ΜΕ ΧΑΡΑ διαπιστώνω ότι η στήλη έχει απήχηση. Δυο αράδες σημειώνουμε κάθε Σάββατο και συχνά «πιάνουν τόπο».

ΔΕΝ πρόλαβα να γράψω για την ανάγκη η εξουσία των παροικιακών οργανισμών να περάσει (και) στις γυναίκες και σε χρόνο-ρεκόρ έχουμε έξι γυναίκες προέδρους μεγάλων ομογενειακών οργανώσεων.

ΔΕΝ στέγνωσε το μελάνι από την παρατήρησή μου ότι οι εκλογές για την ανάδειξη νέου Διοικητικού Συμβουλίου στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης και ο Δρ. Χρήστος Φίφης ανταποκρίθηκε με ένα ενδιαφέρον άρθρο στον «Νέο Κόσμο» της περασμένης Πέμπτης.

ΕΚΑΝΑ και ένα σχόλιο για μια αναφορά του πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Αθανασιάδη στο περιοδικό «Φάρος» που επιμελείται και είναι η περιοδική έκδοση της λεγόμενης «Ιεράς Ορθόδοξης Μητρόπολης Αυστραλίας και Ωκεανίας», αλλά δεν έχει καμιά σχέση με την Ιερά Αρχιεπισκοπή που την θεωρεί «σχισματική».

ΕΓΡΑΦΕ, λοιπόν, ο π. Αθανασιάδης, άλλοτε «πρωτοπαλίκαρο» της Αρχιεπισκοπής: «Κάτσε όπως είσαι παππούλη» και αναφερόταν στον Αρχιεπίσκοπο κ. Στυλιανό με τρόπο ειρωνικό και επικριτικό και εγώ σχολίαζα:
«Καλά θα έκανε να το απέφευγε το σχόλιο αυτό ο παπα-Γιώργης. Δεν νομίζω ότι τιμά τον ίδιο».
Ο παπα-Γιώργης επανήλθε όμως και αφιέρωσε ένα σχόλιο σε μένα στο περιοδικό του. Και αφού λέει ότι «δεν μπορεί κανείς να μην του αναγνωρίσει τη δημοσιογραφική του προσφορά (εμένα δηλαδή) όλα αυτά τα χρόνια» συμπληρώνει:
«Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και αλάθητος» και απαντώντας στο σχόλιό μου λέει:
«Δεν διέπομαι από μικροπρέπειες και κακίες. Ούτε κουβαλάω “απωθημένα” μέσα μου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δίνω συγχωροχάρτι σε κανέναν ούτε και θέλω να μου δώσει κανείς.
Αυτά που έγραψα για τον Αρχιεπίσκοπο Στυλιανό είναι αυτά που λένε και συζητούν όλοι όσοι δεν έχασαν τον προσανατολισμό τους και την ευθυκρισία τους. Και είναι πολλοί ακόμα στην παροικία που δεν έχουν πέσει θύματα της δήθεν καταλαγής και συμφιλιώσεως στον εκκλησιαστικό χώρο. Δεν έχουμε συμφιλιωθεί και η φαινομενική “ηρεμία” είναι χριστιανικό. Το να συγχωρούμε είναι χριστιανικό. Το να ξεχνούμε είναι εωσφορικό».

ΩΣΤΕ δεν έχουμε συμφιλιωθεί ακόμα; Και προς τι, παρακαλώ, «το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός», όπως έλεγε και ο Τσαγανέας σε μια παλιά ελληνική ταινία;
Για την πίστη; Ή μήπως «μάχη θρόνων και χρήματος», όπως γράφει ο παπα-Γιώργης στο εξώφυλλο του περιοδικού του, αναφερόμενος στο Ουκρανικό ζήτημα;
ΚΑΙ μιας και ο λόγος με το Ουκρανικό ζήτημα, σας έχω προειδοποιήσει από καιρό ότι η λύση του θα προκαλέσει κάποια προβλήματα μιας και ελληνορθόδοξη εκκλησία του Σίδνεϊ υπάγεται στην Ουκρανική Εκκλησία που ήταν «σχισματική». Και ενώ η Ουκρανική εκκλησία υπάγεται, πλέον, στο Πατριαρχείο, η εν λόγω εκκλησία του Σίδνεϊ ίσως παραμείνει «σχισματική» λόγω Αρχιεπισκοπής… Θα δούμε..

