Μια ματιά στα γυμνά αγάλματα της ελληνικής αρχαιότητας αρκεί για να παρατηρήσεις ότι κάτι τρέχει με τα πέη τους.

Έστω κι αν είναι πάνω σε μυώδη σώματα, είναι μικρότερα ακόμα και από το μέσο μέγεθος, γεγονός που προκαλεί πολλά ερωτηματικά.

Ποιος ο λόγος;

«Η Αρχαία Ελλάδα διεπόταν από μια άκρως αρρενωπή κουλτούρα», ανέφερε στο Hyperallergic η φωτογράφος, Ingrid Berthon-Moine, η οποία δημιούργησε μια σειρά στην οποία απαθανάτισε τα γεννητικά όργανα αρχαίων αγαλμάτων.

Και εξήγησε: «Προτιμούσαν τα μικρά και τεντωμένα γεννητικά όργανα, σε αντίθεση με τα μεγάλα σεξουαλικά όργανα, για να δείξουν τον ανδρικό αυτοέλεγχο σε θέματα σεξουαλικότητας. Σήμερα, το εμπόριο, ο κινηματογράφος και η διαφήμιση το μετέτρεψαν σε μαζικό εμπόρευμα, μιλώντας για κυριαρχία και επιθυμία, ότι το μέγεθος έχει σημασία και ότι όσο μεγαλύτερο είναι, τόσο το καλύτερο».

Η ιστορικός τέχνης, Ellen Oredsson, σημείωσε για το ίδιο θέμα ότι τα άτομα με μεγαλύτερα πέη θεωρούνταν «ανόητα, άπληστα και άσχημα», ενώ ο Αριστοφάνης ανέφερε ότι τα χαρακτηριστικά των ιδανικών αρσενικών είναι «λαμπερό δέρμα, φαρδιοί ώμοι, μικροσκοπική γλώσσα, δυνατοί γλουτοί και μικρό πέος».

Και ενώ στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη το γυμνό ήταν απενεχοποιημένο, στην πορεία των χρόνων τα πράγματα άλλαξαν. Χαρακτηριστική είναι η εμπειρία ενός ιστορικού, ο οποίος ήρθε αντιμέτωπος με ένα συρτάρι γεμάτα πέη στο Βρετανικό μουσείο.

«Κατά την έρευνα για το βιβλίο μου, The Erotic Arts, ζήτησα άδεια να εξετάσω τις διάφορες περιορισμένες συλλογές ερωτικού περιεχομένου στο Βρετανικό Μουσείο», έγραψε ο λέκτορας ιστορίας της τέχνης στο Πανεπιστήμιο Middlesex, Peter Webb, σε επιστολή του στον Guardian.

«Στο Ελληνικό και Ρωμαϊκό τμήμα μού έδειξαν το Secretum του Μουσείου, πρόκειται για το μυστικό τμήμα όπου αποθηκεύονται όλα τα ιστορικά αντικείμενα που θεωρούνται άσεμνα, και μεταξύ άλλων υπήρχε μια συλλογή από μαρμάρινους φαλλούς, οι οποίοι είχαν αφαιρεθεί από τα κλασικά γλυπτά από επιμελητές του 19ου αιώνα για να γίνουν κατάλληλα για έκθεση στο κοινό».

«Αργότερα ανακάλυψα ότι περιφρόνηση αυτή ήταν ο κανόνας σε άλλες χώρες. Στον «Δαυίδ» του Μιχαήλ Άγγελου προστέθηκε ένα μαρμάρινο φύλλο συκής στις αρχές του 16ου αιώνα, το οποίο δεν αφαιρέθηκε μέχρι το 1912. Ευτυχώς, τα φύλλα συκής χρησιμοποιήθηκαν πιο συχνά από τα σφυριά από τους Ευρωπαίους επιμελητές, και πολλά έχουν πλέον αφαιρεθεί, αφήνοντας ενδεικτικές τρύπες στην ηβική περιοχή», κατέληξε ο Webb.