Η γλώσσα είναι ένα δυναμικό σύστημα που εξελίσσεται διαρκώς και αναπροσαρμόζεται στις ανάγκες της γλωσσικής κοινότητας σε κάθε δεδομένη συγχρονία.

Ο αντικεμενικός σκοπός της γλώσσας είναι η επικοινωνία. Όταν η συνεννόηση δεν είναι δυνατή, τότε η επικοινωνία δημιουργεί προβλήματα.

Στο πέρασμα των χρόνων η ελληνική γλώσσα έχει δεχθεί πολλές επιρροές, ιδιαίτερα κατα την εποχή της τουρκοκρατίας και τελευταία με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την παγκοσμιοποίηση.

Η αποδοχή της αγγλικής ως κυριότερης γλώσσας σε διεθνείς σχέσεις, το ότι ένα μεγάλο ποσοστό του ελληνικού λαού την μιλά ως δεύτερη γλώσσα, η μαζική μετανάστευση Ελλώνων σε αγγλόφωνες χώρες, ο μιμητισμός και η ξενομανία ορισμένων και η ανευθυνότητα των μέσων ενημέρωσης, διαφημιστών και άλλων παραγόντων, αντέστρεψε τον ρόλο της Αγγλικής από γλώσσα που έχει δανεισθεί από την ελληνική μέχρι και το 25% των λέξεων της, σε μια γλώσσα η οποία όλο και περισσότερο ενσωματώσει χιλιάδες λέξεις της στην ελληνική (δηλαδή γύρω στις 6,000 η πάνω από 5% της ομιλούμενης ελληνικής), παρ’ ότι στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχουν αντίστοιχες ελληνικές λέξεις.

Ο Αριστείδης Κωνσταντινίδης στο βιβλίο του «Οι ελληνικές λέξεις στην αγγλική γλώσσα», λέει ότι το σύνολο των λέξεων της αγγλικής γλώσσας, σύμφωνα με το λεξικό Webster International είναι 166.724 – κι από αυτές οι 41.,214 είναι ελληνικές. Ακόμη πιο εντυπωσιακά είναι τα στοιχεία στην ιατρική ορολογία όπου από τις 43.716 λέξεις της αγγλικής, οι 20.346 είναι ελληνικές. Το ίδιο λένε και οι δικοί μας ερευνητές ο καθηγητής Γιώργος Καναράκης, στο βιβλίο του «Η διαχρονική συμβολή της ελληνικής σε άλλες γλώσσες» και ο Κυριάκος Αμανατίδης στο βιβλίο του που εκδόθηκε από την εκστρατεία «Μιλάμε ελληνικά τον Μάρτιο και όχι μόνο».

Η ελληνική είναι η μητέρα των γλωσσών με 4.000 χρόνια συνεχούς ύπαρξης στον ίδιο χώρο και περίπου 600,000 λέξεις στο λεξιλόγιό της, οι οποίες, σύμφωνα με την καθηγήτρια Μακ Ντόναλτ είναι 3.4 φορές περισσότερες από τις αγγλικές και 4.3 φορές από τις γαλλικές.

Ακόμα κι αν δεν υπήρχε ο ανεκτίμητος πολιτιστικός πλούτος που κληρονομίσαμε από τους προγόνους μας, θα αρκούσε η ελληνική γλώσσα ως απόδειξη της ύπαρξης, μίας εποχής μεγάλου ελληνικού πολιτισμού. Η γλώσσα μας εμπεριέχει θεμελιώδη γνώση και ένα εντυπωσιακό λεξιλόγιο που συνέβαλε στον εμπλουτισμό άλλων γλωσσών και στη διάπλαση πολλών από τις ανθρώπινες επιτεύξεις μέχρι σήμερα.

Πριν από μερικά χρόνια η συγγραφέας, Άννα Στεφανίδου, με το σκεπτικό να φέρει τους αγγλόφωνους πιο κοντά στη γλώσσα μας και να την εκτιμήσουν όπως της αξίζει παρουσίασε το πρώτο βιβλίο της με τίτλο: «You speak Greek, you just don’t know it» («Μιλάς Ελληνικά, απλώς δεν το ξέρεις»). Η εκστρατεία «ΜΕτΜ» χρησιμοποίησε το παρακάτω απόσμασμα για τους ίδιους λόγους της συγγραφέας.

Πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό, για το αν κινδυνεύει η ελληνική γλώσσα από τις ξένες λέξεις που συνεχίζουν να εισβάλουν στη ζωή μας, ιδιαιέτερα τώρα στην περίοδο της πανδημίας, τόσο στη Διασπορά, όσο και στη γενέτειρα. Αν και δεν είμαι ειδικός, θα ήθελα να αναφέρω τους προβληματισμούς μου.

Στις μέρες μας, όλοι χρησιμοποιούμε ξένες λέξεις. Αλλά δεν σκεφτόμαστε αν αυτό μπορεί να αποτελεί κίνδυνο για την μητρική μας γλώσσα. Πολλοί πιστεύουν ότι η γλώσσα μπορεί να επηρεαστεί και στο τέλος να εξαφανιστεί.

Δεν είναι κακό να χρησιμοποιούμε ξένες λέξεις, αλλά πάντα με μέτρο. Δεν μπορούμε πάντα να αντικαθιστούμε ξένες λέξεις με ελληνικές γιατί αυτό μας έρχεται στο μυαλό.

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν απειλή κυρίως την αγγλική γλώσσα, καθώς είναι η μόνη γλώσσα που ομιλείται και χρησιμοποιείται τόσο πολύ από τους Έλληνες μετά την δική τους γλώσσα, τα ελληνικά. Από την μία πλευρά και η χρήση των αγγλικών λέξεων αλλά και τα greeklish, που τα χρησιμοποιούν κυρίως οι έφηβοι από τα κινητά τηλέφωνα θεωρούνται ως ένα επικίνδυνο μέσο επικοινωνίας, εφόσον χάνεται η ορθογραφία της λέξης και κάποιες φορές ακόμα και η σημασία της.

Άλλος ένας σημαντικός λόγος που συμβαίνει αυτό είναι τα ΜΜΕ, τα οποία με διάφορες διαφημίσεις και τα ξένα προϊόντα συχνά παρατρέπουν, ιδιαίττερα τα παιδιά να χρησιμοποιούν σε καθημερινή βάση λέξεις τις οποίες είδαν π.χ. στην τηλεόραση η σε κινηματογραφική ταινία.

Στις μέρες μας χρησιμοποιούμε πολλές ξένες λέξεις στην ελληνική γλώσσα, κυρίως διότι καθόμαστε ώρες μπροστά σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές και έξυπνες συσκεύες, παίζοντας βιντεοπαιχνίδια και χρησιμοποιόντας ξένες λέξεις στα κοινωνικά μέσα.

Λέξεις, όπως «debate» που υπάρχει παράδοξα και στο ελληνικό λεξικό, χρησιμοποιούνται στην αγγλική τους μορφή και είναι γνωστές ως «αγγλισμοί», καθότι δεν έχουν προσαρμοσθεί στην ελληνική γλώσσα.

Δυστυχώς, οι συστάσεις του διακεκριμένου γλωσσολόγου, καθηγητού, Γιώργου Μπαμπινιώτη, δεν έχουν εφαρμοστεί και η ελληνική γλώσσα συνεχίζει να αντικαθιστά ωραιότατες λειτουργικές λέξεις με τις αντίστοιχες αγγλικές.

Η εκστρατεία «ΜEτΜ… και όχι μόνο», η οποία άρχισε πριν από 8 χρόνια, προσπάθησε να επικεντρώσει την προσοχή της ελληνικής παροικίας στη προβολή και διατήρηση της γλώσσας μας στην Αυστραλία. Δυστυχώς, παρ΄ ότι έγινε πολύ δουλειά, η πρωτοβουλία που είχε διεθνή απήχηση, δεν είχε την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα διότι δεν είχε την υποστήριξη όλων των παραγόντων.

Πρόσφατα έχει γίνει μια πολύ καλή εργασία από τον Σύλλογο Καθηγητών Νεοελληνικών, σε συνεργασία με την Κεντρική Κοινότητα, την Αρχιεπισκοπή, τον Σύλλογο Ελληνικών Σχολείων, το Ελληνικό τμήμα του Πανεπιστημίου Λατρόουμπ και τον πολυγλωσσικό οργανισμό, Community Languages Victoria. Η επιτροπή αυτή ανέθεσε στον πανεπιστημιακό γλωσσολόγο καθηγητή, Τζόου Λο Μπιάνκο, σχετική έρευνα και τη δημιουργεία στρατηγικού σχεδίου για την προβολή και διατήρηση της ελληνικής γλώσσας.

