Για μια ακόμη φορά η μεσογειακή διατροφή αποδεικνύεται το καλύτερο “φάρμακο”.

Και μπορεί τα νέα ευρήματα σχετικά με τα οφέλη κατανάλωσης λιπαρών ψαριών για το παιδικό άσθμα να μην καταφέρουν να πείσουν όσους μπόμπιρες είναι ιδιότροποι με το φαγητό τους, σίγουρα όμως αποτελούν κίνητρο για τους γονείς να… συνεχίσουν την προσπάθεια!

Ο λόγος για την πρόσφατη έρευνα που πραγματοποίησε η Μαρία Παπαμιχαήλ στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής στο πανεπιστήμιο La Trobe, υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας Διαιτολογίας και Διατροφολογίας, Κατερίνας Ιτσιοπούλου. Τα συμπεράσματα προέκυψαν από κλινική μελέτη που διεξήχθη στην Αθήνα για περίοδο έξι μηνών με 64 παιδιά που παρουσιάζουν ήπια μορφή άσθματος ηλικίας πέντε έως 12 ετών.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, οι μισοί από τους συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μεσογειακή δίαιτα με κύριο χαρακτηριστικό την πρόσληψη δύο μερίδων λιπαρών ψαριών εβδομαδιαίως, ενώ τα υπόλοιπα παιδιά δεν ακολούθησαν την “ψαροδιατροφή”.

“Αυτό που διαπιστώσαμε με το πέρας των έξι μηνών ήταν ότι τα παιδιά που ακολουθούσαν μεσογειακή δίαιτα και κατανάλωναν τα λιπαρά ψάρια είχαν χαμηλότερο έναν δείκτη φλεγμονής που σχετίζεται με τους πνεύμονες, ενώ τα αντίστοιχα επίπεδα παρέμειναν ως είχαν στα παιδιά με το άλλο διατροφολόγιο” εξηγεί η καθηγήτρια Ιτσιοπούλου στον “Νέο Κόσμο”.

Οι αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες που συναντώνται στον σολωμό αλλά και στα “ταπεινά” ψάρια, όπως ο γαύρος, η σαρδέλα και το σκουμπρί, είναι μεν γνωστά, αλλά πρόκειται για την πρώτη φορά που η επιστήμη συνδέει τις τροφές αυτές πλούσιες σε ω-3 λιπαρά οξέα με την καταπολέμηση του παιδικού άσθματος μέσω μείωσης της βρογχικής φλεγμονής.

“[…]Μέχρι τώρα, τα περισσότερα στοιχεία για τα οφέλη της μεσογειακής διατροφής στο άσθμα παιδιών και ενηλίκων έχουν προκύψει από μελέτες διασταύρωσης και πληθυσμιακών ομάδων. Αυτή είναι, με βάση όσα γνωρίζουμε, η πρώτη κλινική μελέτη που δείχνουν τα οφέλη της δίαιτας συγκεκριμένα για το παιδικό άσθμα”.
Όπως αναφέρει η κ. Ιτσιοπούλου, τα ελπιδοφόρα δεδομένα αναδεικνύουν τον θεραπευτικό ρόλο της μεσογειακής δίαιτας σε συνήθεις ασθένειες νεαρών ηλικιών αλλά και τα οφέλη για όλη την οικογένεια.

“Είναι μια απλή χαμηλού κόστους παρέμβαση με σημαντικό αντίκτυπο στη γενικότερη υγεία των παιδιών[…]όχι μόνο για τη διαχείριση συμπτωμάτων του άσθματος και ενδεχόμενως την πρόληψη εκδήλωσής του, αλλά και για την πρόληψη νόσων που σχετίζονται με την παχυσαρκία, όπως ο διαβήτης και η καρδιαγγειακή νόσος”.
Την ίδια στιγμή, δεν αποκλείει την πιθανότητα για επαλήθευση των ευρημάτων σε εφήβους και ενήλικες, όμως επισημαίνει ότι αυτό αναμένεται να εξεταστεί σε προσεχείς μελέτες.

Το επόμενο βήμα για την ερευνητική ομάδα είναι η διεξαγωγή κλινικής μελέτης μεγαλύτερου εύρους στην Αυστραλία, με περισσότερους συμμετέχοντες και δυνατότητα παρατήρησής τους καθόλη τη διάρκεια του έτους κάτω από διαφορετικές κλιματικές συνθήκες.

Χωρίς αμφιβολία, η χώρα είναι από τα καταλληλότερα μέρη για μια τέτοια μελέτη.

“Οι τελευταίες έρευνες στην Αυστραλία υποδεικνύουν ότι 15 με 17 τοις εκατό των παιδιών ηλικίας έως και τριών ετών εμφανίζουν συμπτώματα άσθματος. Καθώς μεγαλώνουν, αυτό το ποσοστό πέφτει στο τέσσερα τοις εκατό, όμως σε κάθε περίπτωση είμαστε σε μια χώρα με μεγάλο αριθμό κρουσμάτων. Και το άσθμα ως νόσος απαντάται όλο και περισσότερο παγκοσμίως, αποτελεί δε σημαντική αιτία καθημερινής νοσηρότητας των παιδιών, εισαγωγών τους στα νοσοκομεία και απουσίας από το σχολείο με τους γονείς να χρειάζεται να μένουν στο σπίτι για να τα φροντίσουν”, σχολιάζει η κ. Ιτσιοπούλου.

Ως επικεφαλής της Σχολής Επιστημών Υγείας του La Trobe, η ακαδημαϊκός έχει στο ενεργητικό της περισσότερα από 20 χρόνια εμπειρίας σε έρευνα σχετικά με τη μεσογειακή διατροφή και τη συμβολή της στην αντιμετώπιση νοσημάτων. Η συνεργασία της όμως με τη Μαρία Παπαμιχαήλ σηματοδότησε την πρώτη της κλινική μελέτη αποκλειστικά για το παιδικό άσθμα. Στο πλευρό της ομάδας του La Trobe βρέθηκαν ερευνητές και ιατροί στην Αθήνα, που παρακολουθούσαν τα ασθματικά παιδιά και βοήθησαν στις εργαστηριακές εξετάσεις.

“Έχουμε δημοσιεύσει αρκετές άλλες μελέτες, βασισμένες στη βιβλιογραφία για προηγούμενες έρευνες, όπου βρήκαμε οφέλη κατανάλωσης ψαριών σε παιδιά συγκριτικά με αυτά που δεν τα συμπεριελάμβαναν στη διατροφή τους. Γνωρίζαμε για αυτή τη σύνδεση, όμως είναι η πρώτη φορά που διαπιστώνουμε έναν τέτοιο αντίκτυπο μέσω κλινικών δοκιμών.

“Τώρα ελπίζω να ενθαρρύνω τη Μαρία να πραγματοποιήσει μεταδιδακτορικές σπουδές μαζί μου μόλις παραδώσει τη διατριβή της, ώστε να επεκτείνουμε τη μελέτη για 12 μήνες με μεγαλύτερο αριθμό παιδιών”.