ΟΠΩΣ θα δούμε αν το λεγόμενο «εκκλησιαστικό» θα επηρεάσει τον φετινό εορτασμό της 25ης Μαρτίου στην Αδελαΐδα όπου θα παραστεί και ο κ. Κουίκ. Θα είναι ενωτικός; Θα γίνουν δυο εορτασμοί; Για να πάει εκεί ο αρμόδιος υπουργός κάτι θα ξέρει. Ή θα ελπίζει ότι θα πετύχει…
ΚΑΙ ενώ απέμεινε μόλις μια εβδομάδα πριν τη διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη νέου διοικητικού συμβουλίου στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης, ο πρόεδρός της, Βασίλειος Παπαστεργιάδης, βέβαιος για την επικράτησή του (παρά τις απειλές του Χρήστου Τσίρκα) ετοιμάζεται για το επόμενο μεγάλο βήμα του.
Όπως και να το κάνουμε, δεν είναι και μικρό πράγμα να φιλοξενηθεί στην Κοινότητα «φόρουμ» τριών χωρών (γράφουμε αναλυτικά στην πρώτη μας σελίδα) με υπουργούς, διπλωμάτες, επενδυτές και βάλε…
Αυτό το πρόγραμμα «Νόστος» μου θυμίζει πολύ τις ένδοξες μέρες του ΣΑΕ… Αλλά θα επανέλθουμε επ’ αυτού.

ΠΟΛΛΟΙ με ρωτούν τι απέγινε ο Μπάμπης Σταυρόπουλος. Είναι καλά, όπως με πληροφόρησε ο ίδιος και, μάλιστα, έστω και έμμεσα, συμμετέχει σ’ αυτή την στήλη σήμερα.

ΜΕ γραπτό μήνυμά του, (με αρκετή δόση ειρωνεία) μου λέει, μεταξύ άλλων:
«Μια χρήσιμη πληροφορία για τον μεγάλο σου καημό: την ψήφο του “πονεμένου” απόδημου” που χρόνια τώρα βασανίζει εσένα και την ομογένεια για την οποία αγωνίζεσαι τόσα χρόνια. Λοιπόν, υποθέτω ότι γνωρίζεις, ότι οι απόδημοι ψήφισαν για πρώτη φορά στις εκλογές του 1862. Υπάρχει μάλιστα και μια φωτογραφία από την ψηφοφορία στο ελληνικό Προξενείο του Λονδίνου που ψηφίζει για πρώτη φορά και ο μετέπειτα πρωθυπουργός της Ελλάδας, Χαρίλαος Τρικούπης. Υπάρχει μάλιστα και σχετική φωτογραφία. Αν θέλεις να γράψεις κάτι, μπορείς να βρεις και την φωτογραφία για να χαρεί και η παροικία για τον πρώτο της πρωθυπουργό, που ήταν μάλιστα και από τους καλύτερους…»
Για να συμπληρώσω τον Μπάμπη να αναφέρω ότι «Όντως στις εκλογές του 1862, στο Προξενείο της Ελλάδος στο Λονδίνο, ψήφισε για πρώτη και τελευταία μέχρι στιγμής φορά ο ελληνισμός της διασποράς.
Και μάλιστα εκεί, στη Βρετανία αναδείχθηκαν τριάντα τέσσερις Βουλευτές της Βουλής εκείνης από τον ελληνισμό της διασποράς. Εκεί βγήκε για πρώτη φορά Βουλευτής ο Χαρίλαος Τρικούπης. Ο πατέρας του Σπυρίδων Τρικούπης, Πρέσβης τότε στο Λονδίνο, εξελέγη στο Μάντσεστερ στις ίδιες εκλογές.
Εάν τότε, με τα περιορισμένα τεχνικά μέσα που είχαν και μέσα επικοινωνίας, ψήφισε ο ελληνισμός στις μεγάλες παροικίες του, δηλαδή ψήφισαν στην Αλεξάνδρεια, στο Λονδίνο, στα Μπιτόλια, στην Αδριανούπολη, στην Κωνσταντινούπολη, στο Κάιρο, γιατί δεν μπορεί να γίνει πιο συντονισμένα και πιο ορθά τώρα; Ελπίζω και σ’ αυτό το θέμα κάτι να μας πει ο κ. Κουίκ..