Το σχέδιο έχει τρεις στόχους:

1. Να προωθήσει τη δυνατότητα;

2. Να δημιουργήσει ευκαιρίες και

3. Να τονώσει την επιθυμία.

Την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου έχει αναλάβει από τον Μάιο του 2022, η επιτροπή με την ονομασία Φάρος.

Επειδή η συνεχής διολίσθηση της δημοτικότητας της ελληνικής γλώσσας και η συρρίκνωση διδαχής της στην Αυστραλία, ιδιαίτερα στη τριτοβάθμια εκπαίδευση, είναι ένα πολύ πολύπλοκο πρόβλημα, χρειάζεται συλλογική συνεννόηση, ολική υποστήρηξη και στρατηγική αντιμετώπιση για να υπάρξουν ελπίδες επίλυσης του. Αν δεν μπορέσουμε να ευαισθητοποιήσουμε ολόκληρη την ελληνική παροικία να αναγνωρίσει ότι χωρίς γλώσσα, η έννοια της ελληνικής ταυτότητας μας παύει να έχει το νόημα που είχε μέχρι σήμερα, τότε δυστυχώς το «έχουμε χάσει το παιχνίδι».

Το πρόβλημα θεωρείται πολύπλοκο, διότι έχει πολλές διαστάσεις, όπως:

– Η πρώτη γενιά μειώνεται διαρκώς χωρίς νέα μαζικά κύματα μετανάστευσης

– Οι μικτοί γάμοι έχουν φθάσει το 50% των γάμων της παροικίας

– Η γνώση της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας για συνεννόηση με τον παππού και τη γιαγιά, αλλά και όταν επισκεπτόμαστε την Ελλάδα δεν έχει τη βαρύτητα που είχε τα αρχικά χρόνια

– Παρά τις σημαντικές επιτεύξεις της Ελληνικής Κοινότητας, δεν έχουμε καταφέρει ακόμη να δημιουργήσουμε ένα δυνατό και αποδεκτό απ’ όλους οργανισμό που θα είχε τους απαιτούμενους πόρους και θα ήταν σε θέση να ασχολείται με θέματα που αφορούν ολόκληρη την ελληνική παροικία, όπως την γλώσσα, τις μεταλασσόμενες σημαντικές ανάγκες της παροικίας, την αξιολόγηση της συνολικής περιουσίας, την αντιπροσώπευση μας στα διάφορα κυβερνητικά κέντρα αποφάσεων, τόσο της Αυστραλίας, όσο και της γενέτειρας κ.τ.λ.

– Το θέμα της γλώσσας δεν αφορά μόνο τους δασκάλους, τα ελληνικά σχολεία (ιδιωτικά, κοινοτικά και δημόσια), την Ελληνική Κοινότητα και την Αρχιεπισκοπή. Αφορά όλους τους ελληνικούς Οργανισμούς, όλους τους γονείς, παππούδες και γιαγιάδες, όλους τους μαθητές/φοιτητές της παροικίας με τους αντιπροσωπευτικούς τους συλλόγους, όλους τους παροικιακούς επιχειρηματίες, όλους τους πρώην και μελλοντικούς χορηγούς και δωρητές μη κερδοσκοπικών οργανισμών, άτομα που έχουν δείξει ενδιαφέρον η δράση σχετικά με τη γλώσσα και γενικά, όλη την παροικία, αλλά και την Βουλή των Ελλήνων. Φυσικά, σπουδαίο ρόλο παίζουν και οι Αυστραλιανές κυβερνήσεις, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να υιοθετούν πολιτική και προγράμματα που λαμβάνουν υπόψη όλες τις γλωσσικές οντότητες της πολυπολιτιστικής και πολυγλωσσικής Αυστραλίας και την ανάγκη υποστήριξης της διαφορετικότητας, αλλά χωρίς αυτό να αντιτίθεται στη δημιουργία μιας συνεκτικής Αυστραλιανής κοινωνίας.

Φώτο: ΑΠΕ-ΜΠΕ