Τόνι Μαντούκος: Οικογένεια, τένις και επιχειρηματικότητα!

Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με έναν από τους πρώτους «Ελληνοαυστραλούς» που κατάφεραν να αγωνιστούνστα υψηλά επίπεδα της παγκόσμιας αντισφαίρισης

Είμαστε στη δεκαετία του 1970. Στο προάστειο του Νόρθκοτ στην Μελβούρνη, ο μικρός Αντώνης μεγαλώνει με μια μπάλα του φούτι στα χέρια και ένα όνειρο στην καρδιά, να αγωνιστεί μια μέρα στο MCG, φορώντας τα κιτρινόμαυρα του Richmond!

«Όταν ήμουν παιδί, δεν έπαιζα τένις, αγαπούσα πάρα πολύ το Richmond και ήθελα να παίξω φούτι (AFL). Δεν το συνέχισα, όμως, για να μην χαλάσω το χατίρι της πολυαγαπημένης μου μητέρας που φοβόταν τους τραυματισμούς που έχει το συγκεκριμένο άθλημα. Η πρώτη ρακέτα που έπιασα ως πιτσιρίκι ήταν αυτή του πινγκ πονγκ, ένα άθλημα που λατρεύω και παίζω μέχρι και σήμερα. Μάλιστα, στο πινγκ πονγκ έχω κερδίσει περισσότερα τρόπαια από ό,τι έχω κερδίσει στο τένις. Τένις πρωτόπαιξα στα 14!».

Μόλις δύο χρόνια μέσα στα court, ο Τόνι άρχισε να τραβάει τα βλέμματα. Η σωματική του δύναμη, το ταλέντο, η εξυπνάδα στο παιχνίδι του αλλά και η αφοσίωση που έδειχνε στο σπορ, ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά που τον έκαναν να ξεχωρίσει από τους υπολοίπους νέους αθλητές που αγωνίζονταν δίπλα αλλά και απέναντί του.

«Το τένις είναι τρία πράγματα. Μυαλό, προπόνηση και, βέβαια, ταλέντο. Προπονιόμουν σκληρά, αλλά το κύριο προσόν μου ήταν η εξυπνάδα με την οποία αγωνιζόμουν. Έπαιρνα μέρος σε όσα περισσότερα τουρνουά μπορούσα. Η μητέρα μου με έτρεχε από εδώ και από εκεί, από τένις κλαμπ σε τένις κλαμπ. Σε αυτήν χρωστάω την επιτυχημένη ενασχόλησή μου με το άθλημα. Σε ένα από αυτά τα τουρνουά ήταν που με είδε ο Peter Dellavedova και ουσιαστικά μου άλλαξε την ζωή»

Ο Peter Dellavedova, αστέρι του αυστραλιανού τένις των δεκαετιών του ’70 και του ’80, που μεταξύ άλλων είχε αγωνιστεί και στα διπλά του Wimbledon το 1980, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που διέκρινε το πλούσιο ταλέντο του νεαρού Τόνι.

«Γνώρισα πολλούς μεγάλους του αθλήματος, αλλά ο Peter ήταν το ίνδαλμά μου. Καταπληκτικός αθλητής και φοβερός άνθρωπος. Όταν με πρωτοπλησίασε για να με ρωτήσει αν θα ήθελα να γίνω μέλος της ομάδας του και να ταξιδέψω σε όλο τον κόσμο παίζοντας τένις, νόμιζα ότι κορόιδευε! Έλα ντε που, όμως, έλεγε την αλήθεια. Έτσι, 16 χρόνων, ξεκινήσαμε με τον Peter για το πατρικό μου, να πείσουμε τους γονείς μου να με αφήσουν να παρατήσω το σχολείο για να πάω να παίξω τένις στην Ευρώπη! Καταλαβαίνεις για τι πράγμα μιλάμε; Στην δεκαετία του ’80, παιδί Ελλήνων μεταναστών, να αφήσω το σχολείο και να μπω σε ένα αεροπλάνο με προορισμό το άγνωστο».

