Με τις αυξήσεις τιμών και τον πληθωρισμό να ταλανίζουν την ελληνική αγορά ακινήτων, για πολλούς πιθανούς αγοραστές, επικρατεί η εξής απορία.

Είναι άραγε καλή ιδέα να επενδύσει κανείς στην ελληνική κτηματαγορά αυτή την περίοδο;

Η Tonya Kokkolis της κτηματομεσιτικής εταιρίας eXp Realty, μιλά στον «Νέο Κόσμο» , και εξηγεί γιατί αξίζει κανείς να σκεφτεί σοβαρά να επενδύσει στην Ελλάδα.

«Τα ακίνητα στην Ελλάδα είναι πιο προσοδοφόρα από ό,τι στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες-και η ακίνητη περιουσία θεωρείται η πιο κερδοφόρα βιομηχανία στην Ελλάδα», μας λέει η Tonya, η οποία δραστηριοποιείται επαγγελματικά στην αγοραπωλησία και μίσθωση ακινήτων τόσο στην Αυστραλία όσο και στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα τονίζει ότι η χώρα χαρακτηρίζεται από μία σταθερότητα όσον αφορά τις επενδύσεις, διαθέτοντας «καλές δυνατότητες ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια», συμπληρώνοντας επίσης ότι «οι ελκυστικές επενδυτικές ευκαιρίες θα συνεχίσουν να οδηγούν την Ελληνική οικονομία ψηλότερα».

Πως έχει διαμορφωθεί η ελληνική αγορά ακινήτων τα τελευταία χρόνια;

Με το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας να σημειώνει υψηλότερα νούμερα στις αρχές του 2000, ιδιαίτερα σε σχέση με τις επαγγελματικές άδειες και τις αποζημιώσεις, σύμφωνα με την Tonya, η έλλειψη δανεισμού ήταν αισθητή , ενώ ο κόσμος δεν φάνηκε να αγοράζει ακίνητα με την ίδια άνεση και ευκολία.

Πιο πρόσφατα, η οικονομική αποσταθεροποίηση και η ανασφάλεια που έφερε η πανδημία, άφησε εύλογα ερωτήματα, σε σχέση με τις επενδυτικές ενέργειες.

Ωστόσο, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, η Tonya δηλώνει αισιόδοξη για το επενδυτικό δυναμικό της Ελλάδας σήμερα.

Βλέποντας την πρόκληση της πανδημίας «ως ευκαιρία για αλλαγή» η Tonya εκτιμά πως η Ελλάδα έχει επιδείξει εξαιρετικές αντοχές και ιδιαίτερη ευελιξία στη συνολική εικόνα αγοράς.

Ταυτόχρονα, αναδείχθηκε ως «πιο ελκυστικός προορισμός», καθώς το δέλεαρ για τους επενδυτές κρύβεται στην τουριστική προοπτική της χώρας.

Επιπλέον εξηγεί πως η τηλεργασία και οι ψηφιακές πλατφόρμες, καθιστούν δυνατή την εργασία οπουδήποτε, με «λιγότερο κόστος λειτουργίας», καθιερώνοντας την Ελλάδα ως «πιο φιλικό προορισμό για επενδύσεις», με «εξαιρετικές ευκαιρίες επενδύσεων».

«Με πλούσια πολιτιστική παρακαταθήκη, φυσικές ομορφιές, η χώρα μας αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού και πόλο έλξης για όσους την επισκέπτονται», προσθέτει, ενώ ιδιαίτερα ωφέλιμη έχει αποδειχθεί και η αυξημένη τεχνογνωσία των Ελληνικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στους κλάδους ταξιδιών και φιλοξενίας, προωθώντας «σαγηνευτικά» πακέτα και προσφορές για τους επισκέπτες.

«ΤΟ ΝΑ ΕΧΕΙΣ ΔΥΟ ΠΑΤΡΙΔΕΣ ΔΕ ΣΕ ΚΑΝΕΙ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΕΛΛΗΝΑ»

Γεννημένη στη Μελβούρνη, από Έλληνες γονείς με καταγωγή από τη Σπάρτη, η Tonya επέστρεψε στην Ελλάδα τη δεκαετία του 90, κάνοντας τα πρώτα της βήματα στον κτηματομεσιτικό χώρο το 2006. Το 2018 μετακόμισε στη Μελβούρνη με σκοπό τη δημιουργία διαύλου αγοραστών από και προς την Ελλάδα.

Σύμφωνα με την Tonya, παρά το γεγονός ότι οι ξένες επενδύσεις στηρίζουν αναμφίβολα την Ελληνική οικονομία και κοινωνία σε πολλά επίπεδα, κάτι που θεωρεί εξίσου σημαντικό είναι «να μην ξεχάσουμε την καταγωγή μας, τις ρίζες, τις παραδόσεις μας».

