ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ τη γενεαλογία της άνω φωτογραφίας συμπτωματικά ανοίχτηκε ένας διαλογικός δίαυλος μεταξύ του παρελθόντος (1974) και του παρόντος (2022). Οι αναμειγμένοι άνθρωποι στην φωτογραφία και πίσω από την φωτογραφία, και αυτοί που παροδικά ανακάλυψαν, φιλοξένησαν και μετάδωσαν τη φωτογραφία.

Ένας διάλογος που κρατάει ζωντανά όχι μόνο τη μνήμη των ανθρώπων και των κοινοτήτων εκείνων των χαμένων γειτονιών, των χωριών και των πόλεων, αλλά κρατάει ζωντανό, και σχετικό, το 1974 με το να μεταδίδεται –πέρα, και κόντρα, στη στομφότητα των επετειακών δηλώσεων και εκδηλώσεων— ποικιλότροπος τη μνημειακή, συναισθηματική, ηθική και πολιτική χροιά σε μας που τα ζήσαμε αλλά και σε νέους ανθρώπους και νέες γενιές. Διότι σε τελευταία ανάλυση όλοι οι Κύπριοι, ανεξάρτητα που και πότε γεννηθήκαμε, είμαστε παιδιά της Εισβολής! Είτε το θέλουμε είτε όχι, το 1974 είναι πλέον εμπεδωμένο για καλά στην κυπριακή μας ταυτότητα.

Τώρα, πίσω στην ταυτότητα της φωτογραφίας: Μετά την παράκλησή μου για περισσότερες πληροφορίες περί της συγκεκριμένης φωτογραφίας, μου τηλεφώνησε από την Λευκωσία ένας συγγενής και συγχωριανός του Χριστόδουλου Ζαβρού, ο Μιχαλάκης Σκουρίδης. Μου είπε ότι η φωτογραφία πάρθηκε από ερασιτέχνη φωτογράφο, τον συγχωριανό τους μακαριστό Ουράνιο Δρουσιώτη, ο οποίος εργαζόταν στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (ΑΗΚ) και τότε είχε και το μπουφέ του Εθνικού Συλλόγου «Στέλιος Μαυρομμάτης» (ο οποίος τοπικός ήρωας της ΕΟΚΑ που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους στις 21 Σεπτεμβρίου 1956).

Ο Δρουσιώτης, ο οποίος τύγχανε να είναι και κουνιάδος του Μάριου Σολογιάννη (ο τρίτος από αριστερά στην φωνογραφία), και είχε «καλή κάμερα», με το που περνούσε το συλληφθέν τουρκικό άρμα Μ47 απ’ έξω από τον Σύλλογο «Στέλιος Μαυρομμάτης», σταμάτησαν και πλαισιωμένο από τους συνοδευόμενους και περαστικούς έβγαλε σύνολο 12 φωτογραφίες. Το αν, πώς, πότε και πόσες, κατέληξαν στον Αβδελόπουλου, ευθέως ή διαμέσου τρίτου, προς το παρόν δεν ξέρουμε.

(Συμπληρωματικές πληροφορίες δόθηκαν από την αδελφή μου Ελένη Μ, Ζαβρού).