάλωτη διαδικασία, και συχνά δεν έχεις ιδέα τι θα σκεφτούν οι άνθρωποι.

«Στον κόσμο δεν θα αρέσουν όλα όσα κάνεις, η ερμηνεία φέρνει μαζί της πολλές απόψεις… και εγώ μπορεί να είμαι ο χειρότερος» γελάει, και σκέφτεται τον νεότερο εαυτό του ως αθλητή.

«Ήμουν ένας αξιοπρεπής σπρίντερ των 100 και 200 μέτρων. Είχα αγωνιστεί σε εθνικό επίπεδο, αλλά δεν ήμουν αρκετά γρήγορος» λέει.

«Άρχισα να τρέχω 400 μέτρα και οι χρόνοι μου βελτιώθηκαν και ήμουν στη διαδικασία να αλλάξω την προπόνησή μου στα 400 μέτρα ειδικά, για να μπορέσω να κάνω μια προσπάθεια για την Ολυμπιακή Ομάδα σκυταλοδρομίας 400 μέτρων. Αλλά είχα έναν άσχημο τραυματισμό στο ισχίο που απαιτούσε χειρουργική επέμβαση και απλώς δεν μπορούσα να τρέξω πια γρήγορα. Έτσι έψαχνα μια άλλη διέξοδο στη ζωή μου, όταν ανακάλυψα το τραγούδι».

Ποτέ δεν είχε τραγουδήσει στο παρελθόν. Όταν το δοκίμασε με τη βοήθεια ενός φίλου, συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν απλώς ένας αξιοπρεπής τραγουδιστής. Ήταν καλός. Η μουσική δεν ήταν η μόνη του καλλιτεχνική έκφραση. Ο Ζώης ολοκλήρωσε επίσης ένα πτυχίο στη γραφιστική και άρχισε να εργάζεται για την εφημερίδα «The Ballarat Courier», και να ασχολείται με το ερασιτεχνικό θέατρο όπου έπαιζε πρωταγωνιστικούς ρόλους.

Παραιτήθηκε από τη δουλειά του και γράφτηκε στο Victorian College of the Arts, και τα πράγματα απογειώθηκαν από εκεί.

Ως αθλητής, ο Ζώης αγκάλιασε τις προκλήσεις και έμαθε γρήγορα. «Αν θέλεις να είσαι καλός στον αθλητισμό, δεν μπορείς να είσαι χαλαρός» λέει. Δούλευε σκληρότερα από τον καθένα και αφιέρωνε όσο περισσότερο ελεύθερο χρόνο είχε για να φτάσει το επίπεδο πολύ νεότερων συναθλητών του.

«Ήμουν σούπερ-συγκεντρωμένος, αυτός ήταν ο τρόπος που έκανα την προπόνησή μου ως αθλητής».

«Το σπριντ είναι 100% μια κίνηση προς τα εμπρός, η υποκριτική είναι να έχεις επίγνωση κάθε κίνησης, 360 μοίρες και να προσπαθείς σε όλα τα επίπεδα.

Βελτιώθηκα γρήγορα, αλλά μάλλον χρειάστηκα μερικά χρόνια για να έχω επίγνωση του πού βρισκόμουν, να χαλαρώσω και να συγκεντρωθώ. Επίσης, για να σταματήσω να σκέφτομαι το τελικό αποτέλεσμα και πού κατευθυνόμουν, και να συγκεντρωθώ περισσότερο στο πού βρίσκομαι».

Οι πιο ικανοποιητικές στιγμές του ήταν όταν έπαιξε τον Βαλιάν στην 25η επετειακή περιοδεία του «Les Miserables» και τον Ιούδα στο «Jesus Christ Superstar». Στην κορυφή της λίστας του ήταν το «Pecan Summer» η πρώτη όπερα ιθαγενών στον κόσμο.

Στο «Variations», ακούγοντας τη μουσική που οραματίστηκε, να ζωντανεύει στα χέρια σπουδαίων μουσικών είναι μια «φευγαλέα αλλά τρομερή στιγμή».

Ο Ζώης σήμερα είναι πιο σίγουρος για την τέχνη του και πιο προσγειωμένος. Είναι αποφασισμένος να «εξελιχθεί ως καλύτερος άνθρωπος και καλύτερος καλλιτέχνης». Λέει ότι αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα, και ότι αυτό ήταν το μεγάλο μήνυμα της πανδημίας.

«Το “Variations” είναι η πρώτη μου προσπάθεια να αφηγηθώ τις δικές μου ιστορίες. Αυτό είναι ουσιαστικά αυτό που θέλω να κάνω. Γράφω ένα πολύ προσωπικό one man show, με στόχο να αναπτύξω ένα έργο για τους ιθαγενείς της Αυστραλίας. Ο επόμενος στόχος θα αναφέρεται σ’ έναν Ιταλοαυστραλό».

«Προχωρώντας προς τα εμπρός, θέλω να προκαλώ και να εκπαιδεύω το κοινό με τη δουλειά μου, αλλά θέλω επίσης να δημιουργώ παραστάσεις όπου ο κόσμος απλά θα περνάει πολύ καλά. Ο κόσμος έχει πλέον ανοιχτεί στις δυνατότητες που υπάρχουν, και ζούμε μόνο μία φορά».

Φώτο: Supplied

Zoy Frangos Variations στο Arts Centre

Πότε: 18 Ιουλίου 2022, 11πμ and 1.30μμ

Πού: Hamer Hall

Εισιτήρια: Συνδρομές: $20 | Ατομικά $30 στη διεύθυνση www.artscentremelbourne.com.au/festival-and-series/morning-melodies/2022-program

*Ο “Νέος Κόσμος” αναγνωρίζει τους ανθρώπους των Πρώτων Εθνών ως τους παραδοσιακούς ιδιοκτήτες και θεματοφύλακες της χώρας σε ολόκληρη την Αυστραλία και τη συνεχή σύνδεσή τους με τη γη, τα ύδατα και την κοινότητα.