«Δεν πιστεύω ότι πρέπει να αναζητούμε μόνο ξένους επενδυτές αγνοώντας πόσο οι Έλληνες έχουν ανάγκη να κρατήσουν δεσμούς με την πατρίδα τους» , μας λέει, ενώ όντας αποφασισμένη να διατηρήσει ζωντανούς αυτούς τους δεσμούς δηλώνει πως το δικό της όραμα «δεν σταματά εδώ».

«Το δικό μου όραμα είναι να βοηθήσω τους Έλληνες της παροικίας μας να επωφεληθούν από την Ελληνική αγορά ακινήτων καθώς έχουν δημιουργηθεί ευκαιρίες που αναμένεται να φέρουν υψηλές αποδόσεις», προσθέτει.

Με την αγάπη για την Ελλάδα και για τους ανθρώπους να «γεφυρώνει την απόσταση», η Tonya νιώθει να συνδέεται με τις ρίζες της «μέσα από την ελληνικότητα και τις αξίες», ενώ παραδέχεται πως «επιλέγοντας δύο πατρίδες, ουσιαστικά επιλέγεις δύο ζωές».

«Το να έχεις δύο πατρίδες δε σε κάνει λιγότερο Έλληνα».

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΕΝΤΟΝΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

Με τα νησιά να παρουσιάζουν σταθερά «ισχυρές επιδόσεις» λόγω τουρισμού, η Tonya εκτιμά πως «η Αθήνα και τα περίχωρα θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται όπως και όλοι οι αστικοί κόμβοι», ενώ οι αλλαγές στον τρόπο ζωής που έφερε η πανδημία φαίνεται να έχουν ενισχύσει θετικά τις περιφερειακές περιοχές.

«Οποιαδήποτε ύφεση θα είναι πιθανόν βραχυπρόθεσμη», σχολιάζει, ενώ υπολογίζει ότι η απόδοση της επένδυσης θα συνεχίσει να κυμαίνεται γύρω στο όριο των 8%-10%.

Επιπλέον αναφέρει πως παρατηρείται μεγάλη επενδυτική δραστηριότητα τα τελευταία χρόνια από Κίνα, ΗΠΑ, Ισραήλ, Κύπρο, Ρωσία και πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Τι αποτρέπει τους αγοραστές να επενδύσουν σε ακίνητα στην Ελλάδα;

Κατά την Tonya, αυτό που φαίνεται να αποθαρρύνει τους πιθανώς ενδιαφερόμενους να επενδύσουν σε ακίνητα στην Ελλάδα είναι «ότι δεν γνωρίζουν τη βασική νομοθεσία για την ιδιοκτησία ακινήτων».

«Συμβουλεύω τους επενδυτές να επιλέξουν μια αξιόπιστη, διεθνούς κυρούς εταιρία, που παρέχει υπηρεσίες ποιότητας με καταρτισμένα και έμπειρα στελέχη στον χώρο του Real Estate, προσφέροντας ένα ολοκληρωμένο πακέτο υπηρεσιών» μας λέει ενώ συμπληρώνει πως τόσο η διαδικασία της γραφειοκρατίας όσο και η ολοκλήρωση της συναλλαγής, είναι σημαντικό να πραγματοποιούνται με ιδιαίτερη προσοχή, καθώς τυχόν παραπληροφόρηση ενδέχεται να οδηγήσει σε λάθος επιλογές.

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΙΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ

Απολύτως απαραίτητη κρίνεται η κατάλληλη ενημέρωση για τη διασφάλιση των οικονομικών και άλλων συμφερόντων του αγοραστή, ενώ βαρύνουσας σημασίας θεωρείται και ο νομικός έλεγχος ο οποίος θα καθορίσει τη νομιμότητα των τίτλων.

Με ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να ακολουθείται και η διαδικασία έως την υπογραφή των συμβολαίων, όπως επίσης και οι ιδιαιτερότητες που υπάρχουν σε περίπτωση που ο αγοραστής είναι αλλοδαπό πρόσωπο.

Σε κάθε περίπτωση η Tonya εξηγεί πως εάν ο αγοραστής δεν γνωρίζει τη διαδικασία , είναι πιθανό να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση «να αγοράσει ένα ακίνητο, στο οποίο δεν έχει δικαιώματα».

«Θα πρέπει λοιπόν να επιλέξει το κτηματομεσιτικό γραφείο που θα τον κατευθύνει σωστά» λέει κλείνοντας.