ΚΑΙ ΜΙΑΣ και ο λόγος περί αποδήμων και ελληνικής πολιτικής να κλείσω με μια ανακοίνωση του Τομέα Απόδημου Ελληνισμού του ΠΑΣΟΚ για τον θάνατο του Δημήτρη Φούντα που αναφέρει:
«Ενημερωθήκαμε με βαθιά θλίψη τον θάνατο του πολύ καλού μας συντρόφου, γραμματέα της ΝΕ στο Σίδνεϊ, Δημήτρη Φούντα.
Ο Δημήτρης ήταν πάνω από όλα ένας καλός και φωτεινός άνθρωπος, ακάματος αγωνιστής, άξιος σύντροφος, πιστός στις αρχές και στις αξίες της Παράταξης μας. Πάντα παρών στους αγώνες του ΠΑΚ και αργότερα του ΠΑΣΟΚ ήταν η ψυχή της Οργάνωσης στο Σίδνεϊ.
Δημήτρη, αγαπούσες με πάθος την χώρα που σε γέννησε και την τίμησες στα ξένα.
Αγαπούσες πολύ την Ομογένεια και δήλωνες πάντα παρών στα κοινά.
Αγαπούσες πολύ το κόμμα που πίστευες και το υπηρετούσες μέχρι να κλείσεις τα μάτια σου.
Οι σύντροφοι στη Διασπορά θρηνούν για την απώλειά σου».
Σ. Χ.

ΤΙΣ τελευταίες μέρες έχω «μπλεχτεί» σε μια on-line συζήτηση -στην οποία, για να πω την αλήθεια, έχουν σημειωθεί και κάποιες οργισμένες αντεγκλήσεις- όσον αφορά τη λέξη γυναικοκτονία. Κατά πόσο, δηλαδή, μπορούμε σήμερα να χρησιμοποιήσουμε τη λέξη αυτή, η οποία βέβαια αναφέρεται στις δολοφονίες γυναικών που έχουν πάρει διαστάσεις και στην Ελλάδα -κυρίως- αλλά και αλλού.

ΣΤΗ συζήτηση υπάρχουν αυτοί που υποστηρίζουν ότι η λέξη γυναικοκτονία είναι κενή περιεχομένου και ότι οι δολοφονίες γυναικών ως πράξεις -και από νομικής άποψης- πρέπει να περιέχονται στον γενικό όρο ανθρωποκτονία. Από την άλλη, υπάρχουν και αυτοί οι οποίοι υπεραμύνονται της χρήσης του όρου ώστε να υποδηλώνεται και να γίνεται ξεκάθαρη η έμφυλη χροιά της εκάστοτε δολοφονίας μιας γυναίκας.

ΕΤΣΙ, σύμφωνα με διάφορους συμμετέχοντες στη συζήτηση, ο όρος γυναικοκτονία είναι νεολογισμός που κυκλοφόρησε στα κινήματα που έχουν ως αντικείμενο την απελευθέρωση της γυναίκας, από τη δεκαετία του ’90 κυρίως, που ορίζει, όπως είπαμε και πριν, την έμφυλη δολοφονική βία εναντίον των γυναικών για πατριαρχικούς και σεξιστικούς λόγους.

ΤΟ όλο ζήτημα είναι τεράστιο, υποβαθμισμένο και έντεχνα κλεισμένο στους τέσσερις τοίχους της συζυγικής/ερωτικής ζωής και όχι μόνο. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Στην Ελλάδα το μεγάλο αυτό θέμα συνήθως κρύβεται κάτω από τους ευφημισμούς «έγκλημα τιμής» ή «έγκλημα πάθους» (με τον δεύτερο όρο να έχει μια ψυχαναλυτική αλήθεια αλλά συνήθως χρησιμοποιείται για να αποσιωπήσει τα έμφυλα χαρακτηριστικά της ανδρικής βίας).