Το «ψηστήρι» πέτυχε και έτσι μέσω δακρύων και έντονων αποχωρισμών, ο έφηβος «Ελληνοαυστραλός» τενίστας μπαίνει στο αεροπλάνο για την γηραιά ήπειρο. Προσγειώνεται στο Βέλγιο και από εκεί παίρνει το τραίνο με τελικό προορισμό την Γαλλία όπου και θα ενσωματωθεί με την υπόλοιπη ομάδα του Dellavedova.

«Πανέμορφα χρόνια, τι να πρωτοθυμηθώ. Τα ατελείωτα ταξίδια, τους απίστευτους αγώνες, τις φιλίες… Πηγαίναμε από χώρα σε χώρα, παίζαμε εναντίον σοβαρών αντιπάλων και κερδίζαμε! Οι εμπειρίες μαζεύονταν, η ποιότητά μου μεγάλωνε και έτσι σιγά-σιγά άρχισα να κάνω όλο και πιο πολλά όνειρα».

Τα όνειρα ξεκίνησαν να γίνονται πραγματικότητα και έτσι το 1984 ο Τόνι Μαντούκος δηλώθηκε για τα προκριματικά του Australian Open.

«Απίστευτη εμπειρία. Δυστυχώς, δεν τα κατάφερα εναντίον του Broderick Dyke. Ήταν μια στιγμή-ορόσημο στην καριέρα μου. Από την μία, έβλεπα τον Boris Becker, που κέρδισε το Wimbledon την επόμενη χρονιά, να αγωνίζεται στα ιδιά court με εμένα και, από την άλλη, η απογοήτευση της ήττας ήταν τόσο μεγάλη που με έκανε να θέλω να τα παρατήσω όλα και να εξαφανιστώ. Έβαζα τρομερή πίεση στον εαυτό μου, δεν ήθελα να απογοητεύσω τους ανθρώπους γύρω μου και έτσι ένιωθα πως το βάρος της αποτυχίας γινόντανε αβάστακτο».

Λίγο η στεναχώρια της ήττας, λίγο η κούραση των συνεχόμενων ταξιδιών, οδήγησαν τον Τόνι σε αλλαγή πλεύσης.

«Έπαιξα για περίπου δυο χρόνια ακόμα μετά το Australian Open αλλά ήξερα μέσα μου ότι το μέλλον μου ήταν αλλού. Οι φίλοι μου ζήλευαν τα ταξίδια μου και εγώ ζήλευα τους φίλους μου που είχαν φυσιολογικές ζωές, γυναίκες, παιδιά, κανονικά πράγματα. Έτσι, σε ηλικία 23 χρόνων και ενώ έχω ήδη ανοίξει την πρώτη μου επιχείρηση, την σχολή τένις, Ace Australian Tennis, γνωρίζω την γυναίκα της ζωής μου και μητέρα της πανέμορφης κόρης μου Evelyn, Sofie. Αυτό ήταν, τα πάντα άλλαξαν, βρήκα την χαρά της ζωής!».

Το πρόσωπο του λάμπει όταν μιλάει για την οικογένεια του και το στήριγμα που του παρέχει ώστε να μπορεί να μανουβράρει επιτυχημένα τις πολλαπλές επιχειρηματικές του δραστηριότητες.

«Ξοδεύω πολύ χρόνο και ενέργεια στην επιχείρησή μου, την Sun Line Roller Shutters. Λόγω της δουλειάς μου μπαίνω καθημερινά σε καινούργια σπίτια και γνωρίζω νέους ανθρώπους, κάτι το οποίο μου αρέσει πάρα πολύ, όσο κουραστικό και είναι κάποιες φορές. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το γυρνάς σπίτι μετά από μια επιτυχημένη μέρα στην δουλειά και να δέχεσαι την αγάπη των δικών σου ανθρώπων. Σου δίνει δύναμη για την επόμενη μέρα. Σε σπρώχνει να γίνεσαι καλύτερος. Δεν θα είχα καταφέρει τίποτα χωρίς την αγάπη και την υποστήριξη ολόκληρης της οικογενείας μου» κατέληξε ο πρώην αθλητής του τένις και νυν πετυχημένος επιχειρηματίας.