Ο όρος ανθρωποκτονία είναι ανεπαρκής γιατί αποσιωπά τον έμφυλο χαρακτήρα των εγκλημάτων. Ο όρος γυναικοκτονία, λοιπόν, δημιουργήθηκε και χρησιμοποιείται από τα φεμινιστικά κινήματα ως καταγγελία της πιο ακραίας εκδήλωσης της πατριαρχικής, ανδροκρατικής, σεξιστικής βίας εναντίον των γυναικών, για να γίνει ορατή μια σφαγή που αποσιωπάται ως τέτοια.

Ο όρος γυναικοκτονία ή έμφυλη βία χρησιμοποιείται για να γίνει διακριτό ότι είναι φόνοι, ή βία ευρύτερα, που έχουν να κάνουν με την κοινωνική δομή που λέγεται πατριαρχία. Ένα εργαλείο καταγγελίας αυτής της κοινωνικής δομής, αλλά και συνειδητοποίησης ότι πρέπει να υπάρξει αγώνας για να εξαλειφθεί.

ΤΟ ποινικό, οικογενειακό -και όχι μόνο- δίκαιο στήριξε και υπηρέτησε αυτή την πατριαρχική δομή. Χρειάσθηκαν μακροχρόνιοι αγώνες, κυρίως από τις γυναίκες, για να ξεπεραστούν βασικές διατάξεις που στήριζαν την πατριαρχία. Και όχι μόνο γι’ αυτό, αλλά μακροχρόνιοι αγώνες χρειάσθηκαν για να αλλάξει το οικογενειακό δίκαιο, το δικαίωμα στην άμβλωση, να θεωρηθεί ο βιασμός έγκλημα κατά του προσώπου, να μην ενοχοποιείται το θύμα βιασμού στα δικαστήρια ακόμη και όταν είχε υπάρξει ο νόμος και πάρα πολλά άλλα…

ΑΠΟ την άλλη, οι αντιλέγοντες υποστηρίζουν ότι η λέξη γυναικοκτονία είναι υποτιμητική. Ωστόσο, ως τέτοια, περιγράφει μια ακραία υποτιμητική και εκμηδενιστική πράξη. Τα ποσοστά των γυναικοκτονιών παγκοσμίως είναι τραγικά μεγάλα. Ο όρος περιγράφει αυτό που συμβαίνει και ήταν μεγάλη ανάγκη να γίνει κάτι τέτοιο γιατί όλοι οι άλλοι όροι που χρησιμοποιούνταν επισκίαζαν το ζήτημα.

ΑΝ οι εγκληματικές πράξεις που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας (δολοφονίες, βιασμοί, μαχαιρώματα) είχαν θύματα άντρες, θα είχαν ξεσηκωθεί τα ΜΜΕ για την αύξηση της εγκληματικότητας. Τώρα που είναι σαφές ότι η πιο επικίνδυνη εγκληματικότητα κατά των γυναικών προέρχεται από τους πατεράδες, συζύγους και συντρόφους τους, σφυρίζουν αδιάφορα για τα εγκλήματα και επιδίδονται σε αποπροσανατολιστικές ρητορείες εναντίον των όρων.

Η μεγάλη αντίσταση στον όρο γυναικοκτονία δεν είναι παρά η προσπάθεια συντήρησης των κατεστημένων σχέσεων μεταξύ ανδρών γυναικών από τις οποίες προκύπτουν πολλά προνόμια για τους άνδρες. Η αποδοχή του όρου γυναικοκτονία συνιστά την απαρχή της αποδόμησης των σχέσεων αυτών, γιατί καταδεικνύει με εφιαλτικό τρόπο πού είναι ικανοί να φτάσουν κάποιοι άνδρες για να περιφρουρήσουν ό,τι έχουν μάθει να θεωρούν δικαίωμα ή ιδιοκτησία τους.

Δ.Τ.